Σελίδες

28/9/16

"Οι Χαρισματικοί", Marcus Sakey





Ξεκίνησα τους Χαρισματικούς μια Δευτέρα πρωί όσο ήμουν σε διακοπές και τους τελείωσα την Τρίτη το βράδυ, με άνεση και χωρίς στιγμή να τους βαρυγκωμίσω. Πρόκειται για ένα ενδιάμεσο βιβλίο, ανάμεσα στην επιστημονική φαντασία και το θρίλερ, που βοηθάει να «καθαρίσεις» αναγνωστικά και να περάσεις στο επόμενο σημαντικό μυθιστόρημα. Αλλά ως εκεί. 

Δεν είναι ένα βιβλίο που φέρνει τίποτα καινούριο, ούτε ως επιστημονική φαντασία ούτε ως αστυνομικό. Οι ιδέες του είμαι χιλιοειπωμένες – όποιος έχει διαβάσει και δει XMen ή Heroes, ξέρει- ενώ το σασπένς υπονομεύεται από τις κοινοτοπίες και τα κλισέ της πλοκής. Περισσότερο μοιάζει με σενάριο για ταινία, όμως οι ταινίες του είδους έχουν περάσει πια σε μια άλλη σφαίρα, κι αν συγκριθεί με αυτές, μάλλον θα χάσει. 

Σε ένα παράλληλο σύμπαν, από 1980 και μετά, ένας στους εκατό ανθρώπους γεννιέται Χαρισματικός. Στην αρχή δεν υπάρχει πρόβλημα, όμως σιγά σιγά η Ανθρωπότητα βλέπει αυτούς τους Αφύσικους σαν απειλή, μαζεύει τα παιδιά που είναι χαρισματικά σε ακαδημίες και τα σακατεύει ψυχολογικά μεγαλώνοντας τα ως ορφανά. Οι Αφύσικοι οχυρώνονται κι αυτοί πίσω από έναν δικό τους που τίναξε το Χρηματιστήριο στον αέρα λόγω της χαρισματικότητάς του κι έχει φτιάξει μια ιδιωτική πόλη καταφύγιο από τη μια, και έναν ηγέτη μιας χαρισματικής τρομοκρατικής οργάνωσης, από την άλλη. Οι άνθρωποι φτιάχνουν ειδικό τμήμα αστυνομίας για την αντιμετώπιση αυτής της ιδιαίτερης τρομοκρατίας, με επικεφαλής έναν Αφύσικο, τον Νικ Κούπερ. Όταν ο Κούπερ αποφασίζει να διεισδύσει στην οργάνωση υποκρινόμενος τον προδότη, θα τον κυνηγήσουν κι από τις δύο πλευρές, και της Υπηρεσίας και των Χαρισματικών. 

Ο Νικ Κούπερ είναι μάλλον ρηχός πρωταγωνιστής. Είναι πάντοτε «ηθικός», ακόμα κι όταν αλλάζει στρατόπεδα, αγαπάει τα παιδιά του κι ας έχει χωρίσει και θυσιάζεται για αυτά, είναι άπιαστος και νικάει πάντα, ενώ στο τέλος παίρνει και το χαρισματικό κορίτσι. Από τα πιο ενδιαφέροντα κομμάτια του βιβλίου είναι η αλληγορία για την τρομοκρατία, για τη ρευστότητα της αλήθειας- έτσι όπως παρουσιάζεται από την κάθε πλευρά-, αλλά και για τη διαφορετικότητα- το πόσο τρομάζει η παρέκβαση από τη νόρμα. 

Οι «Χαρισματικοί» είναι ένα ευκολοδιάβαστο βιβλίο, μια ευχάριστη ανάπαυλα. Πιθανολογώ πως δεν θα διάβαζα τη συνέχεια, εκτός αν χρειαζόμουν αναγνωστικό διάλειμμα. Και στην τελική ανάλυση πάντοτε είναι απαραίτητα και αυτά.  



                                                                                       Κατερίνα Μαλακατέ




«Οι Χαρισματικοί», Μάρκους Σακέι, μετ. Αποστόλης Πρίτσας, εκδ. Πόλις, 2016, σελ. 638 












Υ.Γ. 42 Η μετάφραση με ξένισε. Θα προτιμούσα να το έχω διαβάσει στα Αγγλικά. 




26/9/16

"Ο ταξιδιώτης του αιώνα", Andrés Neuman

 Φωτογραφία: Από την παρουσίαση του βιβλίου


Αποφάσισα πως θα παρακολουθώ τον Αντρές Νέουμαν από την πρώτη μετάφραση μυθιστορήματός του στην Ελλάδα το 2012. Ο ενθουσιασμός μου για το «Κατά μόνας», σε συνδυασμό με την εξαιρετική ομιλία του στα τέλη του Ιούνη στο πλαίσιο του ΛΕΑ στο Ινστιτούτο Θερβάντες, με έκαναν να διαβάσω τον «Ταξιδιώτη του αιώνα» με λαχτάρα. Κι ίσως αυτό να με μπλοκάρισε στις πρώτες τουλάχιστον διακόσιες σελίδες.

Έκανα υπομονή γιατί είχα εμπιστοσύνη στον συγγραφέα, και σιγά-σιγά βυθίστηκα στον κόσμο των ιδεών του, γοητεύτηκα από τους χαρακτήρες, τις βιβλιοφιλικές, φιλοσοφικές και πολιτικές αναφορές του, και άρχισα να φτιάχνω αναλογίες με το σήμερα, να καταλαβαίνω τι θέλει να πει. Η τελική γεύση είναι εξαιρετική. Όχι με την πηγαία χαρά που μου δημιούργησε το «Κατά μόνας» πως πρόκειται για ένα βιβλίο «δικό» μου. Αλλά με ένα βαθύτερο αίσθημα ικανοποίησης , εξίσου σημαντικό: πως ο συγγραφέας που αγαπάς έγραψε ένα τέτοιο μυθιστόρημα.

Η ιστορία αρχίζει όταν ο Χανς, ένας άνθρωπος των γραμμάτων του οποίου το παρελθόν δεν ξέρουμε, φτάνει νύχτα στο Βανδερβούργο, μια πόλη ανάμεσα στην Σαξονία και την Πρωσία, που είναι ρευστή και μετακινείται στον χάρτη, όπως αλλάζουν ανά τους αιώνες και τα σύνορα της περιοχής. Ο Χανς καταλύει σε ένα φτηνό πανδοχείο για μια νύχτα, αλλά το Βανδερβούργο τον καλεί, δεν τον αφήνει να φύγει. Γίνεται φίλος με τον λερό οργανοπαίχτη λατέρνας στην πλατεία και συχνάζει στη σπηλιά του. Και λίγο αργότερα γίνεται τυχαία μέλος του λογοτεχνικού σαλονιού της πόλης, του σαλονιού της Ζοφί. Κι έτσι, γνωρίζουμε την πρωταγωνίστρια.

Η Ζοφί είναι μια νεαρή κοπέλα που ζει μόνη με τον πατέρα της, από καλή οικογένεια, αρραβωνιασμένη με τον πιο πολύφερνο γαμπρό, έναν κλασικό πλούσιο νεαρό, λίγο ακαλλιέργητο, αλλά πάμπλουτο και με πραγματικά αισθήματα για κείνη. Στο σαλόνι της συχνάζουν ο συντηρητικός καθηγητής Μίτερ, η χήρα κυρία Πιετσίνε, οι Λεβίν —ένα ζευγάρι που δεν αντέχει ο ένας τον άλλο— και ο Άλβαρο, ένας Ισπανός εμιγκρές. Γρήγορα ο Χανς , που είναι ευρωπαϊστής και ονειρεύεται μια ενιαία Ευρώπη, αλλά ήπιος πολιτικά μετά το στραπάτσο της Γαλλικής Επανάστασης και τη συντηρητικοποίηση της Ευρώπης, θα έρθει σε αντιπαράθεση —πολιτική, φιλοσοφική, λογοτεχνική— με τον Μίτερ, και οι κουβέντες τους θα ανοίξουν τον χορό του ενδιαφέροντος στο μυθιστόρημα.

Όμως πραγματικά σημαντικό γίνεται το βιβλίο όταν ο έρωτας που δημιουργείται ανάμεσα στον Χανς και τη Ζοφί ολοκληρώνεται. Εκεί αποκαλύπτεται πως έχουν το ίδιο πάθος για τη μετάφραση και το σεξ: δουλεύουν το ένα παράλληλα με το άλλο. Η Ζοφί, μια γυναίκα αρραβωνιασμένη και υποταγμένη στον πατέρα της, φαίνεται τελικά πως είναι τολμηρή σεξουαλικά, πως έχει δοκιμάσει και άλλοτε τις χαρές του σεξ, πως είναι μια καλλιεργημένη κοπέλα που μπορεί να ακολουθήσει με ευχέρεια τα λογοτεχνικά ρεύματα. Ο Νέουμαν αγαπά να ασχολείται με τον φεμινισμό. Εδώ τον βρίσκουμε στα σπάργανά του στο πρόσωπο της ηρωίδας του, που γίνεται σύμβολο του μέλλοντος. Η Ζοφί, ενώ καταλαβαίνει τους κοινωνικούς περιορισμούς της, δεν διστάζει να δείξει ποια είναι. Αδιαφορεί για τις προετοιμασίες του γάμου της, ζει τον τρελό της έρωτα, μεταφράζει ως ίση με τους άντρες, έχει σαφή πολιτική θέση. Βρίσκεται σε ένα δίλημμα που αντιμετωπίζουμε συνέχεια ως και σήμερα: τι είναι σημαντικότερο, η ασφάλεια ή η ευτυχία; Αυτό αντιπροσωπεύουν οι δυο της άντρες και εκείνη το ξέρει καλά. Ο Χανς, από την άλλη, είναι ταξιδιώτης· δεν μπορεί να στεριώσει γιατί δεν έχει ρίζες, δεν έχει πατρίδα. Πατρίδα του είναι οι άνθρωποι ανά πάσα στιγμή. Και το θέμα του τόπου απασχολεί τον Νέουμαν βαθιά, γιατί είναι η ταυτότητά του, είναι ένας συγγραφέας με διπλή υπηκοότητα, που νιώθει πως ανήκει κι εδώ κι εκεί.

Πολύ ενδιαφέροντες είναι και οι δευτερεύοντες χαρακτήρες, ο καθηγητής Μίτερ που αντιπροσωπεύει το κατεστημένο και γράφει την κυριακάτικη στήλη της εφημερίδας, ο Ισπανός Άλβαρο που μας μιλά για την ιστορία της Ισπανίας, ο ταπεινός οργανοπαίχτης, ο πατέρας της Ζοφί αλλά και ο αρραβωνιαστικός της, εκπρόσωπος μιας πλουτοκρατίας που δεν έχει καταλάβει τι της συμβαίνει και που θεωρεί την υπεροχή της δεδομένη, χωρίς να είναι κακός άνθρωπος, μόνο σίγουρος και ερωτευμένος.

Μέσα σε όλα αυτά τρυπώνει η Ιστορία. Ο ίδιος ο Νέουμαν δηλώνει πως ο «Ταξιδιώτης του αιώνα» είναι «μια μεταφραστική μηχανή ανάμεσα στον 19ο αιώνα στον 21ο». Και η Λογοτεχνία· είναι τόσες οι άμεσες και έμμεσες αναφορές, που είμαι σίγουρη πως αρκετές τις έχασα. Και η πολιτική. Η ιστορική στιγμή είναι χαρακτηριστική, η άνοδος του Μέτερνιχ στην Ευρώπη μετά την αποτυχία της επανάστασης έχει οδηγήσει σε βαθιά συντηρητικοποίηση ακόμα και των σεξουαλικών ηθών. Και φυσικά ο τόπος δεν είναι τυχαίος, η Γερμανία, η καρδιά της Ευρώπης, ικανή για τα σημαντικότερα πράγματα στην τέχνη και τη φιλοσοφία, και για τα πιο αποτρόπαια στην πολιτική.

Το 2012 που κυκλοφόρησε ο «Ταξιδιώτης του αιώνα» ο Νέουμαν ήταν τριάντα πέντε χρονών. Ο «Ταξιδιώτης» —ένα μυθιστόρημα που το έγραφε από τα τριάντα του— αποκαλύπτει τον συγγραφέα του, απαιτεί αυτός που το γράφει να είναι δυνατός σε πάρα πολλά γνωστικά πεδία, όχι επιφανειακά αλλά ουσιαστικά. Ο λογοτεχνικός κόσμος δεν έχει παρά να βγάλει το καπέλο στον νεαρό ακόμα —ούτε τα σαράντα δεν έχει κλείσει— κύριο Νέουμαν. Να αποθέσει τις ελπίδες του επάνω του για αυτό που θα συμβεί στη λογοτεχνία στο μέλλον.







"Ο ταξιδιώτης του αιώνα", Αντρές Νέουμαν, μετ. Αχιλλέας Κυριακίδης, εκδ.Opera, 2016, σελ. 728

*Το κείμενο δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στον ιστότοπο www.amagi.gr

25/9/16

Διαβάζοντας στο ραδιόφωνο του Amagi





Κλήρωση! Και εκπομπή βεβαίως! Σήμερα στις 6μ.μ. στη ραδιοφωνική εκπομπή Διαβάζοντας μαζί μας θα είναι η Ευθυμία Ε. Δεσποτάκη, μια από τις ιέρειες του φανταστικού στην Ελλάδα. Θα μιλήσουμε για το νέο της βιβλίο, "Πνεύματα", για την ομάδα ΑΡΠΗ αλλά και για το επικείμενο Fantasticon 2016

Κληρώνουμε 2 αντίτυπα "Πνεύματα" της Ευθυμίας Δεσποτάκη και 2 αντίτυπα "Το αμόνι που τραγουδά" του Ανδρέα Μιχαηλίδη, αμφότερα ευγενική προσφορά από τις εκδόσεις Mamaya Books. Για να λάβετε μέρος στην κλήρωση θα πρέπει να πατήσετε "Μου αρέσει" και να κοινοποιήσετε ή/και σχολιάσετε το ποστ στο fb ως τις 7:45 σήμερα. Η κλήρωση γίνεται on air λίγο πριν το τέλος της εκπομπής.


Μην μας χάσετε 6-8μ.μ. πάντα στον www.amagi.gr

[το αφισάκι μας σήμερα επιμελήθηκε η Elena Vasilaki]


Όλες τις παλιότερες εκπομπές μπορείτε να τις βρείτε σε αυτό τον σύνδεσμό:



22/9/16

"Ελενίτ", Βίκυ Τσελεπίδου



Μικρές και πολύ μικρές ιστορίες περιλαμβάνονται στο λιανό- αλλά εξαιρετικά καλαίσθητο- βιβλιαράκι των εκδόσεων Νεφέλη, Ελενίτ. Ιστορίες που μπορείς αν θέλεις να τις διαβάσεις όλες μαζί, σε μια ανάγνωση, αλλά μετά οπωσδήποτε θα ζητήσεις να ξαναγυρίσεις σε αυτές. 

Η Τσελεπίδου γράφει το είδος του διηγήματος που αγαπώ, χτίζει την ιστορία της με μαστοριά, κι ύστερα με μια ξαφνική ανατροπή σου εξηγεί τι είναι αυτό που έχει σημασία. Ο λόγος της είναι μετρημένος και σωστός, αλλά όχι εξεζητημένος. Δεν γράφει για άσκηση γραφής, δεν αναζητά την τελειότητα του τρόπου γιατί δεν το έχει ανάγκη, έχει ιστορία να πει. 

Κάποιοι θα έλεγαν πως η συγγραφέας ώρες ώρες ολισθαίνει προς το γκροτέσκο, οι ήρωες της είναι απλοί και καθημερινοί, μέχρι να τεμαχίσουν τον νεκρό γιό τους, να αρχίσουν να χτυπούν και να φωνάζουν, να αποκαλυφθεί πόσο σε κακοποιούν, μέχρι να 

Με όποιον κι αν πας, μικρούλα μου, το σπέρμα στο παπάκι σου θα είναι του μπαμπάκα

Η αγία ελληνική οικογένεια, η επαρχία με την μυστικοπάθεια και την κρυψίνοια της, οι γυναίκες,-μάνες, κόρες, αδελφές-, πρωταγωνιστούν. Οι σχέσεις των ανθρώπων- ειδικά αυτών που θα έπρεπε να είναι κοντά ο ένας με τον άλλο- κακοφορμίζουν κάτω από το Ελενίτ. Το ελενίτ ήταν κάποτε η βασική στέγη στην ελληνική επαρχία, τώρα έχει εγκαταλειφθεί γιατί είναι καρκινογόνο. Έτσι έρχεται κι τρόμος στα διηγήματα, με καθυστέρηση. Μετά την συνειδητοποίηση πως η ανθρώπινη φύση είναι άγρια. Και εκδικητική. 

"Μπάμπουσκα", της είπαν την επόμενη μέρα τα παιδιά, "ο γιος σου δεν είναι πια στο χιόνι", κι εκείνη διάβασε τα χείλη τους και είπε: "Θα τον πήραν τα πουλιά".
"Το τσεκούρι του βρήκαμε μόνο. Θέλεις να στο φέρουμε, μπάμπου, εδώ, να το έχεις να τον θυμάσαι;" και η γρια απάντησε "Όχι".

Απόλαυσα την συλλογή, την χάρηκα πραγματικά. Είναι ίσως από τις λίγες της εγχώριας παραγωγής που θα άξιζε να μεταφραστεί και να φτάσει κι αλλού. Γιατί η Βικυ Τσελεπίδου, αν και αυτό είναι το πρωτόλειό της, μοιάζει ήδη συγγραφέας φτασμένη. 



                                                                            Κατερίνα Μαλακατέ



"Ελενίτ", Βίκυ Τσελεπίδου, εκδ. Νεφέλη, 2014, σελ. 101

19/9/16

"Η μεγάλη πομπή", Αλέξης Πανσέληνος



Πραγματικά εντυπωσιασμένη. Αυτή είναι η φράση που τριγύριζε στο μυαλό μου μόλις τελείωσα την Μεγάλη πομπή. Ο Αλέξης Πανσέληνος μας έδωσε το 1985 ένα εντυπωσιακό μυθιστόρημα, ανάμεσα στην φαντασία και την πραγματικότητα, που όμοιό του κανένας άλλος στην Ελλάδα εκείνη την εποχή δεν τόλμησε- ούτε μπόρεσε- να γράψει. Σε οποιαδήποτε άλλη χώρα ένα τέτοιο βιβλίο θα αρκούσε για να τον εκτοξεύσει στην διασημότητα. 

Η πλοκή στην Μεγάλη πομπή κινείται πάνω σε δυο βασικούς άξονες. Η αρχική ιστορία αφορά τον Νότη, ένα αγόρι από το Μπραχάμι, που τον ακολουθούμε στην μετεφηβεία, τον βρίσκουμε λίγο πριν την αποτυχία του στις Πανελλήνιες, τον αφήνουμε όταν τελειώνει από το στρατό. Ο Νότης είναι ανήσυχο παιδί, δεν μπορεί να στρωθεί στο διάβασμα, καβατζώνει μηχανές, ονειρεύεται λεφτά και την πανέμορφη κόρη του γείτονα. Η ζωή του σμπαραλιάζεται από τον θάνατο του πατέρα. Κλέβει αλλά όχι συστηματικά, έχει ντράβαλα με την αστυνομία, τα φτιάχνει με μια κνίτισσα. Στον στρατό δεινοπαθεί λόγω οικογενειακής αριστερής ιστορίας, αλλά και της δικής του ερωτικής.

Παράλληλα ο ιππότης Λάνσερτις προσπαθεί να σώσει τον πλανήτη του από τους τρεις Αδελφούς, που έχουν βαλθεί να παραγκωνίσουν τους ανθρώπους και να κυριαρχήσουν μαζί με τις Αναβιώσεις- πλάσματα όπως Ασπάλακες και Πτεροδάχτυλοι- και τα Υβρίδια- πλάσματα ανάμεσα σε άνθρωπο και ζώο. Στην προσπάθεια των Αδελφών αρωγοί είναι  και τα Φτερωτά Μωρά, αγγελάκια με σώμα μωρού και κεφάλι έκφυλο και μοχθηρό. Τα Φτερωτά Μωρά αποκεφαλίζουν, κάνουν σεξουαλικές χάρες και ορμάνε στα γλυκά με τον ίδιο ενθουσιασμό. 

Στη φουτουριστική ιστορία του Λάνσερτις συνυπάρχουν το παρελθόν και το μέλλον. Οι Αδελφοί πιστεύουν στο δωδεκάθεο, τα Φτερωτά Μωρά είναι βασισμένα στους αγγέλους, ενώ το Λάνσερτις ως όνομα ιππότη δεν αφήνει πολλά στη φαντασία. Ο Νότης διαβάζει τις περιπέτειες του ιππότη σε συνέχειες κόμικς και είναι η μόνη βασική του παρηγοριά, όσο παλεύει με δουλειές του ποδαριού, γκόμενες που δεν του κάθονται, τις Πανελλήνιες, τη μάνα του. Στο τέλος τόσο ο Νότης όσο και ο ιππότης, θα συμβιβαστούν. Ο σκοπός τους ήταν από την αρχή συγκεχυμένος και εν πολλοίς χαμένος. Ακολουθούν βίους παράλληλους, που όταν συγκλίνουν είναι για να νιώσει ο ένας κοντά στον άλλο. 

Το ενδιαφέρον είναι ο κύκλος των εποχών, το πόσο μοιάζει ένας 18αρης του 1980 με έναν 18άρη του σήμερα, πόσο οι βασικές ανθρώπινες επιδιώξεις παραμένουν κοινές. Κι όταν έχεις να παλέψεις με κάτι που δεν καταλαβαίνεις, φαίνεται τελικά πως η μόνη λύση είναι να παντρευτείς την άσχημη ξαδέλφη με την προίκα. 



                                                                           Κατερίνα Μαλακατέ



"Η μεγάλη πομπή", Αλέξης Πανσέληνος, εκδ. Μεταίχμιο, 2013 (1985), σελ.450

18/9/16

Ραδιοφωνικό Διαβάζοντας







 Σήμερα στις 6μ.μ. στο ραδιόφωνο του Amagi μαζί μας στην εκπομπή Διαβάζοντας θα είναι η Μάρτυ Λάμπρου

Κληρώνουμε 3 αντίτυπα από την καινούρια συλλογή διηγημάτων της "Ενοικιάζεται το παρόν", ευγενική προσφορά από τις Εκδόσεις Κέδρος - Kedros Publishers. Για να λάβετε μέρος στην κλήρωση πατήστε "Μου αρέσει" και σχολιάστε ή/και κοινοποιήστε το ποστ στο fb ή απλά να αφήσετε ένα σχόλιο εδώ στο blog μέχρι σήμερα στις 7:50. Η κλήρωση θα λάβει χώρα κατά τα τελευταία λεπτά της ραδιοφωνικής μας εκπομπής, on air. 


Μην μας χάσετε 6-8 στον www.amagi.gr


Όλες οι προηγούμενες εκπομπές Διαβάζοντας βρίσκονται μαζεμένες σε αυτό εδώ το link:
https://www.mixcloud.com/katerinamalakate/



15/9/16

Πώς πέρασες τη μέρα σου; - (χωροχρόνος) του Μαραμπού






Ξημερώνει Παρασκευή, πέρασε και αυτή η γεμάτη μέρα! Θυμάστε πότε αρχίσαμε να πρωτολέμε για τον Τζόυς; Πέρασαν σχεδόν 8 μήνες. Κι όμως, μοιάζει σαν να μην πέρασε μια μέρα. Αυτό συμβαίνει με τον Οδυσσέα – είναι η λογοτεχνική περιγραφή μιας συνηθισμένης μέρας που κατά περιόδους μοιάζει ατελείωτη αλλά στο τέλος νιώθεις σαν να μην πέρασε μια μέρα! Και μετά το πέρας αυτής, είναι σαν να κινείσαι σε ένα λογοτεχνικό χωροχρονικό συνεχές γεμάτο λέξεις, έννοιες και σκέψεις που κυνηγούν πλέον τις δικές σου κοινές και ανιαρές μέρες. Είναι εξαιρετικά δύσκολο να διαβάσεις βιβλίο μετά τον Οδυσσέα και να μην το βρεις πληκτικό. Πόσο μάλλον να το βρεις εκπληκτικό. Είναι τόσο έντονη η συγγραφική δύναμη του Τζόυς (με την προϋπόθεση ότι σου αρέσει) που σε μουδιάζει για καιρό, θα αργήσεις να ξαναβρείς τα αναγνωστικά σου βήματα, όταν τα βρεις ωστόσο, το σίγουρο είναι ότι πλέον θα πατάς πιο στέρεα.

Ο Οδυσσέας είναι ένα βιβλίο που σε γραπώνει – όχι με την σαχλή έννοια που δίνουμε στα βιβλία που μας φαίνονται απλώς ενδιαφέροντα και ελκυστικά. “Με άρπαξε για τα καλά”, “Δε με άφησε να το αφήσω” και άλλες σαχλοκουβέντες. Οι λέξεις του Τζόυς πράγματι σε γραπώνουν με τρόπο που δεν γίνεται άμεσα αντιληπτός. Είτε εναρμονισμένες με το γενικό σύνολο είτε ευχαριστημένες με τον κοντινό λεκτικό τους περίγυρο, οι φράσεις του συγκροτούν μια ενότητα τόσο τέλεια και συμπαγή που φανερώνει όλη την ένδεια του αναγνώστη, την αδυναμία του να αναμετρηθεί μαζί τους – αν πάλι, είσαι και λίγο τσιμπημένος με την συγγραφή, τρέχεις καρφί προς το κουζινομάχαιρο, σίγουρος ότι μετά τον Τζόυς το μόνο που μπορείς να γράψεις είναι κάτι αιμάτινες ασυναρτησίες στα πλακάκια της κουζίνας!

Αυτό που με εντυπωσιάζει στον Τζόυς είναι η συγγραφική του συνέπεια και εξέλιξη. Αν δεις το έργο του από την αρχή, θα διαπιστώσεις μια καθόλα ανοδική πορεία που έφερνε στην επιφάνεια λαμπρά καλλιτεχνικά αποτελέσματα. Λίγοι συγγραφείς (ακόμα και από τους πλέον επιφανείς) μπορούν να ισχυριστούν ότι με κάθε νέο βιβλίο τους ξεπερνούσαν κατά πολύ το προηγούμενό τους. Βέβαια, οι αναγνώστες μπορούν να έχουν τις αντιρρήσεις τους (ας τις ονομάσουμε, προτιμήσεις) όμως αν μπορέσουν να το δουν αντικειμενικά, θα αντιληφθούν ότι η Αγρύπνια των Φίννεγκαν είναι πολύ πιο σπουδαία από τον Οδυσσέα που είναι πολύ πιο σπουδαίος από το Πορτρέτο του Καλλιτέχνη που είναι πολύ πιο σπουδαίο από τους Δουβλινέζους που είναι πολύ πιο σπουδαίοι από τον Στήβεν τον Ήρωα που είναι πολύ πιο σπουδαίος από τη Μουσική Δωματίου!

Η συγγραφική του πορεία είναι συνυφασμένη με την πραγματική του ζωή, κάθε έργο του έχει ψήγματα της πραγματικής του ζωής (και όπως είπα παραπάνω για τη μεταφορά της λέξης “γραπώνει”, και εδώ εννοώ κάτι παραπάνω από αυτό που εννοούμε συνήθως, ότι κάθε συγγραφέας βάζει κάτι από τη ζωή του στα βιβλία του), διαβάζουμε μία ομηρικών διαστάσεων, αυτοβιογραφία μιας μεγαλοφυΐας, και ακριβώς επειδή πρόκειται για μεγαλοφυΐα σχεδόν δεν αντιλαμβάνεσαι ότι διαβάζεις την αυτοβιογραφία της! Γι' αυτό και πιστεύω ότι είναι πολύ βοηθητική η ανάγνωση του βιβλίου του Ρίτσαρντ Έλμαν, “Βιογραφία του Τζέημς Τζόυς”. Όμως ακόμα και αν αρκεστείτε στα πρωτότυπα κείμενα του Τζόυς, δε θα βγείτε χαμένοι, ούτε απ' όσα υπέροχα περιστατικά θα μπορέσετε να αποκρυπτογραφήσετε από την πολυτάραχη ζωή του, ούτε φυσικά από την άντληση καθαρής απόλαυσης. Η ανάγνωση των βιβλίων του είναι εμπειρία από τις λίγες.




Το σίγουρο είναι ότι δεν μπορείς να αγνοήσεις το φαινόμενο Τζόυς. Θα φέρω ένα (ίσως και ατυχές) παράδειγμα από έναν εντελώς διαφορετικό χώρο. Το πόκερ γνώρισε μία αδιανόητη άνθηση και διαδικτυακά και σε ζωντανά τουρνουά όταν ένας ταπεινός λογιστής κατάφερε να κερδίσει το παγκόσμιο πρωτάθλημα πόκερ (WSOP 2003) κερδίζοντας την συμμετοχή του μέσα από online προκριματικά. Το όνομά του, πράγματι απίστευτο, ήταν Chris Moneymaker! Έκτοτε, το πόκερ άλλαξε οριστικά σελίδα, αποτίναξε τις προκαταλήψεις που το βάραιναν, προβιβάστηκε σε παιχνίδι ικανοτήτων, με λίγα λόγια, μια νέα γλώσσα γεννήθηκε για να το περιγράψει! Αυτό το φαινόμενο έμεινε γνωστό ως Moneymaker Effect και όλοι, επαγγελματίες παίκτες ή μη, συνεχίζουν να προσφέρουν τον ειλικρινή σεβασμό τους στον άνθρωπο που το προκάλεσε. Μπορεί ο Moneymaker να μην συγκαταλέγεται στους σπουδαίους παίκτες, μπορεί ακόμα και το παιχνίδι του να θεωρείται πια παρωχημένο, όμως όποιος ασχολείται με το πόκερ αναγνωρίζει αμέσως ότι αυτός είναι ένα εντυπωσιακό σημείο αναφοράς στην ιστορία του παιχνιδιού.



Κάτι αντίστοιχο συνέβη και με τον Τζόυς (χωρίς να προχωρήσουμε σε άλλες αναλογίες από το χώρο του πόκερ): όποιος ασχολείται με την λογοτεχνία με οποιονδήποτε τρόπο, αναγνωρίζει αμέσως ότι ο Τζόυς είναι ένα εντυπωσιακό σημείο αναφοράς στην ιστορία της λογοτεχνίας! Έχει επηρεάσει εκατοντάδες σπουδαίους συγγραφείς και αναρίθμητους μικρότερους, πηγαίνοντας την λογοτεχνία βήματα μπροστά. Μπορεί για πολλούς πλέον να θεωρείται παρωχημένο το γράψιμο του, ίσως μια άσκοπη επίδειξη συγγραφικών ικανοτήτων. Ωστόσο, η επιρροή του είναι αδιαμφισβήτητη, όποιος δεν το αντιλαμβάνεται είναι χαζός. Αν ρωτάτε εμένα, εκτός από την επιρροή, θεωρώ ότι το γράψιμο του παραμένει ακόμα σπινθηροβόλο και αξεπέραστο, και τουλάχιστον μέχρι το τέλος του αιώνα που διανύουμε, έχει εξασφαλισμένη την θέση του στην Αθανασία. Εκεί θα είμαστε να τα ξαναπούμε!

Νομίζω έγραψα αρκετά γι' αυτό το βιβλίο. Καλά, κακά, λογοκλοπιμαία... θα το δείξει ο καταραμένος εφιάλτης που λέγεται ιστορία! Εγώ τώρα στο τέλος, θέλω να στραφώ στην θρησκεία, και συμπληρώνοντας τα λόγια του Φώκνερ με τα οποία άνοιξα αυτή την σειρά των αναρτήσεων, να δηλώσω ευθαρσώς:


Μα τη πίστη μου, δεν έχω διαβάσει πιο ωραίο βιβλίο!


                                                                                                            Μαραμπού



"Οδυσσέας", Τζέημς Τζόυς, μετ. Ελευθέριος Ανευλαβής, εκδ. Κάκτος, 2014, σελ 1098

12/9/16

«Αμερική», Franz Kafka



Ομολογώ πως διάβασα Κάφκα πολύ μικρή, εκεί γύρω στις αρχές της εφηβείας. Για καλή μου τύχη ξεκίνησα με την (εντυπωσιακή) Μεταμόρφωση, για να περάσω στη Δίκη (που συνεχίζει να είναι το αγαπημένο μου), μετά να περάσω στον Πύργο. Έκτοτε τα δύο μυθιστορήματα τα έχω (ξανά)διαβάσει αρκετές φορές, σε διαφορετικές ηλικίες, ενώ την Μεταμόρφωση την έχω δει στο θέατρο, την έχω δει σε comics strips, την έχω διαβάσει σε τρεις διαφορετικές μεταφράσεις. Έλεγα πως ο Κάφκα μού ταιριάζει. Όπως στους περισσότερους αναγνώστες. Αλλά δεν είχα διαβάσει- κι ούτε είχα πραγματικά σκοπό να διαβάσω- την Αμερική, το πρώτο του μυθιστόρημα, αυτό που έμεινε ημιτελές. 

Το ξεκίνησα σε μια παρόρμηση. Το τελείωσα με κάποια δυσκολία. Σίγουρα πρόκειται για το πιο μη καφκικό μυθιστόρημα του Κάφκα. Το λιγότερο σκοτεινό, και το λιγότερο φοβιστικό. Από την άλλη, κάποια από τα βασικά χαρακτηριστικά είναι εδώ. Κυρίως αυτή η αίσθηση πως δεν έχουμε τον έλεγχο της ζωής μας, πως μπορεί ανά πάσα στιγμή τα πάντα να ανατραπούν χωρίς να μπορούμε να κάνουμε κάτι. 

Ο δεκαεξάχρονος Καρλ Ρόσμαν φτάνει στην Αμερική με ένα καράβι. Τον έχουν αναγκάσει να εξοριστεί οι γονείς του γιατί άφησε έγκυο μια υπηρέτρια και θέλουν να αποφύγουν το σκάνδαλο. Την ώρα που είναι να αποβιβαστεί διαπιστώνει πως ξέχασε την ομπρέλα του και κατεβαίνει να την πάρει. Μέσα από έναν κυκεώνα συμπτώσεων θα βρει τον θείο του που έχει μεταναστεύσει πριν χρόνια στην Αμερική και θα ζήσει στην αρχή πριγκηπικά. Έπειτα όμως, εντελώς ξαφνικά, θα χάσει την εύνοια του θείου και θα είναι πάλι στον δρόμο. 

Στην Αμερική ο Κάφκα επιδεικνύει μια φωτεινότητα που δεν υπάρχει στα άλλα του έργα, ο Καρλ Ρόσμαν είναι ίσως ο πιο αισιόδοξος καφκικός ήρωας. Για αυτό πιθανότατα και ο συγγραφέας του δεν κατάφερε να ολοκληρώσει τις ιστορίες του, δεν έδωσε ποτέ οριστικό τέλος. Πάντως τα κεφάλαια που γράφτηκαν έχουν ώρες ώρες περίεργη ομορφιά, σαν να βλέπεις εκλάμψεις από τα επόμενα. 

Το βιβλίο δεν το βοηθάει το γεγονός πως ο Κάφκα δεν ταξίδεψε ποτέ στην Αμερική, οπότε μας περιγράφει έναν εντελώς φανταστικό τόπο, με εντελώς φανταστικούς ανθρώπους. Η ιδέα λέει ήταν να μοιάζει τούτο το μυθιστόρημα με τον Κόπερφιλντ του Ντικενς. Αν πάντως αυτός ήταν ο σκοπός, μου μοιάζει πως ο Κάφκα απέτυχε (όσο βέβηλο κι αν είναι να πει κανείς κάτι τέτοιο). 

Το βιβλίο έχει το ενδιαφέρον του, ακόμα κι αν κανείς το δει ως απομεινάρι της ιστορίας της λογοτεχνίας. Είναι προβληματικό που ξαφνικά σταματάει στην μέση, δεν θα το συστηνα σε κάποιον που θέλει «να γνωρίσει τον Κάφκα». Και φαντάζομαι πως δεν θα το ξαναδιαβάσω. Όμως ήταν μια εμπειρία που δεν ήθελα να λείπει από το αναγνωστικό παλμαρέ μου. 



                                                                       Κατερίνα Μαλακατέ



«Αμερική», Φραντς Κάφκα, μετ. Βασίλης Τομανάς, εκδ. Νησίδες, 2016













Υ.Γ. 42 Τώρα περιμένουμε την σωφρονιστική αποικία

11/9/16

Διαβάζοντας@amagi season 3

Ξεκινά σημερα η 3η ραδιοφωνική σεζόν για το Διαβάζοντας στον amagi και σκεφτόμουν αν έχω βαρεθεί πια το ραδιόφωνο, αν κάνω τις εκπομπές αγγαρεία. Η αλήθεια - όσο κι αν γκρινιάζω- είναι ακριβώς το αντίθετο, το ραδιόφωνο είναι εθιστικό, έχεις την (ψευδ)αίσθηση της επικοινωνίας, του διαλόγου. Κι ας πρόκειται για μονόλογο.

Αυτό το στεγανό το σπάει το ιντερνετικό ραδιόφωνο. Οι εκπομπές είναι στοχευμένες, το κοινό μικρότερο αλλά πιο φανατικό, σε ακούει γιατί αναζητά αυτό που έχεις να πεις. Για αυτό και στο ιντερνετικό ραδιόφωνο ανθούν οι θεματικές εκπομπές- σαν την δική μου καλή ώρα. Καλύπτουν την ανάγκη να ακούσεις μια οικεία φωνή να σου μιλάει γι' αυτό που αγαπάς πιο πολύ. Και είναι όσο πιο διαδραστικές υπήρξαν ποτέ γιατί με την βοήθεια των social media (το group στο fb ας πούμε) οι ακροατές επικοινωνούν με τον παραγωγό σε πραγματικό χρόνο.




Στη σημερινή εκπομπή θα μιλήσουμε για τις νέες κυκλοφορίες του φθινοπώρου (έχω άλλωστε προσωπικό ενδιαφέρον για αυτές), για τα σημαντικά βιβλία που διαβάσαμε το καλοκαίρι. Και θα κληρώσουμε 2 αντίτυπα από το τελευταίο βιβλίο του Αργύρη Χιόνη "Έχων σώας τα φρένας και άλλες τρελές ιστορίες", ευγενική προσφορά από τις Εκδόσεις Κίχλη. Μη μας χάσετε σήμερα 6-8μ.μ. στον www.amagi.gr. 



6/9/16

Πώς πέρασες τη μέρα σου; - (η μέρα με τη νύχτα) του Μαραμπού




Επιτέλους, ο Τζόυς βρήκε τον μεταφραστή του. Το γεγονός ότι βρέθηκε ο “ανευλαβής” εκείνος μεταφραστής που αποφάσισε να (προσπαθήσει να) μεταφέρει στην ελληνική γλώσσα την Αγρύπνια των Φίννεγκαν, αποτελεί από μόνο του αδιαμφισβήτητο διαπιστευτήριο για την τελειότητα της νέας μετάφρασης του Οδυσσέα. Ίσως, δεν χρειάζεται να πούμε τίποτα παραπάνω. Ωστόσο, θα πούμε. Γιατί ο Τζόυς έφτασε να θεωρείται ένα παγκόσμιο μνημείο λογοτεχνικής κληρονομιάς, και ο τρόπος που τον αντιμετωπίζουν οι αρμόδιοι της κάθε γλωσσικής εκδοχής του, λέει πολλά για τον σεβασμό που (θα έπρεπε να, όπου αυτό δεν συμβαίνει) του δείχνουν.

Στην μετάφραση του Καψάσκη διαβάζουμε το εξής απόσπασμα:

Ρούφηξε μια γουλιά τσάι από τη φλιτζάνα της που δεν την κρατούσε από τη λαβή και, αφού σκούπισε γρήγορα τα ακροδάχτυλά της στην κουβέρτα, άρχισε να ψάχνει το κείμενο με τη φουρκέτα, μέχρι που βρήκε τη λέξη.
- Με την ψυχή σου, τι; τη ρώτησε.
- Εδώ, είπε αυτή. Τι σημαίνει αυτό;
Έσκυψε προς τα κάτω και διάβασε πλάι στα βαμμένα νύχια της.
- Μετεμψύχωση, είπε αυτός, συνοφρυωμένος. Είναι ελληνικό· προέρχεται από τα ελληνικά. Σημαίνει την μετοίκηση των ψυχών.

Στην μετάφραση του Ανευλαβή, το ίδιο απόσπασμα αποδίδεται ως εξής:

Ήπιε μια γουλιά τσάι από το φλιτζάνι της που δεν το κρατούσε από το χερούλι και, έχοντας σκουπίσει σβέλτα τα χέρια της πάνω στην κουβέρτα, άρχισε να ψάχνει το κείμενο με μια φουρκέτα μέχρι που βρήκε τη λέξη.
- Μετ τι; ρώτησε αυτός.
- Εδώ, είπε αυτή. Τι σημαίνει αυτό;
Αυτός έσκυψε και διάβασε κοντά στο βαμμένο νύχι του αντίχειρά της.
- Μετεμψύχωσις;
- Ναι. Ποιος είν' αυτός όταν αυτός είναι σπίτι; *
- Μετεμψύχωσις, είπε αυτός ζαρώνοντας τα φρύδια. Είναι ελληνικό: από τα ελληνικά. Σημαίνει την μετενσάρκωση των ψυχών.

Ο (*) φέρει υποσημείωση από τον μεταφραστή: Η Μόλλυ παρανοεί τη λέξη metempsychosis ως met-him-pike-hoses και συνδέει προφανώς το hoses με το house is (σπίτι είναι).

Υπάρχει η παρανόηση της Μόλλυ στο κείμενο του Τζόυς ή την κατέβασε το κεφάλι του Ανευλαβή; Και αν υπάρχει, γιατί ο Καψάσκης την απαλείφει; Μήπως γιατί δεν μπορεί να την μεταφράσει; Διερωτώμενος και βαθιά εκνευρισμένος έψαξα το πρωτότυπο κείμενο που κυκλοφορεί ελεύθερο στο διαδίκτυο.

She swallowed a draught of tea from her cup held by nothandle and, having wiped her fingertips smartly on the blanket, began to search the text with the hairpin till she reached the word.
- Met him what? he asked.
- Here, she said. What does that mean?
He leaned downward and read near her polished thumbnail.
- Metempsychosis?
- Yes. Who' s he when he' s at home?
- Metempsychosis, he said, frowning. It' s Greek: from the Greek. That means the transmigration of souls.



Τέσσερα κεφάλαια παρακάτω, στο κεφάλαιο των “Λαιστρυγόνων” ο Μπλουμ στοχάζεται πάνω στην μετεμψύχωση με τα λόγια όμως που του είπε η Μόλλυ. Τι λέτε, ο Καψάσκης το αναφέρει αυτή τη φορά; Όχι, βρε κουτά, γιατί να σας μπερδέψει περισσότερο; Ο Τζόυς δεν είναι ήδη αρκετά πολύπλοκος; Αυτό το γλωσσικό παιχνίδι με την έννοια της λέξης “μετεμψύχωση” μεταφέρεται και σε επόμενα κεφάλαια, πότε από την σκοπιά του Μπλουμ και πότε από εκείνη της Μόλλυ, αλλά ήμουν ήδη αρκετά θυμωμένος για να ακολουθήσω τις διαδρομές του. Προς τι λοιπόν το Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνικής Μετάφρασης 1992 (ωραίος τίτλος για να βαυκαλιζόμαστε!) για μια μετάφραση γεμάτη αβλεψίες, παραλείψεις και γλωσσικά εκτρώματα; Προς υπεράσπιση όμως του μεταφραστή, υπάρχει βέβαια μια ολιγοσέλιδη εισαγωγή που μας πληροφορεί για τις δυσκολίες που αντιμετώπισε με τη μετάφραση του πρωτοτύπου φέρνοντας μερικά παραδείγματα. Εντάξει τότε, συγχωρεμένος να είναι αφού παραδέχθηκε την ανικανότητά του! Δεν είναι να απορείς που γενιές αναγνωστών μεγαλώνουν με την πεποίθηση ότι ο Τζόυς είναι αμετάφραστος στα ελληνικά. Φυσικά και είναι αμετάφραστος αφού κανείς δεν επιχειρεί να τον μεταφράσει! Ο πλέον πολύσημος συγγραφέας της παγκόσμιας λογοτεχνίας αντιμετωπιζόταν (πριν τον Ανευλαβή) ως ένας συγγραφέας αλαμπουρνέζικης εκκεντρικότητας. Και ποιος αναγνώστης θα είχε την διάθεση να τον πάρει στα σοβαρά;

Παρατηρώντας σιγά σιγά την νέα μετάφραση αυτό που διαπιστώνεις πρώτο είναι οι χιλιάδες υποσημειώσεις του βιβλίου. Ένα παράπλευρο μεταφραστικό έργο που συναρπάζει από μόνο του. Αν μη τι άλλο, δείχνει ότι ο μεταφραστής κατάλαβε τι είναι αυτό που μεταφράζει, και αν όχι, πάντα θα υπάρχει μια υποσημείωση για το αμφισβητούμενο χωρίο γύρω από την οποία θα ζουζουνίσουν τυχόν ενστάσεις και διχόνοιες. Επίσης, σχεδόν καμία από τις σημειώσεις δεν είναι ιδιαίτερα προφανής και τρόπον τινά άχρηστη, όπως συχνά συμβαίνει με άλλα λογοτεχνικά βιβλία. Όλες βοηθούν στην κατανόηση, καμία στην παρανόηση του κειμένου! Χαρακτηριστικό παράδειγμα υποσημείωσης αποτελεί εκείνη με το γλωσσικό παιχνίδι της λέξης “μετεμψύχωση” που αναφέρω παραπάνω. Όσες φορές εμφανίζεται το γλωσσικό παιχνίδι, τόσες φορές και ο Ανευλαβής επαναλαμβάνει αυτούσια την υποσημείωσή του. Δεν σε παραπέμπει εκ νέου σε προηγούμενη παραπομπή (π.χ. βλέπε υποσημείωση στη σελίδα 100) αλλά την επαναλαμβάνει με σκόπο να σε αναγκάσει να την μάθεις, έτσι ώστε όταν ξανασυναντήσεις το γλωσσικό παιχνίδι να μην χρειάζεται καν να συμβουλευτείς την υποσημείωση. Συγκρίνετε τώρα μόνοι σας με την περίπτωση του Καψάσκη που, στην καλύτερη περίπτωση αγνοεί, και στην χειρότερη καταστρέφει, το γλωσσικό παιχνίδι του Τζόυς.





Και εδώ κρύβεται το μυστικό της νέας επιτυχημένης μετάφρασης – ο Ανευλαβής είναι διατεθειμένος να παίξει με την γλώσσα. Όχι απλώς να μας πληροφορήσει ότι ο Τζόυς παίζει με την γλώσσα (σιγά το νέο!) αλλά να αρνηθεί να παίξει και αυτός μαζί της, όπως κάνει σε ένα μεγάλο μέρος της μεταφρασής του ο Καψάσκης. Ο Ανευλαβής, εξαιρετικός γλωσσοπλάστης και ο ίδιος, ακολουθεί πιστά όλες τις εντυπωσιακές και παράτολμες γλωσσικές παρεκτροπές του Τζόυς. Όπου χρειάζεται αφήνει υποσημείωση με το τι επιδίωκε να πετύχει ο Τζόυς στην γλώσσα του και στην συνέχεια, προσπαθεί να το μεταφέρει στα ελληνικά διατηρώντας πάντα το πνεύμα της πρωτότυπης φράσης. Δεν αρκεί απλώς να φτάσει κάτι στα ελληνικά αν το πνεύμα μάς έχει εγκαταλείψει στα μισά της διαδρομής! Ο Ανευλαβής δεν προδίδει το ύφος του Τζόυς, δεν προδίδει την γλώσσα του, ούτε την σκέψη του. Και ξέρετε πώς το κατάλαβα αυτό; Όταν σε πολλά σημεία του Οδυσσέα δεν μπορούσα να κρατήσω το γέλιο μου! Ο Οδυσσέας είναι πρωτίστως ένα αστείο βιβλίο (καλά, το ξέρω, τρίβετε τα μάτια σας με αυτά που διαβάζετε!), ο ίδιος ο Τζόυς δήλωνε ότι σκοπεύει να γράψει ένα αστείο βιβλίο που τίποτα εκεί μέσα δεν είναι σοβαρό, και όταν ο Τζόυς μιλούσε για τα λογοτεχνικά του σχέδια δεν άφηνε σε κάνεναν σύγχρονο ή μεταγενέστερο αναγνώστη, περιθώρια αμφισβήτησης.  Σε μια άλλη περίπτωση είπε στον Μπάτζεν: «Είχαν έρθει κάτι φίλοι χτες βράδυ στο σπίτι μας και πιάσαμε κουβέντα για το ιρλανδέζικο πνεύμα και το χιούμορ. Και σήμερα το πρωί μου λέει η γυναίκα μου, “Τι ήταν όλα αυτά που λέγατε για το ιρλανδέζικο πνεύμα και το χιούμορ; Έχουμε κανένα βιβλίο στο σπίτι με κάτι από τα δυο, γιατί πολύ θα ήθελα να του ρίξω μια ματιά”». Η δηκτική απάντηση της Νόρα που αποστρεφόταν τα μεγαλεπήβολα λογοτεχνικά έργα του άντρα της, φανερώνει επίσης και μια κρυφή τρυφερότητα προς αυτά, μια βεβαιότητα ότι υπάρχει όντως ένα βιβλίο στο σπίτι τους γεμάτο ιρλανδέζικο πνεύμα και χιούμορ και το οποίο το έγραφε ο άντρας της, μια περηφάνια που την μοιραζόταν μαζί του. Ήταν ο Οδυσσέας.




Όσον αφορά τα εξωτερικά σημεία της έκδοσης, παρατηρούμε ότι οι εκδόσεις Κάκτος σεβάστηκαν την επιθυμία του ίδιου του Τζόυς όπως την είχε εκφράσει στην εκδότριά του (αν και τα χρώματα είναι ανεστραμμένα, ο συμβολισμός παραμένει ισχυρός και είναι οφθαλμοφανής). Το εξώφυλλο είχε τα ελληνικά χρώματα – λευκά γράμματα σε γαλάζιο φόντο – αφενός γιατί ο Τζόυς τα θεωρούσε τυχερά του χρώματα, αφετέρου γιατί περέπεμπε στο μύθο της Ελλάδας και του Ομήρου, το λευκό νησί που αναδύεται από τη θάλασσα. Προς επιβεβαίωση, υπάρχει και μία σημείωση στο αυτί του οπισθοφύλλου. Επιπροσθέτως, η ποιότητα της έκδοσης είναι κάτι το πρωτόγνωρο – με ένα εξαιρετικής υφής ιλουστρασιόν χαρτί, βαρύ και στιβαρό, που κάνει μεν την έκδοση βαριά (δεν πειράζει και πολύ αυτό, εξάλλου ποιος παίρνει τον Οδυσσέα στην παραλία; Δε θα επεκταθώ άλλο στο θέμα γιατί νιώθω ήδη εκτεθειμένος!) αλλά προσδίδει με αυτό τον τρόπο και το ειδικό βάρος που αξίζει το περιεχόμενό της. Αναπόφευκτα δεν μπορείς να γλυτώσεις την σύγκριση με εκείνη του Κέδρου – ευτελές χαρτί, κακοεκτυπωμένες διάφεγγες σελίδες, ντελικάτο εξώφυλλο που δεν μπορεί να στηρίξει το βάρος του βιβλίου, και αν θέλουμε να τραβήξουμε την παραπάνω σύγκριση ως το τέλος... και με μία μετάφραση που ούτε εκείνη μπορεί να στηρίξει το ειδικό βάρος του πρωτοτύπου! Την ίδια περίπου χρονική περίοδο με την έκδοση της νέας μετάφρασης του Οδυσσέα, οι εκδόσεις Κέδρος αντικατέστησαν το χάρτινο εξώφυλλο με ένα σκληρόδετο, μια σπασμωδική κίνηση πανικού που πολύ δύσκολα μπορώ να την εκλάβω ως συμπαντική σύμπτωση, κίνηση όμως που δεν μπόρεσε να σώσει τα προσχήματα.

Ψάχνω ένα ελαφρυντικό για την άθλια μετάφραση του Καψάσκη αλλά γαμώτο, δεν βρίσκω κανένα. Να πούμε ότι όταν τον μετέφραζε δεν είχε ίντερνετ; Σωστό. Όμως, φαντάζομαι ότι είχαν εκδοθεί αρκετές μελέτες γύρω από το έργο του Τζόυς, και αν όχι, σίγουρα υπήρχε η Βιογραφία του Ρίτσαρντ Έλμαν (στην εισαγωγή του παραδέχεται ότι την είχε συμβουλευτεί, όμως μερικά κομμάτια της μετάφρασης, δυστυχώς δίνουν την αντίθετη εντύπωση) που φωτίζει αρκετά από τα πρόσωπα και τα γεγονότα του βιβλίου.  Σας παρακαλώ, μην μου πείτε ότι με τις σημειώσεις το βιβλίο θα έβγαινε πολύ μεγάλο και πολύ ακριβό για τον αναγνώστη. Δηλαδή τι, τώρα είναι καλύτερα που ο αναγνώστης έχει σχηματίσει μια στρεβλή άποψη για τον Τζόυς με λίγα λεφτά από το να σχημάτιζε την σωστή με περισσότερα; Τζόυς χωρίς σημειώσεις δεν νοείται, είναι σαν να κοιτάς έναν χάρτη χωρίς διαδρομές, κούφια ονόματα!



Μην καταδικάζετε ανοήτως στο αναγνωστικό σας θυμικό έναν σπουδαιότατο συγγραφέα όπως είναι ο Τζόυς, εξαιτίας μιας ανόητης μετάφρασης που ανοήτως την βράβευσαν. Και αυτό ακριβώς είναι το κακό, μαζεύτηκαν πολλές ανοησίες (κάποιοι ίσως συμπεριλάβουν και την δική μου που αριθμεί μέχρι στιγμής περίπου 1500 λέξεις)! Ενδεχομένως, η μετάφραση του Καψάσκη να αποτελούσε άθλο στην εποχή της – αλλά αυτό ουσιαστικά δεν σημαίνει τίποτα, είναι απλώς ένα ανόητο σχήμα λόγου. Από την άλλη, ο Κέδρος επέλεξε να την εκδώσει χωρίς υποσημειώσεις – και αυτό λέει πολλά, ουσιαστικά είναι μια πράξη ανοησίας. Αν προσθέσουμε και το βραβείο μετάφρασης – που εξ' ορισμού είναι κάτι ανόητο – έχουμε έτοιμο τον τόπο του εγκλήματος όπου κείται εγκεφαλικά νεκρός ο κάθε παραπλανημένος αναγνώστης! Δυστυχώς, η έκδοση του Κέδρου έχει εντυπωθεί σε ένα σεβαστού μεγέθους συλλογικό αναγνωστικό ασυνείδητο και θα χρειαστεί πολύς κόπος για να ξεριζωθεί. Οι τελευταίες εκτιμήσεις είναι τω όντι απογοητευτικές. Πριν από μερικούς μήνες έγινε δημόσια ανάγνωση του Οδυσσέα από αυτή την “εγκληματική” μετάφραση εδραιώντοντάς την ακόμα περισσότερο. Αυτό πια είναι πέρα και από τα όρια της ίδιας της ανοησίας! Όσοι ειδικοί του χώρου σπεύσετε να με λοιδωρήσετε θα σας πω μόνο ότι δεν κρίνω την μετάφραση με το μάτι του ειδικού αλλά με εκείνο του αναγνώστη (χωρίς αυτό ωστόσο να με καθιστά λιγότερο αξιόπιστο) και, δοθείσης της ευκαιρίας, θα σας παραπέμψω στην μετάφραση του Ανευλαβή, γιατί παρά τα όσα αντίθετα ισχυρίζεστε, έφθασε ο καιρός να την διαβάσετε, δεν νομίζετε;


Λάθη, όμως, δεν είχε η μετάφραση του Ανευλαβή; Σαφώς και είχε. Όταν μεταφράζεις Τζόυς είναι απίθανο να μην κάνεις λάθη. Εγώ όμως δεν μπόρεσα να τα εντοπίσω γιατί είχα εντυπωσιαστεί από όσα θαυμαστά μπορούσα πλέον να κατανοώ από αυτό το λογοτεχνικό αριστούργημα. Σε ένα ποσοστό 95% η μετάφραση του Ανευλαβή ήταν άψογη, το υπόλοιπο 5% ίσως περιέχει λάθη που θα εντοπίσουν οι κριτικοί και οι μελετητές – πουθενά όμως δε θα βρουν εξόφθαλμα λάθη σχετικά με την κατανόηση του κειμένου ή γλωσσικά εκτρώματα. Όπως και να το κάνουμε, ακόμα και η (ασυνείδητη) ιεράρχηση των λαθών δείχνει πολλά για τον τρόπο που προσεγγίζει ένας μεταφραστής το κείμενο που έχει μπροστά του. Η έκδοση του Κάκτου είναι μια υπέροχη και αξιοζήλευτη έκδοση. Ξεχωρίζει εύκολα γιατί έκανε την υπέρβαση στον σημερινό εκδοτικό χώρο, μια υπέρβαση που σίγουρα δεν εκτιμήθηκε όσο της άξιζε. Δεν είναι αργά να την αναζητήσετε και να εκτιμήσετε τις αδιαμφισβήτητες αρετές της.

                                                                                                       Μαραμπού




"Οδυσσέας", Τζέημς Τζόυς, μετ. Ελευθέριος Ανευλαβής, εκδ. Κάκτος, 2014, σελ 1098

4/9/16

«Ο Μαιτρ της Δευτέρας Παρουσίας», Leo Perutz



Ξεκίνησα να διαβάζω τον Μαιτρ της Δευτέρας Παρουσίας εντελώς ανυποψίαστη για τους καυγάδες που έχει προκαλέσει το βιβλίο – αλλά και ο συγγραφέας του- στους λογοτεχνικούς κύκλους κατά καιρούς. Κι αυτό ήταν ευχής έργο, γιατί το ευχαριστήθηκα, το απόλαυσα, χάθηκα στις σελίδες του, περίμενα με αγωνία τι θα συμβεί παρακάτω, δεν ψείρισα καμία φράση του· αφέθηκα. Είναι σημαντικό να μπαίνει ο αναγνώστης ελεύθερος από το βάρος της άποψης των άλλων στα κείμενα.

Ο Λέο Πέρουτς στον Μαιτρ- που δημοσιεύτηκε ειρήσθω εν παρόδω το 1923- στήνει μια εκπληκτική ιστορία αγωνίας, που συνεχώς την υποσκάπτει και την υποβιβάζει, χωρίς όμως ποτέ να την αγνοεί. Ενώ το μυθιστόρημα σε πρώτο επίπεδο είναι ένα κλασικό αστυνομικό τύπου Αγκάθα Κρίστυ, είναι σαφές όσο προχωρούν οι σελίδες πως το "ποιος το έκανε" διόλου δεν θα έπρεπε να ανησυχεί τον αναγνώστη. Άλλα είναι τα σημαντικά. Και στο τέλος είναι ακόμα σαφέστερο, πως αυτό θα έπρεπε συνέχεια να μας απασχολεί· το "ποιος το έκανε".

Το μυθιστόρημα ξεκινά μια νύχτα στο σπίτι του ηθοποιού Ευγένιου Μπίσοπ. Ο Ευγένιος, η γυναίκα του Ντίνα, ο αδελφός της Φέλιξ, ο γιατρός Γκόρσκι κι ο στρατιωτικός βαρόνος φον Γιος έχουν μαζευτεί για να παίξουν μουσική. Ξαφνικά στο σπίτι εισβάλλει ένας νεαρός μηχανικός ο Σόλγκρουπ, διακόπτει το παίξιμο και οι πέντε άνθρωποι ξεκινούν την κουβέντα. Έτσι ο Ευγένιος, που σε λίγες μέρες θα παίξει στην σκηνή Ριχάρδο Γ' για πρώτη φορά, τους διηγείται μια περίεργη ιστορία αυτοκτονιών. Όταν τον πιέζουν να τους παίξει μια σκηνή από το νέο έργο, φεύγει αγριεμένος από την παρέα τους για το περίπτερο του κήπου. Εκεί αυτοκτονεί. 

Αφηγητής μας είναι ο βαρόνος φον Γιος, ένας τρομοκρατημένος και αναξιόπιστος αφηγητής, γιατί σύμφωνα με τον αδελφό της γυναίκας τους Μπίσοπ, είναι ο βασικός ύποπτος για το ποιος τον έσπρωξε στην αυτοκτονία. Αν και οι κατηγορίες είναι σαθρές, και βασίζονται κυρίως στο γεγονός πως ο Γιος είχε ερωτική σχέση με την Ντίνα πριν από τον γάμο της με τον Ευγένιο, εν τούτοις καταλήγουν να σαστίζουν τον βαρόνο, που δεν ξέρει τι να κάνει. Προς μεγάλη του έκπληξη αναλαμβάνουν να «καθαρίσουν» το όνομά του ο μηχανικός Σόλγκρουπ και ο γιατρός. 

Η αφήγηση γίνεται όλο και πιο ψυχολογική όσο προχωρά η ιστορία, το ενδιαφέρον διατηρείται αμείωτο. Ο Πέρουτς έχει γράψει ένα βιβλίο, ανάμεσα στην λογοτεχνία του φανταστικού και την αστυνομική, που στην ουσία δεν είναι τίποτα από τα δύο, όπως θα μας αποκαλύψουν ο πρόλογος και ο επίλογος. Λάτρεψα αυτό που συνεχώς φαίνεται να ελλοχεύει, αυτό το ανείπωτο που παραμένει στις γωνίες αθέατο, που καθορίζει τις ζωές των ανθρώπων με τρόπο αναπάντεχο. Την υποψία. 

Ο Λέο Πέρουτς γεννήθηκε το 1882 στην Πράγα από γονείς Εβραϊκής καταγωγής και ανδρώθηκε λογοτεχνικά στα περίφημα βιεννέζικα σαλόνια, ήταν σχετικά γνωστός συγγραφέας στον μεσοπόλεμο, για να περιπέσει αργότερα στην αφάνεια και να τον ανακαλύψουν την δεκαετία του '80, χάρη κυρίως στον Ουμπέρτο Έκο. Είναι ένας συγγραφέας που ξέρει πολύ καλά να κρατά την προσοχή του αναγνώστη, χωρίς να ξεπέφτει σε φτηνά τρικ, να υπονομεύει την αφήγησή του χωρίς να την ξεχαρβαλώνει. Κι ας επέμενε πως δεν έγραψε μια «αστυνομική ιστορία», τελικά νομίζω πως κατάφερε να γράψει ένα από τα πρώτα αποδομημένα αστυνομικά της ιστορίας. 



«Ο Μαιτρ της Δευτέρας Παρουσίας», Λέο Περουτζ, μετ. Ρόζα Ιωαννίδου, εκδ. Κίχλη, 2011, σελ. 269

1/9/16

«Ενοικιάζεται το παρόν», Μάρτυ Λάμπρου

η φωτό είναι κλεμμένη από εδώ: http://www.thraca.gr/2016/06/46-2016.html


Μια πολύ ενδιαφέρουσα συλλογή διηγημάτων είναι το «Ενοικιάζεται το παρόν». Ένα βιβλίο που δεν σε αφήνει να το παρατήσεις στο δεύτερο διήγημα- συχνή πρακτική μου- αλλά σε αναγκάζει να το τελειώσεις. Η συγγραφέας του έχει φανερά διεισδυτική ματιά· στον τόπο, τον χρόνο και τους ανθρώπους που μας περιβάλλουν. Άλλοτε αρκείται να είναι ωτακουστής των ηρώων της, αφήνοντάς τους να διηγούνται σε αγνώστους στα ΜΜΜ ή στην τράπεζα, τη ζωή τους. Κι άλλοτε τους ακολουθεί σε αυτές τις ζωές, που μοιάζουν να μην έχουν άλλο προορισμό παρά τον θάνατο. Δεν υπάρχει ματαίωση, γιατί οι ήρωες της δεν έχουν πια όνειρα. 

Η γλώσσα είναι εξαιρετική, ενώ η ατμόσφαιρα ζοφερή. Συνήθως καταλήγει σε μια υπόγεια πικρία, με μισοχαμόγελο, με μαύρο χιούμορ. Οι χαρακτήρες, αποκομμένοι από ο,τι είναι σημαντικό, ψάχνουν να πιαστούν από κάπου, έναν έρωτα, μια δουλειά, τους γονείς, τα παιδιά. Η κόλαση είμαστε εμείς και οι άλλοι. Φόντο είναι το αστικό τοπίο, βουτηγμένο στην κρίση- την οικονομική, των αξιών, των ελπίδων. Η Μάρτυ Λάμπρου μας μιλά για τον «μέσο άνθρωπο», που δεν υπάρχει, που δεν μπορεί να υπάρξει.

Αγαπημένος μου ο έφηβος με την μόλις αποκτηθείσα κάμερα, που την εστιάζει ανάμικτα σε δικούς και ξένους. Αυτός νομίζω είναι το άλτερ ίγκο της ίδιας της συγγραφέως, αίμα της. Είναι το βλέμμα της στα πράγματα.

Αλλά και η κοπέλα με την δουλίτσα στο δημόσιο, και το τριαμισάρι με το δάνειο, που τακτοποιήθηκε πια. Την τακτοποίησαν για την ακρίβεια. Τι παράπονο να έχει.

Κι εκείνο το κοριτσάκι στο τρένο, που αρέσκεται να φτιάχνει ιστορίες. Αυτό είναι το δικό μου άλτερ ίγκο.

Τα διηγήματα της Μάρτυ Λάμπρου δεν έχουν ξαφνικές ανατροπές, ούτε περίτεχνη πλοκή. Αν συμβεί το αναπάντεχο, αυτό γίνει θα είναι με τρόπο υπόγειο, υπόκωφο. Κάποτε η ανατροπή είναι η ίδια η μίζερη πραγματικότητα, που συνεχίζει αδιάκοπη, παρ’ όλα όσα νιώθουν οι ήρωες. Παρόλο τον πόνο. Η βία που κρύβει η αδιασάλευτη ρουτίνα, η ζωή που την έζησαν «όπως έπρεπε». 

Πάντως, αν κάτι ξεχωρίζει αυτό το βιβλίο από τα άλλα είναι η ενότητα. Τα κείμενα, αν και διαφορετικά μεταξύ τους, ξέρεις καλά πως γράφτηκαν από τον ίδιο άνθρωπο, με τον ίδιο σκοπό, πως συμπληρώνει το ένα το άλλο, παρά αφαιρεί. Κι αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα σε κάθε συλλογή διηγημάτων. Η Μάρτυ Λάμπρου το κέρδισε. 



                                                                                                 Κατερίνα Μαλακατέ




«Ενοικιάζεται το παρόν», Μάρτυ Λάμπρου, εκδ. Κέδρος, 2016, σελ. 176