Σελίδες

16/9/21

"Εκπνοή", Ted Chiang

 






“Νομίζω πως με άνεση ο Τεντ Τσιάνγκ εδραιώθηκε μέσα μου ως άμεσος απόγονος του Φίλιπ Ντικ· κάτι σαν χαμένος γιος ή εγγονός του. Και αποκατέστησε την πίστη μου στην επιστημονική φαντασία, ως το μόνο λογοτεχνικό είδος που μπορεί να με σώσει από την ανία”.

Έτσι έκλεινα το κείμενο για την μόνη άλλη συλλογή διηγημάτων του Τεντ Τσιάνγκ, Ιστορίες της ζωής σου και άλλες ιστορίες. Κι είχα και δίκιο και άδικο. Δίκιο γιατί με την Εκπνοή ο εξαιρετικά ολιγογράφος Τσιάνγκ σίγουρα εδραιώνεται μέσα μου ως ο βασικός εκπρόσωπος της τωρινής λογοτεχνίας επιστημονικής φαντασίας. Κι άδικο, γιατί με αυτή την συλλογή ο Τσιανγκ προσπερνάει τον Ντικ, και κάνει αυτό που ίσως θα έκανε εκείνος αν δεν ήταν τόσο βουτηγμένος στις ουσίες, γράφει επιστημονική φαντασία που προχωράει βαθιά, και μιλάει για όλα τα σημαντικά και φιλοσοφικά της ανθρώπινης φύσης, αφήνοντας κατά μέρος την επιφάνεια.

Ήδη από το πρώτο διήγημα της συλλογής, το Ο έμπορος και η πύλη του Αλχημιστή, ο συγγραφέας φτιάχνει μια ιστορία που αφορά το ταξίδι στον χρόνο και τον χώρο και την ύπαρξη ή όχι του πεπρωμένου, που θα ζήλευαν κι οι Χίλιες και μια νύχτες. Το ταξίδι στον χρόνο μετατρέπεται έτσι σε φιλοσοφικό και θεολογικό ζήτημα.

Στον Βιολογικό κύκλο των λογισμικών όντων, που μάλλον έχει μέγεθος νουβέλας, ασχολείται με την τεχνητή νοημοσύνη, τα όρια του συναισθήματος και της γνώσης, πού μπορεί να οδηγήσει μια ανθρωπόμορφη, παιδική, εκδοχή της. Γιατί το μεγαλώνεις ένα ψηφιόν, είναι και δεν είναι όπως το να μεγαλώνεις ένα παιδί με σάρκα και οστά.

Στο Η αγωνία είναι ο ίλιγγος της ελευθερίας ο Τσιάνγκ διερευνά τα παράλληλα σύμπαντα, τι θα γινόταν μπορούσαμε να έχουμε επαφή με τους παράλληλους εαυτούς μας, τις πολλές εκδοχές της προσωπικότητας και της ηθικής μας. Αν το πεπρωμένο δεν είναι γραμμένο, και σε μια στιγμή μπορεί να πεθάνεις στο ένα σύμπαν και να συνεχίσεις να ζεις στο άλλο, ποιος είσαι.

Για να φτάσουμε στο κατ’ εμέ κορυφαίο, τον Ομφαλό, όπου η επιστήμη έχει ήδη αποδείξει πως υπάρχει Θεός, μόνο που… Εδώ πια καταπιάνεται άμεσα με το θείο για να κατδείξει πως όλα αφορούν τον άνθρωπο.

Ο Τεντ Τσιάνγκ μιλάει για τον χρόνο, τον τόπο, την ύπαρξη ή όχι της ελεύθερης βούλησης, του Θεού, για το νόημα της ανθρώπινης ζωής εν γένει. Δεν τον απασχολεί πια τόσο να γράψει για τα επιτεύγματά μας σε διακόσια χρόνια, απαγκιστρώνεται από την ανάγκη για τη ματιά στο μέλλον, γράφει για το παρόν, σχεδόν σαν να κάνει μια άτυπη φιλοσοφική πραγματεία. Ο Τσιάνγκ γράφει πολύ λίγο (αυτές οι δυο συλλογές είναι όλες κι όλες και δεν έχει άλλο), κι ας έχει σαρώσει όλα τα βραβεία. Συνεχίζω να έχω την αίσθηση πως καθένα από αυτά τα διηγήματα άξιζε να γίνει μυθιστόρημα. Όμως εκτιμώ την πυκνότητά τους, την ματιά τους, την προσοχή και το παίδεμα. Χαίρομαι που στην Ελλάδα ένας τέτοιος συγγραφέας μεταφράζεται από μια από τις ευφυέστερες μεταφράστριες μας (η Μαργαρίτα Ζαχαριάδου το κέντησε το βιβλίο) και το βιβλίο βγαίνει με αυτό το εξώφυλλο, σε αυτές τις εκδόσεις. Ας ελπίσουμε πως κάτι επιτέλοους θα αλλάξει στον τόπο που οι μισοί αναγνώστες ακούν επιστημονική φαντασία και τρέχουν μακριά. Και σε αυτούς που είπαν «Είναι το καλύτερο βιβλίο του καλοκαιριού μου, δεν πρόκειται για επιστημονική φαντασία, αποκλείεται» η απάντηση είναι απλή: «Είναι επιστημονική φαντασία. Στα καλύτερά της».

                             
                                                                    Κατερίνα Μαλακατέ



"Εκπνοή", Ted Chiang, μετ. Μαργαρίτα Ζαχαριάδου, εκδ. Ίκαρος, 2021, σ. 451

7/9/21

"Το πέρασμα του μακελάρη", John Williams

 




Θα διάβαζα ποτέ ένα βιβλίο που το λένε Το πέρασμα του μακελάρη (Butcher’scrossing) και στο οπισθόφυλλο γράφει πως πρόκειται για γουέστερν, αν δεν ήταν του Τζον Γουίλιαμς; Ποτέ. Αυτή είναι η αλήθεια. Κι αλήθεια είναι πως το θέμα δεν μου ταίριαξε, και σίγουρα ο Μακελάρης δεν αντικατέστησε στην τρυφερή αναγνωστική καρδιά μου ούτε τον Στόουνερ , ούτε τον Αύγουστο (αδυνατώ ακόμα να αποφασίσω ποιο μου άρεσε πιο πολύ, τελευταία κλίνω προς τον Αύγουστο). Όμως το μυθιστόρημα αυτό, το πρώτο του Γουίλιαμς αν εξαιρέσεις το αποκηρυγμένο, έχει ύπουλη γοητεία, κι εκεί που αναρωτιέσαι γιατί διαβάζεις για σκοτωμούς βουβαλιών, και πορωμένους δολοφόνους ζώων, σε τραβάει στον κόσμο του και δεν μπορείς να το αφήσεις.


Πρωταγωνιστής ο νεαρός Γουίλιαμ Άντριους, που επηρεασμένος από τον Έμερσον και τον Θορό, παρατάει τις σπουδές του στο Χάρβαρντ και ταξιδεύει ως Το πέρασμα του Μακελάρη, εκεί που κάνουν στάση οι κυνηγοί βουβαλιών, ψάχνοντας για την περιπέτεια, την επαφή με τη φύση, για αυτό το κάτι άλλο που θα δώσει νόημα στη ζωή του. Σύντομα αποφασίζει να χρηματοδοτήσει την αποστολή του Μίλερ, ενός κυνηγού που ισχυρίζεται πως ξέρει ένα μέρος στα βουνά όπου μπορούν να βρουν τεράστια κοπάδια βουβαλιών. Ξεκινούν οι τέσσερίς του, ο Άντριους, ο Μίλερ, ένα μάλλον γκροτέσκο ανθρωπάκι, ο Τσαρλς Χότζ, κι ένας γδάρτης, ο Σνάιντερ. Και τα βγάζουν πέρα με το άγριο τοπίο, και τη δίψα και την πείνα, και τους καυγάδες μεταξύ τους, και φτάνουν στον προορισμό τους και πετυχαίνουν τον σκοπό τους· κι ο Μίλερ δεν μπορεί να σταματήσει να σκοτώνει βουβάλια, χιλιάδες βουβάλια που αφήνει τα -γυμνά από δέρμα- κουφάρια τους να σαπίζουν στον ήλιο και κρατάει μόνο τα τομάρια τους.

Κι εκεί αρχίζει η γνωστή βύθιση του Γουίλιαμς στην ψυχή των ηρώων του. Ο Άντριους είναι ένα αγόρι που δεν ξέρει πολλά από αγριότητα, έχει όμως τη λαχτάρα να εξερευνήσει και να μάθει. Δίπλα του ο Μίλερ μοιάζει με πορωμένος δολοφόνος. Ο λογικός Σνάιντερ δεν εισακούεται ποτέ. Ο Τσαρλς δεν τα καταφέρνει και θα μείνει πίσω. Όλοι αυτοί μαζί συμβολίζουν την ίδια την Αμερική, την ορμή και την αφέλειά της, τον επαγγελματισμό και την πίστη, τον ερασιτεχνισμό και την ευπιστία, τη λαχτάρα για γρήγορα λεφτά και σκοτωμούς και καθυπόταξη όλων των άλλων. Το μακελείο των βουβαλιών, που δεν κάνουν καν προσπάθεια να αντισταθούν, που μοιάζει και είναι μάταιο, για τον Μίλερ είναι μονόδρομος. Είναι αυτός που είναι και θα σφάξει μέχρι τέλους.

Το πέρασμα του μακελάρη είναι ίσως το πιο περίεργο από τα τρία μυθιστορήματα του Γουίλιαμς, κάποια στιγμή νιώθεις τα εντόσθια να κρέμονται από τα χέρια σου. Σίγουρα πρόκειται για αυτό που αγάπησα λιγότερο. Γραμμένο από κάποιον άλλο μπορεί να με έκανε να νιώσω και αποστροφή. Αλλά η γραφή του Γουίλιαμς έχει το χάρισμα αυτών των χαμηλότονων χαρακτήρων, της ηπιότητας της πλοκής, σαν να σε βάζει να κάνεις παύση ξαφνικά και να αφουγκραστείς πραγματικά τους ανθρώπους. Κι αυτό είναι που ενώνει τα τόσο ετερόκλιτα μυθιστορήματά του, και δίνει στο έργο του ξεχωριστό ύφος. Συνεχίζει να μου κάνει τεράστια εντύπωση πως παρέμεινε αφανής και ξεχασμένος για τόσον καιρό. Νομίζω όμως πια πως θα πάρει τη θέση του στον Κανόνα.



                                    Κατερίνα Μαλακατέ




"Το πέρασμα του μακελάρη", John Williams, μετ. Αθηνά Δημητριάδου, εκδ. Gutenberg, 2021, σ.460









1/9/21

"Οι λέοντες της Σικελίας", Stefania Auci

 




Είχα καιρό να διαβάσω ιστορικό μυθιστόρημα, κι έτσι έπιασα τους Λέοντες της Σικελίας της Στεφάνια Άουτσι με μεγάλη όρεξη. Λίγα πράγματα ήξερα για την εποχή στην Ιταλία κι αυτό έκανε το βιβλίο ακόμα πιο ελκυστικό. Κι όντως πρόκειται για ευκολοδιάβαστο ανάγνωσμα, που κυλά απρόσκοπτα χωρίς λογοτεχνικές εκπλήξεις ούτε καν μεγάλες ανατροπές στην πλοκή. Αυτό είναι το βασικό του ατού· και το βασικό του μειονέκτημα.

Το μυθιστόρημα ακολουθεί την οικογένεια Φλόριο για εβδομήντα χρόνια, από το 1799 που μετακόμισαν φτωχοί στο Παλέρμο, ως την εποχή της παντοδυναμίας τους. Ο Πάολο Φλόριο φεύγει με την οικογένειά του (τη γυναίκα, το μωρό τους, τον αδελφό του, και την ορφανή ανιψιά του) μετά το σεισμό και εγκαθίσταται από το χωριό του, τη Μπανιάρα, στο Παλέρμο. Η γυναίκα του, η Τζουζεπίνα, σιχαίνεται που την απομάκρυνε από το σπίτι και τους φίλους της. Οι δυο τους δεν τα πήγαιναν ποτέ καλά, ο γάμος τους από προξενιό ήταν από την αρχή ένα βάσανο για κείνη, θα προτιμούσε πολύ περισσότερο να είχε παντρευτεί τον κουνιάδο της, τον Ινιάτσιο. Τα δυο αδέλφια (ο Πάολο και ο Ινιάτσιο) ξεκινούν να δουλεύουν ένα μαγαζί με μπαχαρικά που είχαν ήδη στο Παλέρμο, και από εκεί και μπρος η πορεία των οικονομικών τους είναι ανοδική. Όταν πεθαίνει ο Φλόριο, αναλαμβάνει ο Ινιάτσιο, κι όταν πεθαίνει κι αυτός, αναλαμβάνει ο γιος του Πάολο και της Τζουζεπίνας, Βιντσέντζο. Το μυθιστόρημα ακολουθεί την ανέλιξη της οικογένειας, μέσα σε μια πόλη με ξεπεσμένους και πεινασμένους αριστοκράτες. Όσα λεφτά κι αν αποκτήσουν όμως οι Φλόριο, δεν θα μπορέσουν ποτέ να κερδίσουν την εκτίμηση αυτών των ανθρώπων. Μόνο το αίμα μετράει.

Η πλοκή εκτείνεται χρονικά σε μια μεγάλη ιστορική περίοδο και η συγγραφέας δεν καταφέρνει πάντα να ακολουθήσει την εποχή, για αυτό συχνά πυκνά βάζει ανάμεσα στα κεφάλαια μια σκέτη περίληψη της ιστορικής συνθήκης, των συγκρούσεων, των μαχών, της πανούκλας. Αυτό αποδυναμώνει το κείμενο και του δίνει μια αίσθηση προχειρότητας. Οι χαρακτήρες είναι δομημένοι εξαιρετικά, σε κάνουν να θέλεις να τους ακολουθήσεις ακόμα κι αν η αφήγηση σε κάποια σημεία κάνει κοιλιά. Η Άουτσι κάνει ιδιαίτερη προσπάθεια να αναφερθεί στη θέση της γυναίκας, κι αυτό ίσως είναι ένα από τα πιο δυνατά σημεία του μυθιστορήματος. Οι γυναίκες σπάνια διαλέγουν οι ίδιες ποιον θα παντρευτούν, οι ξεπεσμένες αριστοκράτισσες προσπαθούν να παντρευτούν κάποιον πλούσιο, οι πλούσιοι κάποια με τίτλο. Η γυναίκα που ακολουθεί την καρδιά της και μένει με κάποιον που δεν την παντρεύεται, είναι για πάντα μιαρή, ακόμα κι αν στο τέλος παντρευτεί. 

Η ιστορία των Φλόριο είναι ενδιαφέρουσα, και ακόμα πιο συναρπαστική είναι η εποχή του 19ου αιώνα στη Σικελία. Εδώ νομίζω πως η Άουτσι έχασε μια μοναδική ευκαιρία να γράψει ένα πραγματικά σημαντικό κείμενο. Τώρα όλα μοιάζουν μέτρια και συνηθισμένα, η γραφή, η ιστορία, οι χαρακτήρες παρά την ίντριγκα, τους έρωτες, το χρήμα, τα οικόσημα και το πάθος. To βιβλίο έγινε διεθνές bestseller, μεταφράζεται σε 32 γλώσσες κι είναι το πρώτο μιας σειράς. Εγώ πάντως δεν είμαι σίγουρη αν θα διάβαζα το δεύτερο.

                      Κατερίνα Μαλακατέ



Υ.Γ. 42 Το δεύτερο βιβλίο κυκλοφόρησε τον Μάιο του 2021 στα ιταλικά και δεν έχει ακόμα μεταφραστεί στα ελληνικά.



"Οι λέοντες της Σικελίας", Stefania Auci, μετ. Δήμητρα Δότση, εκδ. Κλειδάριθμος, 2021, σ.544