Σελίδες

18/9/20

"Νιόβη: Το αδύνατο πένθος στον καιρό της πανδημίας", Κατερίνα Μάτσα






Διάβασα τη "Νιόβη: Το αδύνατο πένθος στην εποχή της πανδημίας" γιατί μου το σύστησε θερμά ένας φίλος που αγαπώ. Κι εγώ, όπως κι εκείνος, πλάνταξα στο κλάμα όσο τη διάβαζα, ίσως γιατί τα πένθη και των δυο μας είναι ακόμα νωπά, και σε ένα βαθμό αβίωτα. Από αυτή την άποψη, ένα βιβλίο όπως αυτό επιτέλεσε και με το παραπάνω τον σκοπό του, με έκανε να αναλογιστώ για τον θάνατο, και τελικά με ανακούφισε. 

Η Κατερίνα Μάτσα, που είναι ψυχίατρος και υπήρξε για πολλά χρόνια υπεύθυνη της μονάδας απεξάρτησης 18 ΑΝΩ, ξεκινά να μας εξηγεί για τη λυτρωτική λειτουργία των τελετουργιών του πένθους, που υπήρχαν από τα αρχαία χρόνια, χρησιμοποιεί τον μύθο της Νιόβης, που όταν είδε τα δεκαοκτώ παιδιά της να πεθαίνουν πέτρωσε από τον πόνο, για να φτάσει στη δική της σύγχρονη Νιόβη, μια γυναίκα εξαρτημένη από τα ναρκωτικά κι έπειτα απεξαρτημένη, που χάνει τον γιο της σε ατύχημα και συνειδητοποιεί όλα τα ανείπωτα μεταξύ τους. Και τελικά οδηγούμαστε στο κυρίως θέμα, τους ανώνυμους ομαδικούς τάφους της πανδημίας. 

Αυτό είναι το βασικό μειονέκτημα του βιβλίου. Η σύνδεση με την πανδημία, χωρίς να ασχοληθεί σε βάθος με αυτήν, μοιάζει κάπως σαν διαφημιστικό τρικ για να προσελκύσει αναγνώστες. Εγώ πάντως θα διάβαζα ένα βιβλίο για το πένθος έτσι κι αλλιώς. Πιστεύω πως αν εξαιρέσει κανείς κάποιες κοινές διαπιστώσεις το τελευταίο κομμάτι του βιβλίου μοιάζει άγουρο, και αμήχανο. Χρειάζεται ίσως να περάσει λίγος χρόνος, η μόνη εικόνα που έχουμε να μην είναι μόνον από την τηλεόραση, να υπάρξουν βαθύτερα συναισθήματα για αυτό που μας συμβαίνει για να μπορέσει να αναλυθεί επαρκώς. Συνεχίζω να παγώνω όσο σκέφτομαι τους νεκρούς της πανδημίας, πεθαίνουν μόνοι, δίχως τους αγαπημένους τους τριγύρω, κι έπειτα συχνά η ταφή είναι μια τυπική διαδικασία με ελάχιστους. Η απουσία πένθους μένει σαν μια ουλή, βαθύτερη κι από αυτή που αφήνει το πένθος. Και σε κάποιες στιγμές κάνει την ίδια την ύπαρξη αδύνατη. Όμως δεν νομίζω πως έχω συνειδητοποιήσει ακόμα πλήρως το μέγεθος της καταστροφής. Θα ξαναδιάβαζα τη Νιόβη, άλλωστε τέτοια βιβλία τα "κυνηγάω" τα τελευταία χρόνια. Αλλά, ήθελα πιο πολύ.


                                 Κατερίνα Μαλακατέ


"Νιόβη: Το αδύνατο πένθος στον καιρό της πανδημίας", Κατερίνα Μάτσα, εκδ. Άγρα, 2020, σ.96

3 σχόλια:

  1. Ανώνυμος19/9/20, 9:32 μ.μ.

    Γειά. Κάτι που νομίζω ότι είναι λάθος: η λέξη εντρυφήσει εν προκειμένω είναι άστοχη, επειδή δεν γίνεται να ασχοληθείς με την πανδημία και να το απολαμβάνεις, που είναι και η σημασία της λέξης (και απ’ όσο ξέρω δεν έχει εξαλειφθεί τελείως). Το είχα παρατηρήσει και σε ένα άλλο κείμενο λίγες παρουσιάσεις νωρίτερα, εδώ θεωρώ ότι δεν γίνεται να τοποθετηθεί στην συγκεκριμένη πρόταση. Μιχάλης

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ομολογώ πως δεν είχα καθόλου στο μυαλό μου την απόλαυση, για μένα ο ορισμός της λέξης είναι "να ασχοληθείς σε βάθος", αλλά από όσο βλέπω στα λεξικά την περιλαμβάνει, οπότε ναι, είναι άστοχη η χρήση της και θα την αντικαταστήσω. Ευχαριστώ. Δεν είχα εντρυφήσει στον ορισμό της.

      Διαγραφή
  2. Ανώνυμος1/1/21, 10:19 μ.μ.

    Σχολιάζοντας μια φράση στο μέσον της τελευταίας παραγράφου του κειμένου, το πράγμα είναι ακόμα χειρότερο για τους νεκρούς της πανδημίας και τις οικογένειές τους: όχι μόνο πεθαίνουν μόνοι, όχι μόνο απαγορεύεται να τους επισκεφθεί κάποιος όσο νοσηλεύονται (πολύ περισσότερο να τους πιάσει το χέρι, να τους ψιθυρίσει δύο λόγια παρηγορίας στο αυτί ή να τους χαϊδέψει τα μαλλιά), αλλά πρακτικά δεν τους ξαναβλέπει ποτέ ούτε καν ως νεκρούς. Το σώμα παραδίδεται σε σάκο και το φέρετρο που φτάνει στο κοιμητήριο είναι σφραγισμένο με μεμβράνη, λόγω των εφαρμοζόμενων υγειονομικών πρωτοκόλλων.

    Η αλήθεια είναι ότι ο τελευταίος ασπασμός (για όσους ασθενείς δεν καταφέρνουν να ιαθούν) δίνεται τη στιγμή της εισαγωγής στο νοσοκομείο (μιλώντας για ασπασμούς εννοείται από άλλους νοσούντες συγγενείς, διότι άλλως ο τελευταίος κυριολεκτικός ασπασμός είναι ακόμα πιο πριν, όσο όλοι είναι υγιείς).
    Συγγνώμη εκ των προτέρων για τη μαυρίλα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή