Σελίδες

3/4/19

"Περίγραμμα", Rachel Cusk



Με γοήτευσε η γραφή της Ρέιτσελ Κασκ στο πολυσυζητημένο «Περίγραμμα» που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Gutenberg σε μετάφραση της Αθηνάς Δημητριάδου. Πρόκειται για το πρώτο μέρος της Τριλογίας, αυτό που εκτυλίσσεται στην Ελλάδα, - τα επόμενα, Transit και Kudos, τα περιμένουμε σύντομα- κι εντάσσεται σε αυτό το νέο είδος που ονομάζεται auto-fiction. Δεν πολυσυμπαθώ αυτά τα βιβλία, όπου ο συγγραφέας μάς δίνει ατόφιο το βίωμα του, μασκαρεμένο ως πεζογραφία, κάποια όμως είναι ενδιαφέροντα. 

Η καινοτομία στην περίπτωση της Κασκ είναι πως το άλτερ ίγκο της μέσα στο «Περίγραμμα», η συγγραφέας Φέι, που έχει την ηλικία της, είναι χωρισμένη, έχει δυο παιδιά κι έρχεται στην Ελλάδα για να διδάξει σε ένα σεμινάριο δημιουργικής γραφής, όπως η Κασκ, είναι μια παθητική αφηγήτρια. Είναι δέκτης πολλών ιστοριών, και εμπειριών, μας λέει ελάχιστα για την ίδια, παίζει το ρόλο του φίλτρου και του αναμεταδότη. Αυτή η φαινομενική ανυπαρξία της φιγούρας του αφηγητή αφήνει τις μικροϊστορίες να λάμψουν, και να έρθουν στο προσκήνιο τα βασικά θέματα που αφορούν τη συγγραφέα, η ζωή της, ο γάμος, τα παιδιά, το γράψιμο, η συνειδητοποίηση της ηλικίας και της ματαιότητας. 

Η Ρέιτσελ Κασκ γράφει το 2014, όμως δεν ενδιαφέρεται να δώσει μια εικόνα της Ελλάδας της Κρίσης, οι Έλληνες που συναντάει έχουν μάλλον υπαρξιακά προβλήματα. Αν με ενόχλησε κάτι, είναι οι διακριτές φιγούρες, πως αναγνώριζα ανθρώπους και καταστάσεις- την κάπως φιλάρεσκη αλλά εξαιρετικά εύγλωττη και τελικά συμπαθή συγγραφέα που πέρασε καιρό στο Βερολίνο, τη λεσβία ποιήτρια, την πανέμορφη εκδότρια, τα παιδιά του σεμιναρίου. Αυτό είναι πρόβλημα μόνο για τον Έλληνα αναγνώστη στο συγκεκριμένο, αλλά φαντάζομαι πως δημιουργεί ενδοιασμούς για όλο το auto-fiction στους ανθρώπους που μπορούν να αναγνωρίσουν το βίωμα. 

Με απασχόλησαν αρκετά οι απόψεις της Κασκ για τη γραφή. Στα παιδιά του σεμιναρίου δημιουργικής γραφής ζητάει μόνο εικόνες, δεν φαίνεται να την απασχολεί ιδιαίτερα που αναγκάζονται για χάρη της να γράψουν σε μια γλώσσα που δεν είναι η μητρική τους, σε μια αποστροφή μάλιστα λέει πως η ελληνική δεν είναι γλώσσα διεθνής, ε, τι να γίνει, έπαιξε κι έχασε. Φαίνεται να μην ενδιαφέρεται για την ίδια τη μυθοπλασία, έχει λίγο σεβασμό για την πλοκή και τους ήρωες, τους μεταχειρίζεται, κι έπειτα τους πετάει. 

Αν και το ίδιο το βιβλίο είναι σαγηνευτικό, η ιδέα πως θα επικρατήσει το auto-fiction τελικά με ενοχλεί. Καταλαβαίνω την έλξη που μου ασκεί, είναι μια οριακή κλειδαρότρυπα, που όταν γράφεται από καλό γραφιά, σου δίνει την αίσθηση της φρεσκάδας και της αμεσότητας. Από την άλλη, αν κυριαρχήσει, θα γεμίσουμε κοινότοπες ιστορίες, δίχως πραγματικό βάθος. Γιατί για να γράψεις τέτοιου είδους κείμενα, χωρίς να πλατειάσεις, και χωρίς να πέσεις στην παγίδα της αυταρέσκειας, χρειάζεται μία μαντλέν∙ πόσοι έχουν τη γεύση της στο μυαλό τους, είναι άλλο ζήτημα. 



                                                                   Κατερίνα Μαλακατέ


"Περίγραμμα", Rachel Cusk, μετ. Αθηνά Δημητριάδου, εκδ. Gutenberg, σελ. 247, 2019

2 σχόλια:

  1. Μπράβο, Κατερίνα, αν και είσαι πολύ ευγενής μαζί της. Περί "ύστερου" ναρκισισμού πρόκειται, και μάλιστα ελάχιστα πειστικού. Για την αυτομυθοπλασία πρέπει να χεις και κάτι να πεις. Πάντως καλόφαγε και καλόπιε δωρεάν στην Αθήνα και τίποτα δεν είδε, πέραν ίσως της γνωστής "Πλατείας, του British Council και ενός σκάφους. Ας διδάσκονται όσοι τα σκάνε για δημιουργική γραφή και μάλιστα από διδάσκοντες που τους βλέπουν ως ιθαγενείς...Aς ελπίσουμε πως στα επόμενα θα ναι καλύτερη...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ανώνυμος22/6/19, 12:28 μ.μ.

    Και λίγα λέτε,κύριε Μοδινέ,για παραλογοτεχνία πρόκειται,ποια αυτομυθοπλασία και κολοκύθια τούμπανα,παραλογοτεχνία και τίποτα άλλο. Παρασύρθηκα από το κύρος του ελληνικού εκδοτικού οίκου που το έβγαλε αυτό το πράγμα και δυστυχώς το αγόρασα.Και ακόμα χειρότερα το διάβασα,όσο άντεξα.Μου έκαναν αλγεινή εντύπωση οι τραβηγμένοι από τα μαλλιά διθύραμβοι στη Βιβλιονέτ, σαν να διάβασαν την Αποκάλυψη του Ιωάννη, κάποιος μάλιστα την αποκαλεί «άξια επίγονο της Βιρτζίνια Γουλφ που κατάφερε να χαράξει νέα αφηγηματικά μονοπάτια». Ήμαρτον! Η αγαπητή Κατερίνα τουλάχιστον θίγει και κάποια θέματα στην κριτική της και αυτό την τιμά πάρα πολύ, μακάρι να την είχα διαβάσει πριν πετάξω δώδεκα ολόκληρα ευρώ.
    Π.Γ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή