Σελίδες

17/9/14

Γιατί να διαβάσω τους κλασικούς;


Ξεκινώντας κανείς να διαβάσει ένα βιβλίο σαν τον «Ζοφερό Οίκο» του Ντίκενς δεν μπορεί παρά να θέσει το εξής, όχι ιδιαίτερα πρωτότυπο -τα είπε κι ο Καλβίνο εξάλλου καιρό τώρα- ερώτημα : «Γιατί να διαβάσω τους κλασικούς;». Τι έχει να μου προσδώσει ένα κείμενο γραμμένο δυο αιώνες πριν σε συνέχειες σε εβδομαδιαίο λογοτεχνικό περιοδικό που στο σύνολό του αριθμεί στην ελληνική έκδοση πάνω από 1400 σελίδες.

Πάντοτε τα βιβλία αυτού του όγκου μου δημιουργούν ενδόμυχα τον φόβο μήπως σπαταλήσω τον χρόνο μου σε κάτι που δεν θα μου αρέσει, θα με πιέσει και θα με βγάλει από τον αναγνωστικό ρυθμό. Ή μήπως πρόκειται για κείμενο ανεπίκαιρο, γραμμένο για την εποχή του που δεν έχει τίποτε να προσφέρει στον σύγχρονο αναγνώστη. Εξάλλου τα περισσότερα από αυτά τα κλασικά οι συστηματικοί αναγνώστες όπως εγώ τα διάβασαν σε νεαρή ηλικία, τον Ντίκενς, τον Ντοστογιέφσκι, τον Τολστόι, τον Κάφκα ας πούμε και σπανίως μπαίνουν στον κόπο να τα ξαναδιαβάσουν.

Με αυτά και με αυτά, αντιστεκόμουν σθεναρά στον Ζοφερό Οίκο κοντά έναν χρόνο τώρα. Θες από αντίδραση γιατί η Ε.Γ. μου έλεγε «Ζοφερός Οίκος» κάθε δεύτερη κουβέντα; Θες γιατί η Κλαίρη Παπαμιχαήλ η μεταφράστρια του άθλου είναι σε αυτή την φάση ένα από τα προσφιλέστερα μου πλάσματα σε τούτη την ρημάδα την γη; Είχα στυλώσει τα πόδια και δεν το διάβαζα. Ώσπου στα γενέθλια μου του Αυγούστου η Ε.Γ. αναγκάστηκε να μου το πάρει δώρο από το ίδιο μου το βιβλιοπωλείο. Σπίτι πια, εγώ και οι δυο τόμοι του Ζοφερού, αναμετρηθήκαμε και αποφασίσαμε να τα βρούμε.

Τολμώ να πω (χωρίς να έχω ακόμα ολοκληρώσει την ανάγνωση) πως ο Ντίκενς με μάγεψε όπως παλιά. Το Λονδίνο που σκιαγραφεί είναι τόσο οικείο από τα παιδικά μας αναγνώσματα, οι αφηγηματικές τεχνικές ενός ανθρώπου που γράφει το 1850 τόσο ίδιες με αυτές που ακολουθούμε ακόμα και σήμερα. Και η αφήγηση, αυτή η μεγάλη αφήγηση ποταμός που κάνει τα δεκάδες πρόσωπα της πλοκής τόσο οικεία, σαν να μπαίνουν σπίτι σου κάθε μέρα και σε χαιρετάνε, με τα καπέλα και τα βέλο τους, είναι από τα πιο ξεκούραστα πράγματα για την ψυχούλα μου εδώ και πολύ καιρό.


Πλατειάζει ο Ντίκενς; Φυσικά και πλατειάζει. Είναι κάποια θέματα και υποπλοκές πιο δυνατά από άλλα; Ε, μα, ναι. Το βιβλίο είναι γραμμένο για τα χούγια μιας άλλης εποχής. Όμως ένα τόσο μεγάλο μυθιστόρημα δεν με έχει αφήσει στιγμή να το αφήσω. Γυρίζω ξανά και ξανά στις σελίδες του, κουβαλώ τον τόμο πάντα μαζί μου. Και το βράδυ αργά, στις αγρύπνιες και τις νυχτερινές αφυπνίσεις που στοιχειώνουν σχεδόν τις μισές γυναίκες της ηλικίας μου, είναι απίστευτο βάλσαμο να ‘χεις μια τέτοια ιστορία να σε βάλει ξανά για ύπνο. 

9 σχόλια:

  1. Ανώνυμος17/9/14, 3:32 μ.μ.

    Πλατειάζει ο Ντίκενς; Φυσικά και ΔΕΝ πλατειάζει. Προσωπικά, απόλαυσα κάθε σελίδα του βιβλίου.
    Πολύ χαίρομαι που σου αρέσει αν και η αλήθεια είναι ότι δεν αντιστεκόσουν στον Ζοφερό οίκο από αντίδραση σ'εμένα αλλά από φόβο για τις 1400 σελίδες!

    Η κλασική λογοτεχνία συνομιλεί άνετα με τον σημερινό αναγνώστη, μερικές φορές πολύ καλύτερα από τη σύγχρονη λογοτεχνία. Πέρα από την απόλαυση που αποκομίζεις από την ανάγνωση, νομίζω πως η ανθρώπινη φύση πολύ λίγο έχει αλλάξει από το 19ο αιώνα και γι'αυτό τα κλασικά έργα συνεχίζουν να είναι επίκαιρα. Μπορεί οι εξωτερικές συνθήκες ν'αλλάζουν αλλά η ουσία των πραγμάτων παραμένει ίδια.
    Ε.Γ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Μα αυτό τα κάνει κλασικά. Πόσα βιβλία μένουν από κάθε εποχή νομίζεις;

      Διαγραφή
  2. Αυτό που μου αρέσει με τους κλασικούς είναι η απλότητά τους. Νιώθεις ότι σου λένε τα πιο σοφά πράγματα με τα πιο απλά λόγια. Δεν σε κουράζουν, αφήνεσαι πρόθυμα να σε οδηγήσουν αυτοί. Η ανάγνωση κλασικής λογοτεχνίας είναι το πιο χαλαρωτικό πράγμα! Επιπλέον, δεν σε απογοητεύουν ποτέ. Δεν χάνεις τον χρόνο σου αλλά ούτε και σου δημιουργείται η ψευδαίσθηση ότι τον έχασες! Απλά τέλειοι!

    Υ.Γ. 42 Γιατί το κλασικό δεν είναι συνήθεια, είναι επιλογή. Αυτή είναι η αξία του. Τα έχει πει και ο Παπακαλιάτης αυτά, τρώγοντας γιαούρτι!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ανώνυμος18/9/14, 6:53 π.μ.

    Μακάρι να ανοίξει η όρεξη σου και για άλλα βιβλία του Ντίκενς!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Άσχετο (;). Αναρωτιέμαι κατά πόσο μπορούμε πραγματικά να προβλέψουμε αν κάποιο βιβλίο της εποχής μας επιβιώσει σαν κλασσικό. Και αυτό το ερώτημα αφορά κάθε εποχή. Μπορούσαν να προβλέψουν οι σύγχρονοι του Ντίκενς ότι θα διαβαζόταν στις ημέρες μας; Τι είναι αυτό που κάνει ένα έργο κλασσικό και κατά πόσο μπορεί να ανιχνευθεί όσο το βιβλίο είναι ακόμη φρέσκο;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Α, πολύ μεγάλη κουβέντα και εν πολλοίς αδύνατο να απαντηθεί το ερώτημα. Αλλά μπορούμε να θεωρητικολογήσουμε ασύστολα. Προσωπικά θεωρώ αδύνατο να προβλεφθεί.

      Διαγραφή
    2. Είναι αλήθεια. Προσπάθησα κατά καιρούς να φανταστώ κάποιο από αυτά που κατά καιρούς διάβαζα, ως κλασσικό ανάγνωσμα από τα δισέγγονά μου, αλλά δε μου προέκυψε για κανένα.

      Διαγραφή
    3. Ανώνυμος23/9/14, 5:53 μ.μ.

      Δεν βρίσκετε κανένα βιβλίο από τα σημερινά που θα μπορούσαν να θεωρηθούν κλασσικά στο μέλλον; Ούτε τα "100 χρόνια μοναξιά"; Ή τον"΄Ερωτα στα χρόνια της χολέρας"; Νομίζω οτι ο Μαρκές μπορεί άφοβα να θεωρηθεί ο κλασσικός της εποχής μας, μια και μιλάει για μια περιοχή της γης που ακόμα και σήμερα βράζει και πολλά από τα παθήματά της μπορούν άνετα να θεωρηθούν παθήματα του σημερινού παγκόσμιου χωριού.

      Διαγραφή
    4. Τα 100 χρόνια μοναξιάς γράφτηκαν το 1967, 50 χρόνια είναι αρκετά για να κρίνει κανείς. Ο προβληματισμός μου αφορά τα βιβλία που γράφονται τώρα.

      Διαγραφή