Σελίδες

30/1/18

"Όλες οι ψυχές", Javier Marías



Συνηθίζω να λέω πως ο Χαβιέρ Μαρίας γράφει όπως ακριβώς λειτουργεί το γυναικείο μυαλό - πολυεπίπεδα, υπεραναλυτικά, με μακριές προτάσεις γεμάτες άλλες δευτερεύουσες, φιλοσοφικά και πρακτικά μαζί. Ο Χαβιέρ Μαρίας είναι ένας από τους πιο γοητευτικούς συγγραφείς των καιρών μας, ένας μάγος της αφήγησης, ικανός να μιλήσει για το πιο απλό και το τετριμμένο με τέτοιο τρόπο που να μην το ξεχάσεις ποτέ. Το «Όλες οι ψυχές» είναι από τα καλύτερά του μυθιστορήματα, θα το έβαζα στο ίδιο βάθρο με το «αύριο στη μάχη να με σκεφτείς», ένα από τα βιβλία εκείνα που σε κάνουν να χαίρεσαι που είσαι συστηματικός αναγνώστης, γιατί έτσι έχεις την χαρά να διαβάζεις τέτοια διαμάντια. 

Η πλοκή είναι φαινομενικά μικρή. Ένας Ισπανός συγγραφέας περνάει δύο χρόνια στην Οξφόρδη ως επισκέπτης-καθηγητής. Στην πραγματικότητα μέσα στην εβδομάδα έχει πολύ λίγα πράγματα να κάνει- πιο πολύ από όλα απολαμβάνει τα «μεταφραστικά του σεμινάρια» όπου εφευρίσκει με άνεση ένα σωρό ετυμολογίες- και για αυτό περνά τον καιρό του από παλαιοβιβλιοπωλείο σε παλαιοβιβλιοπωλείο ψάχνοντας σπάνια βιβλία. 

Με τρεις ανθρώπους σχετίζεται περισσότερο, τον καθηγητή του Κρόμερ-Μπλέικ, με τον καθηγητή του καθηγητή του, Τόμπυ Ράιλαντς και με την Κλερ Μπέις, μια όμορφη παντρεμένη συν-καθηγήτρια με την οποία διατηρεί έναν μάλλον χαλαρό παράνομο δεσμό. Οι Κυριακές του μοιάζουν αφόρητες, εκείνος μοιάζει να περιφέρεται άσκοπα, και η ζωή μοιάζει σαν μια ατέλειωτη φάρσα με κολλεγιακά δείπνα. 

Με την πρώτη ματιά θα έλεγε κανείς πως έχουμε να κάνουμε με ένα campus novel. Όμως το Όλες οι ψυχές είναι πολύ περισσότερο από αυτό. Η ατμόσφαιρα της Οξφόρδης μεταφέρεται με χιούμορ και ένταση, αλλά αυτό είναι είναι μονάχα το πρόσχημα. Όπως πάντα ο Μαρίας γράφει ένα φιλοσοφικό μυθιστόρημα, στοχάζεται πάνω στον έρωτα, τον γάμο, τις επιλογές, τα βιβλία, τη μνήμη, την παραδοξότητας της ανθρώπινης ζωής και τελικά τον θάνατο. 

[]Το αβάσταχτο είναι να ξέρεις πως κάποια δεδομένη στιγμή θα πρέπει να παραιτηθείς από τα πάντα (αυτό ισχύει για όλους), ό,τι κι αν είναι αυτό που συνιστά τα πάντα αυτό είναι το ένα και μοναδικό πράγμα που ξέρουμε και έχουμε συνηθίσει. Καταλαβαίνω καλά, λοιπόν, αυτόν που δεν θέλει να πεθάνει μόνο και μόνο επειδή δεν θα μπορέσει να διαβάσει το επόμενο βιβλίο του αγαπημένου του συγγραφέα, ή να δει την επόμενη ταινία της ηθοποιού που θαυμάζει, ή να ξαναπιεί μπίρα, ή να λύσει το αυριανό σταυρόλεξο, ή να δει το σήριαλ που βλέπει στην τηλεόραση, ή γιατί δεν θα μάθει ποια ομάδα νίκησε στο φετινό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου. []


Μοιάζει σαν ο Χαβιέρ Μαρίας να γράφει ολοένα το ίδιο βιβλίο. Είναι ένας συγγραφέας βυθισμένος στις εμμονές, στα βιβλία και τον έρωτα. Όμως από την άλλη, το κάθε μυθιστόρημά του που διαβάζεις- αν και συνεισφέρει στο σύνολο- είναι από μόνο του ένα μικρό κομψοτέχνημα. Ένα λιθαράκι ακόμα στην εργογραφία του, ένας λόγος ακόμα για να νιώθεις τυχερός που τον «ανακάλυψες».


                                                                            Κατερίνα Μαλακατέ 


«Όλες οι ψυχές», Χαβιέρ Μαρίας, εκδ. Κέδρος, μετ. Ελένη Χαράτση, 1997, σελ. 247











Υ.Γ. 42 Είναι καραεξαντλημένο, μην ακούσω γκρίνιες.

Τα υπόλοιπα βιβλία του Μαρίας που έχω διαβάσει: 

«Αύριο στη μάχη να με σκεφτείς», Javier Marías

Το πρόσωπό σου αύριο- 1. Πυρετός και Λόγχη", Javier Marías

"Τα λημέρια του λύκου", Javier Marias

"όταν ήμουν θνητός", Javier Marias

Ερωτοτροπίες", Javier Marias

«καρδιά τόσο άσπρη», Javier Marías

25/1/18

Στην (εξωτική) βιβλιοθήκη του Αλίμου: ολική επαναφορά



Πριν κάποια χρόνια είχα πάει πρώτη φορά στην (εξωτική) βιβλιοθήκη του Αλίμου. Ομολογώ πως είχα απογοητευτεί αρκετά κι έκτοτε δεν είχα κάνει άλλες επισκέψεις. Τον τελευταίο καιρό ένας φίλος βιβλιοθηκονόμος με έβαλε στη διαδικασία να δωρίσω Το Σχέδιο σε κάποιες βιβλιοθήκες. Θεωρεί πως είναι ανεπίτρεπτο να μην υπάρχουν τα βιβλία ενός συγγραφέα έστω στις βιβλιοθήκες του τόπου του. Και συμφωνώ μαζί του. 

Νιώθω λίγη- το understatement του αιώνα- ντροπή κάθε φορά που μπαίνω σε μια βιβλιοθήκη κραδαίνοντας ένα αντίτυπο του βιβλίου μου, για αυτό δεν μπορώ να πω πως το σχέδιο έχει προχωρήσει αρκετά, για την ακρίβεια έχω κάνει τη διαδικασία μόνο δυο φορές, κι ακόμα δεν έχω βρει το θάρρος να στείλω mail σε κάποιες πιο μακρινές για να ρωτήσω αν μπορώ να τους το στείλω. [Ναι, κάποιοι συγγραφείς είναι κάπως αγοραφοβικοί, τι να κάνουμε τώρα;]

Αλλά στην επίσκεψή μου στη βιβλιοθήκη του Αλίμου με περίμενε μια έκπληξη. Μια γλυκιά βιβλιοθηκονόμος με κοίταξε, κοίταξε και το βιβλίο στα χέρια μου και είπε «Εσείς είστε». Μετά μου εξήγησε. Όταν πήρε τη θέση στη βιβλιοθήκη του Αλίμου, αναζήτησε πληροφορίες στο διαδίκτυο κι έπεσε πάνω στην ανάρτησή μου εδώ. Στην αρχή φοβήθηκε, μετά πιθανολογώ πως πείσμωσε. Και τελικά αποφάσισε να τα αλλάξει όλα. Με την προτροπή της, και την καλή διάθεση των υπόλοιπων βιβλιοθηκονόμων, ο χώρος άλλαξε. Τώρα πια το παιδικό τμήμα είναι καθαρό και ολοκαίνουργιο, σε ξεχωριστό χώρο, με νέα βιβλία. Και αρκετές παρουσιάσεις βιβλίων για παιδιά.




Το τμήμα των ενηλίκων συνεχίζει να έχει ελλείψεις σε βιβλία. Όμως είναι πια πλήρως καταλογογραφημένα και προσβάσιμα από το internet, σε καθαρά ράφια, ανά κατηγορία κι είναι εύκολο να βρεις ο,τι υπάρχει. Στον χώρο υπάρχουν από φέτος τραπέζια, όμορφα αμπαζούρ και υπολογιστές, για να μπορεί κανείς να διαβάζει κι εκεί, ενώ δοκιμάζουν δειλά και βιβλιοπαρουσιάσεις, χωρίς μεγάλη επιτυχία ακόμα. Έχουν μια ολοκαίνουργια Λέσχη Ανάγνωσης. Μέχρι και σεμινάρια δημιουργικής γραφής για εφήβους. 

Βγήκα από το κτήριο- που ακόμα θυμίζει εφορία απέξω, κι είναι κάπως δύσκολο να βρεις την είσοδό του- κι ένιωθα ανάλαφρη. Όλα αυτά έγιναν γιατί βρέθηκαν άνθρωποι που αγαπούν τη δουλειά τους. Μη φανταστείτε πως κόστισαν φοβερά χρήματα, μόνο συνεχή προσπάθεια κι αγάπη, κι ατελείωτες ώρες εργασίας. Οι βιβλιοθηκονόμοι συναρμολόγησαν οι ίδιοι τα χαριτωμένα παιδικά τραπεζάκια- ναι, δεν είναι η δουλειά τους. Αλλά ακόμα κι έτσι, μια νέα πνοή ήρθε στη Δημοτική βιβλιοθήκη Αλίμου. Τόσο, που μοιάζει όντως εξωτικό πώς κατάφεραν τόσα πολλά, σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα. 


                                                                             Κατερίνα Μαλακατέ









22/1/18

"Σεργιάνι στο Γκιναρντό", Juan Marsé



Ένας άντρας κι ένα δεκατετράχρονο ορφανό κορίτσι σεργιανίζουν στο Γκιναρντό της Βακερλώνης τη μέρα που έπεσε ο Χίτλερ. Ο άντρας είναι ένας μεσόκοπος αστυνομικός, κουρασμένος και παραιτημένος, που χρειάζεται το κορίτσι για να αναγνωρίσει τον –νεκρό- αλήτη που τη βίασε δυο χρόνια πριν. Το κορίτσι ζει σε ένα σπίτι για ορφανά που το διευθύνει η κουνιάδα του αστυνομικού, κι έχει στα 14 της ήδη παραιτηθεί. Η κουτοπονηρία του κοριτσιού, να σέρνει τον αστυνομικό και την εικόνα της Μελαμψής Παρθένου όλο το απόγευμα από υποτιθέμενη δουλειά σε υποτιθέμενη δουλειά, και η αργή αποκάλυψη της σήψης, δίνουν μια δυνατή νουβέλα, ένα βιβλίο ελάχιστων σελίδων που ο αναγνώστης θα το θυμάται για καιρό. 

Μέσα από το σεργιάνι, δεν αναδύεται μονάχα η παρακμή της μεταπολεμικής Φρανκικής Ισπανίας, αλλά και το μάταιο της ανθρώπινης ζωής. Οι δυο τους, μια έφηβη κι ένας μεσόκοπος, είναι ήδη σπαταλημένοι. Η αφήγηση δεν σε κάνει να βαρεθείς καμία στιγμή, ο αφηγητής βλέπει τους ίδιους ήρωες του με μια πικρή ειρωνεία, δεν τους ωραιοποιεί, δεν τους καταδικάζει. Και τελικά δεν τους λυτρώνει. 

Η τοιχογραφία της Βαρκελώνης, η παρουσίαση ένα σωρό χαρακτηριστικών ανθρώπων, ο τρόπος που χειρίζεται το πολιτικό αλλά και το θρησκευτικό κομμάτι του μυθιστορήματος ο συγγραφέας απαιτούν ιδιαίτερη μαστορία. Είναι σίγουρο πως ελάχιστοι θα τα είχαν καταφέρει, οι ισορροπίες είναι ταυτόχρονα λεπτές και σαφείς. Οποιοσδήποτε θα μπορούσε να παρεκτραπεί. Το "Σεργιάνι στο Γκιναρντό εκδόθηκε το 1984, ο Χουάν Μαρσέ είναι σπουδαίο όνομα της Ισπανικής λογοτεχνίας, έχει τιμηθεί σχεδόν με όλα τα βραβεία. Κι αυτό είναι ένα βιβλίο που θα με αναγκάσει να διαβάσω στο μέλλον και τα υπόλοιπά του όσο θα μεταφράζονται.


                        
                                                                                              Κατερίνα Μαλακατέ



"Σεργιάνι στο Γκιναρντό", Χουάν Μαρσέ, μετ. Μαρία Παλαιολόγου, εκδ. Πατάκης, 2016, σελ. 148

18/1/18

"Πολύγλωττοι εραστές", Lina Wolff



Οι πολύγλωττοι εραστές είναι το δεύτερο βιβλίο της Σουηδής Λίνα Βολφ κι έχει βραβευτεί με το –ψαρωτικό- βραβείο Augustus (Στρίνμπεργκ) στη χώρα της. Η Λίνα Βολφ έκανε αίσθηση με το πρώτο της μυθιστόρημα, Bret Easton Ellis and the Other Dogs, που μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες. 

Το μυθιστόρημα χωρίζεται σε τρία μέρη που έχουν χαλαρούς δεσμούς μεταξύ τους. Στο πρώτο πρωταγωνιστεί η Έλινορ, ένα κορίτσι από χωριό που βρίσκει εραστή στο ίντερνετ από αγγελία . Ο Καλίστο είναι ελαφρώς βίαιος κριτικός λογοτεχνίας και λατρεύει τον Ουελμπέκ. Η κοπέλα μένει μαζί του αν και την πρώτη φορά κακοποιούν ο ένας τον άλλον- ο Καλίστο σωματικά, ενώ εκείνη ρίχνει στη φωτιά το μοναδικό αντίτυπο από το χειρόγραφο του αγαπημένου του συγγραφέα. Στο δεύτερο μέρος ένας συγγραφέας, ο Μαξ, γράφει ένα βιβλίο για τη γυναίκα που αναζητεί, μια «πολύγλωσση ερωμένη» και κρατά το μοναδικό αντίτυπο αν και του συμβαίνει ένα ατύχημα. Και στο τρίτο μια ξεπεσμένη μεσόκοπη Ιταλίδα κόμισσα μας περιγράφει την πτώση της και το ρόλο ενός συγγραφέα σε αυτή. 

Το μυθιστόρημα περιέχει πολλές ιστορίες μέσα στις ιστορίες, παίζει με την ιδέα της λογοτεχνίας, του έρωτα, της βίας, των χρημάτων. Όλα αυτά με έναν τρόπο γραφής λιτό, σχεδόν αποστασιοποιημένο. Ενώ οι ιστορίες που μας διηγείται η Βολφ είναι ερωτικές, ο τρόπος που το κάνει δεν προκαλεί το συναίσθημα. Επίτηδες δεν θέλει να ταυτιστούμε με τις ερωτικές περιπέτειες των ηρώων της. Θέλει να ταυτιστούμε με τη ζωή τους, με την προσπάθεια τους να βρουν ποιοι είναι, πώς θα ορίσουν τον εαυτό τους. 

Ομολογώ πως διασκέδασα πολύ με τις αναφορές στον Ουελμπέκ -που εμένα πολύ μου αρέσει, αλλά όσο να πεις δεν τον λες και απαύγασμα της πολιτικής ορθότητας ή θιασώτη του γυναικείου κινήματος. Λέγεται πως ένας από τους λόγους που το πρώτο της μυθιστόρημα ασχολείται με τον Μπρετ Ήστον Έλις είναι ο μισογυνισμός του, οπότε φαντάζομαι και στο τρίτο της βιβλίο θα περιλάβει κάποιον ακόμα μισογύνη συγγραφέα. 

Το πιο εντυπωσιακό στοιχείο στο μυθιστόρημα είναι οι γυναικείοι χαρακτήρες. Οι γυναίκες λάμπουν  παίρνουν τον πρώτο ρόλο και την πρωτοβουλία, δείχνουν όλη τους τη δύναμη, σωματικά και ψυχικά. Κι αυτό είναι μεγάλο ατού. Στα χρόνια που θα έρθουν η αφήγηση θα αλλάξει γιατί θα βρεθούν γυναίκες συγγραφείς που θα μπορέσουν να αποδώσουν αυτό που συμβαίνει με τους ρόλους των φύλων τα τελευταία χρόνια· θα πάρουν τη σκυτάλη και θα σκιαγραφήσουν τις θηλυκές τους ηρωίδες, όπως είναι. Κι αυτό θα φέρει νέα πνοή στη λογοτεχνία.  

Αλλά ας ξαναγυρίσουμε στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα. Με έναν παράξενο τρόπο η συγγραφέας δίνει το στίγμα των καιρών μας, τη μοναχικότητα, την ατομικότητα, τη δυσκολία να εμπιστευτείς αυτόν που αποκαλείς σύντροφο. Δεν είναι καθόλου περιγραφική όμως κατορθώνει να φτιάξει το φόντο, καταφέρνει να περάσει την αίσθηση της εποχής και των ανθρώπων. Και το κάνει με μια γραφή ευχάριστη και διεισδυτική, χιουμοριστική και ενδιαφέρουσα. Αυτά τα απλά συστατικά είναι που λείπουν συχνά από τα βιβλία που διαβάζουμε και κάνουν το διάβασμα κόπο αντί για ευχαρίστηση. Η Βολφ έχει τον τρόπο να πει μια ιστορία ξεκάθαρα, χωρίς να μένει στην επιφάνεια και να χάνει το βάθος. Κι αυτό είναι ο λόγος που θα την ακολουθώ στο μέλλον.



                                                                 Κατερίνα Μαλακατέ



«Πολύγλωττοι εραστές», Λίνα Βολφ, μετ. Ξενοφών Παγκαλιάς, εκδ. Ψυχογιός, 2017, σελ.288 





15/1/18

"Ίσως την επόμενη φορά", Κωνσταντίνος Τζαμιώτης




Τα τελευταία χρόνια μοιάζει να είναι σχεδόν ταμπού να γράψει ένας καλός συγγραφέας μια ερωτική ιστορία. Αφήσαμε ένα από τα πιο σοβαρά θέματα της λογοτεχνίας, τον έρωτα, στις πιο λάιτ εκδοχές της. Για αυτό και μόνον, είναι ανατρεπτικό που ο Κωνσταντίνος Τζαμιώτης τολμά να γράψει μια ιστορία αμιγώς ερωτική. Εξάλλου ο Τζαμιώτης δεν μπορεί να ξεχάσει τον εαυτό του και δώσει μια επιδερμική πλοκή, στηρίζει με όλα του τα λογοτεχνικά όπλα το βιβλίο, κι αυτό κάνει το αποτέλεσμα πολύ ενδιαφέρον. 

Ο Πέτρος είναι ένας σαραντάχρονος συγγραφέας που τον ξέρουν ελάχιστοι. Όταν μια μέρα στο Μετρό δει μια γυναίκα να διαβάζει το βιβλίο του, θα την ακολουθήσει και θα την ερωτευτεί. Οι συμπτώσεις, που καθορίζουν τον έρωτα αλλά και τη ζωή μας, παίζουν μεγάλο ρόλο σε αυτήν την ιστορία, είναι γοητευτικές και ανατρεπτικές. Το ίδιο γοητευτικό είναι και το παιχνίδι της αφήγησης. Ο συγγραφέας δεν αρκείται σε έναν από τους αφηγητές, δίνει τον λόγο και στους δυο. 

Ο έρωτας του Πέτρου και της Βασιλικής πάσχει από τις ασθένειες των καιρών μας. Ο καθένας τους, παρόλο που είναι ανοιχτός στο πρώτο βήμα, έπειτα κλείνεται στην ατομικότητα και τη μοναξιά του, δεν μπορεί να κάνει το δεύτερο βήμα, να θεωρήσει τον άλλο δικό του. Αφήνονται στα γεγονότα γιατί ο δεσμός τους δεν βαθαίνει, μένει στην αρχική επιθυμία των κορμιών, στο πρώτο θέλω. Ο Πέτρος και η Βασιλική δυσκολεύονται στο αφήγημα του εαυτού τους να βάλουν κι άλλον αφηγητή. 

Ο έρωτας είναι πράξη πολιτική. Ο έρωτας είναι κάβλα και σεξ. Ο έρωτας είναι κορμί και σωματικότητα. Ο έρωτας δεν είναι μόνο κορμί και σωματικότητα. Τα κλισέ δεν μας ορίζουν- εξάλλου από τους δυο τους η Βασιλική ενδιαφέρεται πιο πολύ για την εμφάνιση του συντρόφου της. Μας ορίζει η αίσθηση πως είμαστε μοναδικοί. Αυτή δεν είναι μια ιστορία με καλό τέλος. Δεν είναι καν μια ιστορία με τέλος. Αλλά εύχομαι τώρα που (ξανά)έγινε η αρχή από έναν γνωστό συγγραφέα, οι ερωτικές ιστορίες να είναι δίχως τέλος στην ελληνική πεζογραφία. Όχι μόνον στην πιο ελαφριά εκδοχή της, αλλά και στην άλλη, που μας αφορά περισσότερο. 



                                                                                  Κατερίνα Μαλακατέ


"Ίσως την επόμενη φορά", Κωνσταντίνος Τζαμιώτης, εκδ. Μεταίχμιο, 2017, σελ. 237








Υ.Γ. 42 Και λίγη γκρίνια. Η γλώσσα είναι από τα ατού των βιβλίων του Τζαμιώτη, αλλά αυτή τη φορά ένιωσα στις ερωτικές σκηνές κάπως αποκομμένη. Όσο εγκεφαλικός κι αν είναι ο ήρωας ή ο αφηγητής, "ο σίελος" και "η λαγόνα", δεν μου κολλάνε στο σεξ. 

Απαιτούνται μόλις λίγα λεπτά περιπτύξεων και ο Πέτρος έχει καταπιεί μαζί με τον σίελό της και κάθε επιφύλαξή του. Σύντομα η ένταση των στιγμών θα τον πάει ένα βήμα πιο πέρα· να πώς μοιάζει αυτό που έψαχνε όλα αυτά τα χρόνια, σκέφτεται με όσο μυαλό του απομένει. Αλλά το αποκορύφωμα των αποδείξεων πως η γνωριμία με αυτή τη γυναίκα σημαίνει περισσότερα από όσα εύχεται να του συμβούν ή μπορούσε να φανταστεί βρίσκεται στην κοιλιά της. Όταν φτάνει η στιγμή να της βγάλει το φόρεμα και βλέπει το τατουάζ πάνω απ’ την αριστερή λαγόνα της, τα όρια των προσδοκιών του εξακοντίζονται.


10/1/18

"Αύγουστος", John Williams



Όταν ήμουν στην εφηβεία ο πατέρας μου ολοκλήρωνε τη διδακτορική του διατριβή με τίτλο «Η Ουρολογία στο Βυζάντιο»- ναι ξέρω πώς ακούγεται αυτό αλλά ήταν πριν το σήριαλ σάς διαβεβαιώνω. Στο σπίτι μας κυκλοφορούσαν άπειρα ιστορικά βιβλία, μικροφίλμ, φωτοτυπίες για τη Ρωμαϊκή και τη Βυζαντινή αυτοκρατορία. Κι εγώ ήμουν ευεπηρέαστο νιάτο. Για αυτό αυτή η περίοδος της ιστορίας- ο πατέρας μου ήταν εξαιρετικός ομιλητής κι εγώ το πιο πιστό ακροατήριό του- είναι αυτή που νιώθω πιο κοντά μου, που με συναρπάζει και με ελκύει. 

Από την αρχή λοιπόν, έπιασα τον Αύγουστο του John Williams με μεγάλες προσδοκίες. Ο Αύγουστος είναι το τέταρτο και τελευταίο μυθιστόρημα του John Williams- που έχει γράψει το εκπληκτικό Στόουνερ. Αν δε σκεφτεί κανείς πως το πρώτο του μυθιστόρημα ο Γουίλιαμς το έχει αποκηρύξει, στην ουσία, διαβάζοντας Αύγουστο και Στόουνερ έχεις καλύψει τα 2/3 του έργου του. Κάτι που είναι εντελώς κρίμα, αν με ρωτήσει κανείς. Ο Αύγουστος έτυχε καλύτερης κριτικής αποδοχής από τον Στόουνερ, πήρε και βραβείο, όμως οι πωλήσεις και πάλι ήταν πενιχρές. Λίγο αργότερα ο Γουίλιαμς πέθανε και ξεχάστηκε. 

Πρόκειται για ένα πολυφωνικό, επιστολικό, ιστορικό μυθιστόρημα, εντυπωσιακό τόσο στη σύλληψη όσο και στην εκτέλεση. Αν και ο ίδιος ο συγγραφέας στην εισαγωγή λέει πως «αν υπάρχουν αλήθειες σε αυτό το έργο, είναι μάλλον οι αλήθειες της λογοτεχνίας παρά της Ιστορίας», ο Γουίλιαμς είναι πολύ προσεκτικός και χρησιμοποιεί τα ιστορικά πρόσωπα όπως τους πρέπει. Το κάθε πρόσωπο έχει τη δική του φωνή, τον τρόπο να εκφράζεται αλλά και να βλέπει τα πράγματα. 

Αν και αυτό είναι ένα πολύ διαφορετικό μυθιστόρημα από τον Στόουνερ, ωστόσο κάποια θέματα είναι κοινά και στα δύο. Τον συγγραφέα φαίνεται να τον απασχολεί πολύ η σχέση εξουσίας και ατόμου, το πώς οι περιστάσεις και η εξουσία- η δικιά μας και των άλλων- διαμορφώνουν αυτό που είμαστε. Και πώς η προσωπική μας ζωή- ο έρωτας, η οικογένεια- βάλλεται από τα πρέπει της κοινωνίας και της πολιτικής. 

Στο πρώτο μέρος παρακολουθούμε την αναρρίχηση στην εξουσία του Γάιου Οκτάβιου, ενός μάλλον πληβείου και ασθενικού νεαρού που κερδίζει την συμπάθεια του μεγάλου του θείου Ιούλιου Καίσαρα ο οποίος τον υιοθετεί. Ο Οκτάβιος καταφέρνει να κατατροπώσει τους εχθρούς του, να νικήσει στον εμφύλιο πόλεμο, να κερδίσει ακόμα και τον πιο ισχυρό άντρα της εποχής, τον Μάρκο Αντώνιο και την βασίλισσά του Κλεοπάτρα. Παρ’ όλα αυτά φαίνεται πως είναι ένας άντρας που δεν λαμβάνει ικανοποίηση από την εξουσία και τα πλούτη, ίσως θα προτιμούσε να είναι συγγραφέας ή μελετητής. Οι φίλοι του τον ακολουθούν πιστά από την αρχή, τον λατρεύουν. 

Στο δεύτερο μέρος πρωταγωνιστικό ρόλο παίρνει μια γυναίκα, η κόρη του Αύγουστου, Ιουλία. Ένα κορίτσι που ο πατέρας του το μορφώνει σαν να ήταν αγόρι, αλλά δεν σέβεται την προσωπική του ζωή. Την παντρεύει από πολύ μικρή με βάση πολιτικές σκοπιμότητες. Στην αρχή η Ιουλία το ανέχεται, όμως με τον τρίτο της σύζυγο, παιδί της τρίτης γυναίκας του πατέρας της, αποθρασύνεται. Αρχίζει να έχει εραστές, τη συζητά όλη η Ρώμη. Και τελικά έρχεται η καταστροφή. 

Το μυθιστόρημα διατηρεί έναν μάλλον κρύο και αποστασιοποιημένο ρυθμό καθ’ όλη τη διάρκειά του. Οι πολλές οπτικές γωνίες φωτίζουν τις πλευρές των πραγμάτων, αλλά δυσκολεύουν τον αναγνώστη να ταυτιστεί. Έχει ένα μεγαλείο αυτό, μια αίσθηση που ταιριάζει στον Αύγουστο. Ακόμα κι αν μιλά για τις πιο ανθρώπινες στιγμές του, δεν ξεχνά ποτέ πως πρόκειται για αυτόν τον πανίσχυρο άντρα. Για αυτό και δεν τον αφήνει να μιλήσει ο ίδιος για τον εαυτό του παρά μόνον στο τέλος, όταν ξέρει πως θα πεθάνει. 

Το μυθιστόρημα κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη, που ξέρει και δεν ξέρει την ιστορία: γνωρίζει τα βασικά ιστορικά γεγονότα και πρόσωπα, αλλά η ανάλυση των κινήτρων, των τρόπων, των προσωπικοτήτων είναι τόσο βαθιά, που φαίνεται σαν να διαβάζει μια άλλη καινούργια εκδοχή. Μας έχει μείνει πια μόνο ένα αμετάφραστο βιβλίο του John Williams- αν εξαιρέσει κανείς το αποκηρυγμένο πρωτόλειο. Εύχομαι να είχε γράψει κι άλλα. Από την άλλη, είμαι χαρούμενη, που τελικά κέρδισε τη μάχη με τη λήθη και τον διαβάσαμε. 



                                                                                    Κατερίνα Μαλακατέ



«Αύγουστος», John Williams, μετ. Μαρία Αγγελίδου, εκδ. Gutenberg, 2017, σελ. 523

7/1/18

"Σεμινάρια δημιουργικής γραφής", Αλέξης Πανσέληνος




Προτού να καταλύσετε τη φόρμα, μάθετε να τη χειρίζεστε. Μπορεί να ανακαλύψετε πως δεν χρειάζεται. 

Το μικρό βιβλιαράκι από τις εκδόσεις Κίχλη, «Σεμινάρια δημιουργικής γραφής» του Αλέξη Πανσέληνου περιέχει 48 αποστροφές, γραμμένες όλες στο facebook τον περασμένο χρόνο. Παρακολουθώ μανιωδώς τον Αλέξη Πανσέληνο- για προφανείς λόγους, δεν έχουμε πολλούς ζωντανούς Τιτάνες της ελληνικής λογοτεχνίας που να είναι τόσο προσιτοί και ανθρώπινοι- είχα διαβάσει και τα σαράντα οκτώ, κι ένιωσα πολύ οικεία όταν τα είδα συγκεντρωμένα. 

Όσοι γράφουν μυθιστορήματα το κάνουν γιατί αισθάνονται πως μπορούν. Όσοι δεν μπορούν ισχυρίζονται πως το μυθιστόρημα έχει πεθάνει. 

Ο Αλέξης Πανσέληνος έχει γράψει σπουδαία μυθιστορήματα, είναι ολιγογράφος, δεν μετρά πολλά βιβλία όλα αυτά τα χρόνια, αλλά είναι όλα διαλεχτά. Είναι άνθρωπος δοτικός, με χιούμορ κι έγραψε με παιγνιώδη διάθεση τα μικρά κειμενάκια. Παρά το χαριτωμένο του χαρακτήρα τους, περικλείουν σοφία, ενίοτε δε αλήθειες που οι περισσότεροι συγγραφείς δεν θέλουν να παραδεχτούν ούτε στον εαυτό τους. 

Συχνά θα βρεθείτε αντιμέτωποι με βιβλία που θα σας φανούν δυσνόητα. Πριν απελπιστείτε με τις ανεπάρκειές σας, εξετάστε το ενδεχόμενο ο συγγραφέας να γράφει ανοησίες. 

Το μικρό αυτό βιβλιαράκι έτυχε να είναι το μοναδικό που είχα στην τσάντα μου την μέρα που μπήκα εκτάκτως στο νοσοκομείο. Μου έφερε γούρι. Το προτίμησα για να κάνει ποδαρικό στο blog για το 2018. Γιατί όταν διαβάζουμε συγγραφείς που μας συγκινούν, τους νιώθουμε πάντα κοντά μας. Κι ας μην το ξέρουν, κι ας μη χρειάζεται να το μάθουν ποτέ. 

Το κοινό που θα αγαπήσει τα βιβλία σας θα σας μοιάζει. Αν δεν έχετε σαφή εικόνα του εαυτού σας, γνωρίστε τους αναγνώστες σας. 


                                                                        Κατερίνα Μαλακατέ




"Σεμινάρια δημιουργικής γραφής", Αλέξης Πανσέληνος, εκδ. Κίχλη, 2017, σελ.58








Υ.Γ. 42 Οι άξιοι τεχνίτες είναι άνθρωποι καταδεκτικοί γιατί η τέχνη τούς έχει διδάξει την ταπεινότητα. Η πόζα είναι η στάση των ασήμαντων που πιστεύουν πως είναι πιο σπουδαίοι από αυτό που υπηρετούν.