Σελίδες

29/7/22

"Λατρεία", Hannah Kent

 




Υπάρχουν κάποιοι συγγραφείς -λίγοι- που ξέρεις με το πρώτο πως σου ταιριάζουν, πως θα τους ακολουθείς στα χρόνια που θα έρθουν και θα διαβάζεις ό,τι γράψουν. Αυτό μου συνέβη όταν διάβασα πρώτη φορά τα Έθιμα ταφής της Χάνα Κέντ, ήξερα πως ποτέ δεν θα με απογοητεύσει, κι ας ήταν τότε πολύ μικρή ηλικιακά και άγνωστη. Η πεποίθησή μου εδραιώθηκε με τους Καλούς, που έμοιαζαν σε κάποια σημεία με τα Έθιμα ταφής. Και τώρα έχουμε τη Λατρεία.

Ενδιάμεσα άκουσα την Κεντ να μιλάει ζωντανά για τη λογοτεχνία και τα βιβλία της, για τη ζωή της και την κοσμοθεωρία της -μια νεαρή γυναίκα να μιλά με την ωριμότητα σοφής- και βεβαιώθηκα: μου ταιριάζει. Θα μου πεις είναι απαραίτητο; Πόσες φορές γνωρίσαμε συγγραφείς που αγαπάμε από κοντά και διαφωνήσαμε σφόδρα; Δεν είναι απαραίτητο. Είναι όμως ευτυχής η συγκυρία, όταν η συγγραφέας σε μαγεύει και ως ομιλήτρια.

Πρωταγωνίστρια στη Λατρεία είναι η Χάνε Νουσμπάουμ, ένα δεκαπεντάχρονο κορίτσι που ζει μαζί με την οικογένειά της το 1836 σε μια κοινότητα Παλαιολουθηριανών στο Κάι της Πρωσίας. Προκειμένου να αποφύγουν τις διώξεις για την πίστη τους, όλη η κοινότητα μαζί αποφασίζει να μεταναστεύσει και να πάει στη Νότια Αυστραλία. Όσο η Χάνα ζει ακόμα στο Κάι, αποκτά μια νέα φίλη, την Τέα. Και η αγάπη τους ανθίζει. Μια αγάπη διαφορετική από των άλλων κοριτσιών, που ούτε και οι ίδιες μπορούν πλήρως να προσδιορίσουν, αλλά σιγά σιγά αρχίζει να ορίζει όλη τους την ύπαρξη.

Όλα όσα ήξεραν η Χάνα και η Τέα ανατρέπονται στο εξάμηνο ταξίδι για την Αυστραλία στα έγκατα της Κίρκης, ενός σαπιοκάραβου. Το πλοίο είναι πολύ μικρό για τόσους ανθρώπους, το φαγητό ελάχιστο, οι ασθένειες και οι κίνδυνοι πολλοί. Δεν είναι λίγοι αυτοί που θα χαθούν σε αυτή την προσπάθεια, ούτε τα πράγματα θα είναι ρόδινα όταν φτάσουν. Βεβαίως ούτε οι ίδιοι, ως άποικοι, θα φερθούν καλά στις ιθαγενείς φυλές που ζουσαν εκεί εκατοντάδες χρόνια. 

Η Λατρεία είναι ένα μυθιστόρημα για τη ζωή και τον θάνατο, αλλά κυρίως για το θαύμα της πίστης και της αγάπης. Μια περίεργη ιστορία αφοσίωσης (Devotion είναι ο αγγλικός τίτλος, αν και βέβαια υπάρχουν λόγοι που στα ελληνικά μετατράπηκε σε Λατρεία). Η κοινότητα των Παλαιολουθηριανών είναι φτωχή, αγροτική και κοινοτροφική, προσκολλώνται ο ένας στον άλλον, πιστεύουν άκαμπτα για την αλήθεια της δικής του πίστης. Είναι δουλευτάδες και αγαπούν την οικογένειά τους. Δεν είναι φυσικά ανεκτικοί σε μια queer αγάπη, όπως αυτή των κοριτσιών, όμως στην πραγματικότητα δεν μπορούν και να την αποτρέψουν, ο έρωτας δεν ρωτά. Το βιβλίο δεν είναι τυχαία αφιερωμένο στη γυναίκα της Χάνα Κεντ και τα δυο τους παιδιά.

Η συγγραφέας δεν δίστασε να κάνει αυτό που δεν κάνει κανένας γραφιάς, στη μέση του βιβλίου της. Δεν μπορώ να σας αποκαλύψω τι, πρέπει να έχετε τη χαρά να το ανακαλύψετε μόνοι. Κι αφού το έκανε, δεν έχασε τη συγγραφική της δύναμη, κατάφερε να το φέρει σε πέρας, να χρησιμοποιήσει τη μεταφυσική προς το συγγραφικό της όφελος, και τελικά να βγει αφηγηματικά πιο δύνατη. Αυτό το βιβλίο, που έχει ιστορικό υπόβαθρο όπως και τα άλλα δυο, δεν τους μοιάζει. Πάει τη λογοτεχνική της υπόσταση του ένα βήμα παραπέρα.  

Το κείμενο έχει λυρικά κομμάτια, ειδικά όσον αφορά τις εικόνες και τη φύση, που κανονικά θα με ξένιζαν, αλλά εδώ είναι οργανικό κομμάτι της ιστορίας. Η αφηγήτρια αφήνεται, δεν δημιουργεί γωνίες και αιχμές, μόνον κύκλους και κύματα, στο πώς χειρίζεται την ιστορία, στο πώς γυρίζει ξανά και ξανά στα αισθήματα των κοριτσιών. Δεν τη νοιάζει με λίγα λόγια να μιμηθεί μια γραφή που μοιάζει "αντρική", σφιχτή και κοφτή. Πρόκειται για μια ιστορία γραμμένη από γυναίκα, με πρωταγωνίστριες γυναίκες, που αφορά την αγάπη γυναικών, αλλά θα την απολάυσουν όλοι οι αναγνώστες ανεξαρτήτως φύλου. Κι αυτό είναι μεγάλο κέρδος.  

Έχουν περάσει κάποιες μέρες από το πέρας της ανάγνωσης κι ακόμα δεν ξέρω που θα καταλήξει μέσα μου η Λατρεία, σε κάποια σημεία ήταν πραγματικά ιδιόμορφη, ίσως να μου άρεσε πιο πολύ κι από τα Έθιμα ταφής. Ή μπορεί τα Έθιμα να παραμείνουν πάντα πρώτα στην αναγνωστική καρδιά μου. Με σιγουριά πάντως είναι ένα μυθιστόρημα που αγάπησα όσο το διάβασα, με άγγιξε βαθιά, που το αναμασώ τώρα που τελείωσε. Κι ας σοκαρίστηκα στην μέση του, κι ας απογοητεύτηκα για μια στιγμή, θα το θυμάμαι για καιρό.


                                              Κατερίνα Μαλακατέ


"Λατρεία", Χάνα Κεντ, μτφ. Άγγελος Αγγελίδης και Μαρία Αγγελίδου, εκδ. Ίκαρος, 2022, σ. 517



18/7/22

"Πάπυρος", Irene Vallejo






Ο Πάπυρος της Irene Vallejo *δεν* είναι ένα δοκίμιο με ακαδημαϊκές αναφορές για την ιστορία του χαρτιού και του βιβλίου, όπως θα περίμενε κανείς διαβάζοντας το βιογραφικό της συγγραφέα (η  Vallejo σπούδασε Κλασική Φιλολογία και πήρε το διδακτορικό της από τα Πανεπιστήμια της Σαραγόσα και της Φλωρεντίας). Ούτε φυσικά μια ανατύπωση του διδακτορικού της, που είχε ακριβώς αυτό το θέμα. Είναι ένα βιβλίο γεμάτο ιστορίες και αφηγήσεις, περισσότερο για τα παραλειπόμενα, παρά για την ίδια την ιστορία, του βιβλίου. Ένα κείμενο γραμμένο από μια χτυπημένη αναγνώστρια, «δικιά» μας. Στα βιώματά της, από το bullying στο σχολείο και το καταφύγιο στο διάβασμα, μέχρι τις διακειμενικές αναφορές της, ώρες ώρες αναγνώριζα εμένα, κι ας μας χωρίζουν τόσα πολλά. Σαν να είναι η ανάγνωση ένας κοινός τόπος. Η πατρίδα μας.

Η ιστορία που αφηγείται η Vallejo ξεκινά από πολύ παλιά. Με συνεχή ζιγκ ζαγκ και άλματα στον χρόνο και στον τόπο στήνει μπροστά στα μάτια μας, τα πρώτα έπη, τα πρώτα αλφάβητα, μιλά για το πως χρειάστηκε μόνον ένας άνθρωπος για να φτιαχτεί το ελληνικό αλφάβητο από το φοινικικό και από αυτά όλα τα αλφάβητα του κόσμου. Και επικεντρώνεται στην φανερά μεγάλη της αγάπη, στην Ελληνιστική περίοδο, τότε που, ο Μ. Αλέξανδρος και οι επίγονοί του, έκαναν την κοινή Ελληνική μια παγκόσμια εσπεράντο.

«Μερικές φορές ο καλύτερος τρόπος για να ανακαλύψεις νέους δρόμους είναι να ξέρεις τους κλασικούς»

Αυτή η φράση συμπυκνώνει την ιστορία των βιβλίων. Τα παλιότερα βιβλία μπορούν να μας σώσουν (έχει μια φοβερή ιστορία για το Νταχάου), και να γεννήσουν τα επόμενα, που θα σώσουν κι άλλους. Η συγγραφέας αγαπά με τρέλα τις βιβλιοθήκες, τα βιβλιοπωλεία, τους βιβλιοπώλες, γράφει με την ίδια ευκολία για τον Πλάτωνα, τα πρώτα έπη, τη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, την Κλεοπάτρα και το Φαρενάιτ 451. Όλα μπλέκονται πολύ γλυκά και φτιάχνουν ένα ανάγνωσμα μαυλιστικό, γεμάτο χιούμορ, που δεν το αφήνεις, ακόμα κι αν πολλά από αυτά που αφηγείται, είναι για μας τους Έλληνες πολύ γνωστά και οικεία. Νομίζω πως η στιγμή που λάτρεψα το βιβλίο ήταν το αστείο για τον Πλάτωνα. Ο ίδιος δεν πίστευε πως πρέπει να έχουν πρόσβαση όλοι οι μαθητές σε όλα τα βιβλία. Ε, και τώρα, 2500 χρόνια μετά, τα δικά του βιβλία βγαίνουν από τα αμερικάνικα σχολεία, λόγω της πολιτικής ορθότητας.

Η Vallejo είναι αισιόδοξη για το μέλλον της ανάγνωσης και της μυθοπλασίας. Δεν την τρομάζουν οι αλλαγές, τα audiobooks και τα e-books. Ξέρει πως η ουσία είναι άλλη, βρίσκεται μέσα στα ίδια τα κείμενα και τις ιστορίες. Και υπονοεί και κάτι ακόμα εξίσου σημαντικό, πως η ανάγνωση δεν μας κάνει κατ’ ανάγκη καλύτερους ανθρώπους. Μα αυτό δεν έχει σημασία. Τα βιβλία μας κάνουν αυτό που είμαστε.


                                          Κατερίνα Μαλακατέ



"Πάπυρος", Irene Vallejo, Κλεοπάτρα Ελαιοτριβιάρη, εκδ. Μεταίχμιο, 2022, σ. 543






Η Irene Vallejo και η Κλεοπάτρα Ελαιοτριβιάρη στην Λέσχη ανάγνωσης για τον Πάπυρο, όπου συμμετείχε και η Λέσχη του Booktalks, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ LEA




13/7/22

"Σταυροδρόμια", Jonathan Franzen





Στα Σταυροδρόμια, ο Φράνζεν γίνεται ξανά ο υπέροχος εαυτός του, αφήνει στην άκρη όλα όσα "μίκραιναν" τα προηγούμενά του βιβλία, αίρεται ξανά στο ύψος των Διορθώσεων. Και πιθανότατα, αν ακολουθήσουν και τα άλλα δυο βιβλία, αυτά που θα αποτελέσουν το «τρίο των μυθιστορημάτων», όπως τους αρέσει να λέει, κι όχι την Τριλογία, για την οικογένεια Χίλντερμπραντ, να ξεπεράσει τις Διορθώσεις.

Ο συγγραφέας εδώ, χωρίς να νοιάζεται να «καλλωπίσει» το κείμενο ή να γίνει κοινωνικά καταγγελτικός, γράφει μια φοβερή «family saga», από αυτές που δεν ξεχνάς. Βυθίζεσαι στους χαρακτήρες του πολύ γρήγορα, που κατά την προσφιλή του συνήθεια τους κάνει όλους πρωταγωνιστές, γιατί γράφει με ρυθμό που δεν σε αφήνει να τον αφήσεις. Αυτός ο ρυθμός δεν διαταράσσεται ακόμα κι όταν αλλάζει εστίαση και μας λέει την ιστορία από τα μάτια ενός διαφορετικού ήρωα.

Ο Ρας είναι αναπληρωτής ιερέας της «Πρώτης Μεταρρυθμισμένης» στο φανταστικό «Νιου Πρόσπεκτ», ένας άντρας γύρω στα πενήντα, με τέσσερα παιδιά, που έχει βαρεθεί τη γυναίκα του τη Μάριον και κυνηγάει την πεταχτούλα χήρα ενορίτισσα Φράνσις Κορτέλ. Η Μάριον πάλι, που στην αρχή την βλέπουμε μέσα από τα μάτια του Ρας και νομίζουμε πως είναι μια χοντρή και παραιτημένη νοικοκυρά, αποδεικνύεται πως παλεύει με τα δικά της σκοτάδια, που είναι βαθύτερα και σημαντικότερα όλων. Τα παιδιά τους έχουν κι αυτά θέματα, ο μεγαλύτερος, ο Κλεμ, γνωρίζει τον σαρκικό έρωτα με μια κοπέλα και τελικά αποφασίζει για ηθικούς λόγους να παρατήσει το Κολλέγιο, να διακόψει την αναβολή του και να πάει στο Βιετνάμ. Η Μπέκι, η δεύτερη στη σειρά, είναι μια δημοφιλής κοπέλα, που συμπεριφέρεται λες και όλος ο κόσμος της ανήκει, κλέβει τον άντρα μιας άλλης γυναίκας, κληρονομεί την σνομπ θεία της. Και ο Πέρι, αυτός είναι μάλλον ο πιο σκοτεινός κι ενδιαφέρων χαρακτήρας είναι μια ιδιοφυία που κάνεις δεν της δίνει σημασία, και καταλήγει να πουλάει ναρκωτικά. Και τα «Σταυροδρόμια»; Είναι η ομάδα νέων της εκκλησίας της οποίας ηγείται ο θανάσιμος εχθρός του Ρας, ο Ρικ Άμπροοουζ, ένας χαρισματικός κληρικός με την νεολαία, που κάνει τον Ρας να αισθάνεται παλιός κι ανεπαρκής. Στα Σταυροδρόμια ανήκουν τόσο η Μπέκι, όσο κι ο Πέρι. Η Μπέκι γιατί κυνηγάει τον γνωστό γκόμενο, ο Πέρι γιατί θα ήθελε να κόψει τα ναρκωτικά.

Την ιστορία την μαθαίνουμε διαδοχικά από τα μάτια καθενός τους, η πρώτη μας εντύπωση καταρρίπτεται, κυκλικά και μεθοδικά, οι θύτες γίνονται θύματα και πάλι από την αρχή. Οι ήρωες μοιάζουν βαρετοί και εγωκεντρικοί, όσο μαθαίνουμε όμως την ιστορία τους, ταυτιζόμαστε, με τις καλές και με τις κακές πτυχές τους. Ναι, δεν είναι κακή η ταύτιση, ούτε δείχνει «πρωτάρη αναγνώστη», τουναντίον, μέσω της ταύτισης λειτουργεί όλη η τέχνη. Δεν διαβάζουμε βιβλία φιλολογικά, για να εντοπίσουμε τα υπέρ και τα κατά του συγγραφέα ή τις προθέσεις του, τα διαβάζουμε και για να νιώσουμε, διαφορετικά θα γράφαμε και θα διαβάζαμε μόνον δοκίμια.

Ο Φράνζεν βρίσκεται σε μεγάλη φόρμα. Γλωσσικά το βιβλίο πάσχει, όμως σύντομα το αγνοείς γιατί σε παρασύρει σε έναν φρενήρη ρυθμό. Ένα ρυθμό που δεν χάνει τα βασικά θέματα, το Αμερικάνικο όνειρο, την ανάγκη για προσωπική ευτυχία, το τραύμα που εμποδίζει όλη τη ζωή, το πώς είναι να γίνεσαι αόρατος μέσα σε μια μακροχρόνια σχέση. Μιλά για το Βιετνάμ, για την κοινότητα των μαύρων, για τους Ναβάχο, εστιάζει στις γυναίκες, έχει ένα σπαρακτικό κομμάτι για τις εκτρώσεις, στήνει όλο το βιβλίο γύρω από μια θρησκευτική νεολαία, αλλά δεν ασχολείται καθόλου με τα θεολογικά. Αυτή η τελευταία επιλογή είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Οι ήρωες του βρίσκουν ή χάνουν τον Θεό τους ενώ προέρχονται από μια οικογένεια με πατέρα πάστορα, κι αυτό, ενώ επηρεάζει τη ζωή τους για πάντα, φαίνεται να γίνεται μέσα σε μια στιγμή.

Ομολογώ πως ξεκίνησα τα Σταυροδρόμια πολύ διστακτικά, ο όγκος τους ήταν αποτρεπτικός και σκεφτόμουν πως πιθανότατα θα είναι ένα μέτριο μυθιστόρημα, όπως τα τελευταία του Φράνζεν. Είχα άδικο, αυτό τον βάζει ξανά στο Πάνθεον των Αμερικανών συγγραφέων, εκεί κοντά στον Ροθ και τον Ντελίλο, που ίσως κάποιοι είχαν βιαστεί να τον τοποθετήσουν στη νεότητά του. Θα περιμένω με λαχτάρα τα επόμενο βιβλία του «τρίο».


                         Κατερίνα Μαλακατέ


"Σταυροδρόμια", Τζόναθαν Φράνζεν, μετ. Γ.Ι. Μπαμπασάκης, εκδ. Ψυχογιός, 2022, σ. 709











Υ.Γ. 42 Διάβασα το βιβλίο σε μια "προέκδοση" ειδικά για βιβλιοπώλες, χωρίς επιμέλεια και τυπογραφική διόρθωση, και για αυτό δεν μπορώ να μιλήσω για τη μετάφραση. Φαντάζομαι πως οι αστοχίες θα έχουν διορθωθεί στο επιμελημένο κείμενο.