Σελίδες

25/12/10

Το τέλος του χρόνου καθυστέρησε ή μια τεράστια, υπέροχη χρονιά

Σπανίως με πιάνει διάθεση απολογισμού. Η πρώτη του χρόνου δεν ήταν για μένα ποτέ καλή αφορμή για αποφάσεις - εξάλλου «ξεκινάω δίαιτα» κάθε Δευτέρα- δεν έχω ανάγκη την Πρωτοχρονιά. Φέτος όμως το κουτάκι με τις αναμνήσεις ανοίγει σαν εκείνο το παιχνίδι με το ελατήριο και πετάγεται από μέσα ο φασουλής. Ή το σκιουράκι. Αυτό το χρόνο έγραψα και διάβασα λιγότερο από κάθε άλλο. Στις αρχές του ήμουν βαριά έγκυος, στη μέση του ήμουν λεχώνα, τώρα είμαι μια εργαζόμενη μωρομάνα. Αυτό όμως που κατάλαβα είναι πως το «Δεν έχω χρόνο, γι’ αυτό δεν διαβάζω» είναι απλά μια δικαιολογία. Γιατί ακόμα κι έτσι, διάβασα πάνω από το μέσο Έλληνα πολίτη, μη σας πω πάνω από το μέσο Έλληνα αναγνώστη.

Κοιτώντας τις αναρτήσεις της χρονιάς συνειδητοποιώ πως διάβασα ωραία βιβλία. Αριστουργηματικά, όπως η "Πείνα" του Χάμσουν και τα "Κρυστάλλινα Σύνορα" του Φουέντες, υπέροχα μυθιστορήματα που αξίζει να διαβαστούν σαν το «Η σκιά του Ανέμου» του Θαφόν, το «Ο Άγγελος της Πείνας» της Μύλερ , το «Νεκροταφείο Πιάνων»  του Πεισότο και τις «Διορθώσεις» του Φράνζεν. Μου έλειψε ο περίπατος στα βιβλιοπωλεία, η ξεγνοιασιά και το χάζεμα στις εκθέσεις και τα ράφια. Μου έλειψε ο ύπνος και ο χρόνος. Αλλά δεν μου έλειψε η δίψα για ανάγνωση, η ανάγκη για επαφή με έναν άλλο κόσμο. Με ένα ΄Αρλεκιν ξεχνιέμαι, ή κάπως έτσι. Με ένα βιβλίο χάνομαι και ο μόνος τρόπος για να ξανακοιμηθώ τις νύχτες όταν με ξυπνάει ο σκιου να αναμασήσω μια πλοκή, δική μου ή ξένη, να μπω σε μια ιστορία και να ξεκινήσω εγώ το επόμενο όνειρο.

19/12/10

"Νότια των συνόρων, δυτικά του ήλιου", Haruki Murakami



Δυο φορές ξεκίνησα την ανάρτηση για το βιβλίο του αγαπημένου μου Χαρούκι Μουρακάμι "Νότια των συνόρων, δυτικά του ήλιου" και τις δυο μου βγήκε ένα γλυκανάλατο πράγμα που θα ταίριαζε σε κάποιο γυναικείο ευπώλητο κι όχι σε μυθιστόρημα ενός από τους σπουδαιότερους συγγραφέα των καιρών μας. Κι αυτό γιατί ο Μουρακάμι ξέρει να πει καλά μια ερωτική ιστορία ενώ ταυτόχρονα λέει και δυο τρία πραγματάκια για τη ζωή, σημαντικά, απλά, απλούστατα, που στα περνάει ύπουλα όσο παρακολουθείς την πλοκή και σε νοιάζει τί θα γίνει παρακάτω.

Ο Χατζίμε γνωρίζει την Σιμαμότο, όταν είναι και οι δυο δώδεκα χρονών. Ταιριάζουν απόλυτα, καταλαβαίνονται, μετά χάνονται. Έκτοτε δεν υπάρχει γυναίκα που να συγκριθεί με την μαγική ουσία της Σιμαμότο, με αυτό που είναι ο Χατζίμε και είναι κι εκείνη. Ο πρώτος του πραγματικός έρωτας καταλήγει βαθιά πληγωμένος συγκρινόμενη με το φάντασμά της, το ίδιο κι η γυναίκα και τα παιδία του, όταν η Σιμαμότο στα 37 τους επανεμφανίζεται.

Βιβλίο εκπληκτικής ατμόσφαιρας και με αυτήν την υποβλητική, καθάρια γραφή του Ιάπωνα συγγραφέα που συγκλονίζει. Σε κάνει να ερωτευτείς εκείνον κι όχι τους ήρωες του, γιατί κάθε σελίδα που διαβάζεις το ξέρεις πως την έγραψε αυτός.

12/12/10

"Graffito", Παύλος Μάτεσις



Ένα ευφυολόγημα είναι το”Graffito” του Παύλου Μάτεσι, που έχει ένα κάποιο ενδιαφέρον όταν ξεκινά αλλά καταλήγει βαρετό, βαρετό περίπου όσο ο θάνατος και ο παράδεισος. Μυθιστόρημα αυτοχαρακτηρίζεται κάτω από τον τίτλο του το βιβλίο, αλλά εγώ μυθιστόρημα δίχως πλοκή και κεντρικό ήρωα δεν ξαναείδα, οπότε μάλλον γράψτε λάθος. Όλα ξεκινούν και δυστυχώς τελειώνουν όταν πέφετι ένας αστικός λοιμός που σκοτώνει αρχικά τους Εθνοπατέρες, μετά τους βολεμένους, μετά τους αστούς. Ωραία ιδέα, κακή εως ανύπαρκτη εκτέλεση.

Υπέμεινα τα ασυνάρτητα επεισόδια τούτου του λοιμού, γιατί φανταζόμουν πως κάτι τις θα υπήρχε στο τέλος. Εις μάτην. Το βιβλίο θα είχε νόημα ως σάτιρα αν είχε κάποιον ήρωα ή έστω έναν αφηγητή. Δεν έχει τίποτα από τα δυο, συνεχείς περιγραφές μια κατάστασης που όπως την ακούς, όπως την φαντάζεσαι, έτσι μενει, στην επιφάνεια και στη ρηχότητά της. Φαντάζομαι πως η ιδέα από μόνη της - όχι τίποτα το πρωτότυπο έτσι κι αλλιώς-  θα έφτανε για ένα εξαιρετικό πολιτικό  χρονογράφημα. Αλλά ως εκεί.

7/12/10

"Οι διορθώσεις", Jonathan Franzen


Εκπληκτικό βιβλίο, που δεν θα ανακάλυπτα αν μια καλή διαδικτυακή μου φίλη και παλιά συμμαθήτρια δεν διατηρούσε αυτό το μπλογκ, είναι «Οι Διορθώσεις» του Τζόναθαν Φράνζεν. Προσπάθησα να το βρω στα Αγγλικά, δεν το βρήκα και το διάβασα στην ελληνική μετάφραση που μου φάνηκε αξιοπρεπής.

Το μυθιστόρημα ακολουθεί την ιστορία της οικογένειας Λάμπερτ. Βλέπουμε επεισόδια από το γάμο των γονιών, την παιδική ηλικία των παιδιών αλλά ταυτόχρονα έχουμε σαφή άποψη για το πώς είναι η ζωή του καθενός όταν τόσο τα παιδιά όσο και οι γονείς μεγαλώνουν. Ο συγγραφέας κατορθώνει έτσι μέσα από μια και μόνη οικογένεια να ενσωματώσει τόσα πολλά από τα στοιχεία των Αμερικανών.

Οι γονείς συντηρητικοί, με τις παραξενιές τους. Η μητέρα νοιάζεται για το τί θα πει η γειτόνισσα, για την καλή της κρουαζιέρα και τα καλά της τα ομόλογα, θέλει την οικογένεια λυσσασμένα μαζί, αλλά παράλληλα λέει ψέματα στην εν λόγω γειτόνισσα όταν η ζωή των παιδιών της δεν ικανοποιεί τη φαντασία της. Ο πατέρας, λίγο ρατσιστής από συνήθεια, άνθρωπος αποτραβηγμένος από την αρχή από τους άλλους, όμως ταυτόχρονα άμεσα εξαρτημένος από αυτούς. Δεν απλώνει το χέρι για να χαϊδέψει, κι όμως όλοι τον νοιάζονται. Τον νοιάζει να κατορθώνει να φτιάχνει πράγματα με τα χέρια και να καταλαβαίνει τον κόσμο γύρω του. Παθαίνει Πάρκινσον και άνοια.

Ο πρωτότοκος Γκάρυ εκπληρώνει το Αμερικάνικο όνειρο με το μεγάλο σπίτι, τα καλά λεφτά, την φιλάνθρωπη γυναίκα και τα 3 παιδία και θα έπρεπε να είναι το καμάρι της μάνας του. Μα δεν είναι. Ο δεύτερος Τσιπ, διανοούμενος και τρελός γυναικάς, καταφέρνει να απολυθεί λόγω σεξουαλικού σκανδάλου από το Κολέγιο στο οποίο δούλευε ως καθηγητής και να μπλέξει σε μια απίστευτη ιστορία στην Λιθουανία. Τέλος η Ντενίζ, όμορφη μαγείρισσα που θέλει σε όλα να είναι πρώτη, είναι εξίσου καλή και υποταγμένη κόρη με τον Γκάρυ, το ίδιο σεξουαλικά αδηφάγα με τον Τσιπ. Κεντρική, η επιθυμία της μάνας να βρεθούν όλοι μαζί για τα Χριστούγεννα.

Σπάνια έχω βρεθεί σε τόσο αριστοτεχνικά μπλεγμένο κουβάρι πλοκών και χαρακτήρων, που οι βάσεις τους μας δίνονται από την παιδική ηλικία αλλά παραμένουν φρέσκοι, σε στιγμές αψυχολόγητοι, σε όλο το βιβλίο. Αυτό που ξεχωρίζει είναι ο παλμός μιας ολόκληρης νοοτροπίας, όχι μιας, πολλών, που συνυπάρχουν και μάλιστα απορρέουν η μια από την άλλη, που μαζί φτιάχνουν μια οικογένεια και μια χώρα αντιθέσεων και συνθέσεων. Όλα τα παιδιά των Λάμπερτ εξάλλου αποφασίζουν να μετακομίσουν από τα μεσοδυτικά.

Η εναλλαγή στην αφήγηση βοηθά να μην γίνουν κουραστικές οι 764 σελίδες του βιβλίου. Η γραφή ρέει και δεν συνειδητοποιείς καν πως πέρασαν οι μέρες που χρειάζονται για να διαβαστεί. Όπως καταλάβατε, ό,τι και να γράψω, κάτι θα λείπει, είναι από αυτά τα μυθιστορήματα που απλώς πρέπει να διαβαστεί.