27/12/24

Εξ αίματος, Octavia Butler



https://www.booktalks.gr/logotexnia-tou-fantastikou/fantasy/eks-aimatos.html


Με μια σοκαριστική σκηνή ξεκινά το Εξ αίματος της Οκτάβια Μπάτλερ, μια γυναίκα ξυπνά στο νοσοκομείο χωρίς αριστερό χέρι. Ο άντρας της είναι στη φυλακή, υποψιάζονται πως της το έκανε αυτός. Πολύ γρήγορα όμως, αρχίζουμε να καταλαβαίνουμε πως κάτι άλλο συμβαίνει. Κι εκεί πρέπει να επιστρατεύσουμε όλη την αναγνωστική μας δύναμη, να μην είμαστε δύσπιστοί, και να αφεθούμε στα χέρια αυτής τη σπουδαίας συγγραφέως. Γιατί η 27 χρονη Ντέινα, που ζει στο 1978, και είναι είναι αφροαμερικανή, τηλεμεταφέρεται στο 1815 και στον αμερικάνικο νότο, κάθε φορά που ο λευκός προπροπάππους της και αφέντης της προπρογιαγιάς της, Ρούφους, κινδυνεύει. Εκείνη πρέπει να τον σώσει, για να μην χαθεί η γενιά της, για να γεννηθεί η προγιαγιά της. Για να υπάρξει. Μόνο που, το 1815, μια αφροαμερικανή στο Μέριλαντ είναι σκλάβα ή πιθανότατα σκλάβα. Πρέπει να φροντίσει να επιβιώσει κι η ίδια.

Το ταξίδι στον χρόνο και η παραδοχή πως όταν είναι εκεί η Ντέινα περνάνε χρόνια ή μήνες, ενώ όταν γυρίζει στον 20ο αιώνα έχουν περάσει μόλις λίγα λεπτά ή λίγες μέρες είναι τα μόνα στοιχεία επιστημονικής φαντασίας. Έτσι, θα ήταν μάλλον άστοχο να το κατατάξουμε στην ε.φ. και να ξεμπερδεύουμε. Θα μπορούσαμε να το πούμε ιστορικό, αλλά δεν είναι απόλυτα ακριβές. Στην ουσία, ανήκει σε αυτό που ονομάζουμε neo-slave narratives, τις αφηγήσεις δηλαδή των αφροαμερικανών- fiction και non-fiction- που δεν υπήρξαν οι ίδιοι σκλάβοι, είναι απόγονοι σκλάβων.

Η Οκτάβια Μπάτλερ είναι η πρώτη γυναίκα που καθιερώθηκε δίπλα στους Grand masters της επιστημονικής φαντασίας, πήρε τα μεγαλύτερα βραβεία του είδους και θεμελίωσε το υποείδος που ονομάζουμε afro-futurism, αυτή την επιστημονική φαντασία με πρωταγωνιστές εκπροσώπους της μαύρης ανθρώπινης φυλής. Το Εξ αίματος όμως είναι βιβλίο κληρονομιάς, και ταυτότητας, τόσο σε θέματα φυλής, όσο και σε θέματα φύλου, είναι μυθιστόρημα ενηλικίωσης, μια ιστορία για το τέλος των ψευδαισθήσεών της Ιστορίας∙ η δουλεία δεν είναι πίσω μας παρά μόνον όταν μιλάμε για αυτή, όταν αποδεχτούμε το διαγενεακό τραύμα και δεν το κρύβουμε σαν να μην έγινε ποτέ, ή να θεραπεύτηκε ως διά μαγείας με λίγη ασπιρίνη.

Η Μπάτλερ δεν διστάζει να μας δείξει τη φρικτή πλευρά, τις σπασμένες οικογένειες, το πώς είναι να μην ορίζεις το κορμί και τη ζωή σου, τα μαστιγώματα, τους ακρωτηριασμούς και τα σκυλιά. Για την ίδια, αυτό μπορεί τη δεκαετία του ‘70 να έμοιαζε κάπως μακρινό, αλλά αυτοί που τα υπέστησαν ήταν πολύ κοντινοί της πρόγονοι, οι παππούδες και οι προπαππούδες της. Δεν έπρεπε να ξεχάσει, γιατί τότε θα έχανε ένα μέρος της κορμιού της, ίσως το αριστερό της χέρι, ένα μέρος της ταυτότητας της, που πατούσε στον 20 αιώνα φυσικά, αλλά είχε ρίζες βαθιές και στον 19ο. Η ίδια, που έγραψε αυτό το βιβλίο πολύ μικρή, πάντα δήλωνε πως διάβασε πάρα πολλά slave narratives, αφηγήσεις δηλαδή ανθρώπων που υπήρξαν δούλοι, και αναγκάστηκε να μειώσει τη φρίκη για να κάνει το βιβλίο πιο εύκολα προσεγγίσιμο. Αυτά που συνέβαιναν στον αμερικάνικο νότο ήταν ακόμα χειρότερα από τη βία και το αίμα στο βιβλίο.

Πίσω στο βιβλίο, η Ντέινα είναι παντρεμένη με τον Κέβιν, έναν άντρα λευκό και 15 χρόνια μεγαλύτερό της. Έναν άντρα που δεν είναι ρατσιστής, όμως πρέπει να μεταφερθεί για πέντε χρόνια στο Μέριλαντ στις αρχές του 19ου αιώνα για να καταλάβει πλήρως την κληρονομιά της γυναίκας του, αλλά και όλων των Αμερικανών, λευκών, μαύρων και μιγάδων. Για αυτό κι ο τίτλος είναι Kindred, το «σόι μας, η γενιά μας, οι συγγενείς μας», όλη η Αμερική είναι συγγενής - μαύρη και Λευκή. Λευκός είναι ο προπροπάπους της Ντέινα, ο Ρούφους, ο Αφέντης. Όλη η Αμερική είναι μικτής φυλής, κι όμως ακόμα το 1978 τα μικτής φυλής ζευγάρια θεωρούνται αξιοπερίεργα.

Πρόκειται για ένα πολυεπίπεδο κείμενο που δεν παίρνει τίποτα ως δεδομένο, γιατί η συγγραφέας του ξέρει με σιγουριά, πως είναι διαφορετικό να παλεύεις και να κάνεις επιλογές από προνομιούχα θέση, και τελείως διαφορετικό χωρίς να έχεις δικαίωμα επιλογής, να μάχεσαι ξέροντας πως θα ηττηθείς. Τουλάχιστον σε προσωπικό επίπεδο. Η Μπάτλερ λέει πως  το έγραψε ακούγοντας στους κύκλους της νεαρούς μαύρους και μαύρες, να λένε πως ίσως δεν ήταν και τόσο άσχημα να είσαι σκλάβος, να σε θρέφουν και ασχολούνται άλλοι με το πρόβλημα της στέγης και της δουλειάς σου. Και τότε κατάλαβε πως η αποστροφή που ένιωθε για τη μητέρα της, που έκανε ένα σωρό δουλειές του ποδαριού, και δεχόταν ένα σωρό ταπεινώσεις, για να έχει η ίδια τα εχέγγυα να σπουδάσει και να ξεφύγει, ήταν ντροπιαστική. Η μητέρα της πάλευε έναν αγώνα άνισο και για την ίδια ατελέσφορο. Πάλευε για τους επόμενους, για το παιδί της.

Η ιστορία μας δεν είναι μόνον προσωπική, αποτελεί μέρος της ιστορίας της ανθρωπότητας. Εμείς είμαστε μέρος του όλου. Και η κληρονομιά μας, μια παρτίδα όχι μόνο με το παρελθόν αλλά και το μέλλον. Και αν νομίζεις πως οι πρόγονοί σου ήταν παθητικοί γιατί δεν ενώθηκαν, δεν αντιστάθηκαν, δεν επαναστάτησαν, αρκούν λίγες μέρες για να βρεθείς στη φρίκη τους, για να καταλάβεις, πως ο αγώνας τους ήταν πρωτίστως επιβίωσης. Για αυτό η πρωταγωνίστριά μας γυρνά χωρίς χέρι, ένα κομμάτι της ανήκει εκεί, 150 χρόνια πριν, στην κουτσουρεμένη της κληρονομιά.

Εκτός από ένα βιβλίο ορόσημο για τη φυλή, είναι κι ένα βιβλίο ορόσημο για το φύλο. Δεν είναι τυχαία γυναίκα η πρωταγωνίστρια της Μπάτλερ, συνήθως ακούμε αυτές τις ιστορίες από την αντρική πλευρά, δεν μαθαίνουμε για την ταπείνωση που περιλαμβάνει ο βιασμός από τον λευκό αφέντη, τον πόνο να μην μεγαλώνεις την οικογένειά σου, τον πόνο η οικογένειά σου, να είναι το παιδί του αφέντη, που το γέννησες αλλά δεν έχει κανένα δικαίωμα πάνω του. Και το πουλάει ως αντικείμενο, σε βιάζει μερικές φορές, απλά για να αποκτήσει κι άλλη περιουσία. Ή το χρησιμοποιεί για να εκβιάσει να τον αγαπήσεις. Ή την απόγνωση που νιώθεις όταν αρχίζεις να τον συμπαθείς ή να τον θεωρείς σύντροφο αντί για κακοποιητή και δυνάστη.

Τελικά το Εξ αίματος είναι ένα μυθιστόρημα για το Κακό και την Εξουσία. Οι μελέτες δείχνουν πως ο θεσμός της δουλείας δεν ήταν καν οικονομικά ωφέλιμος, για αυτό άλλωστε και δεν άντεξε στον καπιταλιστικό μας κόσμο. Ήταν ένα σύστημα επιβολής, αυτού που ένιωθε ανώτερος, ένα σχήμα που επαναλαμβάνεται ανά τους αιώνες, Το εξαιρετικό είναι πως όλα αυτά η συγγραφέας κατορθώνει να μας τα περάσει, όσο παρακολουθούμε μια συνταρακτική πλοκή. Δεν πρόκειται για μανιφέστο μα για μια στέρεη λογοτεχνικά ιστορία, που σε αναγκάζει να γυρίσεις την επόμενη σελίδα για να δεις τι θα γίνει παρακάτω. Σπουδαίο επίτευγμα.


                                                             Κατερίνα Μαλακατέ


Εξ αίματος, Οκτάβια Μπάτλερ, μτφ. Γιώργος Μπαρουξής, εκδ. Αίολος

21/12/24

"Σου γράφω από την κοιλιά του κτήνους", Μίνως Ευσταθιάδης


Αγοράστε το εδώ




Μακράν το καλύτερο βιβλίο του Μίνου Ευσταθιάδη, ναι, ναι, και από τον «Δύτη», το «Σου γράφω από την κοιλιά του κτήνους», είναι ένα περίεργο μίγμα true crime, auto fiction, μυθιστορήματος για το Κακό, καφκικής δυστοπίας για τις έννοιες του Κράτους και της Δικαιοσύνης, α κι ένα μυθιστόρημα Ποιητικής (από αυτά που μας δείχνουν πώς φτιάχνεται ένα έργο τέχνης).

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, η πάμπλουτη 60χρονη Σαρλότε Μπέρινγκερ δολοφονείται το 2006 στο πολυτελές ρετιρέ της, πάνω από ένα πάρκινγκ, στο κέντρο του Μονάχου. Για τον φόνο καταδικάζεται ο ανιψιός της. Το 1981, στη λίμνη Άμερ, δολοφονείται ένα δεκάχρονο κορίτσι, η Ούρσουλα Χέρμαν, με έναν μάλλον ανορθόδοξο τρόπο. Για την απαγωγή και τον φόνο της, καταδικάζεται τριάντα χρόνια μετά, ένας ρέμπελος γείτονας. Αφηγητής και των δυο ιστοριών είναι ο Μίνως Ευσταθιάδης, ο συγγραφέας που πήγε στις φυλακές της Βαυαρίας για να γνωρίσει τον φονιά της Σαρλότε, που χώθηκε στο δάσος για να βρει με gps πού ακριβώς δολοφονήθηκε η Ούρσουλα.

Με γλώσσα λιτή, περίπου δημοσιογραφική, ο αφηγητής μοιάζει ταυτόχρονα αποστασιοποιημένος και εμπλεκόμενος. Αυτός κάνει την αφήγηση βαθιά και κάπως τρομακτική, δημιουργεί υπαρξιακό τρόμο, μια επίφαση πραγματικότητας. Δεν πρέπει όμως ποτέ να ξεχνάμε, η πραγματικότητα είναι απείρως πολυπλοκότερη από τη λογοτεχνία∙ η τέχνη είναι ο τρόπος μας να προσεγγίσουμε έναν εντελώς ακατανόητο κόσμο. Η αφηγηματική φωνή μάς θυμίζει πως κανείς μπορεί να μπλέξει στα γρανάζια της γραφειοκρατίας και να μη βγει ποτέ, μας μπλέκει σε δυο αληθινές καφικικές δίκες, ψάχνοντας τον Σταυρό, το σημείο τομής των μαρτυρίων.

Ο συγγραφέας μετατρέπεται σε μυθιστορηματικό ήρωα και ταυτόχρονα σε αφηγητή, μετουσιώνεται από Θεός του σύμπαντος, σε απλό πιόνι, και δίνει τον τόνο και για το κεντρικό ερώτημα του μυθιστορήματος: αλλάζει η αφήγηση την ανάμνηση, υπάρχει μια μεγάλη αντικειμενική Αλήθεια που δεν μπορεί να κρυφτεί από την μνήμη; Είναι οι κουρτίνες συσκότισης κολλημένες με ταινία, κι αρκεί ένα κοσμικό, κολοσσιαίο Μπαμ για να αποκαλυφθούν όλα ή ποτέ δεν μπορεί να τα βάλει κανείς με τους γίγαντες, το Κράτος, τα ΜΜΕ και την Κοινή γνώμη. Υπάρχει Λύτρωση;

Ο αφηγητής Μίνως εύχεται οι δυο καταδικασμένοι να είναι όντως ένοχοι, γιατί αλλιώς η ιδέα πως θα περάσουν τη ζωή τους στη φυλακή, μοιάζει αβάσταχτη. Για αυτούς και για όλους τους άλλους, εμάς, που παρακολουθούμε απαθείς, αυτό που συμβαίνει δεν αφορά τη ζωή μας, αφορά κάποιον άλλον, όσο δεν αφορά εμάς το σφάλμα στο σύστημα, όσο δεν μπλεκόμαστε εμείς στο γρανάζι του, τότε όλα καλά.

Σκέφτομαι «Εν ψυχρώ», σκέφτομαι «Κατηγορώ», σκέφτομαι «de profundis», σκέφτομαι «Δίκη» και την «Χαμένη τιμή της Καταρίνα Μπλουμ», σκέφτομαι όλα αυτά που διαφοροποιούν αυτό το βιβλίο από τα αντίστοιχα εγχώρια true crime (προερχόμενα κυρίως από δημοσιογράφους του είδους). Αυτό που τα ξεχωρίζει είναι η λογοτεχνία. Ο Ευσταθιάδης είναι πεζογράφος, ούτε δημοσιογράφος, ούτε νομικός (τύποις είναι, αλλά αυτό είναι αδιάφορο), ούτε δικαστής. Στα χέρια ενός έμπειρου γραφιά νουάρ τέτοιες ιστορίες είναι χειροβομβίδες, έχουν μόνον δυο επιλογές, είτε να αυτοπυροδοτηθούν και να σου κόψουν τα συγγραφικά χέρια, είτε να τις πετάξεις μακριά στους αναγνώστες και να σωθείς. Θα σκάσουν στη μούρη του αναγνώστη, καλά να πάθει. Ο συγγραφέας Μίνως Ευσταθιάδης σώθηκε, μπορεί να πανηγυρίζει πως έγραψε το πιο πολυεπίπεδο κείμενο της ως τώρα πορείας του. Ο αφηγητής-μυθιστορηματικός ήρωας Μίνως Ευσταθιάδης θυσιάστηκε, βορά στον βωμό της λογοτεχνίας, ως άλλη Ιφιγένεια.


                                                            Κατερίνα Μαλακατέ




"Σου γράφω από την κοιλιά του κτήνους", Μίνως Ευσταθιάδης, εκδ. Μεταίχμιο
















16/11/24

"Πέρασμα", Nella Larsen






To "Πέρασμα", ("Passing") της Nella Larsen υπήρξε ένα βιβλίο κομβικό για την αμερικάνικη λογοτεχνία, που ακόμα συμπεριλαμβάνεται στον κανόνα τόσο τον αφρο-αμερικανικών σπουδών, όσο και των σπουδών φύλου. Στην Ελλάδα δεν υπήρχε μετάφραση μέχρι και φέτος. Το μυθιστόρημα γράφτηκε το 1929, σε μια εποχή που το θέμα των ορίων ανάμεσα στις φυλές απασχολούσε την Αμερική. Οι μαύροι δεν μπορούσαν να κάτσουν στα μαγαζιά των λευκών, είχαν άλλες θέσεις στα λεωφορεία, στα θέατρα, άλλα σχολεία κ.ο.κ. Υπήρχαν όμως και αρκετοί άνθρωποι που μπορούσαν να «περάσουν» ως λευκοί λόγω του χρώματος του δέρματός τους, όμως η καταγωγή τους ήταν μικτή κι είχαν μαύρους προγόνους.

Σε αυτό το θέμα, της «μουλάτας» είναι στηριγμένο το μυθιστόρημα. Η Κλερ είναι μια πανέμορφη γυναίκα που μπορεί να «περάσει», χάνει τους γονείς της νωρίς και μεγαλώνει με τις αλκοολικές αλλά λευκές θείες της. Έτσι παντρεύεται έναν άντρα λευκό, πάμπλουτο, βαθύτατα ρατσιστή που τη φωνάζει χαϊδευτικά «Nig», Νέγρα δηλαδή, χωρίς όμως να ξέρει πως κυλάει και νέγρικο αίμα στις φλέβες της.

Η Κλερ συναντά τυχαία τη φίλη της Αιρίν, σε ένα καφέ για λευκούς. Και η Αιρίν μπορεί να περάσει για λευκή αλλά χρησιμοποιεί το προνόμιο μόνο περιστασιακά για να ψωνίσει ρούχα ή να πιεί τον καφέ της με την ησυχία της. Είναι παντρεμένη με έναν μαύρο άντρα, έχει μαύρα παιδιά, και μια υπηρέτρια, εβένινη σαν το μαόνι, τη Ζουλένα.

Αν και το κεντρικό θέμα είναι φυσικά το «φυλετικό πέρασμα», πράγμα που απασχολούσε την Αμερική όλον τον 20ο αιώνα σχεδόν (ας μην ξεχνάμε το «Ανθρώπινο στίγμα» του Ροθ το 2000), η Λάρσεν προχωράει τολμηρά και σε δυο ακόμα θέματα ταμπού για την εποχή, το ένα είναι ο διαχωρισμός των κοινωνικών τάξεων. Η Αιρίν, που νιώθει αποτροπιασμό για την Κλερ που «πουλήθηκε» και απαρνήθηκε την φυλή της για μια εύκολη ζωή, νιώθει το ίδιο ντροπιασμένη όταν η Κλερ αν τύχει και δεν την βρει σπίτι, κατεβαίνει και κάνει παρέα με την υπηρέτρια. Το κοινωνικό ταμπού είναι μεγαλύτερο κι από το φυλετικό, δεν είναι άλλωστε τυχαία «κατάμαυρη» η Ζουλένα, σε σχέση με την κυρία της Αιρίν, που «περνάει» και είναι γυναίκα ενός γιατρού και μεγαλοαστή.

Το δεύτερο είναι το θέμα του φύλου. Ποια είναι η θέση της γυναίκας, ποια είναι η καθωσπρέπει συνθήκη για τη σεξουαλική έλξη, τη ζήλεια, ποιο είναι θανάσιμο αμάρτημα; Πώς είναι ι οι σχέσεις μεταξύ των γυναικών; Υπάρχει εκεί το αίσθημα πως ανήκεις, της ομάδας; Το μυθιστόρημα έχει μελετηθεί διεξοδικά από τις φεμινίστριες λογοτεχνικές κριτικούς με κορυφαία την Τζούντιθ Μπάτλερ, που σε αυτό το μυθιστόρημα έβρισκε τις απαρχές, τις ρίζες, όλου του θέματος του φύλου στην Αμερική και την Ευρώπη.

Η ίδια η Λάρσεν, που αποκόπηκε νωρίς από την μαύρη κοινότητα και ξαναβρήκε τη χαρά της συναναστροφής των αφροαμερικανών αργά, όταν παντρεύτηκε έναν μαύρο άντρα, τον φυσικό Έλμερ Άιμς, μετακόμισε επίτηδες στο Χάρλεμ για είναι μέρος της περίφημης «Αναγέννησης». Είναι μια λογοτέχνιδα κομβική για τη μαύρη κοινότητα, όπως και για τις γυναίκες. Και το «Πέρασμα», - ειλικρινά δεν ξέρω πώς θα μπορούσε να μεταφραστεί το «Passing” στα ελληνικά, που στα αγγλικά δημιουργεί αμέσως δεύτερους συνειρμούς, ενώ στα ελληνικά όχι, ίσως «Περνώντας»; - ένα από τα μυθιστορήματα που έπρεπε να έχει μεταφραστεί νωρίτερα. Γιατί με κάποιον τρόπο, τον κοινωνικό και τον γυναικείο, μας αφορά βαθιά κι εδώ.

Το Πέρασμα μεταξύ άλλων είναι κι ένα roman a clef, στηριζόμενο στη σάτιρα της ίδιας της κοινωνίας στην οποία ζούσε η Λάρσεν. Αρκετά από τα πρόσωπα λέγεται πως ήταν αληθινά και η συγγραφέας έκανε μικρή προσπάθεια να κρύψει σε ποιον αναφερόταν. Αυτό πιθανότατα της στοίχισε προσωπικά, γιατί στις αρχές της δεκαετίας του 1930 κατηγορήθηκε για λογοκλοπή και χώρισε από τον άντρα της κι ενώ αργότερα απαλλάχτηκε από τις κατηγορίες, δεν κατάφερε ποτέ να συνέλθει από το χτύπημα. Δεν εξέδωσε τίποτα ξανά κι έζησε μακριά από τους λογοτεχνικούς κύκλους και απομονωμένη από τη μαύρη κοινότητα ως το 1960.

Το θέμα αν η συμπεριφορά μας οφείλεται στη γενετική κληρονομιά μας ή έχει να κάνει με τα κοινωνικά πρότυπα στα οποία πρέπει να συμμορφωθούμε για να ανήκουμε σε μια ομάδα, διαχρονικά απασχολεί τον σκεπτόμενο άνθρωπο. Ίσως μέχρι τώρα να τον απασχολούσε ως εκεί που βόλευε τον σκεπτόμενο λευκό άντρα, ο 20ος αιώνας όμως άλλαξε και αυτό. Και πρωτοπόρες όπως η Λάρσεν, άνοιξαν τον δρόμο. Χαίρομαι που μεταφράστηκε έστω και έτσι, κοντά έναν αιώνα μετά, με αφορμή -φαντάζομαι-την ταινία.


                Κατερίνα Μαλακατέ




"Το πέρασμα", Nella Larsen, μτφ. Νίκος Κατσιαούνης, εκδ. Έρμα





13/11/24

Νέες κυκλοφορίες βιβλίων φθινόπωρο 2024


Το Σάββατο 9 Νοεμβρίου 2024 κάναμε live στο ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΣ με την Αγγελική Μποζίκη.
Κι όπως σας υποσχέθηκα εδώ είναι η λίστα των νέων κυκλοφοριών: Πατήστε στον τίτλο του βιβλίου για να μάθετε περισσότερα για το καθένα.


Ο δρόμος του Σαν Τζοβάνι, Italo Calvino

Αδύνατες πόλεις, Νίκος Α. Μάντης

Κάτω από το ηφαίστειο, Malcolm Lowry

Σου γράφω από την κοιλιά του κτήνους, Μίνως Ευσταθιάδης

Η ακρόαση, Kim Hye-Jin

Υπερβατικό Βασίλειο, Yaa Gyasi,

Ιουλία ή Η νέα Ελοΐζα, Jean-Jacques Rousseau

Η λοταρία και άλλες ιστορίες,Shirley Jackson

Τα Μάγια, Hermann Broch

Matrix, Lauren Groff

Ζυγός, Don Delillo

Αλάνια, Pier Paolo Pasolini

Η μεγάλη πυρά, Léonor de Récondo

Νότια των συνόρων, δυτικά του ήλιου, Haruki Murakami

Μια μέρα της ζωής του Άμπεντ Σαλάμα, Nathan Thrall

Μπαουμγκάρτνερ, Paul Auster

Κεντούκι, Samanta Schweblin

Σαν αέρας, Ada d’Adamo

Μύθοι της γεωγραφίας, Paul Richardson



Δείτε το βίντεο εδώ: 













11/11/24

"Μπαουμγκάρτνερ", Paul Auster

 

                                                           Αγοράστε το εδώ 


Ώρες ώρες σκέφτομαι πως η αγάπη μου για τον Πολ Όστερ, που πυροδοτήθηκε πριν καμιά 15αριά χρόνια, όταν πρωτοδιάβασα την Τριλογία της Nέας Υόρκης (ευτυχώς στα αγγλικά, γιατί η τότε μετάφραση ήταν επιεικώς άθλια και η μετέπειτα που κυκλοφόρησε απλά ανεκτή) δεν μπορεί να εξηγηθεί πλήρως με αναγνωστικούς όρους. Ήταν κάπως μεταφυσική η αναγνωστική μου εμπειρία, κι όταν συμβαίνει αυτό η συγκεκριμένη αναγνώστρια ξέρει, είναι καταδικασμένη να διαβάζει τα πάντα από τον εν λόγω συγγραφέα.

Το Μπαουμγκάρτνερ είναι το τελευταίο βιβλίο που έγραψε ο Όστερ πριν πεθάνει πέρυσι στα 77 του από καρκίνο, κι ενώ είχε υποστεί απανωτές απώλειες, πρώτα η εγγονή του, μετά ο γιος του, που κατηγορήθηκε για τον θάνατο του βρέφους. Πρόκειται λοιπόν για το κύκνειο άσμα ενός πολυγραφότατου συγγραφέα, που ομολογουμένως διαβάζεται πολύ περισσότερο στην Ευρώπη από ό,τι στην Αμερική, όπου τον κατηγορούν για ψευτοκουλτουριάρη.

Ο Όστερ ανδρώθηκε λογοτεχνικά στη Γαλλία, επηρεάστηκε από τον Σάμιουελ Μπέκετ, διατήρησε σε όλη τη διάρκεια της ζωή του στενές σχέσεις με τον Κουτσί και τον Ρουσντί, ένιωθε με κάποιον τρόπο εξόριστος από την μάζα της Αμερικής. Ήταν, με τη γυναίκα του τη Σίρι Χουσβεντ, προεξαρχουσες φιγούρες της λογοτεχνικής Αμερικής, βάζοντας με το έργο του τις βάσεις για τον αμερικάνικο μεταμοντερνισμό.

Στο γράψιμο του αγαπούσε τους λαβυρίνθους, τους καθρέφτες, την αποσπασματικότητα, έναν ιδιότυπο μαγικό ρεαλισμό, ενώ ταυτόχρονα οι -συνηθως πρωτοπρόσωποι αφηγητές-ήρωες του μοιάζουν να είναι το λογοτεχνικό του άλτερ ίγκο. Τα έργα του Όστερ βασίζονται πάρα πολύ στο βίωμα, άλλοτε ανοιχτά, τα υπογράφει memoirs (απομνημονεύματα) κι άλλοτε καλυμμένα λογοτεχνικά. Πάντως το αυτοβιογραφικό στοιχείο παρεισφρέει συχνότατα στα κείμενά του κι είναι ένας από τους λόγους που ενεργοποιούν την ταύτιση. Μάλλον πιο κοντά στον Πόε ή στην Μπόρχες στην αρχή της λογοτεχνικής του καριέρας, του άρεσε να αναδεικνύει την τυχαιότητα, την έλλειψη συνοχής της πραγματικότητας, το χάος που επικρατεί στην καθημερινή ζωή και το μυαλό του καθενός. Τον έλκυε ταυτόχρονα το εξωφρενικό και το μπανάλ.

Όλα αυτά τα στοιχεία υπάρχουν και στο τελευταίο του μυθιστόρημα. Πρωταγωνιστής είναι ο 71χρονος Μπαουμγκάρτνερ, ακαδημαϊκός και συγγραφέας, που έχει χάσει τη γυναίκα του πριν καμιά 10αριά χρόνια και ακόμα θρηνεί για αυτό. Η αρχή του μυθιστορήματος είναι κατ’εξοχήν Οστερική, καταιγιστική, ο ήρωας θέλει να πάρει τηλέφωνο την αδελφή του, έρχεται ένας τύπος να μετρήσει το γκάζι, πέφτει στη σκάλα για το υπόγειο, χαμός. Το γνωστό αγκίστρι του Όστερ, που μοιάζει πάντα πολύ γοητευτικό για τον αναγνώστη, και τον κρατάει εκεί.

Στη συνέχεια βέβαια ανοίγουν ένα σωρό μέτωπα, από τα πιο σημαντικά, για τη ζωή, το θάνατο, το πένθος, τα γηρατειά, τον έρωτα, την αγάπη, μέχρι τα σεξουαλικά, τα πολιτικά, τις αναμνήσεις, το παρελθόν, το μέλλον στην τρίτη ηλικία. Αναπόφευκτα σε ένα τόσο μικρό σε όγκο μυθιστόρημα, όλα αυτά όχι απλά δεν μπορούν να απαντηθούν (τι δουλειά έχει με τις απαντήσεις η λογοτεχνία) μα δεν μπορούν καν να μπουν σε μια σειρά. Η ζωή παραμένει χαώδης και στο «γαλήνιο απάγκιο του τέλους της ζωής». Τίποτα δεν εξηγείται, τίποτα δεν "τακτοποιείται", και όλα παραμένουν στον αέρα, κάποια μικρά και μίζερα, κάποια τερατώδη.

Το ερώτημα αν θα ξαναδιάβαζα Όστερ αν αυτό ήταν το πρώτο βιβλίο που έπεφτε στα χέρια μου, θα μείνει για πάντα αναπάντητο, προφανώς. Για μένα το να διαβάσω το τελευταίο του βιβλίο (έχω «καβάντζα» αρκετά ακόμα) έμοιαζε κάπως τελετουργικό, φόρος τιμής σε έναν συγγραφέα που τον νιώθω πολύ κοντά μου. Είναι το Μπάουμγκαρτνερ το μάγκνουμ όπους του; Μπα, δεν είναι. Είναι βιαστικό βιβλίο, γραμμένο από κάποιον που ξέρει πως δεν έχει πια χρόνο, και πως τα μεγάλα και τα σημαντικά τα έχει ήδη διαπραγμευτεί στο έργο του από μικρή ηλικία. Το βιβλίο αυτό είναι αποχαιρετισμός. Όσο για μένα, Όστερ θα διαβάζω και θα ξαναδιαβάζω, χωρίς πολλές πολλές αναστολές. Ακόμα κι αν «τελειώσουν» όλα, θα ξαναπάρω από την αρχή.

                               Κατερίνα Μαλακατέ


"Μπαουμγκάρτνερ", Paul Auster, μτφ. Ιωάννα Ηλιάδη, εκδ. Μεταίχμιο




19/9/24

"Ο Δράκος της Πρέσπας", Ιωάννα Μπουραζοπούλου






Τρία πράγματα θαυμάζει κανείς στη γραφή της Ιωάννας Μπουραζοπούλου. Το πρώτο είναι οι ολοκληρωμένες ιδέες, οι ιστορίες της όσο περίπλοκες κι αν είναι, τελικά καταλήγουν κυκλικά να τρώνε την ουρά τους και να τρώνε κι εσένα που τις σκέφτεσαι ξανά και ξανά και μερικές φορές θέλεις να αρχίσεις το βιβλίο από την αρχή για να καταλάβεις την ψιλοβελονιά του στην πλοκή. Το δεύτερο είναι η ελευθερία της, ενώ γράφει κατά βάση επιστημονική φαντασία ή φάντασι, δεν φοβάται να καταπατήσει συστηματικά τα όρια του ενός και του άλλου, να καταστρατηγήσει με μεγάλη άνεση τα όρια του κάθε είδους, να αφεθεί στη δική της λογοτεχνική φαντασία, χωρίς τις αγκυλώσεις του genre. Και το τρίτο είναι η γλώσσα, ο λυρισμός της, κάποτε «παλιομοδίτικος» και κάποτε εντελώς μεταμοντέρνος και αποσπασματικός, δίνει εικόνες απίστευτης ομορφιάς, σε κυλάει στη λάσπη, και σε τρίβει στην άμμο της ερήμου.

Αυτά τα τρία με γοήτευαν πάντα, από τότε που διάβασα πρώτη φορά τη «Γυναίκα του Λωτ» και δεν μπόρεσα να την ξεχάσω. Από τότε που πήρα όλα της τα βιβλία με τη σειρά, από τότε που την έβαλα μια μέρα να τα υπογράψει ένα -ένα πριν κάνουμε ραδιοφωνική εκπομπή και την μπλόκαρα εντελώς, τόσο που οριακά απάντησε στις ερωτήσεις μου στον αέρα, από τότε που της είπα «Θέλω να γίνω Μπουραζοπούλου όταν μεγαλώσω» (σχετικά πρόσφατα αυτό, πριν από κανένα εξάμηνο). Τα γράφω αυτά, για να είναι ξεκάθαρο πως είμαι φαν. Είμαι φαν του είδους, της γραφής της, της γυναίκας, της λογοτέχνιδας, κ.ο.κ. και ως τέτοια με κανέναν τρόπο δεν είμαι αντικειμενική, ούτε και θα έπρεπε να είμαι. «Όσο ζω, Μπουραζό» που λέει και μια ψυχή που τυχαίνει να είναι κολλητή μου.

Μιας και πρέπει να σας μιλήσω πάντως για μια Τριλογία κοντά 1800 σελίδων, λέω να σταματήσω τους προλόγους. «Ο Δράκος της Πρέσπας» είναι ένα αναγνωστικό επίτευγμα. Έτσι νιώθει μια αναγνώστρια όταν τελειώνει την περιπέτεια και των τριών βιβλίων, οπότε μόνο μπορώ να φανταστώ πώς νιώθει μια συγγραφέας όταν το τελειώνει. Ο πρώτος τόμος, «Η κοιλάδα της λάσπης» εκδόθηκε το 2014, και ο τελευταίος το 2023, οπότε υπολογίζω πως η σκέψη του Δράκου και της Τριλογίας πρέπει να βασάνισε τη Μπουραζοπούλου 10-12 χρόνια, χονδρικά, και να ήταν στη σκέψη της άλλα τόσα.

Πρωταγωνίστρια αδιαμφισβήτητη η Πρέσπα, (οι Πρέσπες), οι λίμνες στο τρίστρατο μεταξύ τριών χωρών, της Ελλάδας, της Βόρειας Μακεδονίας και της Αλβανίας, σε έναν χώρο που μοιάζει κυκλικός, αδελφικός και ενιαίος αλλά στην πράξη χωρίζεται από τα σύνορα σε ένα Ύψιλον μέσα στον κύκλο, ή ένα πεζό λ, φτιάχνοντας και δεν φτιάχνοντας ένα νοητό σήμα της Ειρήνης. λ, όπως η αντίστοιχη ραψωδία της Οδύσσειας, μια κατεβασιά στον Άδη. Ως εδώ θα φτάσω και θα σταματήσω τα σπόιλερ.




Πρώτος τόμος, από την πλευρά της Ελλάδας. Ένας Δράκος έχει εμφανιστεί στη λίμνη της Πρέσπας, ένας δράκος μοβόρος που σκοτώνει και βιάζει γυναίκες, κι έχει αλλάξει τελείως το μικροκλίμα της περιοχής, συνέχεια βρέχει, τα πάντα έχουν βυθιστεί στη λάσπη. Στην ελληνική όχθη, έχει δημιουργηθεί μια ομάδα δρακολόγων— αποκλειστικά ανδρών μιας και ο Δράκος είναι άκρως σεξουαλικό ον και αρέσκεται να ξεσκίζει γυναίκες—, που κατασκηνώνουν μες στις λάσπες και προσπαθούν να εξηγήσουν το φαινόμενο. Έχουν σχηματίσει μικροομάδες των τριών, τακτικά και βολεμένα, και έχουμε από όλα τα είδη, υπερεθνικιστές, αστρολόγους, Ορφιστές, επιστήμονες και δαιμονολόγους. Η φυσική με τη μεταφυσική, μπλέκονται, όχι αγαστά, μπας και δώσουν μια λύση.

Η εμφάνιση του Δράκου είχε τεράστιο οικονομικό αντίκτυπο στην περιοχή, τα πάντα καταστράφηκαν και η χώρα αναγκάστηκε να στραφεί στην παντοδύναμη Παγκόσμια Τράπεζα για δάνεια και εποπτεία. Στην ουσία οι Αρχές της χώρας έχουν χάσει πια κάθε διοικητική δύναμη, και τη διοικούν οι Τελωνειακές αρχές κάθε Περιφέρειας, διορισμένες αυτοπροσώπως από τον Έκτορα Μόζερ, τον Ύπατο αρμοστή της Τράπεζας.

Στον δεύτερο τόμο, την Κεχριμπαρένια Έρημο, βρισκόμαστε από την πλευρά της Βόρειας Μακεδονίας. Εδώ ο Δράκος δρα μόνο Νύχτα. Τα πάντα είναι καυτά, η έρημος έχει καταλάβει τα πάντα, οι δρακολόγοι, άντρες και γυναίκες, δεν τολμούν καν να πατήσουν την άμμο, ζουν πάνω σε ξύλινες εξέδρες.

Στον τρίτο τόμο, τα πάντα πάγωσαν στην Αλβανία. Οι γυναίκες δρακολογίνες (αυτό το δρακολόγοι με πέταγε συνέχεια έξω), μισές τοξότριες, μισές ιέρειες, μοιάζουν με αμαζόνες, υπόσχονται να είναι αειπάρθενες, είτε θέλουν να σκοτώσουν τον Δράκο, είτε θέλουν να σαγηνεύσουν τον Δράκο. Αν δεις τον δράκο, ο δράκος πεθαίνει.

Τις τρεις ιστορίες διαπερνά το λ, η διαφθορά της εξουσίας, μια γυναίκα καλλιτέχνης, ένας άντρας μονόχειρας, οι τρίδυμοι Δράκοι-φύλακες και η έχθρα μεταξύ αδελφών και φίλων, η συνεχής έριδα που φτιάχνουν τα ίδια τα σύνορα κι ο νους μας, όσο η Πρέσπα αντιστέκεται και γίνεται από δυο λίμνες, μία.

Κορυφαίες φιγούρες ο Έκτορας Μόζερ, απόλυτος άρχων και ταυτόχρονα πιόνι της Τράπεζας, η καρικατούρα του Κακού αλλά και το Κακό προσωποποιημένο. Μην πούμε σε ποιον μοιάζει και μας πιάσουν στον στόμα τους (σπόιλερ αλερτ, στον Σόιμπλε). Η Μάνα κουράγιο, Μοίρα, η γυναίκα φίδι, η γυναίκα που μεταμορφώνεται κι είναι πάντα λ, οι τρίδυμοι αδελφοί Δράκοι. Και η δύναμη του νου, της προκατάληψης, της παραπληροφόρησης, η δύναμη του Κατεστημένου να σε ορίσει, η Δύναμη της αγοράς, η Αγορά και η Τράπεζα, παντοδύναμες. Όλα είναι εξουσία. Η Εξουσία. Αυτό είναι το βασικό. Αυτό προσπαθεί κάθε μια από τις φιγούρες να αποδείξει, σε αυτό προσπαθούν να αντισταθούν οι Άνθρωποι. Η Τριλογία βρωμάει πολιτική κυνικότητα και ελπίδα. Η Ελπίδα είναι ο Δράκος. Κι η Εξουσία είναι ο Δράκος. Όλα μέσα στο μυαλό μας, αξεδιάλυτα, να μας καθορίζουν.

Ένιωσα τον νου μου να εκρήγνυται, τελειώνοντας την τελευταία σελίδα του Πάγου. Πριν δέκα χρόνια που διάβασα την Κοιλάδα της Λάσπης, ένιωσα κάτι να μου λείπει, «η πλοκή δεν είναι τόσο σφιχτοδεμένη όσο συνήθως», έγραψα.Η πλοκή είναι σφιχτοδεμένη, όπως είμαστε και οι άνθρωποι, σφιχτοδεμένοι, αλλά πάντα παραπαίοντας μέσα στο χάος. Για μένα η λογοτεχνία βάζει όρια στο χάος της καθημερινότητας και του εγκεφάλου μας για να απελευθερώσει την φαντασία. Αυτό καταφέρνει εδώ η Μπουραζοπούλου, να κινητοποιήσει τη φαντασία και να της αλλάξει ρότα∙ γιατί το ταξίδι του Δράκου της Πρέσπας έχει ένα χαρακτηριστικό, σε βοηθάει να γεννηθείς αγνός σαν μωρό μες στα υγρά και τη βροχή, σε παίρνει από το χέρι και σε στεγνώνει σαν παιδί, και σε παραδίδει ενήλικο, στον πάγο της πραγματικότητας.

                                                                        Κατερίνα Μαλακατέ


"Ο Δράκος της Πρέσπας", Ιωάννα Μπουραζοπούλου, εκδ. Καστανιώτη, 2014-2023

Ο Δράκος Της Πρέσπας Ι: Η Κοιλάδα Της Λάσπης



Ο Δράκος Της Πρέσπας ΙΙ: Κεχριμπαρένια Έρημος



Ο Δράκος Της Πρέσπας ΙΙΙ: Η μνήμη του πάγου





Αν θελήσετε να λάβετε μέρος στο zoom της Κυριακής, κάμετε register εδώ: