22/6/11

Εμπνευσολόγιο


Το να γράψει κανείς κατά παραγγελία είναι άτιμο πράγμα, εμπεριέχει τους εξης κινδύνους, να γράψει μια συμβατική ιστορία χιλιοειπωμένη με τον ίδιο τρόπο ή να γράψει ένα αριστούργημα. Όπως δηλαδή κάθε φορά που βάζει κάποιος μολύβι στο χαρτί ή ακριβέστερα πληκτρολόγιο σε λειτουργία. Μεγάλωσα με την ιδέα πως η έμπνευση είναι μια ιδέα που σου έρχεται μέσα στη νύχτα ξαφνικά, ως αναλαμπή και σηκώνεσαι να την σημειώσεις σε ένα μικρό σημειωματάριο- μάλλον έβλεπα πολλές αμερικάνικες ταινίες. Η ιδέα σου έρχεται μαζί με την πρώτη φράση στην άδεια κόλλα, και πολλές φορές μετά από αυτή. Άλλοτε πάλι, η ιδέα δεν έρχεται ποτέ και το κείμενο συνεχίζει να είναι…χμ καλό. Η έμπνευση δεν είναι κομμάτι της μιας στιγμής είναι αποτέλεσμα δουλειάς και τριβής. Μόνο στη διαδικασία της γραφής έρχεται αυτή η ιερή ώρα που όλα μπαίνουν στη θέση τους, η φράση ή η σκέψη κλειδί που τα θεμελιώνει όλα.
Όταν κανείς γράφει ποιήση αρκεί μια τέτοια στιγμή στο χρόνο που έπειτα θα βελτιωθεί και θα δουλευτεί κι αυτή βέβαια. Όταν γράφει πεζό χρειάζονται πολλές τέτοιες στιγμές αθανασίας. Όχι για κανένα αριστούργημα, απλά για ένα βιβλίο που βγάζει νόημα όταν κλείνεις την τελευταία του σελίδα, όπου το κάθε καρφί χρησμεύει για να κρεμαστεί κι ο τελευταίος ήρωας. Νιώθω τον τελευταίο καιρό διαβάζοντας ξανά κείμενα τόσο δικά μου, όσο και άλλων πως αυτό λείπει, η συνοχή, η ροή των ιδεών. Με άλλα λόγια επειδή το μυθιστόρημα απαιτεί πολλές από τις στιγμές μας κάποιες από αυτές είναι κακές και εμποδίζουν τις υπόλοιπες.
Έχω γράψει πια αρκετά κείμενα με συγκεκριμένο θέμα, είτε για κάποιο διαγωνισμό ή στη διάρκεια κάποιου σεμιναρίου. Συμπεραίνω λοιπόν πως δεν ξέρεις ποιά μέρα θα είναι καλή, και ο περιορισμός του θέματος δεν είναι πάντα για κακό. Ούτε βέβαια για καλό. Βρίσκομαι ξανά σε αυτή τη θέση και η άδεια κόλλα με περιγελά. Πιθανολογώ πως μπορεί να ξυπνήσω κάποια στιγμή μέσα στη νύχτα και να σημειώσω μια εξαιρετική ιδέα στο παιδικό μου σηειωματάριο. Από την άλλη χαρτί δίπλα στο κομοδίνο μου δεν κρατάω πια.

18/6/11

"Beyond lies the wub", Philip K. Dick



             Ξεκίνησα να διαβάζω το "Master and Margarita" του Bulgakov και μάλιστα σε Αγγλική μετάφραση (μη ρωτήσετε γιατί, μάλλον γιατί δεν ξέρω Ρώσικα)  και ταυτόχρονα με το κλασικό αριστούργημα που με ενθουσιάζει, να εξηγούμαστε, διάβαζα και τα διηγήματα του Philip Dick. Μαντέψτε ποιός κέρδισε.... Ναι, ναι, ο Dick τελείωσε πρώτος και για αυτό η αποψινή μου κριτική θα είναι για το "Beyond lies the wub". Πρόκειται για συλλογή διηγημάτων, την πρώτη από τις πέντε σύνολο που χρειάστηκαν για να μπουν όλες του οι "μικρές ιστορίες". Ο Dick αυτά τα διηγήματα τα έγραψε μικρός όταν ξεκινούσε την καριέρα του και νομίζω κάλυψε μια απίστευτη σειρά ιδεών επιστημονικής φαντασίας. Ο άνθρωπος είχε ανεξέλεγκτη φαντασία, καλπάζουσα συγγραφική ορμή, που φυσικά σε πολλά από τα κείμενα δεν ολοκληρώνεται γιατί μιλάμε για μικρά διηγήματα, με πρωτογενή ιδέα, στοιχειώδεις χαρακτήρες, έκπληξη και τέλος. Παρ' όλα αυτά, τα απόλαυσα και τώρα μπορώ απερίσπαστη να γυρίσω στο "κλασικό αριστούργημα του 20ου αιώνα".

8/6/11

"The French Lieutenant’s Wife", John Fowles


Ομολογουμένως το “The French Lieutenants Wife”, του Τζον Φόουλς μπορεί να γίνει ένα βιβλίο πολύ κουραστικό. Οι κοντά πεντακόσιες σελίδες του μιμούνται κατά κάποιο τρόπο τα Βικτωριανά μυθιστορήματα σε λεπτομέρειες και περιγραφές. Αυτή η μίμηση είναι εσκεμμένη, γιατί αν οι ήρωες ζουν στο 1867, ο αφηγητής ζει στο τώρα, ξέρει πολλά, είναι ένας παντογνώστης- θεός που κάνει και μια guest εμφάνιση. Η ύπαρξη του και μόνο αρκεί για να κάνει το βιβλίο ενδιαφέρον και σημαντικό, μιας και πέρα από την πλοκή το μυθιστόρημα αυτό είναι μια πραγματεία πάνω στην ανθρώπινη φύση και πως η κατά καιρούς κοινωνική σύμβαση τη διαμορφώνει.
Ήρωας ο Τσάρλς Σμίθσον, ευγενής στην καταγωγή- θα κληρονομήσει τον τίτλο του θείου του- με αρκετά λεφτά ακόμα αλλά όχι τόσα πολλά όσο ο νεόπλουτος πατέρας της αρραβωνιαστικιάς του. Είναι ένας άντρας της εποχής, που έχει διαβάσει Δαρβίνο, θα ήταν σχεδόν σοσιαλιστής στις απόψεις του αν τον αφήναν, έχει ταξιδέψει πολύ κι όμως δεν μπορεί να ξεφύγει από τους τύπους της τάξης του και την χαριτωμένη αρραβωνιαστικιά του, που νοιάζεται μονάχα για τουαλέτες και έπιπλα. Και ξαφνικά γνωρίζει μια γυναίκα μυστήριο, οι χωριανοί στο θέρετρο που παραθερίζουν τη φωνάζουν «Τραγωδία» ή «Η πόρνη του Γάλλου υπολοχαγού». Είναι μια γυναίκα μορφωμένη που δούλευε σαν γκουβερνάντα όταν την ξεμυάλισε ο Γάλλος αξιωματικός και την έκανε δική του. Από τότε τον περιμένει να γυρίσει να την παντρευτεί και ατενίζει το πέλαγο. Ή τουλάχιστον έτσι λέει το τοπικό κουτσομπολιό για κείνη, γιατί η Σάρα είναι πολυεπίπεδη, έξυπνη και δυνατή. Οι συναντήσεις τους στην απαγορευμένη ακτή θα σημάνουν πολλά και για τους δυο.
Σε κάποια σημεία, το μυθιστόρημα το βαρέθηκα, κάποιες σελίδες δεν θα κρύψω πως τις διάβασα διαγώνια. Ήταν και άλλες όμως που ο αφηγητής τις έκανε δυνατές, ενδιαφέρουσες, συγκινητικές, τόσο που αυτός ο τόσο μακρινός χαρακτήρας γινόταν οικείος κι ας ήταν ξένος. Ένας σύγχρονος και ταυτόχρονα Βικτωριανός άνθρωπος.