28/10/10

VALIS



Δυσκολεύομαι να τελειώσω βιβλία, τελευταία. Η προσοχή μου αποσπάται πολύ εύκολα- γιατί άραγε;- και πρέπει κάτι να είναι καλό για να με κρατήσει. Ε, λοιπόν, το VALIS του Philip Dick δεν ήταν. Βιβλίο της τελευταίας εποχής του συγγραφέα, όπου η θρησκοληψία, το μεταφυσικό και η φιλοσοφία ήταν ανάκατα με πολλά ναρκωτικά στο μυαλό του, το VALIS αντικατοπτρίζει πλήρως την κατάστασή του. Θρησκόληπτο, με ψήγματα ελληνικής φιλοσοφίας ατάκτως ερριμένα και μια ακατανόητη, εντελώς αργή πλοκή.

Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί το alter ego του, τον Horselover Fat για να μας οδηγήσει στα μονοπάτια της τρέλας και της φιλοσοφίας του, άλλοτε είναι ένα με τον ετερώνυμό του κι άλλοτε πάλι εντελώς ξέχωροι. Το βιβλίο μισό στο πρώτο, μισό στο τρίτο πρόσωπο θα είχε κάποιο ενδιαφέρον, αν δεν φαίνονταν τόσο αμάσητες οι επιρροές του- ο χριστιανισμός, η ελληνική φιλοσοφία, ο ταοϊσμός σε μορφή πρωτογενή. Ο συγγραφέας, ήρωας, αφηγητής μέχρι που σε κάποια φάση ξυπνάει και μιλά koine Greek, κοινώς ελληνικά της Ελληνιστικής περιόδου.

Αν αυτή είναι η προσπάθεια του πολύ πετυχημένου συγγραφέα επιστημονικής φαντασίας να ενστερνιστεί τον μεταμοντερνισμό, τότε είναι αποτυχημένη.



22/10/10

"Το ατύχημα", Ismail Kantare


Ισμαήλ Κανταρέ δεν είχα ξαναδιαβάσει. Αν κρίνω πάντως από αυτό το βιβλίο – «Το ατύχημα»- είναι ένας πραγματικός μάστορας της λογοτεχνίας. Το μυθιστόρημα στηρίζεται σε μια φαινομενικά απλή πλοκή, ένας ταξιτζής χάνει την αυτοσυγκέντρωσή του και ρίχνει το ταξί στο χαντάκι. Σκοτώνεται το ζευγάρι που επέβαινε στο όχημα, ενώ ο ίδιος τη γλιτώνει. Τη μόνη δικαιολογία που δίνει για την έλλειψη προσοχής είναι πως κοιτούσε το ζευγάρι από τον καθρέφτη και... προσπαθούσαν να φιληθούν.

Με αφορμή το δυστύχημα μπλέκεται ένας ολόκληρος ιστός που αφορά το ζευγάρι, μια πιανίστρια ονόματι Λούλου Μπλουμπ και τον ερευνητή της υπόθεσης. Πρόκειται για μια κατάδυση στην ανθρώπινη ψυχή, συχνά με τόσο ύπουλο τρόπο που δεν το καταλαβαίνεις καν πως έγινε και ταυτίζεσαι με μια ιστορία τόσο ξένη προς εσένα.

Από τα βιβλία που αξίζει να διαβαστούν ίσως μόνο και μόνο γιατί θέτει ένα από πιο παλιά ερωτήματα, υπάρχει ο έρωτας κι αν ναι, υπό ποιες προϋποθέσεις.

"Το ατύχημα", Ισμαήλ Κανταρέ, μετ. Τηλέμαχος Κώτσιας, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, 2010, σελ. 317 

20/10/10

Ξενοφοβία

Διαβάζω ένα βιβλίο Αλβανού συγγραφέα κι ήμουν έτοιμη να ξεκινήσω την ανάρτηση με ένα κακόγουστο αστείο για το πόσο γελοίο ακούγεται στην Ελλάδα αυτό, περίπου σαν το Αλβανός τουρίστας. Και δεν είναι πως είμαι ρατσίστρια, είναι μάλλον που έχω κακό και κοινότυπο χιούμορ.

Η Ελληνική κοινωνία "περηφανευόταν" για χρόνια για τα 100άρια της. 98% Έλληνες, 98% Χριστιανοί Ορθόδοξοι, 99% μαλάκες, κι άλλα συναφή. Σήμερα πια τα πράγματα έχουν αλλάξει κι ίσως πρέπει να αλλάξουν τα αστεία μας. Λοιπόν συναναστρέφομαι πολλούς μετανάστες. Στο εργαστήριο της Φαρμακευτικής για το μεταπτυχιακό μου ο πιο κοντινός μου συνεργάτης ήταν ο Τσαρλς, Αφρικανός Αφρικανικής καταγωγής, κοινώς κατάμαυρος, και ποτέ δεν το συμπάθησα ή τον αντιπάθησα για το χρώμα του. Περνούσα πολλές ώρες μαζί του για να έχω αυτή την πολυτέλεια, τσακωνόμασταν και φιλιώναμε όπως κάνουν όλοι οι άνθρωπο του κόσμου που συνεργάζονται για ένα 15ωρο τη μέρα.

Οι μισοί και πλέον πελάτες μου στο φαρμακείο είναι Αλβανοί υπήκοοι. Δεν τους κατατάσσω σε Βορειοηπειρώτες και μη γιατί για μένα αυτό είναι αδιάφορο. Αυτοί μου δίνουν ψωμάκι να φάω και σε μεγάλο βαθμό είναι πολύ πιο καλοπληρωτάδες από τους "αμιγώς" Έλληνες γιατί έχουν κάτι που εμείς δεν έχουμε, λόγο και μπέσα. Και λέω αμιγώς Έλληνες γιατί τα παιδιά αυτών των Αλβανών υπηκόων είναι Έλληνες, νιώθουν Έλληνες, μιλάν Ελληνικά, ζούνε στην Ελλάδα, αλλά δεν έχουν την υπηκοότητα.

Όλα καλά ως εδώ. Όμως χθες που ξεχύθηκε ένας κακόμοιρος Πακιστανός να μου καθαρίσει το παμπρίζ τον έβρισα. Και έκλεισα και το παράθυρο γιατί μετά φοβήθηκα, Αφού τον έβρισα. Κι όταν μπαίνουν Τσιγγάνοι στο μαγαζί ή μαύροι μικροπωλητάδες, μια από όλες είναι από πίσω μπας και μας κλέψουν τίποτα. Κι έχω καιρό που δεν δίνω πια τίποτα στα παιδάκια στα φανάρια, που έχουν μειωθεί, αλλά δεν έχουν τελείως λείψει. Όταν περνάω από την Πειραιώς τα βράδια, σκιάζομαι.

Που τελειώνει το παράλογο και που αρχίζει το λογικό λοιπόν. Πότε ο Αλβανός τουρίστας γίνεται Αλβανός συγγραφέας, συνεργάτης, συνάδελφος, φίλος. Και πώς; Έχει να κάνει με τη φτώχια; Μήπως είμαι ρατσίστρια με τους φτωχούς, άπλυτους και άστεγους κι όχι με τους ξένους τελικά. Αυτό είναι ακόμα χειρότερο.

17/10/10

Αριστουργήματα

Τί είναι αυτό που κάνει ένα βιβλίο επιτυχημένο; Προφανώς η σύνδεση που επιτυγχάνει ο συγγραφέας του με τον αναγνώστη. Με λίγα λόγια, το μισό τούτης της αλληλεπίδρασης είναι η ανάγνωση. Άρα σε ένα βαθμό δεν υπάρχει αντικειμενικά ένα αριστούργημα. Τί καθιστά όμως ένα βιβλίο ξεχωριστό, ικανό να μείνει στις ψυχές των ανθρώπων και το χρόνο; Πώς ξεχωρίζει από ένα κοινό ευπώλητο και γιατί να ξεχωρίζει, αφού και το ευπώλητο το διάβασαν πολλοί άνθρωποι που αλληλεπίδρασαν μαζί του.

Το θέμα λοιπόν που μπαίνει είναι γιατί το έντεχνο είναι έντεχνο. Ή σε πιο απλά ελληνικά, τί κάνει το βιβλίο που διαβάζω εγώ και με ενθουσιάζει αριστούργημα και το ευπώλητο σκουπίδι. Προφανώς πως το διαβάζω εγώ. Έτσι, πολύ ελιτίστικα και σνομπίστικα. Η πολυφορεμένη παιδεία είναι πάλι ο λόγος. Το ότι εγώ ή εσύ, ο διπλανός και ο παραδιπλανός έχουμε διαβάσει δέκα πραγματικά βιβλία παραπάνω. Την κρίση την οξύνει η χρήση.

Ξέρω πως πολλοί θα διαφωνήσουν . Ξέρω κι άλλους τόσους που κρυφά ή φανερά θα συμφωνήσουν μαζί μου πως το πρόσκαιρο ευπώλητο δεν είναι καν τέχνη, δεν μπορεί να είναι αξιομνημόνευτο κι αξιοπρόσεχτο. Συνεπώς στη δική μου συνείδηση ο Νταν Μπράουν δεν είναι επιτυχημένος. Αλλά ο Σαραμάγκου είναι. Για να μιλήσω για μεγάλα μπεστ σέλερ.

10/10/10

Wolf Hall



Σε γενικές γραμμές μου αρέσουν τα ιστορικά μυθιστορήματα (είπαμε, εκτός από αυτά για τον Ελληνικό εμφύλιο, νισάφι πια....) κι έτσι αγόρασα το "Wolf Hall" της Hilary Mantel και ξεκίνησα να το διαβάζω με ανυπομονησία. Το βιβλίο μας γυρίζει πίσω στην Αγγλία του 1520, την εποχή που ο Ερρίκος προσπαθεί να χωρίσει την από εικοσαετίας γυναίκα του που δεν του χάρισε αρσενικούς απογόνους και να παντρευτεί την Άννα Μπολέιν. Εστιάζει κυρίως- και δίκαια- στην αναρρίχηση του Κρόμγουελ στην εξουσία και σκιαγραφεί αρκετά γλαφυρά την εποχή.

Μάλλον όμως υπερεκτίμησα το ενδιαφέρον μου για την Αγγλία του 16ου αιώνα. Η γραφή ήταν μακρόσυρτη και το θέμα περιορισμένο για να μου κρατήσει το ενδιαφέρον και μάλιστα για τέτοιο όγκο σελίδων. Με λίγα λόγια το τελείωσα, αλλά το βαρυγκώμησα.



7/10/10

Μάριο Βάργκας Λιόσα

Δεν μπόρεσα τελικά να συγκρατηθώ. Ήθελα να κάνω μια προσεγμένη ανάρτηση, έτσι όπως του αρμόζει, αλλά χαίρομαι πολύ και μιας και είμαι παρορμητικός άνθρωπος θα τα πω συναισθηματικά και μαζεμένα. Επιτέλους το Νόμπελ Λογοτεχνίας πήγε σε έναν συγγραφέα που πραγματικά το αξίζει. Τα τελευταία χρόνια ο θεσμός ήταν μια συνεχής απογοήτευση, φέτος η έκπληξη ήταν εξαιρετικά ευχάριστη.

Λοιπόν, ο Μάριο Βάργκας Λιόσα είναι ο μοναδικός συγγραφέας που ξέρω που καταφέρνει να γράψει μοντέρνα και μεταμοντέρνα χωρίς να χάνει τον ειρμό της γραφής, χωρίς να ξεφεύγει από το στόχο του μυθιστορήματος, που πάντα ήταν και θα είναι ένας- να πει μια καλή ιστορία. Τελειώνοντας τα βιβλία του, αν εξαιρέσεις "Το πράσινο Σπίτι" ίσως, έχεις μια γλυκειά αίσθηση πως ο χρόνος που αφιέρωσες στην ανάγνωση δεν σπαταλήθηκε. Κι αυτό δεν μπορεί να λεχθεί σχεδόν για κανέναν άλλο εν ζωή συγγραφέα.

"Η πόλη και τα σκυλιά", που με γοήτευσε,  "Ο Πανταλέων και οι Επισκέπτριες", που διαβάζω και ξαναδιαβάζω, "Η γιορτή του Τράγου", "Το παλιοκόριστο", "Τα τετράδια του Δον Ριγοβέρτο" είναι βιβλία άξια να διαβαστούν και να αγαπηθούν. Εξάλλου τούτο το μπλογκ με ανάρτηση για δικό του βιβλίο ξεκίνησε.

3/10/10

"Μπάρτλεμπυ και Σια", Enrique Vila-Matas


Το "Μπάρτλεμπυ και Σια" του Ενρίκε Βίλα Μάτας είναι σίγουρα λογοτεχνία. Αυτό που δεν μπορώ να προσδιορίσω με σιγουριά είναι αν είναι και μυθιστόρημα. Ας το ονομάσουμε αφήγημα λοιπόν για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε παρακάτω. Τον τελευταίο καιρό εντυπωσιάζομαι όλο και περισσότερο από το συγγραφέα της "Νόσου του Μοντάνο", όποιο βιβλίο του κι αν διαβάσω, μου μένει γεύση καθαρή τέχνης.

Σε αυτό, που το ξαναδιάβασα επίτηδες αργά και με προσοχή, ο συγγραφέας μέσω του αφηγητή καταπιάνεται με τους συγγραφείς εκείνους που επέλεξαν να μη γράψουν. Με αυτούς που έβγαλαν ένα δυο βιβλία και μετά σίγησαν ή ακόμα και με αυτούς που ήταν φανερά εν δυνάμει συγγραφείς αλλά διάλεξαν να μην πουν τίποτα. Ενδιαφέρον θέμα, ακόμα κι για αυτούς που δεν καταπιάνονται με τη γραφή και πολύ σωστά δομημένο βιβλιοβιβλίο, που θα έλεγαν κάποιες διαδικτυακές φίλες.

"Μπάρτλεμπυ και Σια", Ενρίκε Βίλα- Μάτας, μετ. Αμαλία Καψάλα, Φωτεινή Τζούλα, Ελεάνα Τσόκα, Δανάη Φέρρη κ.α., εκδ. Καστανιώτη, 2002, σελ 198