17/11/22

"Αργά μέσα στη μέρα", Tessa Hadley


                                                          Αγοράστε το εδώ 



Είχα απολαύσει Το παρελθόν. Κι έπιασα το Αργά μέσα στη μέρα με μια περίεργη αναγνωστική λαχτάρα, παρ’ ό,τι βγήκε μαζί με τον πολυδιαφημισμένο Επιβάτη του ΜακΚάρθυ κι η λογική θα έλεγε να διαβάσω αυτό το βιβλίο, κι όχι το πιο ήπιο, το λιγότερο γνωστό. Όμως αναγνώσματα δεν διαλέγουμε με τη λογική, η τέχνη όσο κι αν την εξηγείς, δεν παύει να έχει μια χροιά δυσεξήγητη. 

Το μυθιστόρημα μιλά για μια φαινομενικά απλή ιστορία, δυο γυναίκες κολλητές φιλενάδες, η Κριστίν και η Λίντια, παντρεύονται δυο κολλητούς φίλους, μεγαλύτερούς τους, τον Άλεξ και τον Ζάκαρι. Πολλά χρόνια μετά, πλησιάζοντας τα εξήντα τους, ο Ζάκαρι πεθαίνει, αφήνοντας τους άλλους τρεις να παλεύουν με τα φαντάσματα του παρελθόντος, προσπαθώντας να βρουν ποιοι είναι, αφού χάθηκε η εύθραυστη ισορροπία του οικοσυστήματός τους.

Η Κριστίν είναι καλλιτέχνης, ζωγράφος. Υπήρξε μια μαζεμένη νεαρή γυναίκα, λιγάκι ντροπαλή, αφοσιωμένη στα βιβλία και στα διαβάσματά της, που σπούδαζε αγγλική φιλολογία κι ήθελε να κάνει μεταπτυχιακό σε ρομαντικές ποιήτριες. Η Λίντια ήταν η φαμ φατάλ, πανέμορφη και κάπως επιφανειακή, της άρεσε πάντα να τεμπελιάζει και να παίρνει αυτό που θέλει. Κι αυτό που ήθελε ήταν ο Άλεξ. Γοητευτικός, καθηγητής τους στη σχολή, δύστροπος και ελιτιστής, φιλοδοξούσε να γίνει ποιητής. Κι αφού τον ήθελε βάλθηκε να τον κατακτήσει. Κι έτσι γνώρισε και στην Κριστίν τον -πολύ πιο μέτριας εμφάνισης- Ζάκαρι. Που όμως ήταν γόνος πλούσιας οικογένειας, όπως και η Κριστίν, κι ένας άντρας με χαρούμενη ιδιοσυγκρασία,, δοτικός.

Πώς βρέθηκαν τελικά η Λίντια παντρεμένη με τον Ζάκαρι κι η Κριστίν παντρεμένη με τον Άλεξ, είναι απορίας άξιο. Κι αυτό που κινεί όλη την ιστορία. Προς το τέλος λέει η Κριστίν στον Ζάκαρι. «Δεν λέω ότι το παρελθόν είναι καλό ή ωραιότερο ή καλύτερο ή ό,τι άλλο. Αλλά τίποτα δεν θα είναι ποτέ τόσο όμορφο όσο αυτό, σωστά; Είναι υπέροχα όμορφο. Ξεπερνάει οτιδήποτε θα ήμουν σε θέση να φανταστώ. Με γεμίζει, μου αρκεί». Αυτό είναι το σημείο καμπής του μυθιστορήματος. Όταν οι ήρωες ξεπεράσουν τα απωθημένα του παρελθόντος θα έχουν λυτρωθεί. Και το πένθος τούς βάζει παραδόξως σε διαδικασία κίνησης.

Η γραφή της Χάντλει είναι προσεγμένη ως και την τελευταία λεπτομέρεια, σε γραπώνει και δεν σε αφήνει σε καμία στιγμή παραπονεμένο. Ακόμα και σε ένα τόσο κλειστό σύμπαν-- αυτοί οι τέσσερις μοιάζει να είναι εγκιβωτισμένοι ο ένας μέσα στον άλλον, η ιστορία τους μπλέκεται τόσο πολύ, που παρά τις διαφορετικές καταβολές και προσωπικότητες, μοιάζουν αναπόσπαστο κομμάτι ο ένας του άλλου-- φτιάχνει έναν κόσμο που μοιάζει ολοκληρωμένος. Τα προβλήματα των ηρώων είναι ομολογουμένως του "πρώτου κόσμου", τους απασχολούν οι μακροχρόνιες σχέσεις, η απιστία, η τέχνη, η προώθησή της. Μου αρέσει όμως το στιλιζάρισμά της, που επικεντρώνεται στον στόχο κυνηγώντας την ουρά της ιδέας, παίζοντας με την τυχαιότητα, τη συγκυρία, τον τρόπο που επιλέγουμε χαοτικά για αυτά που τόσο έχουν σημασία στη ζωή μας. Με τη σπουδαιότητα της στιγμής, τελικά.

Έχω καταλήξει πως αυτά τα βιβλία, που δεν ουρλιάζουν την ύπαρξή τους, μου ταιριάζουν πολύ. Με κινητοποιούν γιατί μιλούν μονάχα για ένα κομμάτι του επιστητού, δεν προσπαθούν να αναπαραστήσουν την πολυπλοκότητα της πραγματικής πραγματικότητας στην ολότητά της. Κι αυτό είναι ξεκούραστο, απελευθερωτικό, σαν να πίνεις νερό για να ξεδιψάσεις και να λυτρωθείς.

 
                                   Κατερίνα Μαλακατέ



"Αργά μέσα στη μέρα", Tessa Hadley, μετ. Άγγελος Αγγελίδης, Μαρία Αγγελίδου, εκδ. Gutenberg, σ. 356, 2022


9/11/22

"Ορατή σαν αόρατη", Ζυράννα Ζατέλη

 

Αγοράστε το εδώ 

Γραμμένο με αυτή την υπέροχη συνειρμική γραφή της Ζυράννας Ζατέλη, το Ορατή σαν Αόρατη είναι το τρίτο και πολυαναμενόμενο βιβλίο της Τριλογίας Με το Παράξενο όνομα Ραμάνθυς Ερέβους. Όταν το πρωτοείδα δίστασα, είχα καιρό να καταπιαστώ με τα άλλα δυο βιβλία της Τριλογίας, βγήκαν το 2001 και το 2009 αντίστοιχα, αλλά ήταν τέτοιος ο έρωτας των μετεφηβικών μου χρόνων για το γράψιμό της, που τελικά υπέκυψα. Και δεν ξαναδιάβασα τα άλλα δυο, έμεινα -ειδικά για το πρώτο- με την από εικοσαετίας μνήμη. Για αυτό δεν ξέρω να σας πω τι σχέση έχει με τα άλλα δυο βιβλία. Κι αυτό μοιάζει εντελώς ταιριαστό, για αυτόν τον ρευστό, ονειρικό κόσμο που χτίζεται πάνω σε στέρεα υλικά.

Αυτό κάνει η Ζατέλη, χτίζει κόσμους γεμάτους μάγισσες, ξωτικά και κουκουβάγιες, για να μας μιλήσει για έναν χοντρό ογδοντάχρονο που σφήνωσε στο παράθυρο, και μια συγγραφέα που περιμένει εναγωνίως να πεθάνει η κυρία για την οποία ήταν ghost writer όλα αυτά τα χρόνια, για να γράψει τα δικά της και να ξεχυθεί η φωνή της και μια γυναίκα που θέλει να ουρλιάξει για την πεθαμένη κόρη της και θα τα πει σε όποιον βρεθεί κι έναν εκδότη που τον λέμε Λαρίων. 

Η σχέση του κειμένου με τον χρόνο είναι εξαιρετικά χαλαρή, ο αφηγητής μπαίνει στον κόπο μερικές φορές να μας απευθυνθεί και να μας κατευθύνει χρονικά, άλλοτε δεν τον νοιάζει καθόλου για μας. Και δεν νοιάζει ούτε εμάς ως αναγνώστες να τοποθετηθούμε πλήρως απέναντι στα πρόσωπα, στα πράγματα, τον χρόνο και τον χώρο, να μάθουμε για την Οφία τη νάνα-νάνο-κουκουβάγια, να μάθουμε για τις φωνές μες στο κεφάλι μας και μες στο κεφάλι της Λεύκας, αφηνόμαστε σε αυτό το ταξίδι. Πρέπει να αφεθείς, στα χέρια αυτής τη γλώσσας, κάποτε εντελώς φροντισμένης, άλλοτε επίτηδες σκληρής, σαν να μπαίνουν ακίδες πραγματικής πραγματικότητας μέσα στο μυαλό μας, όσο ακολουθούμε τον ρέοντα συλλογισμό του.

Αυτές οι ακίδες πονάνε. Πονάει να είσαι μάνα. Πονάει να είσαι κόρη. Πονάει η απουσία της μάνας. Πονάει το κομμένο ποδαράκι της μάνας. Πονάει να γράφεις. Πονάει να γράφεις για άλλους. Πονάει να μην γράφεις. Η περιπέτεια της γραφής και της ζωής είναι το κουκούτσι του κειμένου. Η έμπνευση δεν αρκεί. Χρειάζεται κι η οδύνη. Το βίωμα δεν είναι αρκετό, χρειάζεται κι η τεχνική. Ο πόνος δεν είναι το βασικό συστατικό, μόνο αναπόσπαστο στοιχείο κάθε έργου τέχνης. Το χιούμορ δεν λείπει, πώς θα μπορούσε από κείμενο της Ζατέλη, να λείπει. 

Αφέθηκα, όπως καταλάβατε. Αφέθηκα και με πήγε στα παιδικά μου χρόνια, στης Λεύκας, στους πόνους μου, στις νάνες και τα ξωτικά. Κοιμήθηκα ανάποδα σαν κουκουβάγια στο κλαδί της, με ένα στέμμα στο μέσο του μετώπου και μου κάψαν κι εμένα τα νυχτολούλουδα με βραστό νερό για να μην ευωδιάζουν πια. Κι αυτό κάνει τη λογοτεχνία συναρπαστική, αυτό της δίνει δύναμη αφόρητη, τόσο που πονάει το μυαλό σου όταν διαβάζεις. Η ταύτιση της εμπειρίας κι όταν δεν ταυτίζεται η συγκυρία, η λύτρωση κι όταν δεν ξέρεις ακριβώς τον πόνο, η γραφή είναι γέννα, η ανάγνωση είναι υιοθεσία, την υιοθέτησα αυτή την αόρατη ορατή Λεύκα.


                           Κατερίνα Μαλακατέ


"Ορατή σαν αόρατη", Ζυράννα Ζατέλη, εκδ. Καστανιώτη, 2021, σ. 351


















Η Ζυράννα Ζατέλη στο Booktalks: