Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μαντόγλου Αργυρώ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μαντόγλου Αργυρώ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

24/3/21

"Τρικυμίες παθών", Αργυρώ Μαντόγλου






Ένα μάλλον τολμηρό εγχείρημα ανέλαβε η Αργυρώ Μαντόγλου όταν αποφάσισε να γράψει το «Τρικυμίες παθών», τη μυθιστορηματική βιογραφία του Κοράη για τα νεανικά χρόνια του στο Άμστερνταμ. Η εικόνα που έχουμε για τον Κοράη, αυτή του σοφού, αυστηρού Δάσκαλου του γένους, που διαποτίστηκε από τις αρχές του Διαφωτισμού και της Γαλλικής επανάστασης, αλλά κι αυτού που επέβαλλε στην ουσία τη γλωσσική του άποψη στη χώρα για χρόνια, είναι πολύ διαφορετική από αυτή του νεαρού Διαμαντή που προσπαθεί να βρει τη θέση του στον κόσμο και την ταυτότητά του.


Η ιστορία ξεκινά το 1771, οπότε ο νεαρός 23χρονος ήρωας φεύγει από τη Σμύρνη για το Άμστερνταμ. Πρόκειται για έναν συμβιβασμό ανάμεσα σε κείνον και στον πατέρα του. Ο πατέρας του θέλει να γίνει έμπορος και να πάρει την οικογενειακή επιχείρηση, ο Διαμαντής θέλει να μάθει όσα περισσότερα μπορεί, να σπουδάσει, να ρουφήξει γνώσεις από παντού. Μαζί του στο ταξίδι κι ένας κουτοπόνηρος παραγιός, ο Σταμάτης Πέτρου, σταλμένος για να τον κατασκοπεύει και να τον επιτηρεί. Ο Πέτρου μιλάει ένα φρικτό κράμα ανάμεσα σε κακά Ρωμέικα και κακά Τούρκικα, ενώ διατείνεται πως μπορεί να συνεννοηθεί και στα Ολλανδικά. Ο Κοραής δεν μπορεί να τον ανεχτεί με τίποτα, στο πρόσωπό του συμπυκνώνεται ό,τι αντιπαθεί στους συμπατριώτες του, η κακή χρήση της γλώσσας, η αδυναμία να δεις τη μεγαλύτερη εικόνα, η περιχαράκωση σε έναν τρόπο δουλοπρεπή και ραγιάδικο.


Στο Άμστερνταμ ο νεαρός Κοραής ανθίζει, συναντά τον δάσκαλό του Βύρτον, διαβάζει, μαθαίνει γλώσσες, συναναστρέφεται Ευρωπαίους, σύντομα πετάει τα σκουτιά, ντύνεται φράγκικα, παρφουμαρίζεται, φοράει περούκες σύμφωνα με τη μόδα της εποχής, βγαίνει και διασκεδάζει. Και ερωτεύεται παράφορα την ασθενική (και όχι ορθόδοξη χριστιανή) Μαρί Ζερό. Ακόμα και για το εμπόριο έχει ιδέες νεωτερικές, που εκνευρίζουν τον παραγιό του. Έπειτα από την άνθηση όμως, έρχεται η πτωση κι εκεί ο Κοραής, στον πόνο, θα αρχίσει να μετασχηματίζεται σε αυτό που έγινε αργότερα. 

Το μυθιστόρημα είναι εξαιρετικά καλογραμμένο, με φρεσκάδα που δεν περιμένεις. Νιώθεις κοντά στον Διαμαντή, ώρες ώρες ταυτίζεσαι, σχεδόν ξεχνώντας για ποιον πρόκειται. Το βιβλίο είναι γραμμένο φυσικά στη δημοτική, αλλά πού και πού έχεις την αίσθηση του απόηχου της γλώσσας του Κοραή. Και φυσικά τα αποσπάσματα από τα γράμματα που στέλνει ο παραγιός και ρουφιανεύει στον πατέρα του, δίνουν ανάγλυφα την εικόνα της εποχής. 

Κι εδώ, όπως στο προηγούμενο βιβλίο της Αργυρώς Μαντόγλου, το "Σώμα στη βιτρίνα",  δεσπόζει το Άμστερνταμ. Το μυθιστόρημα μιλάει για τον Κοραή, αλλά ταυτόχρονα πραγματεύεται τον έρωτα, την ελευθερία των επιλογών, τη γλώσσα, την πατρίδα, το πάθος για γνώση, το πόσο αλλάζει ο άνθρωπος διαβάζοντας κι ερχόμενος σε επαφή με ιδέες ριζοσπαστικές. Είναι ένα συναρπαστικό ανάγνωσμα κι ας ξέρεις περίπου το τέλος του. Και μια πολύ σοβαρή προσπάθεια στη μυθιστορηματική βιογραφία που είναι δύσκολο και κάπως ταλαιπωρημένο είδος στην Ελλάδα




                                                          Κατερίνα Μαλακατέ



"Τρικυμίες παθών", Αργυρώ Μαντόγλου, εκδ. Κλειδάριθμος, 2020, σ. 261


24/5/17

"Σώμα στη βιτρίνα", Αργυρώ Μαντόγλου




Πολυεπίπεδο και διαφορετικό, το «Σώμα στη βιτρίνα», αποτελεί μια πολύ ευχάριστη έκπληξη. Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα στημένο στους δρόμους του Άμστερνταμ, που περνά με άνεση από το 1664 στο 2014, δένοντας τους πρωταγωνιστές με ένα αόρατο σκοινί αισθήσεων, συναισθήσεων και παραισθήσεων. 

Οι τέσσερις κεντρικοί ήρωες έχουν πράγματα που δεν θέλουν να θυμούνται στην πλάτη τους. 

Ο Άγγελος είναι ένας ψυχίατρος, που παράτησε το ιατρείο του και άνοιξε ξενοδοχείο γιατί δεν άντεχε τους ασθενείς του· για την ακρίβεια τη γεύση τους. Ο Άγγελος πάσχει από συναισθησία: άνθρωποι, πίνακες, καταστάσεις τού φέρνουν γεύσεις στα χείλη που τον βασανίζουν.

Η Ελισάβετ είναι μια συγγραφέας σε απόγνωση, που μετακόμισε στο άδειο σπίτι της φίλης της στην Ολλανδία για να γράψει, αλλά τη στοιχειώνει ο μικρός πίνακας πάνω από το γραφείο της. Προσπαθεί να απομακρυνθεί από τον έρωτα, όσο εκείνος την ψάχνει.

Η Νατάσσα είναι ένα κορίτσι της βιτρίνας. Πουλάει το κορμί της για να επιβιώσει και να ξεχάσει. Το πώς βρέθηκε στον δρόμο με τα Κόκκινα φανάρια, το τι τη βασανίζει, δεν θα το μάθουμε παρά μόνον στο τέλος. 

Κι η Έλσε είναι μια μικρή χωριατοπούλα, που το 1664, έρχεται στο Άμστερνταμ για να βρει την τύχη της. Ζει σε ένα άθλιο κοινόβιο, η σπιτονοικοκυρά της την εκβιάζει συνεχώς για τα νοίκια, λατρεύει τα στολίδια και τα φορέματα, ονειρεύεται μια άλλη ζωή κι όχι αυτή της υπηρέτριας ή της πόρνης για την οποία προαλείφεται. Τελικά γίνεται μοντέλο του Ρούμπενς.





Η τέχνη, το ένστικτο, οι άνθρωποι, το τυχαίο, η ειμαρμένη, τα κορμιά που πουλιούνται κι αγοράζονται, τα όνειρα για μια καλύτερη, διαφορετική ζωή από αυτό που μας ήταν γραμμένο, όλα μπλέκονται και δίνουν ένα βιβλίο γοητευτικό που σε κρατάει ως το τέλος. Το κακό, σε διάφορες μορφές, κυκλώνει τους ήρωες, όμως δεν τους αντιπαθείς, ξέρεις πως είναι ανθρώπινοι, έχουν πάθη κι εμμονές. 

Η αφήγηση, τριτοπρόσωπη, αλλάζει συχνά εστίαση. Η γραφή έχει κάποιες αμήχανες στιγμές, αλλά το συνολικό οικοδόμημα είναι στέρεο και πολύ ενδιαφέρον. Η δομή, με όλα τα πισωγυρίσματα στον χρόνο και στους τόπους, είναι ξεκάθαρη. Σε κάθε περίπτωση υπάρχει διευκρίνιση στην αρχή κάθε κεφαλαίου για ποιον ήρωα μιλάμε και ποια χρονική περίοδο. Η ιστορία της Έλσε είναι αληθινή, η συγγραφέας βασίστηκε σε ένα σκίτσο του Ρούμπενς που απεικονίζει τον απαγχονισμό της ηρωίδας της, όπως και  στα αρχεία για την υπόθεση που δίνουν στοιχεία για την καταγωγή και τη ζωή της. 

Το «Σώμα στη βιτρίνα» με εντυπωσίασε. Διαβάζεται εύκολα, ξεχνιέται δυσκολότερα. Λογαριάζω να διαβάσω κι άλλα μυθιστορήματα της Αργυρώς Μαντόγλου στο μέλλον.



                                                               Κατερίνα Μαλακατέ 





"Σώμα στη βιτρίνα", Αργυρώ Μαντόγλου, εκδ. Μεταίχμιο, 2017, σελ. 404