30/4/12

"Εγώ και ο Καμίνσκι", Daniel Kehlmann





Υποψιάζομαι πως η σχέση μου με τους Γερμανούς συγγραφείς δε θα φτιάξει ποτέ.* Όλα ξεκίνησαν όταν στην μετεφηβεία μου παράτησα το «Ευρύ πεδίο» του Γκύντερ Γκρας τουλάχιστον δέκα φορές στις δέκα πρώτες σελίδες. Αστειεύομαι. Ή μάλλον τώρα που το ξανασκέφτομαι....Στο μυαλό μου είχα πως ήμουν άδικη για τον Ντάνιελ Κέλμαν και τη «Φήμη» στην κριτική μου, πως τα διηγήματά του μου είχαν τελικά αρέσει- κάποια- κι αυτό δεν άφησα τον εαυτό μου να το παραδεχτεί. Έτσι διάβασα σχετικά γρήγορα για τις πρακτικές μου, βιβλίο του ίδιου συγγραφέα.
«Το εγώ και ο Καμίνσκι» είναι ένα μικρό μυθιστόρημα. Ήρωας ο Σεμπάστιαν Τσέλνερ, ένας επηρμένος  φτωχοδιάβολος κριτικός τέχνης σε μικρά έντυπα που αποφασίζει να βιογραφήσει τον Καμίνσκι, ένα ζωγράφο που είχε κάποτε μια κάποια φήμη- διετέλεσε προστατευόμενος του Ματίς- αλλά αργότερα έπεσε στη λήθη. Πείθει έναν εκδότη πως ένα μόνο λείπει για να ξανάρθει στην επικαιρότητα ο ξεχασμένος καλλιτέχνης, το να πεθάνει. Αν η βιογραφία βγει τότε, πριν να κοπάσει ο σχετικός ντόρος, θα πιάσουν την καλή.  Γνωρίζεται με τον δύστροπο γέρο κι ακολουθεί το νήμα μιας ερωτικής του περιπέτειας χωρίς φυσικά να συμπαθεί ή να ξέρει πολύ το πρόσωπο που βιογραφεί και δίχως κανένα πραγματικό ενδιαφέρον για την τέχνη του.  
Η ιδέα ενός αντιπαθητικού, αριβίστα και υπερόπτη ήρωα είναι συμπαθητική. Η ροή της αφήγησης είναι σχετικά βατή, το ίδιο και η γραφή (οι νεότεροι μεταφραστές φαίνεται πως κάνουν καλή δουλειά πια με τα Γερμανικά). Το τέλος όμως είναι αποκαρδιωτικά προβλέψιμο, η κορύφωση δεν έρχεται ποτέ, ο ρυθμός χάσκει από παντού.  Κι η τελευταία γεύση, ίδια με αυτή της «Φήμης», σα να σπρώχτηκε το βιβλίο να τελειώσει, σαν κάτι να μη λειτουργεί. Μετριότητες. Κρίμα.


* Ο Μπέρνχαρντ είναι Αυστριακός, δεν μετράει….


"Εγώ και ο Καμίνσκι", Ντάνιελ Κέλμαν,μετ.Κώστας Κοσμάς, εκδ. Καστανιώτη, 2008, σελ.178

Υ.Γ.1 Επιτέλους ένα βιβλίο του Καστανιώτη με άσπρο εξώφυλλο. (Το μαύρο είναι το αγαπημένο μου χρώμα, αλλά ως ένα σημείο με τα ολόμαυρα και εν πολλοίς όμοια εξώφυλλα. Νισάφι)

Υ.Γ.2 Το όνομα του μεταφραστή μήπως πρέπει να μπαίνει στο εξώφυλλο; Ε, ε; Λέω εγώ τώρα....

27/4/12

"Αν μια νύχτα του χειμώνα ένας ταξιδιώτης", Italo Calvino





Ένα βιβλίο καθαρά βιβλιοφιλικό είναι το «Αν μια νύχτα του χειμώνα ένας ταξιδιώτης», για ανθρώπους που ζουν και ανασαίνουν μέσα από την ανάγνωση και μπορούν να ταυτιστούν με τον ανώνυμο Αναγνώστη, ήρωα του βιβλίου και αφηγητή. Ο Ίταλο Καλβίνο γράφει κομμάτι αυτού το μυθιστορήματος στο δεύτερο πρόσωπο για να συγκινήσει και να παρακινήσει τον συστηματικό αναγνώστη να νιώσει μέρος της πλοκής, να εμπλακεί συναισθηματικά, να ενδώσει και να σκεφτεί όλα όσα τον απασχολούν σε σχέση με το διάβασμα. Οι αναρωτήσεις για την φόρμα του μυθιστορήματος, για τη σπουδαιότητα ή μη της πλοκής, της κορύφωσης των χαρακτήρων, για το αν ένα βιβλίο στην τελική ανάλυση είναι ελευθερία ή σκλαβιά, είναι σε πρώτο πλάνο.
Ο Αναγνώστης αγοράζει το μυθιστόρημα «Αν μια νύχτα του χειμώνα ένας ταξιδιώτης» του Ίταλο Καλβίνο, μόνο για να ανακαλύψει πως από κάποιο τυπογραφικό λάθος, μετά το δεκαεξασέλιδο, το βιβλίο επαναλαμβάνεται από την αρχή. Διαμαρτύρεται στο βιβλιοπωλείο, γνωρίζει εκεί τη Λουντμίλα, την Αναγνώστρια, και μαζί ξεκινούν έναν αγώνα για να βρουν το υπόλοιπο βιβλίο, που καταλήγει στο να αρχίζουν ολοένα ένα μυθιστόρημα και κάποια στιγμή να μην μπορούν να διαβάσουν τη συνέχεια.
 Ο συγγραφέας αναγκάστηκε να γράψει δέκα αρχές μυθιστορημάτων και να τις κόψει στο πιο κρίσιμο σημείο, εκεί που αρχίζουμε να ενδιαφερόμαστε για τους χαρακτήρες και την πλοκή. Το ύφος της γραφής του Ίταλο Καλβίνο είναι εύκολα αναγνωρίσιμο, κι έτσι δεν κατόρθωσε να μας δώσει ντε και καλά δέκα διαφορετικές αρχές από δέκα διαφορετικής εθνικότητας συγγραφείς όπως θέλει η πλοκή- πάντως το πείραμα, πέτυχε. Το βιβλίο είναι ατμοσφαιρικό, βαθιά μοντέρνο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, και σίγουρα απλησίαστο για όποιον γυρεύει μια γραμμική ιστορία, ένα κλασικό ανάγνωσμα και τίποτε άλλο. Πιθανολογώ δε, πώς να το είχα διαβάσει σε νεαρότερη ηλικία, που ήμουν πιο ανυπόμονη, θα το είχα παρατήσει.


"Αν μια νύχτα του χειμώνα ένας ταξιδιώτης", Ίταλο Καλβίνο, μετ. Ανταίος Χρυσοστομίδης, εκδ. Καταστανιώτη, 2009 σελ. 321



24/4/12

"Το στοίχημα των ανθρώπων", Μιχάλης Σπέγγος



Παρ’ όλους  κάποιους πλατειασμούς και μερικές «κοιλιές» στην ιστορία και την αφήγηση,  «Το στοίχημα των ανθρώπων» του Μιχάλη Σπέγγου είναι από τα πιο ολοκληρωμένα ελληνικά μυθιστορήματα από πλευράς πλοκής που διάβασα τα τελευταία χρόνια. Με λίγη οικονομία στο λόγο, υποψιάζομαι πως θα μιλούσαμε  για ένα εκπληκτικό βιβλίο.
            Ηρωίδα η Νίκη, ένα άγριο θηλυκό με piercing σε όλο του το σώμα, χωρίς ιδιαίτερες επιδόσεις στα μαθήματα, που κατορθώνει στην αρχή να περάσει στο μαθηματικό, μετά να βρεθεί στο Στάνφορντ, έπειτα να ειδικευτεί στο χάκινγκ, να την προσλάβει μια εταιρεία που ψάχνει εξωγήινα σήματα, ενώ ταυτόχρονα ειδικεύεται στην ανθρώπινη κλωνοποίηση. Ένα βράδυ, ένα άγνωστο σήμα από το διάστημα θα την μετατρέψει στην «εκλεκτή».
            Η ιστορία πηδά από το παρόν στο μέλλον, τα «μελλοντολογικά» στοιχεία είναι αρκετά προσεγμένα, και για μένα πάντα ενδιαφέροντα -βίτσια είναι αυτά-  οι πεντακόσιες σελίδες φεύγουν σα νεράκι. Τόσο που κάπως στεναχωριέσαι όταν όλα λάβουν ένα τέλος. Το ευχαριστήθηκα.
           

"Το στοίχημα των ανθρώπων", Μιχάλης Σπέγγος, εκδ. Λιβάνη, 2011, σελ.511   

21/4/12

"Ένα κάποιο τέλος", Julian Barnes




Βιβλίο ρουφηχτό που τελείωσα την ίδια μέρα που το άρχισα, το «Ένα κάποιο τέλος» του Τζούλιαν Μπαρνς είναι ένα μικρό κομψοτέχνημα ύφους και στυλ, από έναν συγγραφέα που φαίνεται πια να φτάνει στο απόγειό του.
Αφηγητής ο Τόνι, ένας άντρας που έζησε μια μέτρια ευτυχισμένη ζωή, ακριβώς όπως την ήθελε και μια περίεργη κληρονομιά τον κάνει να καταδυθεί στις μνήμες της εφηβικής του ηλικίας, στην παρέα του με τον Κόλιν, τον Άλεξ, τον Έντριαν, τις πρώτες του σχέσεις. Το βιβλίο μας βάζει αριστοτεχνικά στο παιχνίδι της μνήμης, του χρόνου, στην αλήθεια ιδωμένη από την μια πλευρά κι ύστερα από την άλλη, στη νοσταλγία που αγκυλώνει κάπως τα πράγματα. Πουθενά δεν αμφισβητούνται οι καλές προθέσεις, όμως σχεδόν ποτέ αυτές δεν αρκούν.
Ο ήρωας- αφηγητής είναι ένας εξαιρετικά συμπαθητικός εξηντάρης, κι αυτό κάνει την αφήγησή του ακόμα πιο σημαντική. Η γραφή ρέει, η πλοκή είναι σφιχτά δεμένη και δεν περισσεύει ούτε μια λέξη. Εξαιρετικά.  

Υ.Γ. Μου άρεσε πολύ το ανάγλυφο εξώφυλλο, για πολλή ώρα βρέθηκα να ονειροπολώ χαϊδεύοντας το....


"Ένα κάποιο τέλος", Julian Barnes, μετ. Θωμάς Σκάσσης, εκδ. Μεταίχμιο, 2011, σελ. 210



19/4/12

«Μητριάς Εγκώμιο», Mario Vargas Llosa





             Διεστραμμένα ερωτικό, ύπουλα σεξουαλικό, με λαγνεία και την παιχνιδιάρικη συμπεριφορά ενός παιδιού ή ενός αγγέλου, το «Μητριάς εγκώμιο» είναι ένα μικρό κομψοτέχνημα. Κεντημένο δεξιοτεχνικά, χωρίς σχεδόν να έχει καμιά σχέση με τα υπόλοιπα βιβλία του Λιόσα, ή ίσως στην αρχή, τον πυρήνα και να έχει σχέση με όλα του, η πρόστυχη ιστορία του αγγελικού δωδεκάχρονου προγονού και της όμορφης σαραντάρας μητριάς του, γίνεται μέσα από την τελετουργία μαγική εικόνα, σέξι ζωγραφικός πίνακας, εμβληματικό παραμύθι για να μείνει στους αιώνες. Παρεμβάλλεται η αλήθεια, σε μικρές δόσεις από τα σωθικά μας, ως το κυνικό, διφορούμενο, απελπιστικό φινάλε.
            Με λίγα λόγια, αν ο Λιόσα δεν ήταν τόσο εκπληκτικός συγγραφέας έτσι κι αλλιώς, τόσο που το βιβλιαράκι να μοιάζει λεπτομέρεια στην πορεία του, θα μπορούσε να είναι θρυλικός μόνο για αυτό.

«Μητριάς Εγκώμιο», Mario Vargas Llosa, μετ. Χριστίνα Θεοδωροπούλου, εκδ. Πατάκη 2001, σελ.144 


18/4/12

Μια γαμημένη ζωή




Νιώθω πως, σε γενικές γραμμές αυτό που συμβαίνει γύρω μου με ξεπερνά. Φαντάζομαι πως το ίδιο αισθανόμαστε όλοι, πως αυτή η στημένη μορφή ζωής είναι μια φούσκα που δημιούργησε κάποιος άλλος κι εμείς χορεύουμε σε ένα ρυθμό που άλλοτε δεν αλλάζει για αιώνες κι άλλοτε γίνεται τόσο ξέφρενος που μας στροβιλίζει και πεθαίνουμε. Αυτός που τα καθορίζει όλα αυτά, δεν ξέρω ποιός είναι, αυτήν την παγιωμένη ηθική- που αλλάζει κάθε πόσα χρόνια(;)- αυτό «που γίνεται…», αυτό που «περιμένουν οι άλλοι από σένα». Ποιοί σκατά είναι αυτοί οι «άλλοι», είμαι εγώ ένας από αυτούς τους «άλλους» που καθορίζουν την δικιά σου ζωή;

Το να μην πιστεύω σε ένα ανώτερο ον σε κάτι τέτοιες στιγμές είναι ανακουφιστικό. Η απάντηση «ο Θεός», δηλαδή κάτι που δεν μπορείς να αγγίξεις και να αλλάξεις, θα με εξουθένωνε. Από την άλλη, οι έξυπνοι θρησκευόμενοι καταλαβαίνουν έτσι κι αλλιώς πως για τη δομή της εκάστοτε κοινωνίας δεν φταίει ο Θεός, μα ο Άνθρωπος. Η λύση δεν ξέρω ποιά είναι. Η διάβρωση του συστήματος εκ των έσω- «κάνω πως κάνουν αυτό που θέλουν, για να κάνω στην τελική αυτό που θέλω» είναι χαζομάρες, η δικαιολογία μας για να κρατηθούμε ζωντανοί. Η παντελής άρνηση; Ακόμα χειρότερα χάλια, σε βρίσκουν σε ένα χαντάκι μόνο και κουρελή.

Ο θυμός μου, που κάποιες φορές καταλαγιάζει, κι άλλοτε γιγαντώνεται αν και δεν εκτονώνεται, πιθανώς να με ξεβράσει στα βράχια. Ή ίσως να με «βγάλει» πικραμένη σε καμιά πενηνταριά χρόνια στο χείλος του θανάτου, να κοιτώ μια γαμημένη ζωή που δεν έζησα.


16/4/12

«The curious incident of the dog in the night-time”, Mark Haddon




Το να επιλέξει κανείς να στηρίξει ένα βιβλίο στον πρωτοπρόσωπο αυτιστικό αφηγητή του δεν είναι σίγουρα μια εύκολη απόφαση. Κρύβει παγίδες, από το να καταντήσει κουραστικό και γραφικό το μυθιστόρημα, μέχρι να καταλήξει ο ήρωας του ένας άλλος, πιο έξυπνος ή πιο χαζός, πάντως μια φιγούρα που δεν ταιριάζει με το προφίλ του αυτιστικού παιδιού με το εξαιρετικό μυαλό για μαθηματικά. Ο Mark Haddon στο «The curious incident of the dog in the night-time» καταφέρνει να περάσει τους περισσότερους από αυτούς τους σκοπέλους, να μας χώσει στο γεμάτο πρόγραμμα, σχέδια, "απαγορεύεται" και "επιτρέπεται" μυαλό ενός ιδιαίτερου εφήβου. Και ταυτόχρονα, ενώ σέβεται το θέμα του, να κάνει και πλάκα.
           Ο Christofer Boone λοιπόν μας αφηγείται την ιστορία του- για την ακρίβεια γράφει το βιβλίο- για το πώς βρήκε το σκυλί της γειτόνισσάς του καρφωμένο με μια πηρούνα για το μάζεμα των φύλλων και αποφάσισε να βρει το δολοφόνο. Για έναν αυτιστικό που δεν αντέχει να μιλά σε ξένους, που δεν θέλει να τον ακουμπά κανείς, που μετρά στο μυαλό του για να κοιμηθεί, που στηρίζεται στο μέτρημα κόκκινων ή κίτρινων αυτοκινήτων για το αν θα φάει και θα κοιμηθεί και που μισεί τα χρώματα κίτρινο και καφέ, μια τέτοια δουλειά ντετέκτιβ μπορεί να είναι ολόκληρη περιπέτεια, που θα τον οδηγήσει σε πολύ σημαντικότερες ανακαλύψεις.
           Το βιβλίο είναι εξαιρετικά ευκολοδιάβαστο, θα το απολάμβαναν εξίσου γυναίκες που διαβάζουν «γυναικεία λογοτεχνία» λόγω του ευαίσθητου θέματος και άλλοι πιο ψαγμένοι αναγνώστες για το ενδιαφέρον του αυτιστικού αφηγητή και πιστεύω πως η παγκόσμια επιτυχία του είναι δικαιολογημένη.

«The curious incident of the dog in the night-time”, Mark Haddon, Vintage 2004, pg.271

Υ.Γ. Από τα μαθηματικά κατάλαβα ελάχιστα, εννοείται…..

14/4/12

"Μικρές αναμνήσεις", José Saramago





Όταν κάποιος ξέρει να γράφει και πώς να πει μια ιστορία, δεν το χάνει φυσικά γιατί αρχινάει να πει την ιστορία της ζωής του. Έτσι κι εδώ, στις «Μικρές αναμνήσεις» η γραφή είναι η γνωστή και αγαπημένη ρέουσα και άστικτη του Σαραμάγκου. Όμως ο μύθος είναι η αυτοβιογραφία του από τα παιδικά του χρόνια ως τα δεκαπέντε του. Κι εδώ κάπως χαλάει η σούπα, γιατί όταν ένας ογδοντακονταετής γράφει για την παιδική του ηλικία αναπόφευκτα την ζαχαρώνει, έτσι οι σκηνές έχουν μια τρυφερότητα στα όρια του μελό που καθόλου δεν μοιάζει με τον γνωστό, καλό,  κυνικό θείο Ζοζέ. Φυσιολογικό για κείνον, κουραστικό για τον αναγνώστη.
            Οι βιογραφίες και περισσότερο οι αυτοβιογραφίες σπανίως είναι του γούστου μου, παρ’ όλα αυτά πίστεψα, ίσως λόγω και του μικρού του όγκου, πως το βιβλιαράκι δεν θα με κουράσει, με νίκησε και η περιέργειά μου γύρω από τον μύθο του «Σαραμάγκου που δεν τελείωσε καν το γυμνάσιο». Λάθεψα, δεν θέλω να ξέρω τίποτα για τους συγγραφείς Μου, παρά μόνον τα βιβλία τους.

"Μικρές αναμνήσεις", Ζοζέ Σαραμάγκου, μετ. Αθηνά Ψυλλιά, εκδ. Καστανιώτη, 2008, σελ.140

13/4/12

Μια ιστορία αθεΐας






Θα σας πω μια ιστορία που μάλλον δεν αφορά πολύ αυτό το blog, δεν έχει να κάνει σχεδόν καθόλου με βιβλία, αν εξαιρέσει κανείς το μεγαλύτερο ευπώλητο όλων των εποχών, ούτε με ανάγνωση, ούτε με γραφή. Όμως έχει να κάνει με το πώς αντιλαμβάνομαι τον κόσμο, κι αυτό εν μέρει οφείλεται στα διαβάσματά μου. Μεγάλωσα σε μια οικογένεια μάλλον αδιάφορη προς τα θρησκευτικά τότε, οι γονείς μου, όπως η μέση οικογένεια της δεκαετίας των 80, είχαν μια χαλαρή πίστη, που περιελάμβανε τον Επιτάφιο, την Ανάσταση και τη μαγειρίτσα- τις μοναδικές φορές που κοινώνησα στη ζωή μου ήταν με το σχολείο. Μεγαλώνοντας συνέβησαν δυο πράγματα, πρώτον εγώ έγινα άθεη, δεύτερον οι γονείς μου μετακινήθηκαν προς πιο θρησκευτικά μονοπάτια, δεν έγιναν θρησκόληπτοι, άλλα άρχισαν τα τάματα, οι επισκέψεις- όχι πολύ συχνές- στα μοναστήρια, ο συχνότερος εκκλησιασμός. Αυτά, παρ’ όλο που μου φαίνονται κάπως αστεία, φρόντισα να μην τα διακωμωδήσω ποτέ, εν αντιθέσει με αρκετούς άθεους δεν έχω μένος για την θρησκεία- η εκκλησία ως θεσμός και το πόσο παρεμβαίνει στην κοσμική ζωή μας είναι άλλο θέμα- με λίγα λόγια να τα σεβαστώ χωρίς να τα σχολιάσω.
Δυστυχώς δεν έτυχα αντίστοιχης συμπεριφοράς για τη δική μου στάση. Οι γονείς  μου συχνά πάνε το παιδί μου στην εκκλησία χωρίς να μου ζητήσουν την άδεια, επέμειναν μέχρι φορτικής αηδίας να βαπτιστεί, σκανδαλίζονται που δεν νηστεύουμε, που δεν θέλουμε να πάμε στην Ανάσταση- για το αρνάκι δεν έχουμε καμία αντίρρηση- κάνουν κακά αστεία, που δυσκολεύομαι να μην αντιγυρίσω. Σήμερα αναρωτιόμασταν αν θα βρούμε να φάμε (τελικά φάγαμε σε ένα Αμερικάνικο εστιατόριο), η κυρία στο μαγαζάκι με κοίταξε άγρια που πήρα γάλα και παγωτό, ένιωσα άβολα που θα έπρεπε να πω στη διαιτολόγο πως δεν νηστεύω. Αναρωτιέμαι λοιπόν, αν και κατά πόσον όλο αυτό είναι φυσιολογικό, γιατί πρέπει εγώ να δηλώσω πως δεν νηστεύω, αντί να γίνεται το ανάποδο. Καταλαβαίνω την παράδοση χρόνων, αντιλαμβάνομαι πόσο αργά αλλάζουν τα ήθη στις κοινωνίες, δεν μπορώ να δεχτώ όμως πως πρέπει να τσακωθώ για αυτό ή έστω να δικαιολογηθώ. Στο κάτω κάτω σε αυτή την συγκεκριμένη Ελληνορθόδοξη πίστη ανήκουν πραγματικά μια χούφτα άνθρωποι.



11/4/12

"Ματριόσκα" - Ελ Ρόι





Υποβλητικά είναι τα διηγήματα του συλλογικού έργου "Ματριόσκα" που κυκλοφορεί ελεύθερα στο διαδίκτυο από τις βορειοδυτικές εκδόσεις. Σου αφήνουν μια πίκρα, μια αίσθηση ανυμποριάς και κατάντιας. Αλλά ταυτόχρονα, από τα σχόλια του αφηγητή Ελ Ρόι βγαίνει και κάτι σαν αναστεναγμός, σαν κρυφή ευχή για κάτι καλύτερο. Το έργο γράφτηκε από 13 διαφορετικούς ανθρώπους που δε συναντήθηκαν ποτέ, όλα έγιναν μέσω διαδικτύου, περιλαμβάνει μουσικές και φωτογραφίες που δεν ξέρω να κρίνω, για αυτό θα σιωπήσω για αυτές. Κι είναι σίγουρα ένα πετυχημένο εγχείρημα, μια κραυγή που αξίζει να διαβαστεί.

Δωρεάν το διαβάζετε εδώ 

"Ματριόσκα" ,  Ελ Ρόι, βορειοδυτικές εκδόσεις 2011, σελ.80

9/4/12

"2666", Roberto Bolaño- μέρος 5ο- τέλος




Και τώρα που τελείωσε τί; Νιώθω πως έχω πει πολλά αλλά επί της ουσίας δεν είπα τίποτα για το «2666». Είναι σίγουρα ένα «μεγάλο» βιβλίο, το πόσο μεγάλο θα εξαρτηθεί από την επιθυμία μου να το ξαναδιαβάσω τα επόμενα χρόνια, δεν ξέρω ακόμα αν θα το λαχταρήσω, ξέρω όμως πως αυτές οι σελίδες διαβάστηκαν με αφόρητη ευκολία κι αυτό δεν είναι εύκολο επίτευγμα.

            Στο πέμπτο και τελευταίο μέρος του βιβλίο ακολουθούμε τον Μπένο φον Αρτσιμπόλντι  από νεαρό στην Πρωσία, στη ζωή του ως στρατιώτη στον 2ο Παγκόσμιο, στην απόφαση του να γράψει. Εξαιρετική στιγμή του, αυτή που ένας άλλος από τους "εξαφανισμένους συγγραφείς" τον πάει σε ένα καταφύγιο για "εξαφανισμένους συγγραφείς"-δεν παίρνει πολύ στον Αρτχιμπόλντι να καταλάβει πως είναι σε ένα τρελάδικο. Στις τελευταίες σελίδες μαθαίνουμε και τί τον συνδέει με την Σάντα Τερέσα, αν και ως τότε έχει πάψει μια τέτοια αποκάλυψη να είναι σημαντική, έχει χαθεί στην δυνατότητα του Μπολάνιο να λέει μια ιστορία δίχως ποτέ να την κλιμακώνει. 

            Δεν θα μπω στη διαμάχη για το αν το βιβλίο είναι ημιτελές ή όχι, για μένα έχει το τέλος που του αξίζει και δεν θα ήθελα τίποτε περισσότερο ή λιγότερο. Πιθανώς να χρειαζόταν στα τελευταία κεφάλαια ένα ακόμα χτένισμα, ή ίσως να τυπωνόταν έτσι ακριβώς κι ας μην είχε πεθάνει ο συγγραφέας πριν εκδοθεί. Θα μείνω στην αίσθηση που μου άφησε, κι αυτή είναι της πληρότητας και της ολοκλήρωσης, ένα ταξίδι από ήρωα σε ήρωα που έχει έναν κεντρικό άξονα, μια «κρυφή σταθερά» για να κρατηθείς. Οι χαρακτήρες του Μπολάνιο είναι αναλώσιμοι, θνητοί ακόμα κι ως λογοτεχνικοί ήρωες, αλλά δεν είναι  βαρετοί. Κι αυτή η βουτιά από ιστορία σε ιστορία γίνεται με μαστοριά, σε αφήνει να αναρωτιέσαι τί απέγιναν οι προηγούμενοι, χωρίς αυτό να είναι εκνευριστικό. Ούτε η βία, τα πτώματα, ο θάνατος είναι ενοχλητικοί -είναι μια πραγματικότητα, μια θηριωδία που συμβαίνει παντού γύρω μας και σε όλα τα κεφάλαια, μα είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής και του μυθιστορήματος. Κι αυτό είναι η ουσία όλου του πράγματος.

            Για μένα ο καλός συγγραφέας κρύβεται στην απλότητα, στη  μια στιγμή που θα καθορίσει όλες τις άλλες. Και μάλλον δεν θα αποτελέσει έκπληξη σε αυτούς που το έχουν διαβάσει, πως αξίζουν 1166 σελίδες για ένα βιβλίο απλωμένο στο σκοινί της μπουγάδας, που αντιστέκεται στην φυσική καταστροφή. Για πόσο;


"2666" , Roberto Bolaño, μετ. Κρίτων Ηλιόπουλος, εκδ.Άγρα, 2011, σελ.1166



8/4/12

Στο bazaar του Καστανιώτη........4,69


Πήραμε τον μικρό σκιουράκο και πήγαμε στο bazaar του Καστανιώτη στο Κέντρο Λόγου και Τέχνης 104 στα Εξάρχεια. Ο μικρούλης έκανε βόλτα και η μαμά τσίμπησε τα εξής :


4,69€

4,69€

7,00€

3,76€

4,69€

4,69€

3,76€

5,00€
Σύνολο 8 βιβλία, 40,00 € στρογγυλά και η πρώτη αλήτικη βόλτα του σκίουρου στα Εξάρχεια (κυνηγούσε τα περιστέρια, πάτησε όλα τα μοβ ανθάκια της αμυγδαλιάς και μια καλή κυρία ήθελε να του πουλήσει μια εικόνα με τον Χριστούλη....) Ωραία περάσαμε.




6/4/12

"Η Μεταμόρφωση"- Franz Kafka


              Νομίζω πως δεν κρύβεται από τα διαβάσματά μου κι ίσως περισσότερο από τα γραπτά μου πως στην εφηβεία μου ήμουν καφκική. Λατρεύω τη "Δίκη", δεν ενθουσιάζομαι με τον "Πύργο", όμως αυτό που έχει μείνει γραμμένο ανεξίτηλα στο μυαλό μου είναι το μικρό, κοινώς η «Μεταμόρφωση». Στην τόσο απλή ιδέα του, ο Γκρέγκορ Σάμσα ξυπνά ένα πρωί κι έχει μεταμορφωθεί σε γιγάντιο, αηδιαστικό έντομο, συμπυκνώνονται τα πιο βαθιά ανθρώπινα και κοινωνικά χαρακτηριστικά. Το κείμενο σε παίρνει από τα μούτρα, δε σου αφήνει από την αρχική φράση αμφιβολίες για το τί συμβαίνει, κι έπειτα σε ξεβράζει στην άλυτη πραγματικότητα.
            Μαζί με τον Σάμσα, όλη η οικογένεια του υποφέρει, τώρα που είναι διαφορετικός από χρήσιμο εργαλείο στη δομή του σπιτιού του μετατρέπεται σε πρόβλημα. Οι έννοιες της αγάπης, του σεβασμού ή της εκτίμησης των οικείων καταλύονται, γιατί υπάρχεις όσο μπορείς να είσαι μέρος της οικογένειας και της κοινωνία, διαφορετικά οι δομές αυτές απλά βάζουν άλλα μέλη τους στη θέση σου για να επιβιώσουν, μένεις παρίας και εγκλωβισμένος γιατί πια δεν μπορείς να ενταχθείς στους κόλπους τους, είσαι διαφορετικός.
          Με λίγα λόγια, απολαύστε το εδώ δωρεάν στην αγγλική μετάφραση.

"Η μεταμόρφωση", Φράντς Κάφκα, μετ. Μαργαρίτα Ζαχαριάδου, εκδ. Πατάκη, 1996, σελ.111

4/4/12

Της τηλεοράσεως το ανάγνωσμα


Είναι στιγμές που η καθημερινότητα είναι εξοντωτική, τότε, δεν θέλω, είναι η αλήθεια, να διαβάζω, κάθομαι σα χαζή μπροστά από το χαζοκούτι και αποχαυνώνομαι σε μια κιτρινίλα ολόιδια με τη χθεσινή και την αυριανή, πιθανότατα και αυτή που θα κυριαρχεί σε 20 χρόνια. Όλος αυτός ο οχετός αδειάζει πάνω μου, παραμορφώνεται από καθρέφτες, μεγενθύνεται από την κούρασή μου, αλλά ποτέ δε μοιάζει σημαντικός. Δεν αποτελεί θέμα συζήτησης, δεν στριφογυρίζει στο μυαλό μου τα βράδια, δεν με καίει. Αντίθετα, βλέπω τους γύρω μου που βλέπουν πολύ τηλεόραση -κυρίως τα συμπαθή παππούδια του φαρμακείου- να αναλώνονται σε αυτόν τον κίτρινο βυθό, να καταρρακώνονται, να γίνονται σκόνη από τον τρόμο για ένα αύριο που αν έμοιαζε με αυτό που εξαγγέλει η τηλεόραση θα ταυτιζόταν με την προφητεία των Μάγιας.

            Τα βράδια όταν δεν μπορώ να κοιμηθώ, ποτέ δε φτιάχνω σενάρια τρόμου για το «τί θα συμβεί στα παιδιά μας», όμως πολλές φορές ξεκινώ ιστορίες που δεν τις θυμάμαι το πρωί για πρόσωπα φανταστικά ίσως ανακατεμένα και με πραγματικά. Αυτό, πέρα από την ανακούφιση του άμεσου προβλήματος (της αϋπνίας), με βοηθά να κρατιέμαι σχετικά ψυχικά υγιής. Υποψιάζομαι όμως πως τα εν λόγω παππούδια δεν κάνουν το ίδιο, αντίθετα κλωθογυρνούν τα χιλιοειπωμένα της τηλεόρασης, τα αναπαράγουν χωρίς να τα καταλαβαίνουν πλήρως, πέφτουν στα λεξοτανίλ. Αρχίζω λοιπόν να αλλάζω γνώμη για το αν και κατά πόσον είναι πραγματικά ακίνδυνη η τηλεόραση, η συνεχής έκθεση στην εικόνα της κατευνάζει τη φαντασία. Η ολίγη έκθεση μερικές φορές την εξάπτει. Αλλά, όπως και στο ίντερνετ, ποιός μπορεί να δει μόνον λίγο. Κι εγώ τις μέρες που την ανοίγω βλέπω αηδίες με τις ώρες.


2/4/12

"2666", Roberto Bolaño- μέρος 4ο



           Το κεφάλαιο των φόνων θα μπορούσε να έχει αποδειχτεί και βαρετό, περίπου ανά μια σελίδα περιγράφεται και ένα διαφορετικό έγκλημα, η νεκρή, τα χαρακτηριστικά της, λίγα λόγια για τη ζωή της, αν αναγνωριστεί κι έπειτα κι άλλο, κι άλλο, κι άλλο, κι άλλο έγκλημα, ώσπου η περιγραφή καταντά κοινότυπη, συνηθίζεις στην ιδέα, δεν το σκέφτεσαι καν πως στην επόμενη σελίδα θα διαβάσεις τις λεπτομέρειες για άλλο ένα πτώμα. Ο ρυθμός σε υποβάλλει να πάθεις αυτό που έπαθαν και οι κάτοικοι της Σάντα Τερέσα, στην αρχή αγνόησαν κι έπειτα συνήθισαν τους φόνους.
           Αφηγηματικά το «2666» είναι από τα πιο στιβαρά βιβλία που έχω διαβάσει, τολμά να αλλάζει ανά κεφάλαιο κέντρο βάρους και σε αυτό το μέρος, τολμά επί 400 σελίδες να μας αφηγείται απανωτές σκηνές ανακάλυψης πτωμάτων. Κι όλα αυτά χωρίς στιγμή να μπει στα σκοτεινά μονοπάτια του μοντερνισμού, δηλαδή σε κάθε σελίδα καταλαβαίνεις απολύτως ποιός μιλάει, τί λέει και γιατί.
          Το πείραμα να διαμορφώνω άποψη ανά κεφάλαιο έχει αρχίσει να μου αρέσει. Διαβάζοντας τις αναρτήσεις μου για τα προηγούμενα μέρη διαπιστώνω πως σε πολλά δεν είχα καταλάβει τίποτα κι όμως νόμιζα πως είχα καταλάβει τα πάντα. Στην πορεία της ανάγνωσης συχνά ξεχνάς τί συνέβαινε στο μυαλό σου (και όχι στο βιβλίο) διακόσιες σελίδες πριν. Αυτό είναι ένα βιβλίο που με τον όγκο του ενδείκνυται για τέτοιους πειραματισμούς, μοιάζει λιγάκι με τη συγγραφή ενός μυθιστορήματος, στην αρχή νομίζεις ό,τι τα ξέρεις όλα αλλά δεν ξέρεις τίποτα κι όσο προχωρούν οι σελίδες ξέρεις πολλά και λες λιγότερα. Κι είμαι σίγουρη πως η τελική μου άποψη θα διαφέρει σημαντικά από τις επιμέρους.


Υ.Γ. Εγώ εν αντιθέσει με τις φωνές που λένε πως αν δεν στηριζόταν το βιβλίο σε αυτό του το κομμάτι σε πραγματικά γεγονότα, δεν θα πίστευα πως μπορεί να υπάρξει τέτοιος στρουθοκαμηλισμός, θα το πίστευα κι ας ήταν ατόφια μυθοπλασία. Στην Ελλάδα, και στην λατινική Αμερική μάλλον, το αγαπημένο χόμπι των αρχών είναι να κρύβουν όλες τις βρωμιές κάτω από το χαλί, όπως όπως. Και κανείς δεν νοιάζεται.

"2666" , Roberto Bolaño, μετ. Κρίτων Ηλιόπουλος, εκδ.Άγρα, 2011, σελ.1166