Διαβάζοντας τη συλλογή διηγημάτων «Οδηγίες για οικιακές βοηθούς» της Λουσία Μπερλίν έχεις την αίσθηση πως διαβάζεις μυθιστόρημα, τέτοια είναι η ενότητα της θεματολογίας και του ύφους∙ ένα χαμηλότονο, σπαρακτικό μυθιστόρημα, που η Μπερλιν το έγραφε όλη της τη ζωή. Το βιβλίο περιλαμβάνει 44 από τα συνολικά 77 διηγήματα που έγραψε η συγγραφέας κατά τη διάρκεια ενός ταραχώδους βίου- δύο γάμοι, τέσσερα παιδιά, αλκοολισμός, ατελείωτες μετακινήσεις, δουλειές του ποδαριού, ανέχεια και μιζέρια καθώς και μια πιθανή κακοποίηση από τον παππού της.
Τα διηγήματα έχουν πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία, η Μπερλίν κατορθώνει να φτιάξει λογοτεχνία από τις ίδιες της τις σάρκες, δεν την νοιάζει η ακρίβεια των γεγονότων, η πραγματικότητα ως έχει, την ενδιαφέρει όμως η αλήθειά της. Τα κείμενα που την ορίζουν περισσότερο είναι αυτά που ασχολούνται με τη σχέση της με τη μητέρα και την οικογένεια εν γένει, αλλά και αυτά που μιλούν για το πώς είναι η ίδια ως μητέρα. Μια μητέρα που επανέλαβε το μοτίβο της αλκοολικής μητέρας της. Κάποια μιλούν και για τα νεανικά της χρόνια, όπου ο πατέρας της την έπαιρνε κοντά του στη Χιλή, αντί για τη μητέρα της, που ήταν συνέχεια «στο δωμάτιο της». Ο λόγος της είναι καθαρός, ο ρυθμός είναι υποβλητικός και το σύνολο εξαιρετικά γοητευτικό. Μοιάζει σαν όλη της η ζωή να είναι λογοτεχνία βιωμένη, σαν να τραγουδάει συνεχώς στον ίδιο και τον ίδιο σκοπό. Κι αυτό δεν είναι βαρετό, γιατί κάθε φορά ο σκοπός βελτιώνεται, βαθαίνει και μεστώνει.
Είχα πολύ καιρό να διαβάσω συλλογή διηγημάτων που να με συναρπάσει, να με κρατήσει πλήρως αφοσιωμένη. Τείνω να κάνω απιστίες στα διηγήματα, να αφήνω τα βιβλία μισοτελειωμένα, μα αυτό σε ρουφούσε συνεχώς στον κόσμο του. Τα τραύματα των ηρωίδων της είναι βαθιά, ανομολόγητα και ομολογημένα, ο κόσμος που ζει σκληρός και ανελέητος, όμως οι ήρωες της δεν είναι ανήθικοι, ξέρουν πως βουλιάζουν, ξέρουν πως βυθίζονται. Δεν ξέρουν πώς να βοηθήσουν τον εαυτό τους. Η γραφή της είναι γυναικεία, με ό,τι καλύτερο θα μπορούσε να συνεπάγεται αυτό, με μια βρώμικη ευαισθησία που μόνο η πολυπλοκότητα ενός τέτοιου πλάσματος θα μπορούσε να πετύχει. Το χιούμορ εναλλάσσεται με τη μελαγχολία κι αφήνει τελικά μια γλυκόπικρη γεύση.
Η Λουσία Μπερλίν είχε ελάχιστη αναγνώριση όσο ζούσε, ακόμα κι όταν γλίτωσε από τις μετακινήσεις και τη χειρωνακτική εργασία και βρήκε μια θέση στο Πανεπιστήμιο, λίγοι την ήξεραν. Πέθανε σχετικά νέα, από μια σκληρή ασθένεια, μέσα στην αφάνεια.Την ανακάλυψαν στην Αμερική έντεκα χρόνια μετά τον θάνατό της κι είμαι σίγουρη πως δεν θα την ξεχάσουν ποτέ ξανά.
Κατερίνα Μαλακατέ
"Οδηγίες για οικιακές βοηθούς", Λουσία Μπερλίν, μετ. Κατερίνα Σχινά, εκδ. Στερέωμα, 2018, σελ. 572
τα διηγηματα ήταν όντως απολαυστικά, όμως από ένα σημείο και μετά ένιωθα ότι ανακυκλωνόταν το ίδιο θέμα
ΑπάντησηΔιαγραφή