Ξαναδιαβάζοντας την Κάδμω: «Η Κάδμω είναι ένα σπαρακτικό κείμενο για τα γηρατειά και την μοναξιά», αυτό θυμόμουν από την πρώτη ανάγνωση. Ναι, η Κάδμω είναι αυτό, είναι ένα δευτεροπρόσωπο κουβεντολόι, όπου η ηρωίδα- αφηγήτρια Κάδμω μας μιλά για την ζωή της, σε 13 κείμενα σπαράγματα, γεμάτα αναδρομές στο παρελθόν, αναφορές στο παρόν, πόνο και πίκρα, κάποιες στιγμές είναι ένα σχεδόν ακατάληπτο παραλήρημα, άλλες ένα μεγαλειώδες κομμάτι φιλοσοφίας. Όμως το βιβλίο παίρνει άλλη μορφή μόλις μάθεις και συνειδητοποιήσεις αυτό που δεν ήξερε ο εικοσάχρονος εαυτός μου της πρώτης φοράς: Η Κάδμω είναι η Μέλπω.
Μάζεψε τώρα τα χαρτάκια, τις σημειώσεις σου, καθώς είσαι πλαγιασμένη. Κλείσε τα μάτια σου και τα’ αυτιά. Άφησε πια την ελπίδα ότι κάποιος θα έρθει κι από την κλειδαρότρυπα έστω θα προσπαθήσει να σε δει. Βάλε σε μια γωνιά τα χαρτάκια που μάζευες με τόση προσοχή. Μείνε εσύ μαζί μ’ εσένα. Πρέπει τώρα πια να τα πεις. Μα ποιος θα τ’ ακούσει. Ποιος θα τα πιστέψει. Την ελπίδα αυτή άφησέ την πια καταμέρος.
Γιατί ο άλλος, ο πλησίον, ο αναγνώστης σου, ας πούμε, πώς να σε καταλάβει. Είναι κάτι παρόμοιο με τα σπίτια τα παλαιά: που τα στυλώνουν να μη γείρουν, τους βάφουν το μουστάκι τους με χρωματιστή μαντέκα: διάφορα τέτοια μυστικά.
Βαστούν, βαστούν τα πράγματα, και ξαφνικά τσακίζουν· λίγο- λίγο, μόλις. Το βλέπεις για πρώτη φορά. Πότε έγινε αυτό; Ούτε που το κατάλαβες: η φθορά έρχεται γρήγορα στα πράγματα, όπως και στον άνθρωπο.
Υπό αυτό το πρίσμα, το κείμενο παύει να είναι απλά σπαρακτικό, σε στιγμές είναι τόσο συγκινητικό που δεν θέλεις, δεν θέλεις να το διαβάζεις αυτό για έναν άνθρωπο που θα μπορούσε να είχε δώσει τόσα, αν δεν τον κατασπάραζε η ζωή. Η Μέλπω Αξιώτη μπήκε πολύ δυναμικά στα ελληνικά γράμματα κι έπειτα με ένα σωρό περιπέτειες που περιελάμβαναν 18 χρόνια εξορίας στις χώρες του Ανατολικού μπλοκ και αρκετά στρατευμένα και λογοκριμένα κείμενα γύρισε στα εξήντα της στην Ελλάδα κι έγραψε την Κάδμω. Ένα αυτοβιογραφικό κείμενο με όλες τις αρετές των πρώτων της, που φλερτάρει με τον μοντερνισμό, αναδεικνύει την προφορικότητα και τον αυθορμητισμό της γραφής της.
Η γλώσσα της είναι ιδιότυπη, με διαφορετική ορθογραφία και στίξη, το δεύτερο πρόσωπο βοηθά να έρχεσαι κοντά αλλά να κρατιέσαι σε απόσταση, η γραφή είναι πρωτοποριακή για την εποχή, σαν να μην είναι γραμμένο από Έλληνα αλλά ξένο λογοτέχνη. Η Κάδμω-Μέλπω είναι αφηγήτρια που δεν σε αφήνει να ανασάνεις, την απασχολούν η ματαίωση των ονείρων, η μνήμη, η εγκατάλειψη, η πατρίδα, το σπίτι, ο πόνος, η απώλεια, ο θάνατος. Μέσα στην «Κάδμω» ξεχειλίζει η πίκρα. Για το χαμένο δυναμικό, για τα χαμένα φρέσκα χρόνια. Για τον θάνατο που θα έρθει. Η Κάδμω βρωμάει θάνατο.
Τότε είχες μπροστά σου τουλάχιστον τριάντα χρόνια καιρό. Τώρα δεν θα ξανάχεις ποτέ τριάντα χρόνια- καθαρά προπάντων, αμεταχείριστα, σαν την πρώτη ποδιά, όταν ακόμα το μπάλωμα δεν την απασχολεί καθόλου.
Η Αξιώτη απευθύνεται στον εαυτό της πρωτίστως- τον τωρινό και τον παλιό- και δευτερευόντως στον αναγνώστη. Είναι σε κακή κατάσταση υγείας και πνευματικής διαύγειας όταν γράφει την Κάδμω, όμως το κείμενο έτσι αποκτά με τις επαναλήψεις, την αυτοαναφορικότητα και τα αποσπάσματα, μια σαγήνη που έχουν μόνον τα πραγματικά έργα του μοντερνισμού. Η ταύτιση δεν προκύπτει από την ιστορία που μπορεί να μην ξέρεις, αλλά από τα ίδια τα λόγια.
Όλα τα πρόσωπα των βιβλίων μου ζωντανεύουν τώρα και με τριγυρίζουν. Όταν θα είμαι νεκρή θα μιλούν ίσως για μένα Αλλά τι να το κάμεις όταν θα είσαι μες στη γη, τυφλή, κουφή, αναίσθητη, χωρίς αναπνοή. Πρόσωπα που ποτέ δεν βλέπεις σε συνήθεις καταστάσεις. Γυναίκες γριές, άντρες ηλικιωμένοι, παιδιά μεγάλα ή μικρότερα…. Τα δικά τους παιδιά, εκείνων που σκοτώθηκαν πάνω στα βουνά, στ’ αντάρτικα, στις στεριές και στις θάλασσες.
"Η Κάδμω" παρέμεινε εξαντλημένη για πολλά πολλά χρόνια. Η Αξιώτη ξεχάστηκε- σε καμιά βιβλιοθήκη μόνο κάποιος υποψιασμένος όπως εγώ θα έβρισκε αντίτυπο. Τώρα όμως επανήλθε, σε μια έκδοση που ακολουθεί την αρχική σε όλα, στις περικοπές και την επιμέλεια που έκανε μαζί με το Ρίτσο, στην στίξη, λέξη λέξη και το κείμενο ακολουθείται από μια σημαντική μελέτη, της Μαρίας Κακαβούλια. Έτσι, πέρα από το πρωτογενές αίσθημα, μαθαίνεις τι είναι αυτό που κάνει την Μέλπω Αξιώτη τόσο σημαντική στα ελληνικά γράμματα. Επιτέλους "Η Κάδμω" έχει μια έκδοση που της αξίζει.
Κατερίνα Μαλακατέ
"Η Κάδμω", Μέλπω Αξιώτη, εκδ. Κέδρος, 2015 (πρ.εκ.1972), σελ.246.
Μα ναι.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣε όλα ναι.
Τη διάβασα πολύ πρόσφατα.
Στις "Δύσκολες νύχτες" με ζόρισε στιγμές-στιγμές η πολύ ιδιωματική γλώσσα. Συγκριτικά, η "Κάδμω" ήταν γλωσσικά πολύ πιο προσιτή. Και πολύ ενδιαφέρουσα, για όλο το συναισθηματικό βάρος που έφερε -και όχι μόνο.
Σπουδαία η Μέλπω Αξιώτη.
Συμφωνούμε. Στις "Δύσκολες νύχτες" η ντοπιολαλιά είναι ώρες ώρες ακραία.
ΔιαγραφήΗ Κάδμω, δεν ξέρω γιατί, είμαι εγώ έτσι, με αγγίζει πιο πολύ.
Έχω και τις εμμονές μου με την ματαίωση και το θάνατο.
Πολύ θέλει ο άνθρωπος;