Δυο εξαιρετικές νουβέλες σε ένα καλαίσθητο τομίδιο είναι «Ο
παλαιοβιβλιοπώλης Μέντελ» και «Η Αόρατη Συλλογή» του Στέφαν Τσβάιχ. Δυο έργα με
πολλές ομοιότητες, αν και το πρώτο, που έπεται χρονικά στη γραφή του δεύτερου
κατά δυο χρόνια, είναι σαφώς ανώτερο και πιο ολοκληρωμένο. Έχουν όμως και τα δυο
αυτή την γλυκιά αύρα της πίκρας και της παρακμής, μιλούν για δυο γοητευτικούς
ανθρώπους που δεν μπορούν να ενταχθούν στην εποχή τους, να κατανοήσουν πως
υπάρχει κάτι άλλο πέρα από την υπέρτατη ηδονή του να συλλέγεις, στην πρώτη
περίπτωση βιβλία και πληροφορίες για βιβλία, στην δεύτερη έργα τέχνης και
γκραβούρες.
Στην πρώτη ο αφηγητής μπαίνει σε ένα καφέ λόγω της βροχής. Ο
χώρος του φαίνεται ύποπτα οικείος, ώσπου συνειδητοποιεί πως εκεί έκανε τις
δουλειές του ο παλαιοβιβλιοπώλης Μέντελ. Ρωτά για αυτόν, αλλά η μόνη που τον
θυμάται είναι η γριά καθαρίστρια. Ο Μέντελ ήταν ένας άνθρωπος κινητή
βιβλιοθήκη, αγαπούσε να βρίσκει βιβλία, να θυμάται λεπτομέρειες για αυτά, να
φτιάχνει βιβλιογραφίες, να μπορεί να μιλήσει από μνήμης για την κάθε τους
γωνιά. Ο παλιός ιδιοκτήτης της καφετέριας τον άφηνε να κάνει τις δουλειές του
εκεί, ήταν μια φιγούρα ανθρώπινη μες στην απανθρωπιά, ένας άνθρωπος που έβρισκε
μονάχα μες στην μονομανία του την ευτυχία. Κι όταν ξέσπασε ο πόλεμος, αρνήθηκε
να τον αντιληφθεί.
Στην «Αόρατη Συλλογή» ο ήρωας είναι ένας μανιακός συλλέκτης
χαρακτικών. Όταν κατά τη διάρκεια του υπερπληθωρισμού μετά τον πόλεμο τον
επισκέπτεται ένας έμπορος, συνειδητοποιεί πως είναι τυφλός, πως η γυναίκα κι η
κόρη του έχουν εξανεμίσει την συλλογή του για να ζήσουν, κι όμως αυτός νομίζει
πως ακόμα υπάρχει.
Ο Τσβάιχ γράφει φυσικά για τον φασισμό, για αυτό που συνέβη
στη Γερμανία μετά, όμως γράφει και για την ψυχούλα του. Και οι δυο φιγούρες του,
με την εμμονή τους με την τέχνη και την συλλογή μοιάζουν πιθανότατα στον ίδιο
που ήταν μανιώδης συλλέκτης. Πρόκειται για ήρωες που δεν μπόρεσαν καν να
αντιληφθούν την «νέα τάξη πραγμάτων», πόσο μάλλον να την συνηθίσουν και να
ελιχθούν. Που έμειναν οδυνηρά και γοητευτικά στην εμμονή τους. Έχουν πίκρα και
γλύκα μαζί αυτοί οι χαρακτήρες, αφήνουν μια γεύση τόσο ύποπτη στα χείλη όταν
διαβάζεις για αυτούς, που μπορεί να μοιάζει και με συγκίνηση.
«Ο παλαιοβιβλιοπώλης Μέντελ και η Αόρατη συλλογή», Στέφαν
Τσβάιχ, μετ. Μαρία Τοπαλη, εκδ. Άγρα, 2010, σελ.159
Είναι εξαιρετικά, ξεχειλίζουν ευαισθησία και ανθρωπιά, για μένα ίσως τα καλύτερά του.
ΑπάντησηΔιαγραφήΌσο σε διαβάζω, τόσο πιο πολύ εκτιμώ τον τρόπο που επιλέγεις τα βιβλία που μας παρουσιάζεις και ξανά-συστήνεις με τόσο ευρηματικό τρόπο, όπως αυτό το τελευταίο ποστ σου. Διαβάζοντας (σε), έρχεται η όρεξη!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤσβάιχ και εσείς? Τσβάιχ και εμείς! Πολύ καλός είναι.
ΑπάντησηΔιαγραφή