Η νουβέλα του Μιχάλη Μακρόπουλου είναι από εκείνα τα βιβλία που θα τα διαβάσεις μια Παρασκευή βράδυ κουλουριασμένος στον καναπέ σου και πιθανότατα η ανάγνωση να μην σου πάρει πάνω από δύο-τρεις ώρες. Έπειτα όμως θα τη σκέφτεσαι για καιρό, γιατί στις τόσο λίγες λέξεις της κρύβεται αυτό που είναι αληθινό για την ανθρώπινη ύπαρξη, μένουν τα σημαντικά ξεγυμνωμένα από όλα τα άλλα: η αγάπη, ο τόπος, η γλώσσα. Και για αυτά αξίζει— όχι να θυσιαστείς, αυτό είναι άσκοπο και αδιάφορο— αλλά να ζήσεις.
Ο Πατέρας ζει σε ένα χωριό ψηλά στην Ήπειρο με τον Χριστόφορο, τον γιο του. Λίγοι χωριανοί έχουν μείνει πια, μιας και η αρρώστια τούς αποδεκάτισε όλους, και ζουν χάρη σε ένα ελάχιστο επίδομα. Όλα γύρω είναι μολυσμένα, το νερό, το κρέας των ζωών, ο αέρας που ανασαίνουν, όμως αυτοί οι λίγοι αρνούνται να πάνε στα νέα σπίτια που τους έχτισε σε κάτι σαν καταυλισμό το κράτος. Ο Πατέρας πηγαίνει με το λεωφορείο στην πόλη για τρόφιμα, να φέρει για εκείνον και τον Φόρη τα απολύτως βασικά, κι ίσως κι ένα δύο μεταχειρισμένα βιβλία. Μερικές φορές κουβαλάει τον Φόρη στο σακίδιο του για να πάνε βόλτα. Γιατί ο Φόρης γεννήθηκε όταν η μάνα του είχε ήδη αρρωστήσει, και τα πόδια του είναι ανύπαρκτα, το ίδιο και το ένα του χέρι. Αλλά ο Φόρης λατρεύει τον Πατέρα του και τα βιβλία και θέλει να ζήσει. Εκεί, στο χωριό.
Είναι ίσως για ένα από τα πιο ενδιαφέροντα βιβλία για την αγάπη. Όχι για την αυταπάρνηση ή τη φροντίδα, αλλά για την αγάπη όλων όσων νιώθεις πως είναι δικοί σου και δικά σου κι έχουν μια κάποια σημασία. Η ζωή δεν γίνεται ποτέ αβίωτη όταν ξέρεις τι σε πονάει και σε καθηλώνει. Ως το τέλος. Πρόκειται για μια εξαιρετική νουβέλα γλωσσικά— πώς αλλιώς αφού γράφει ο Μιχάλης Μακρόπουλος— μα κι ένα βαθιά συγκινητικό και υπαρξιακό βιβλίο. Ο Πατέρας είναι ο καθένας από μας όταν καθαρίσει από τις μικρότητες της καθημερινότητας. Και ο τόπος, εκεί που γεννήθηκες και ανήκεις, μια σταθερά πέρα από γραφικότητες, η πραγματική έννοια της πατρίδας.
Κατερίνα Μαλακατέ
"Μαύρο νερό", Μιχάλης Μακρόπουλος, εκδ. Κίχλη, 2019, σελ. 77
Είναι έτσι όπως το λες, διαβάζεται με μιας, εγώ το διάβασα μέσα στο αεροπλάνο Βρυξέλλες - Αθήνα, και το σκέφτεσαι για μέρες. Σαν αληθινό παραμύθι.Δεν θα το λεγα τρυφερό, αλλά αγαπητικό, ξεχειλίζει αγάπη που ρχεται από μόνη της, χωρίς λόγια, χωρίς ανακοινώσεις, χωρίς ανταλλάγματα.
ΑπάντησηΔιαγραφήπολυ καλο σχολιο
Διαγραφήειναι πάρα πολύ κάλο
ΑπάντησηΔιαγραφήεχεις απολυτο δικιο
ΑπάντησηΔιαγραφή