Όσες φορές κι αν διαβάσει κανείς το αριστούργημα του Ντίνο Μπουτζάτι, Η έρημος των Ταρτάρων, θα ενθουσιαστεί. Το είχα διαβάσει πριν καμιά δεκαετία σε μετάφραση Ανταίου Χρυσοστομίδη(εκδ. Αστάρτη), και η επανέκδοσή του από το Μεταίχμιο σε μετάφραση Μαρίας Οικονομίδου μού έδωσε μεγάλη χαρά γιατί η έκδοση της Αστάρτης ήταν χρόνια εξαντλημένη. Στην αρχή είπα πως δεν θα το ξαναδιαβάσω, μα το βιβλίο με τριγυρνούσε όπως με βασανίζει κατά καιρούς το Πέδρο Πάραμο, και κάποια στιγμή η επανανάγνωση φαινόταν μονόδρομος.
Ο υπολοχαγός Τζοβάνι Ντρόγκο έχει πάρει την πρώτη του μετάθεση και ξεκινά από την πόλη να βρει το Οχυρό, ένα κάστρο στα βόρεια σύνορα, που φαίνεται να μην ξέρει κανείς πού είναι. Ο Ντρόγκο έχει όνειρα και φιλοδοξίες, έχει τελειώσει πια τη σχολή, είναι νέος χωρίς να είναι νεανίας, και θέλει να χτίσει την καριέρα του, να ερωτευτεί, να περάσει καλά. Ανακαλύπτει πως το Οχυρό είναι ένα μέρος ξεχασμένο από τον θεό και στην αρχή θέλει να φύγει αμέσως. Του ζητούν να κάνει τέσσερις μήνες υπομονή και μετά να δηλώσει ασθένεια και να φύγει. Όμως όταν έρχεται ο καιρός ο υπολοχαγός δεν φεύγει, τον ρουφάει η καθημερινότητα, η συνήθεια, κάτι ασαφές στο ίδιο το κάστρο, η προοπτική να έρθει από τα σύνορα μια ορδή Ταρτάρων, να γίνει πόλεμος και να δοξαστεί. Και τέσσερα χρόνια μετά είναι ακόμα εκεί όπου δεν συμβαίνει τίποτα. Κι έπειτα το Οχυρό γίνεται η ζωή του με τέτοιο τρόπο, που δεν αγαπά πια την κοπέλα ποθούσε, και δεν μοιάζει σπίτι του το πατρικό του στην πόλη, και δεν τον νοιάζουν τα αδέλφια κι η μάνα του, ούτε οι φίλοι του, και δεν έχει σημασία που δεν θα κάνει καριέρα. Σημασία έχουν μόνο οι Τάρταροι που θα έρθουν από την Έρημο. Αυτοί οι άνθρωποι είναι μια κάποια λύσις.
Οι Τάρταροι – ονομασία ανάμεσα στους Τατάρους και τα τάρταρα- δεν κάνουν την εμφάνισή τους παρά πολύ αργά. Αυτοί οι άνθρωποι δεν ήταν ποτέ το θέμα. Το ζήτημα ήταν πάντα η ζωή, η ματαιότητά της, ο τρόπος που η καθημερινότητα σε κρατά στάσιμο, κι αυτή η σταθερότητα γίνεται η μόνη συντροφιά, το μόνο που έχεις. Και περνάνε τα χρόνια και οι εποχές, και η νεότητα αλλάζει, κι έπειτα δεν είσαι πια νέος, και η μόνη σταθερά είναι η μονιμότητά στην ανία. Και μια ελπίδα. Πως θα έρθουν οι Τάρταροι.
Η έρημος των Ταρτάρων σε κερδίζει από την πρώτη στιγμή, αν και η πλοκή είναι αργή και βασανιστική, συχνά νιώθεις τυλιγμένος στην αχλή του ονείρου. Ο Τζιοβάνι Ντρόγκο είναι ένας άνθρωπος συμπαθής, με τον οποίο ταυτίζεσαι, γίνεσαι ένα, κι εσύ έτσι ζεις. Η ζωή του κυλάει όπως η δική μας, δεμένη σε μια περίεργη, ακαθόριστη ιδέα δόξας ή έστω δράσης, κι η δράση δεν έρχεται ποτέ, ως τον θάνατο. Λίγα είναι τα βιβλία που μπορούν να μιλήσουν με τόση ενάργεια για αυτό που συμβαίνει στα ανθρώπινα, Αυτό το μυθιστόρημα είναι λιτό, αιχμηρό, χωρίς φτιασίδια, μένει στη μνήμη, σε κυνηγάει χρόνια μετά, για να το ξαναδιαβάσεις, για να καταλάβεις∙ τι είναι αυτό που καίει τα σωθικά μας και ταυτόχρονα τα κατατρώει και μας οδηγεί στον θάνατο.
Κατερίνα Μαλακατέ
"Η έρημος των Ταρτάρων", Ντίνο Μπουτζάτι, μετ. Μαρία Οικονομίδου, εκδ. Μεταίχμιο, 2019, σελ. 292
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου