Μάλλον απαρατήρητο πέρασε το βιβλίο της Πολίν Ντελαμπρουά-Αλλάρ στην Ελλάδα. Δεν συνέβη το ίδιο στο Παρίσι, όπου το «Αυτά λοιπόν με τη Σάρα» έκανε μεγάλο ντόρο μόλις βγήκε, έγινε αμέσως μπεστ σέλερ και πήρε το βραβείο France Culture/Télérama,
ενώ ήταν υποψήφιο και για το International Booker
2020. Πράγμα ομολογουμένως εντυπωσιακό για πρωτόλειο.
Το μυθιστόρημα περιγράφει το ερωτικό πάθος δυο γυναικών, της
αφηγήτριας, μιας καθηγήτριας που είναι μαμά ενός μικρού παιδιού κι έχει μια
σχετικά τακτοποιημένη ζωή, με τη δουλειά και τον φίλο της, και της Σάρας, μιας
παθιασμένης βιολονίστριας που δεν βάζει όρια στην καθημερινότητα. Η σχέση των
δύο τους μοιάζει να εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια μας, τις επηρεάζει και τις
δυο, σε βαθμό που είναι αδύνατο να ζήσει η μια χωρίς την άλλη. Η Αλλάρ έχει
μεγάλη ικανότητα να φτιάχνει εικόνες, που μένουν στο μυαλό του αναγνώστη.
Στέκεται όρθια από πάνω μου, με τα στήθη της γυμνά και
περήφανα, όμορφη, τραγικά όμορφη. Ο χρόνος διαστέλλεται, σχεδόν σταματάει. Όλα
γίνονται αργά και μακρόσυρτα. Η καρδιά μου σφυροκοπάει στο στήθος μου, τις
φλέβες μου, τα μηνίγγια μου. Γονατιστή δίπλα μου, θα ‘λεγες πως είναι ένα
εικόνισμα, μια θρησκευτική εικόνα. Προς στιγμήν, θα νόμιζε κανείς ότι
προσεύχεται. Δεν με αγγίζει. Με χαϊδεύει με το βλέμμα. Μια στιγμή χάριτος. Μια
στιγμή ιερή. Σιωπή. Έπειτα με κοιτάζει στα μάτια και χώνει τα δάχτυλά της μέσα
μου, βαθιά, πολύ βαθιά, τόσο βαθιά που το κεφάλι μου γυρίζει, τα βλέφαρά μου
κλείνουν. Φυσάει τα τσίνορά μου, το στόμα της είναι πολύ κοντά στο δικό μου.
Μουρμουρίζει ερωτόλογα που με διαπερνούν. Τα δάχτυλά της προχωρούν βαθιά,
χάνονται μέσα μου, παίζει στο βάθος της κοιλιάς μου μια μουσική που με
τρελαίνει. Κάνει το κορμί μου να σπαρταράει, τα νεφρά μου να αναπηδούν, δεν
σταματάει καθόλου. Πηγαίνει ολοένα πιο βαθιά, ολοένα πιο γρήγορα, τόσο όμορφα
που δεν είμαι πια παρά μια πάνινη κούκλα, μια μαριονέττα.
Η ιστορία τους μοιάζει αρχετυπική, η μία προσγειωμένη, η
άλλη αέρινη και υπερβατική, κι οι δυο διατεθειμένες να τα δώσουν όλα∙ δεν έχει
να κάνει με το φύλο. Αλλά φυσικά έχει να κάνει με το φύλο. Οι σχέσεις ανάμεσα
σε δυο γυναίκες είναι διαφορετικές, από ότι ανάμεσα σε έναν άντρα και μια
γυναίκα. Αυτό, το πόσο διαφορετικός αλλά και ίδιος είναι ο ομόφυλος έρωτας,
κάνει το βιβλίο τόσο ενδιαφέρον. Οι γυναίκες δεν μοιάζουν με τους άντρες, οι
έρωτες δεν μοιάζουν μεταξύ τους. Όμως υπάρχει κοινός τόπος στο ανθρώπινο πάθος.
Είναι πολύ δύσκολο να μεταφέρεις τη μέθεξη της λαγνείας στη λογοτεχνία. Η Αλλάρ το κατορθώνει με
τρόπο μοναδικό, σπάζοντας μερικές φορές τις συμβάσεις της αφήγησης, αφήνοντας τις
ηρωίδες της γυμνές μπροστά στα μάτια μας. Ο έρωτας τους είναι καταστροφικός,
κανένα πάθος τέτοιου μεγέθους δεν μπορεί να σταθεί για πάντα. Και οι δυο
φτάνουν στα όρια. Κι αν αυτό μοιάζει κάπως τετριμμένο λογοτεχνικό θέμα, ο
χειρισμός του δεν είναι. Πρόκειται για ένα μικρό βιβλίο, πιθανά στα όρια της
νουβέλας, που όμως δεν μπορείς να παρατήσεις πριν το τελειώσεις. Όποιος έχει
ερωτευτεί, καταλαβαίνει το παράλογο του πράγματος. Αυτό καταφέρνει να
περιγράψει η Αλλάρ∙ και δεν είναι και λίγο.
Κατερίνα Μαλακατέ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου