Ειλικρινά δεν ξέρω αν θα "Πρέπει να μιλήσουμε για τον Κέβιν" ή πρέπει να αφήσω το βιβλίο να κατασταλάξει μέσα μου. Είναι στιγμές που το θεωρώ υπερβολικό και γελοίο, γραμμένο από μια γυναίκα που απλά δεν είναι μάνα. Από την άλλη, η αλήθεια του, η αλήθεια του να είσαι μητέρα ενός από τους εφήβους που Σκοτώνουν στα Σχολεία, είναι ακόμα πιο τρομακτική από την πρωτοπρόσωπη αφήγηση της Ίβα Κατσαντουριάν για το γιο της.
Σε επιστολές προς τον σύζυγο της η μάνα μας περιγράφει πως ποτέ δεν ήθελε να γίνει μητέρα, πως μόλις γεννήθηκε ο μικρός απέρριψε το στήθος της και ούρλιαζε για το υπόλοιπο έτος, πως τελικά έγινε ένα απαθές πλάσμα που επίτηδες έμαθε τον εαυτό του να μην του αρέσει τίποτα για να μην είναι τρωτός. Μας περιγράφει δηλαδή ένα παιδί γεννημένο δολοφόνο και μια γυναίκα που κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης αλλά και μετά συμπεριφέρεται ακριβώς όπως πρέπει για να διαμορφώσει έναν αμετανόητο δολοφόνο που αντλεί ευχαρίστηση από το σούσουρο γύρω από το όνομά του και νιώθει Κάποιος επειδή σκότωσε. Όλοι οι χαρακτήρες είναι ακραίοι, είναι όμως τόσο ακραία και η πράξη, τόσο αδιανόητη και απάνθρωπη, που έχεις ανάγκη να δεις με μεγαλύτερη συγκατάβαση τον Κέβιν. Δεν γίνεται. Ο Κέβιν είναι το τέρας που είναι και η μάνα που δεν τον ήθελε και δεν τον αγάπησε ποτέ τον κατηγορεί για πράγματα απλά, όπως ότι μικρός δεν ήθελε να βγάλει την πάνα του ή της μουτζούρωσε το γραφείο, μέχρι για τερατώδη, πως έκαψε με οξύ την αδελφή του κι έχασε το μάτι της ή πως έσπασε τα φρένα του γειτονόπουλου.
Το βιβλίο δημιούργησε μεγάλη αίσθηση, είναι ευκολοδιάβαστο, συνταρακτικό. Αλλά δεν ξέρω αν μπορεί να είναι και αυθεντικό.
Καλημέρα Κατερίνα!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο συγκεκριμένο βιβλίο είναι ένα που με συγκλόνησε!Για μέρες αφού το τελείωσα το σκεφτόμουν.Ακραίο ναι,από την αφιέρωση του βιβλίου μέχρι και το βιογραφικό της.Το τέλος όμως,η τελευταία συνάντηση, όταν γυρίζει σπίτι και η τελευταίες γραμμές στον Φράνκλιν ήταν κάτι....ένιωσε επιτέλους κάτι η Ίβα...κι εγώ.¨Εχει πολύ συζήτηση το ποιος φταίει, το γιατί...
το βιβλίο θα γίνει ταινία, με πολύ κακή επιλογή ηθοποιών κατά τη γνώμη μου, αν κι ο Κέβιν είναι όπως τον περίμενα.
Αυτά....πολλά είπα,συγνώμη.
Ελίζα.
Είναι αρκετά κινηματογραφικό το βιβλίο. Το φανταζόμουν πως θα είχε κακή διανομή γιατί μπορεί εύκολα να γίνει ένα ακόμα blockbuster του σωρού.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠρόκειται για ένα συγκλονιστικό βιβλίο, κατορθώνει να μας δείξει τον τρόπο με τον οποίο μεγαλώνουν τα παιδιά στην Αμερική και πολλές φορές βλέπουμε ανάλογα φαινόμενα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΌσο το διάβαζα με συγκλόνισε, ένιωθα μια απίστευτη πίεση. Τώρα με πιο κρύα καρδιά αισθάνομαι πως υπερέβαλε.....
ΑπάντησηΔιαγραφήΈκανα το "λάθος" και είδα την ταινία πριν διαβάσω το βιβλίο, η οποία δεν είναι καθόλου κακή.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑπλά δεν ξέρω κατά πόσο μπορώ πλέον να μπω στον "κόσμο του βιβλίου" μετά τον "κόσμο της εικόνας"
Για πες Τέντι κάτι περισσότερο για την ταινία. Είμαι δίβουλη για το αν θέλω να τη δω.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαιρό μετά την παραπάνω συζήτηση σχολιάζω... Η ταινία δεν είναι καθόλου κακή, είναι όμως αρκετά κατώτερη του βιβλίου. Η Λιν Ράμσεϊ, όπως είχε ήδη αποδείξει με το «Morvern Callar», είναι μια εμπνευσμένη σκηνοθέτης που ξέρει να φτιάχνει ατμόσφαιρα και να δημιουργεί έντονες εικόνες. Έτσι και στο «Πρέπει να μιλήσουμε για τον Κέβιν», η ταινία κυλά με ασταμάτητη ταχύτητα και το κάθε πλάνο προκαλεί έντονα συναισθήματα, χωρίς χρόνο για σκέψη ή αξιολόγηση. Το καστ είναι επίσης εξαιρετικά πετυχημένο. Από την οσκαρική Τίλντα Σουίντον μέχρι τον Τζον Σ. Ράιλι που ενσαρκώνει τον εγκληματικά άβουλο πατέρα με πειστικότητα και ακρίβεια και τον Έζρα Μίλερ του «Afterschool» που με την όψη και το βλέμμα του μας πείθει για το τι εμπεριέχει το Κακό. Η μόνη αδυναμία της ταινίας είναι το άνευρο και μονοδιάστατο σενάριο που είχε να ανταγωνιστεί το συγκλονιστικό αριστούργημα της Σράιβερ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο βιβλίο έχει προκαλέσει, και δικαίως κατά τη γνώμη μου, πολλές συζητήσεις. Δεν είναι καθόλου ακραίο. Εάν παρακολουθήσει κανείς τη Σράιβερ (στα άρθρα που γράφει κατά καιρούς στον ξένο Τύπο και στις συνεντεύξεις της) θα καταλάβει πόσο κοφτή, αιχμηρή, κατηγορηματική είναι, πόσο κατασταλαγμένες απόψεις έχει. Τολμά να μιλήσει για δύσκολα θέματα και φτάνει το μαχαίρι στο κόκαλο. Το βιβλίο έχει επηρεάσει πολλούς σύγχρονους συγγραφείς ως προς το έργο τους, από την Έμα Ντόναχιου έως την Τζίλιαν Φλιν και τη Λίζα Μπαλαντάιν. Δεν είναι καθόλου τυχαίο. Θα έλεγα ότι πρόκειται για ένα φιλοσοφικό και ψυχαναλυτικό μυθιστόρημα. Κάθε παράγραφός του είναι αφορμή για μεγάλη φιλοσοφική συζήτηση. Το μυθιστόρημα είναι πολυδιάστατο καθώς δεν θίγει μόνο τη γονεϊκή ευθύνη σε ό,τι αφορά τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών και το σημαντικό θέμα της μητρότητας, αλλά και την αρμονία-ισορροπία στον γάμο ενός ζευγαριού με τον ερχομό ενός παιδιού, το δίλημμα μάνα ή εργαζόμενη και πολλά ακόμα που δεν τα ανακαλύπτεις μόνο με την πρώτη ανάγνωση.
Για μένα είναι ένα βιβλίο στο οποίο θα ανατρέχω ξανά και ξανά.
Ντόρα Τσ.