23/11/12

«Καντίς για ένα αγέννητο παιδί», Imre Kertész





Όταν πρωτοδιάβασα το «Καντίς για ένα αγέννητο παιδί»- λίγο μετά την εποχή που πήρε ο Ίμρε Κέρτες το Νόμπελ- ήμουν σε μια διαφορετική φάση ζωής κι η stream of consciousness γραφή του, που μου θύμισε έντονα Μπέρνχαρντ, με άγγιξε αλλά δε με συγκλόνισε. Κοντά δέκα χρόνια μετά ξαναγύρισα στο Καντίς, γιατί μάλλον είχαμε αφήσει ανοιχτούς λογαριασμούς κι η κραυγή του συγγραφέα είχε πάνω μου πολύ μεγαλύτερο αντίκτυπο.

Η νουβέλα ξεκινά με ένα εμφατικό «Όχι», όχι στη συνέχιση της ζωής, στη διαιώνιση του είδους, στην προσπάθεια για ένα παιδί. Όχι στην ίδια την επιβίωση. Όπως και στο «Ο άνθρωπος δίχως πεπρωμένο», ο συγγραφέας μας λέει εμφατικά πως μετά την εμπειρία του στο Άουσβιτς δε θέλει να συνεχίσει να ζει ∙ έχοντας ζήσει αυτήν την αγριότητα, αυτή την εξαθλίωση, δε θέλει να εξακολουθήσει να είναι άνθρωπος και πολύ περισσότερο να φτιάξει ένα άλλο ανθρώπινο ον.

Ο λόγος του Κέρτες, μακροπερίοδος, γεμάτος επαναλήψεις, δυσκολεύει την ανάγνωση (πιθανώς και τη μετάφραση), δε μιλάμε για ένα βιβλίο που θα το ρουφήξεις, αλλά για μια επίμονη προσπάθεια κατάδυσης σε μια ψυχή ανεξίτηλα στιγματισμένη. Ο αποτυχημένος γάμος, οι δυσκολίες στην καριέρα,  η εβραϊκότητά του, γίνονται σημαία για την τέχνη του, αφορμή, αιτία, δικαιολογία για την άρνηση, την επιθυμία του να παραμείνει στη μιζέρια.

Ως τώρα δεν έχω διαβάσει βιβλίο του Κέρτες που να μην είναι αυτοβιογραφικό. Αυτό κάποτε πίστευα πως είναι μειονέκτημα, δείχνει έλλειψη φαντασίας και ίσως αντίκειται στον ορισμό της τέχνης. Γραφιάδες σαν κι αυτόν όμως με κάνουν να αλλάξω γνώμη, δε χρειάζεται πάντα ένας φανταστικός κόσμος για να συγκαλύψεις την αλήθειά σου, μπορείς να την πεις ανοιχτά, βασανιστικά, φορτικά. Ειδικά όταν αυτή κρύβει τόσο πόνο.

«Καντίς για ένα αγέννητο παιδί», Ίμρε Κέρτες, μετ. Μάγκυ Κοεν, εκδ Καστανιώτη, 2003

* το κείμενο δημοσιεύτηκε στο διαδικτυακό λογοτεχνικό περιοδικό bookstand

2 σχόλια:

  1. Στον όχι δεν έχει άδικο.
    Στο «Ο άνθρωπος δίχως πεπρωμένο» αυτό που με συγκλήνισε ήταν η επιμονή του να περιγράφει την ευτυχία του στρατοπέδου τα απογεύματα.
    «Oλοι με ρωτούν μονάχα για τα δεινά, για τις φρικαλεότητες παρόλο που για μένα αυτή ακριβώς είναι η ανάμνηση που αξίζει περισσότερο απ' όλες να θυμάμαι. Nαι, γι' αυτά, για την ευτυχία των στρατοπέδων συγκέντρωσης θα έπρεπε να τους μιλήσω την επόμενη φορά που θα με ρωτήσουν» .

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Στην αρχή το είχα θεωρήσει συγγραφικό τέχνασμα, μετά κατάλαβα πως ήταν ο τρόπος του για να επιβιώσει.

      Διαγραφή