Ήταν το παιδικό σας όνειρο, γιατί να το αρνείστε; Όλοι ονειρευτήκαμε όταν ήμασταν μικρά παιδιά, να γινόμασταν για λίγο αόρατοι. Θα μας βοηθούσε να κερδίσουμε με ευκολία στο κρυφτό ή να εξαφανιστούμε κυριολεκτικά, αν κάποιος θυμωμένος γύρω μας φώναζε να το κάνουμε αμέσως! Και όταν μεγαλώσαμε, πάλι θέλαμε να είμαστε αόρατοι, αυτή τη φορά για να ακούσουμε τις συζητήσεις των άλλων και έτσι να μάθουμε τι λένε για μας ή έστω, για την ευχαρίστηση που θα νιώθαμε οδηγώντας ένα αμάξι μέσα σε πολυσύχναστους δρόμους!
Ποιος θα περίμενε ότι, ένα τέτοιο όνειρο θα μπορούσε να μετατραπεί σε εφιάλτη; Η λογοτεχνία γέννησε δύο υπέροχους αόρατους ανθρώπους για να μας υπενθυμίζουν διαρκώς την πιθανότητα ενός εφιάλτη. Ο παλιός, εκείνος του Χέρμπερτ Γουέλς, ήταν το αποτέλεσμα ενός αποτυχημένου πειράματος, μια λανθασμένη χημική σύσταση που έλαβε χώρα έξω από ή και μέσα στο σώμα, τον μετέτρεψε σε αόρατο, έναν άνθρωπο που φοβίζει τα πλήθη. Ο νέος, του Ραλφ Έλισον, είναι επίσης αποτέλεσμα ενός αποτυχημένου πειράματος, κοινωνικού αυτή τη φορά, που δημιούργησε μια καρικατούρα ανθρώπου, που πλέον δεν φοβίζει, αλλά φοβάται τα πλήθη. “Είμαι αόρατος απλώς επειδή οι άνθρωποι αρνούνται να με δουν”, κραυγάζει, και με τρόμο υποψιαζόμαστε ότι, εφ' όσον δεν τον βλέπουν, ίσως και να μην τον ακούν. Καλώς όρισες, σύγχρονε άνθρωπε!
Το βιβλίο του Ραλφ Έλισον είναι γεμάτο με πτώματα προκαταλήψεων. Οι προκαταλήψεις πρέπει να πεθαίνουν νέες και όσο πιο θνησιγενείς είναι, τόσο καλύτερα για όλους. Με την άνοδο του ρατσισμού, πολλοί φωστήρες έβγαιναν και πρότειναν βιβλία σε αυτούς που δήλωναν άγνοια και σύγχυση περί του φασισμού, διαβάστε ένα βιβλίο ιστορίας, έλεγαν και το κατασκεύασμα θα καταρρεύσει εμπρός σας σαν πύργος από τραπουλόχαρτα. Δυστυχώς το κατασκεύασμα αποδεικνύεται γερό όσο υπάρχουν χρήματα πάνω στην τσόχα και ικανοί παίχτες που ποντάρουν τα δυνατά τους φύλλα! Δεν αρκεί (τουλάχιστον στην αρχή) να διαβάσεις για στρατόπεδα συγκέντρωσης και αιματηρούς πολέμους στο όνομα θεών και ανθρώπων. Πρέπει να προσπαθήσεις να μάθεις τον διοργανωτή του τουρνουά, την φερεγγυότητα του ντίλερ και το αν και πόσο σημαδεμένη είναι η τράπουλα!
Ο αόρατος άνθρωπος του Έλισον βοηθάει προς την απόκτηση αυτής της γνώσης πολύ περισσότερο από πολλές άλλες ανατομίες του φασισμού. Πώς να αφομοιώσεις μια έννοια που δεν έχεις βιώσει σε κάθε μεταβατικό στάδιο; Πρέπει να αναγνωρίζεις τα σημάδια του, και όχι απαραίτητα πάνω σου. Πρέπει να πεις, τον ρατσισμό τον ξέρω από μικρό, και όχι τον ξέρω από μικρός! Ο ήρωας του Έλισον είναι ένας Αφροαμερικανός, ο ανώνυμος Αφροαμερικανός που ξεκινάει από τον Νότο φορτωμένος με τα βαριά όνειρα ολόκληρης της φυλής του. Γεμάτος ενοχές και υποταγή πασχίζει να ξεχωρίσει, να φανεί χρήσιμος απέναντι στους λευκούς, να μην τους προδώσει, η μακραίωνη συνήθεια έγινε πλέον βίωμα που κληρονομείται από γενιά σε γενιά. Ένα μικροπαράπτωμα απέναντι σε έναν λευκό ευεργέτη είναι ικανό να τον αποβάλει από το κολέγιο του Νότου. Όλα γύρω του γκρεμίζονται, οι ελπίδες του για μια υποφερτή ζωή εξανεμίζονται, μετατρέπεται ολόκληρος σε μια ντροπή. Ο μαύρος διευθυντής του κολεγίου που ξέχασε γρήγορα από που ξεκίνησε, του προτείνει να πάει στην Νέα Υόρκη (στο βορρά!) και να πιάσει δουλειά έτσι ώστε να μπορεί να πληρώσει τα δίδακτρα το ερχόμενο φθινόπωρο. Κρατάει εφτά σφραγισμένες συστατικές επιστολές με την εντολή να μην τις ανοίξει ο ίδιος, νομίζοντας ότι μέσα εκεί κρύβονται οι τελευταίες του ελπίδες. Όμως οι επιστολές γράφουν ότι δεν πρόκειται να επιστρέψει ποτέ στο κολέγιο και παρακαλούνται θερμώς οι λευκοί εργοδότες να του προσφέρουν μια εργασία, ίσα ίσα για να διατηρεί τις ελπίδες του ακέραιες, είναι καλύτερα για όλους έτσι. Από μια συγκυρία μαθαίνει το περιεχόμενο των επιστολών και μεμιάς οι αυταπάτες γκρεμίζονται, τώρα ξεκινά η ζωή, θυμάται με πίκρα τα λόγια του παππού του, ο οποίος ποτέ δεν χώνεψε (αν και ο ίδιος υποτάχθηκε) αυτή την προδιαγεγραμμένη πορεία των μαύρων: “Προς κάθε ενδιαφερόμενο, κρατήστε αυτό τον νέγρο στο τρέξιμο”!
Πόσα και τι είχα χάσει προσπαθώντας να κάνω μόνο όσα προσδοκούσαν από μένα αντί να κάνω όλα αυτά που εγώ επιθυμούσα; Τι θυσία, τι ανόητη θυσία! Αλλά τι γίνεται με όλα εκείνα που πράγματι δε σου αρέσουν, όχι επειδή υποτίθεται ότι δεν πρέπει να σου αρέσουν, όχι επειδή το να μη σου αρέσουν σημαίνει ότι είσαι εκλεπτυσμένος και μορφωμένος – άλλα γιατί πράγματι δε σου αρέσουν; Η ιδέα και μόνο με ενοχλούσε. Πώς μπορείς να ξέρεις; Ήταν θέμα επιλογής. Θα έπρεπε να αξιολογήσω προσεκτικά πάρα πολλά πράγματα πριν αποφασίσω και υπήρχαν κάποια που θα προκαλούσαν μπελάδες, απλώς και μόνο επειδή ποτέ στο παρελθόν δεν είχα σχηματίσει για κάτι μια εντελώς δική μου άποψη. Είχα ενστερνιστεί την αποδεκτή συμπεριφορά και έτσι η ζωή έμοιαζε πολύ απλή...
Ξεκινάει όντας Αφροαμερικανός αλλά σιγά σιγά η αφήγηση τον “ξαφρίζει” και μένει σκέτος Αμερικανός, λίγο ακόμα και τον μετατρέπει σε Ασιάτη, Ευρωπαίο, μετά από πολλές (λογο)πλαστικές επεμβάσεις καταλήγει να θυμίζει εμένα... και εσένα... “όμως όλοι είμαστε άνθρωποι, σκέφτηκα, και αναρωτήθηκα τι εννοούσα”. Το βιβλίο του Έλισον είναι βαθιά κοινωνικοπολιτικό, διαβάζεται ταυτόχρονα σαν αλληγορία και σαν πραγματικότητα και πονάει εξίσου το ίδιο. Η μετάφραση της Αγορίτσας Μπακοδήμου είναι πολύ καλή. Παρόλο που υποψιάζομαι ότι το βιβλίο δεν είχε ιδιαίτερες γλωσσικές απαιτήσεις, η μεταφράστρια κατάφερε με μαεστρικό τρόπο να ζωντανέψει τις ενοχές, την ντροπή, την αφέλεια απέναντι στην νέα πραγματικότητα και την κατάρριψη των αυταπατών του ήρωα. Τα επεισόδια διαδέχονται γρήγορα το ένα το άλλο με την βοήθεια της ρέουσας αφήγησης, όμως οι σκέψεις που τα διαπνέουν αργούν να διαλυθούν, κάτι που είναι και το ζητούμενο σε ένα τέτοιο βιβλίο.
Στο εξώφυλλο υπάρχει ένα “μπιλιετάκι” κριτικής όπως αυτά που συνήθως κοσμούν τα αυτιά ενός βιβλίου ή το οπισθόφυλλο.
“Ένα από τα σημαντικότερα αμερικανικά μυθιστορήματα του 20 αιώνα”
Times
Πόσες φορές δε με απογοήτευσαν τέτοια μηνύματα, εξαιτίας των οποίων αφέθηκα να αγοράσω το βιβλίο σαν παθητικός καταναλωτής! Διαψεύσθηκα, όπως συνέβη και τούτη τη φορά, για διαφορετικό ωστόσο λόγο. Αν και γραμμένο το 1952, ο Αόρατος Άνθρωπος του Ραλφ Έλισον είναι ένα από τα σημαντικότερα μυθιστορήματα του 21 αιώνα! Και για όσο ακόμα αντέξει, κανείς μας δε θα ζήσει τόσο, για να το επιβεβαιώσει. Αν αναζητήσετε μέσα σε βιβλιοπωλεία για σύγχρονα βιβλία που περιγράφουν την σημερινή ζωή μας και την τροπή που έχει πάρει, δύσκολα θα βρείτε πιο σύγχρονο από αυτό.
«Α», σας ακούω να λέτε, «ώστε όλα αυτά ήταν φτιαγμένα μόνο και μόνο για να μας κάνει να βαρεθούμε ακούγοντας την ακατάσχετη φλυαρία του. Το μόνο που ήθελε ήταν να τον ακούμε να παραληρεί!». Αλλά αυτό δεν είναι παρά μόνο ένα μέρος της αλήθειας: Αφού είμαι αόρατος και χωρίς ουσία, αφού δεν είμαι παρά μια φωνή χωρίς σώμα, τι άλλο θα μπορούσα να κάνω; Τι άλλο από το να προσπαθήσω να σας πω τι συνέβαινε πραγματικά όταν τα μάτια σας κοιτούσαν μέσα από μένα; Και αυτό που με τρομάζει είναι το εξής:
Ποιος ξέρει αν, σε κάποια άλλη ηχητική συχνότητα, δε μιλάω εκπροσωπώντας κι εσάς;
Μόλις το διάβασα και ψάχνω στο διαδίκτυο κριτικές για να επιβεβαιώσω τον ενθουσιασμό μου! Το βιβλίο είναι απίστευτα καλογραμμένο, μοιάζει σαν κάποιος να σε πιάνει από τον ώμο και να σου λέει, κάτσε φίλε δυο λεπτά να σου πω μια ιστορία, και εσύ να τον ακούς με ανοιχτό το στόμα για 600 σελίδες, και να ξεχνάς το χρόνο, το που βρίσκεσαι, το ποιος είσαι, γιατί έχεις μπροστά σου έναν μεγάλο αφηγητή. Δεν υπάρχει ούτε μια σελίδα στο βιβλίο όπου η αφήγηση να χάνει το ρυθμό της, οι αξίες αλλάζουν διαρκώς, η ελπίδα παλεύει με την απελπισία και η αναζήτηση πηγαίνει όλο και πιο βαθιά, μέσα από τον πόνο, τη χαρά, τη μοναξιά, τη συντροφικότητα, την αγανάκτηση, ο ήρωας γνωρίζει τον εαυτό του, και μαζί του γνωρίζουμε και εμείς τον δικό μας, ποιοι είμαστε, και τι είμαστε ο ένας για τον άλλον. Κάτι που με με έκανε κάπως να αποστασιοποιηθώ σαν αναγνώστης του 2020 είναι ο τρόπος που παρουσιάζεται το γυναικείο φύλο. Οι γυναικείοι χαρακτήρες αντιστοιχούν στα κυρίαρχα στερεότυπα της εποχής του. Υπάρχει η πόρνη, η καλή, μητρική σπιτονοικοκοιρά, η νυμφομανής παντρεμένη, η ελαφρόμυαλη μεγαλοαστή που βγάζει τον αγωνιστή από τον δρόμο του, αλλά δεν υπάρχει η συνειδητοποιημένη, μορφωμένη, ώριμη πολιτικά γυναίκα που να διεκδικεί όπως και ο πρωταγωνιστής την ορατότητά της. Θα μου πείτε, και γιατί θα έπρεπε; Μπορεί και να μην υπήρχαν τέτοιες γυναίκες εκείνη την εποχή, η αν υπήρχαν ο ήρωας να μην τις έβλεπε γιατί όπως λέει και ο ίδιος είμαστε όλοι μονόφθαλμοι και έχουμε ανάγκη ο ένας τον άλλον για να δούμε. Ίσως ο συγγραφέας να ήθελε να δείξει ότι ο ήρωάς του σαν άνθρωπος της εποχής του, δεν βλέπει τα στερεότυπα μέσα στα οποία ζει αν δεν τον πληγώνουν προσωπικά.
ΑπάντησηΔιαγραφή