Άνθρωποι που ψάχνουν να ορίσουν τον εαυτό τους είναι οι
ήρωες του Ρίτσαρντ Πάουερς στο εξαιρετικό μυθιστόρημα «Ο ποταμός της μνήμης». Με
αφορμή την νευροπαθολογία που τόσο αγαπά ο συγγραφέας, ο Πάουερς γράφει ένα
βιβλίο βασισμένο στο μυστήριο του εγκεφάλου, των ανθρώπινων αντιδράσεων και
τελικά της ζωής.
Ο Μαρκ, εργάτης σε σφαγείο, παθαίνει ένα φρικαλέο ατύχημα
που τον αφήνει με βαρύτατες εγκεφαλικές κακώσεις. Δίπλα του από την πρώτη στιγμή
θα είναι η αδελφή του Κάριν που παρατά τη ζωή της- την δουλειά και το σπίτι της-
για να τον περιθάλψει. Όταν εκείνος θα συνέλθει, θα αναγνωρίσει τους πάντες και
τα πάντα, εκτός από την αδελφή του που νομίζει πως σκοτεινές δυνάμεις την έχουν
αντικαταστήσει με την σωσία της. Σύνδρομο Κάπγκρας.
«Για κάποιον ασαφή λόγο δεν ταιριάζετε με την εικόνα που
έχει για εσάς. Ξέρει ότι έχει αδελφή. Θυμάται τα πάντα σχετικά με σας. Ξέρει ότι
της μοιάζετε, ότι ενεργείτε σαν αυτήν, ότι ντύνεστε όπως αυτή. Απλώς πιστεύει
πως δεν είστε αυτή.»
Η Κάριν, που ήταν έτσι κι αλλιώς πολύ ανασφαλής μιας και
αυτή κι ο Μαρκ μεγάλωσαν σε μια οικογένεια θεότρελη, δεν μπορεί με τίποτα να
αποδεχτεί την κατάσταση. Νιώθει παγιδευμένη στην φροντίδα ενός ασθενούς που δεν
την συμπαθεί καν. Ο φίλος της ο Ντάνιελ, με τον οποίο «τα είχανε» παλιά και ξαναβρέθηκαν
λόγω της κατάστασης, θα της δώσει βιβλία εκλαϊκευμένης νευροψυχολογίας κι έτσι
θα γνωριστεί με τον πασίγνωστο γιατρό Βέμπερ. Ο Βέμπερ βρίσκεται σε καμπή στην καριέρα του, έχοντας μόλις λάβει τις πρώτες αρνητικές κριτικές για
βιβλίο του. Όλοι μαζί, και η μυστηριώδης βοηθός νοσοκόμα Μάγκυ που θέλει να
βοηθήσει πολύ, θα χαθούν στην αναζήτηση του εαυτού τους και του περιβάλλοντος,
πασχίζοντας να βάλουν τα πράγματα σε μια σειρά. Στο φόντο οι γερανοί στον
ποταμό Πλατ της Νεμπράσκα κινδυνεύουν να χάσουν και τον τελευταίο τους βιότοπο.
«Γερανοί κατεβαίνουν καθώς νυχτώνει. Σαν στριφογυριστές,
χαλαρές κορδέλες στον ουρανό. Δέκα δέκα έρχονται από όλα τα σημεία του ορίζοντα
με το σούρουπο. Πλήθη από καναδικούς γερανούς μαζεύονται στο ποτάμι που
ξεπαγώνει, στις πλατωσιές, βοσκώντας, χτυπώντας τις φτερούγες τους, κρώζοντας
το πρώτο κύμα μιας μαζικής εκκένωσης. Ολοένα κι άλλα πουλιά κατεβαίνουν με τον
κόκκινο αέρα να αντηχεί απ’ τις κραυγές τους»
Το μυθιστόρημα ακολουθεί αργό ρυθμό, απαιτητικό, το οικολογικό
μοτίβο του είναι ποιητικό και πολιτικό μαζί, τα θέματα μεγάλα κι αναπάντητα. Πέρα
από την ίδια την κάκωση και το
ενδιαφέρον για έναν εγκέφαλο που νοσεί και κατανοεί μιαν άλλη πραγματικότητα,
διαφορετική από του υγιούς, βλέπουμε και εγκεφάλους τυπικά υγιείς που δεν
μπορούν παρά να δουν αυτό που συμβαίνει από το δικό τους πρίσμα. Η Κάριν- με
την οποία θα ταυτιστεί κάθε άνθρωπος που ποτέ έχει περιθάλψει βαθιά ασθενή- δεν μπορεί να ορίσει τον εαυτό της μακριά από
την ασθένεια του αδελφού της, νιώθει πως δεν δικαιούται να είναι ευτυχισμένη ή
να μην αλλάξει τη ζωή της, όσο ο δικός της άνθρωπος υποφέρει. Από την άλλη,
κάποια στιγμή συνηθίζει τόσο την κατάσταση που προτιμά να έχει ο Μαρκ θεοποιημένη
την παλιά της εικόνα από το να την αναγνωρίσει ξανά και να αρχίσουν οι
επιτιμήσεις.
Ο Βέμπερ, βαθιά στην μέση ηλικία, ψάχνεται επαγγελματικά και
προσωπικά, δεν ξέρει αν πρέπει να μείνει στο παλιό, ασφαλές και δοκιμασμένο ή
να πάρει γεύση από το καινούργιο. Κι αυτό το καινούργιο τι θα είναι. Κι ο Μαρκ-
που δεν ήταν το καλύτερο παιδί, ούτε κάνα τζιμάνι εξαρχής- πασχίζει μέσα στην
θολούρα της εγκεφαλικής κάκωσης να βρει έναν εαυτό, νέο ή παλιό αδιάφορο.
Το μυθιστόρημα είναι πυκνογραμμένο, υπέβαλλε σε μένα να το
διαβάζω κοντά δέκα μέρες, χωρίς απιστίες πολλές, να το κρατώ σαν γιατρικό και
βάλσαμο για τις λίγες στιγμές κάθε μέρα που μου περίσσευαν. Η γραφή του Πάουερς είναι τριτοπρόσωπη αλλά
κάθε φορά αλλάζει οπτική και ήρωα, το βιβλίο αν και κυλά γραμμικά έχει μια πολύ
ρευστή σχέση με τον χρόνο που άλλοτε διαστέλλεται, κι άλλοτε συστέλλεται· όπως και
στην πραγματική ζωή. Το απόλαυσα, το κατέταξα μέσα μου πολύ γρήγορα στα
σημαντικά βιβλία τούτης της χρονιάς και φαντάζομαι πως θα το σκέφτομαι και στο
μέλλον.
«Ο ποταμός της μνήμης», Ρίτσαρντ Πάουερς, μετ. Μιχάλης Μακρόπουλος,
εκδ. Εστία, σελ 577, 2014
Υ.Γ. 42 Η γραμματοσειρά της έκδοσης είναι εξαιρετικά μικρή,
ώρες ώρες αναρωτιόμουν αν ανέβασα πρεσβυωπία. Αν ένα βιβλίο είναι να βγει 1000
σελίδες, εγώ θα το άφηνα να βγει. Στριμώχνοντας 350 λέξεις στην σελίδα κανονικού μεγέθους δεν κατορθώνεις τίποτα άλλο
εκτός από τον εκνευρισμό του αναγνώστη.
Y.Γ. 42-42 Η μετάφραση είναι εξαιρετικά προσεγμένη, σε ένα βιβλίο δύσκολο, γεμάτο ιατρικούς όρους, ενώ το ολιγόλογο σημείωμα του μεταφραστή στην αρχή του βιβλίου βάζει τα πράγματα στη θέση τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου