Λιγότερο η βιογραφία της μητέρας
του και περισσότερο ένα κομμάτι από την νεότερη ελληνική Ιστορία του τόπου είναι
η «Νίκη» του Χρήστου Χωμενίδη. Με αφορμή την πολυτάραχη και βαθιά πολιτικοποιημένη
ζωή της νεαρής Νίκης, ο συγγραφέας μας μιλά για τους προπαππούδες και τους παππούδες
του, για τη δράση τους κατά την Κατοχή- η οικογένεια είχε και δωσίλογους
Υπουργούς και ηγέτες του Κομμουνιστικού κόμματος στους κόλπους της- ενώ δεν αγγίζει
καθόλου την κοινή δική του ζωή με την μητέρα του. Εν αντιθέσει δηλαδή με αρκετούς
ομότεχνούς του που τον τελευταίο καιρό ασχολήθηκαν με το θέμα, εκείνος δεν
φτάνει καν στην εποχή που γεννήθηκε, αφήνει την μαμά του στα 22 της.
Δεν είναι λοιπόν ψυχοθεραπεία τούτο
το κείμενο. Όμως τι είναι; Αμιγώς βιογραφία όπως λέει ρητά κι ο ίδιος, όχι. Είναι μια μυθιστορηματική καταγραφή- βασισμένη στην οικογενειακή ιστορία.
Ένα κείμενο που φιλοδοξεί να μας μιλήσει για τον εμφύλιο με τρόπο νηφάλιο
και διαφορετικό από τις παλιές εμμονές. Αυτό που έλειπε ως τώρα στην ελληνική
πεζογραφία ήταν μια πιο μακρινή ματιά, αυτά που γράφονταν είχαν μένος και πάθη
∙τώρα πια, οι μαρτυρίες για το εμφύλιο είναι μετριοπαθέστερες.
Η Νίκη Αρμάου είναι κόρη του Αντώνη
Αρμάου, πρόσφυγα από την Μικρασία, που στα νιάτα του είχε το χάρισμα του εμπόρου
αλλά τα παράτησε όλα για να προσχωρήσει στο κομμουνιστικό κόμμα. Δίχως καν να
το καταλάβει στα 26 του χρόνια εκλέχτηκε βουλευτής και μάλιστα Αττικάρχης.
Ακολούθησε μια πολιτική πορεία, φυλακίσεις, εκτοπίσεις. Ο Αρμάος δεν
βρέθηκε στο βουνό κι αργότερα αρνήθηκε να συνταχθεί με τον Ζαχαριάδη (που
κατονομάζεται μόνο με το μικρό του όνομα) και
πέρασε 7 χρόνια στην βαθιά παρανομία παρασέρνοντας το 10χρονο κοριτσάκι του,
την Νίκη, μαζί του. Ταυτόχρονα τρέχουν παράλληλες ιστορίες, κάποιες από αυτές
περιλαμβάνουν τους κουνιάδους του Αρμάου που συνεργάστηκαν με τους Γερμανούς.
Αφηγήτρια είναι σε πρώτο πρόσωπο
η νεκρή πια Νίκη, που συχνά πυκνά απευθύνεται στον αναγνώστη για να του θυμίσει
το νεκρικό της στάτους. Τα κομμάτια που αφορούν τόσο στην σεξουαλική αφύπνιση
του κοριτσιού, όσο και στα ερωτικά των παππούδων του μου φάνηκαν αμήχανα. Θεωρώ
πως ο συγγραφέας θέλησε να γράψει για την Ελλάδα κι όχι κατ’ ανάγκη για την μητέρα
του. Αυτό το κατανοώ. Θεωρώ όμως πως βάλθηκε σε έναν βαθμό να μας αναλύσει υπέρ
του δέοντος την κατάσταση, σα να μην απευθύνεται σε Έλληνες αλλά σε ξένους.
Το μυθιστόρημα είναι ευκολοδιάβαστο, έχει ροή και πολύ ενδιαφέρουσα πλοκή- τις κοντά 500 σελίδες του τις ολοκλήρωσα σε λιγότερες από 3 ημέρες.
Ο Χρήστος Χωμενίδης διαθέτει αδιαμφισβήτητα το χάρισμα της αφήγησης. Για μένα πάντως
το καλύτερό του μυθιστόρημα παραμένει εκείνο το πρώτο και αγαπημένο "Σοφό
παιδί".
«Νίκη», Χ.Α. Χωμενίδης , εκδ. Πατάκη, 2014, σελ. 492
Υ.Γ. 42 Απόψε ο Χρήστος Χωμενίδης
θα λύσει όλες μας τις απορίες στο Booktalks στις 7:30
Κατερίνα και εμένα μου άρεσε πολύ το Σοφό παιδί!
ΑπάντησηΔιαγραφή"Υπέρ το δέον", κα Μαλακατέ!
ΑπάντησηΔιαγραφή