Ήταν ένα πλάσμα γύρω στα τριάντα
τρία, ψηλό, όμορφο, ωχρό, ντυμένο με έναν μακρύ χιτώνα και μια μαύρη κάπα∙ τα
μακριά μαλλιά του κάλυπτε ένας μαύρος φρυγικός σκούφος. Δεν είχε ίχνος
τριχοφυΐας, παρ’ όλα αυτά δεν έμοιαζε με γυναίκα. Ούτε με άντρα όμως έμοιαζε,
παρά την αρρενωπή και δυναμική του έκφραση. Έδειχνε να είναι ένα πλάσμα άφυλο,
ένα σώμα χωρίς ψυχή ή μάλλον μια ψυχή δίχως καθορισμένο φθαρτό σώμα. Θα έλεγε
κανείς πως ήταν μια άρνηση προσώπου.
[]
«Είμαι ο Θάνατος φίλε μου… Είμαι
ο Θάνατος και με στέλνει ο Θεός»
Τι κάνεις όταν ο ίδιος ο Θάνατος
αντί να σε πάρει όταν σε βρίσκει ρημαγμένο κι έτοιμο να αυτοκτονήσεις σου
προσφέρει μια δεύτερη ευκαιρία, να σε κάνει δυνατό, να σου δώσει πίσω ό,τι σου
πήραν μέσα από τα χέρια, όσα δικαιούσουν. Τι κάνεις όταν, από τη μια στιγμή
στην άλλη έχεις όλα όσα ήθελες- και την γυναίκα που αγαπάς- αλλά αυτά στα
προσφέρει ο Θάνατος. Μάλλον τα δέχεσαι. Μάλλον τα απολαμβάνεις, όσο συνεχίζεις
να φοβάσαι.
«Άσπλαχνε. Αυτή είναι η φιλιά
σου; Αυτή είναι μια φριχτή κοροϊδία! Μου χαρίζεις την ευτυχία κι αμέσως μετά
μου την αρπάζεις μέσα από τα χέρια! Γιατί δεν με άφησες να πεθάνω εκείνη τη
νύχτα; Γιατί;»
«Πάψε δυστυχισμένε!» απάντησε ο
Θάνατος με σοβαρό και θλιμμένο ύφος. «Είπες ότι είσαι ευτυχισμένος. Πόσο λάθος
κάνεις! Αυτή είναι η δική μου αποστολή: να βρεις την ευτυχία».
Ο ήρωας αυτής της μικρής νουβέλας
είναι ένας άνθρωπος δυστυχισμένος, που ξαφνικά του δίνεται η δυνατότητα να
ευτυχήσει. Η αλληγορία του μύθου είναι εμφανής. Η προσπάθεια ενός συγγραφέα του
19ου αιώνα όπως ο Αλαρκόν να διερευνήσει ένα παράλληλο σύμπαν, ένα
από τα πολλά what ifs της ζωής είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα. Όπως και η επιλογή
του Θανάτου ως φορέα της ευτυχίας.
Το αν τελικά μπορούμε να
ξεφύγουμε από την ειμαρμένη δεν θα σας το αποκαλύψω, για να μην ξεσκεπάσω το
τέλος. Όμως αυτό το κείμενο, ενός ξεχασμένου στη λήθη Ισπανού συγγραφέα, που
δεν ξέρω από ποια διαστροφή μεταφράστηκε
στα Ελληνικά, έχει μια δύναμη αλλόκοτη, περίπου σαν τον Φάουστ και προαναγγέλει κείμενα σαν του Μπόρχες. Σε
αφήνει, μέσα από μια λεπτή ειρωνεία για τη μοίρα μας και την αδικία που
ξεφυτρώνει παντού στις ανθρώπινες κοινωνίες, με γεύση γλυκόπικρη. Σχεδόν
ηδονική.
"Ο θάνατος και ο φίλος του", Pedro Antonio de Alarcon, μετ. Δήμητρα Στυρίδου, εκδ. Ροές, 2014, σελ. 150
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου