13/5/09

Νώε 2051

Το καράβι το είχε μόλις τοποθετήσει στη βιτρίνα. Ο ξυλουργός ξεκαρδίστηκε όταν τού ζήτησε την κατασκευή. «Τί τα σκαλίζεις φίλε, αφού όλα αυτά δεν υπάρχουν πια», είπε. Αλλά αυτός επέμεινε και να το τώρα με τα πανιά του φουσκωμένα να αρμενίζει στην προθήκη. Δεν είχε προλάβει καλά καλά να το βάλει και ήδη προσέλκυε πελατεία. Η μικρή μπουμπού –βία να ήταν επτά χρόνων – με το ροζ φορεματάκι και τα διαπεραστικά καστανά μάτια, είχε σταθεί και το χάζευε. Η μητέρα της πάλι, δράττοντας την ευκαιρία, κοίταζε τα κοσμήματα στο πάνω μέρος. Φορούσε την πορτοκαλί φόρμα της εργάτριας και ο Πάνος απογοητεύτηκε, αποκλείεται να είχε Ώρες για να πληρώσει τα καλλιτεχνήματά του. Την πρόσεξε καλύτερα μονάχα όταν διάβηκε το κατώφλι του. Ήταν εντυπωσιακά όμορφη, με λυγερή σιλουέτα, ξανθά μαλλιά, χείμαρρο στην πλάτη της, γαλανά μάτια που θα φέγγιζαν στο σκοτάδι. Διάλεξε τα καλύτερα. Θα της έπαιρνε χρόνια να ξεπληρώσει το ποσό κι όμως δε νοιάστηκε, σα να μην έσερνε μαζί της ένα μικρό παιδί που έπρεπε να φροντίσει. Το κοριτσάκι είχε λουφάξει στα πόδιά της και την κοιτούσε αχόρταγα.

Η γυναίκα, αφού αγόρασε τα κοσμήματα, πήρε το παιδί από το χέρι και έφυγε, τον παράτησε σύξυλο να τη χαζεύει. Πέρασε το ποσό στην κάρτα της και παρατήρησε πως της περίσσευαν Ώρες για ένα σωρό άλλες δαπανηρές δραστηριότητες. Φυσικά, τί του είχε περάσει από το μυαλό όσο την κοιτούσε, μια τέτοια γυναίκα δεν ήταν για αυτόν. Κάποιος με πιο σοβαρό επάγγελμα τη χαιρόταν –μηχανικός ή ακόμα καλύτερα φυσικός με ειδικότητα στην υδρολική – και γέμιζε την πιστωτική της. Κοιτάχτηκε στον καθρέφτη του μαγαζιού, ένας άντρας γύρω στα πενήντα με προγούλι και χαλαρό σώμα του χαμογέλασε. «Αυτή η γκόμενα δεν είναι για τα δόντια σου», είπε στον εαυτό του. Τίποτα δεν έσωζε την εμφάνισή του, ίσως λίγο τα μάτια του, που δεν είχαν ακόμα χάσει τη λάμψη τους παρ’ όλο το θανατικό. Αναρωτήθηκε πάλι γιατί ήταν αυτός ένας από τους εκλεκτούς, δεν υπήρχε κανένας λόγος.

Του έφερνε δάκρυα στα μάτια η θύμηση των δικών του που χάθηκαν. Οι εικόνες της φρίκης – αν και οι ιθύνοντες ήταν προσεκτικοί και τίποτα δε μεταδόθηκε από τηλεοράσεως – θα έμεναν για πάντα αποτυπωμένες στη φαντασία του. Οι άνθρωποι να τρέχουν πανικόβλητοι να αποφύγουν τα νερά που ολοένα τους πλησίαζαν, να στριμώχνονται σε λόφους και βουνά. Εκεί να καίγονται ζωντανοί από την υπεριώδη ακτινοβολία ή να πνίγονται, όταν και το τελευταίο κομμάτι στεριάς βυθίστηκε κάτω από τη στάθμη της θάλασσας.

Κι αυτός έζησε χωρίς να καταλάβει το γιατί. Ίσως επειδή είχε την προνοητικότητα να εντοπίσει νωρίς την επικείμενη απειλή. Ή γιατί το γραμμένο του ήταν άλλο. Για χρόνια χλεύαζαν το «πείραμα της Σαντορίνης» τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. «Κινδυνολογείτε», ούρλιαζαν στους επιστήμονες που μελετούσαν τη Θόλο. Όταν μάλιστα εγκαταστάθηκε η μεγάλη γυάλα πάνω από τα κεφάλια τους, πήρε και τους κατοίκους η μπάλα του σαρκασμού. Ώσπου, λίγες μέρες μετά την τελική Στεγανοποίηση, συνέβη η καταστροφή. Επέζησαν μονάχα οι λίγοι, αυτοί που είχαν μεταφερθεί σε αντίστοιχα μικρά, ηφαιστειογενή νησιά, που δέχτηκαν να συμμετάσχουν στο πείραμα. Μαζί με τους επιστήμονες κι αυτός, ένας απλός κοσμηματοπώλης.

Σκεφτόταν τους γονείς του συχνά έκτοτε. Είχαν φόβο με τα καράβια και δε θέλησαν τον ακολουθήσουν στο νησί. Θα ένιωθαν αποκομμένοι, λέει, από τον πολιτισμό. Πολύ συχνότερα έβλεπε την κόρη του στον ύπνο. Τη γυναίκα του λιγότερο, αυτή έφταιξε που δεν τον πίστεψαν όλοι οι άλλοι, που έμειναν στην Ηπειρωτική Ελλάδα και χάθηκαν. Ανένδοτοι, σα να μην ήθελαν να σωθούν. Σκέφτηκε το πλοίο της βιτρίνας, εν αντιθέσει με τους γεννήτορές του ο Πάνος αγαπούσε τη θάλασσα. Θα ήθελε τόσο να είναι στο ανοικτό κατάστρωμα του ιστιοπλοϊκού, να νιώθει τη μυρωδιά και την αλμύρα της και να μην έχει ούτε μια άλλη έγνοια. Ήξερε πως ήταν αδύνατο. Όμως το ανέφικτο, δεν τον εμπόδισε ποτέ να ονειρεύεται.

Οι παιδικές του αναμνήσεις ήταν γεμάτες μυρωδιές και χρώματα. Στον αέναα ρυθμιζόμενο καιρό της Σαντορίνης με τις ανύπαρκτες βροχές, τις ανυπόστατες λιακάδες και το φτηνό πλαστικό γκαζόν, τα πάντα μοιάζαν γκρίζα. «Τα παιδία μας θα κοιτούν τα πλοία μονάχα στις προθήκες», σκέφτηκε. Ποτέ δεν κατάλαβε τί ήταν αυτό που δέκα χρόνια τώρα κρατούσε ήσυχους τους κατοίκους του νησιού. Ίσως να έβαζαν κάτι ηρεμιστικό στο φίλτρο του αέρα. Ή πάλι η ανθρώπινη φύση να αναδεικνύει όλα τα καλά της στοιχεία στην ανάγκη της επιβίωσης. Γεγονός ήταν πως δεν υπήρχε ούτε μια εξέγερση, ούτε ένα έγκλημα ανάμεσά τους. Ακόμα και όταν ανακοινώθηκε η αναγκαστική τεχνητή αναπαραγωγή, «το τέλος της τυχαιότητας», κανείς δε διαμαρτυρήθηκε. Κάθε μήνα ευλαβικά έδιναν το σπέρμα τους οι άντρες κλεισμένο σε ένα απρόσωπο κυπελλάκι κι η σειρά των γυναικών που είχε προτεραιότητα δεχόταν την εμφύτευση του εμβρύου δίχως μια πικρή λέξη. Κανείς δεν ήξερε πόσα και ποιά από τα παιδιά του κυκλοφορούσαν στους δρόμους. Τους είχαν στερήσει την πατρότητα.

Ο Πάνος σκέφτηκε την αδικοχαμένη κόρη του. Τα μάτια της θα τον κοίταζαν τρομαγμένα και ορθάνοιχτα την ώρα της καταστροφής, θα τον κατηγορούσαν για την επιπολαιότητά του, γιατί δεν επέμεινε να την πάρει μαζί του. Η κόρη του είχε τα γαλανά, τεράστια μάτια της μητέρας της. Καμία σχέση με τα καστανά δικά του συνηθισμένα μάτια, που όμως ακόμα επιζούσαν. Αναστέναξε. Κοίταξε το καράβι. Αυτό το πλοίο θα του έφερνε μπελάδες, αποφάσισε. Σκεφτόταν συνεχώς την ύπαρξή του, το παρελθόν, το μέλλον του. Ένας άκληρος, άσχημος γέρος, αυτό θα γινόταν. Και το τερατούργημα της προθήκης θα του το θύμιζε συνέχεια. Έπρεπε να το βγάλει από κει, να προστατευτεί.

Δεν είχε προλάβει να απλώσει χέρι στο ιστιοπλοϊκό, όταν παρατήρησε τη μικρή μπουμπού του πρωινού να τον κοιτάζει με τα διαπεραστικά καστανά μάτιά της. «Τί είναι;», τον ρώτησε. «Η Κιβωτός;»

8 σχόλια:

  1. Ναι και παίζεις μπάλα,και μάλιστα επίθεση.Τ` αγαπημένα μου,έκπληξη,αδιέξοδο,ειρωνία,σαρκασμός,θλίψη,ματαιότητα ελπίδα.Λαβκραφτ,Κάφκα,Χάξλευ,Ασίμοφ,Ντοστογιέφσκι,Κούντερα σ`ένα δυναμικό σέικερ που κροταλίζει.Περιμένουμε εναγωνίως το επόμενο κοκτέιλ,το μυστικό συστατικό που προσθέτεις και τα δένει όλα αρμονικά, ξέρουμε ότι είναι ιδιοποίητο και στο χαρίζουμε,δεν θέλουμε να μας το αποκαλύψεις.
    Κeep walking

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Υποψιάζομαι πως κοκκίνισα. Σ' ευχαριστώ :)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Εγώ τι να πω...
    Τα είπε όλα ο HELIASTER!
    δεν μας άφησε κανένα περιθώριο να εκφραστούμε κι εμείς.
    Την επόμενη φορά θα είμαι ο πρώτος!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Αυτό που μου αρέσει περισσότερο σε εσένα είναι οι ανατροπές σου.

    Τούμπα τσουνάμι. Με τρέλλα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. και συγγραφική κορδέλα. Φιλιά και στους δυο...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Είδα μια Κατερίνα Μαλακατε και ήρθα να την γνωρίσω από κοντά!
    Βλέπεις ... εγώ είμαι η "Δε.Στα.Πα;"
    Μόνο που είναι αργά για να διαβάσω όλα αυτά τα ωραία που γράφεις!
    Άλλη στιγμή. Καλή συνέχεια!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Ανατρεπτικό? συγκινητικό? αποκαλυπτικό? αυτά και άλλα! Συγχαρητήρια.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Ευχαριστώ πολύ, Mike.

    Όποτε θες θα τα πούμε, συνονόματη....

    ΑπάντησηΔιαγραφή