Πέρασε ένας μήνας
λοιπόν, από τους πιο ζόρικους στη ζωή μου, που ήταν ως τώρα προφυλαγμένη από
σχετικά μεγάλες λύπες. Ένας μήνας έξω από τη γυάλα κι αποδείχτηκε πως δεν ήμουν
χρυσόψαρο, ανακάλυψα πως είμαι αμφίβιο, ένας βάτραχος που βγήκε στη στεριά∙ μπορεί
και να απομείνω κολλημένη στο νούφαρο.
Υπάρχει
ένα βαθύ φιλοσοφικό ερώτημα στο θάνατο, που σε χτυπάει καταπρόσωπο πραγματικά μόνο
όταν έρχεσαι αντιμέτωπη με μια τέτοιου είδους απώλεια, που δοκιμάζει τις ως τώρα
εμπειρίες σου, σε ατσαλώνει. Αν για κάτι βεβαιώθηκα είναι πως η πλειοψηφία των
ιερέων είναι για γέλια. Χθες ο παπάς-delivery –με παίρνετε στο κινητό, κάνω
ευχέλαιο πάνω από τον τάφο, παίρνω 20 ευρώ για τον κόπο μου- ήταν σε meeting και δεν μπορούσε. Ο άλλος
παπάς ο επιλεγόμενος και Παπά-στρινγκ ήταν άφαντος. Από την άλλη κι εγώ άφαντη ήμουν,
δεν αντέχω να έρθω αντιμέτωπη με το νεκροταφείο. Δεν έχω πάει ούτε μια στιγμή,
του μιλάω στον ύπνο μου, στο ξύπνιο, σατιρίζω αυτό που θα έλεγε, μαλώνω μαζί
του στο αμάξι, αλλά εκεί δεν πάω. Αρνούμαι να φύγω από το νούφαρο.
Το
αν έχει σχέση η θρησκεία με τους παπάδες, τις κάθε λογής δεισιδαιμονίες και τις
τελετουργίες το έχω λύσει μέσα μου από μικρή. Όμως η ίδια η βεβαιότητα του θανάτου,
η παράλογη εικόνα της ανυπαρξίας, της μη ζωής είναι κάτι εν πολλοίς άλυτη. Ο άντρας
μου λέει πως το θρησκευτικό τελετουργικό – η κηδεία, τα συνεχή ευχέλαια, οι σαράντα
μέρες που δεν πρέπει να σβήσει το καντηλάκι- βοηθούν να έρθεις πρόσωπο με πρόσωπο
με αυτό που συνέβη, να το αποδεχτείς. Εγώ διαλύομαι, δεν μπορώ καν να πλησιάσω
στο μνήμα, αρνούμαι να συμμετάσχω στον παραλογισμό. Δεν το αποδέχομαι.
Θα
ήταν πολύ παρηγορητικό να ήμουν βέβαιη για την αθανασία της ψυχής. Δεν είμαι,
για την ακρίβεια είμαι βέβαιη για τη θνητότητά της. Σε αυτόν τον παράλογο κόσμο
η θρησκεία είναι η εκλογίκευση του αβάσταχτου πόνου, από κει εκπορεύεται, εκεί
στηρίζεται, εκεί θεριεύει και φυσικά οι λειτουργοί της αυτό εκμεταλλεύονται πιο
πολύ από όλα. Δε γουστάρω να δω την αλήθεια κατάματα, θα μείνω εδώ στο νούφαρο,
θα κάνω τα παιδιά μου- τα εγγόνια του- θα ζήσω με τη σκιά του σε κάθε βήμα, θα
του μιλάω στον αέρα, θα μαλώνω μαζί του για τα πολιτικά, θα τον σκέφτομαι κάθε
φορά που κάτι κάνουμε μαζί. Είμαι μισή εκείνος κι αυτή είναι η μοναδική αθανασία
στην οποία πιστεύω.
Όταν είχα πρωτοδιαβάσει αυτές τις αναρτήσεις είχα σκεφτεί γιατί αποφάσισες να τις γράψεις. Είναι γραμμένες με ενάργεια και ωριμότητα και μάλλον προσπαθούν να κοινοποιήσουν το ανείπωτο. Αν άφηνα ένα σχόλιο, πέρα από το τυπικό "συλλυπητήρια", θα πρόσθετα και το παρεξηγήσιμο "σε καταλαβαίνω". Πάντοτε νόμιζα ότι η φράση "σε καταλαβαίνω" ηχεί σαν κοροιδία προς αυτόν με τον οποίον δεν μοιράζεσαι την ίδια θλιβερή εμπειρία. Κι όμως, μόνος μου σκεφτόμουν ότι όντως "σε καταλαβαίνω", παρόλο που δεν έχω χάσει τον πατέρα μου, ο ανθρώπινος πόνος είναι κοινός, και αν δεν τον νιώθουμε με την ολότητα της σφοδρότητάς του είναι γιατί δε θα τον αντέχαμε. Η άμυνα του οργανισμού έχει περιορίσει την συναίσθηση του πόνου σε στενό οικογενειακό κύκλο! Οι ειδήσεις έχουν γίνει κυνικές και δεν μπορείς να χωνέψεις τόσο πολύ πόνο παρέα με το μεσημεριανό σου φαγητό. Τα βιβλία όμως τον διαχέουν με σύνεση, σε ταυτίζουν μαζί του και ίσως σε βοηθούν να τον αποδεχθείς. Και είναι κρίμα για όσους διαβάζουν, να μην μπορούν να ωφεληθούν από την γενναιοδωρία τους!
ΑπάντησηΔιαγραφήΥ.Γ. 42 Την παρασκευή πέθανε ο πατέρας μου και έτσι μπορώ να πω, χωρίς εισαγωγικά πια ότι, σε καταλαβαίνω, αν και μικρή η διαφορά, έτσι και αλλιώς σε καταλάβαινα από πριν!
Αυτές οι αναρτήσεις είχαν σκοπό μοναχά ψυχοθεραπευτικό, δεν αποφάσισα να τις γράψω, απλά μου προέκυψαν. Κι όσα συλλυπητήρια κι αν σου πω, τίποτα δε θα αλλάξει. Λυπάμαι που τώρα καταλαβαίνεις πιο πολύ. Μόνο αυτό.
ΔιαγραφήΥ.Γ. 42 Κι όμως, όσο παράλογο κι αν ακούγεται, σε αυτή τη φάση τα βιβλία είναι πολύ γενναιόδωρα. Κυρίως η συλλογική μνήμη των αναγνώσεων που κουβαλάς πίσω σου.