Έχω, σε
γενικές γραμμές, μια κάπως ασαφή αίσθηση του χρόνου, όπως όλοι οι άνθρωποι.
Άλλοτε επιμηκύνεται η στιγμή, άλλοτε συρρικνώνεται ο χρόνος. Είναι ο
τρόπος του εγκεφάλου να συλλέγει
πληροφορίες τέτοιος που απορρίπτει τη συνέχεια, κατακερματίζει το μεγάλο, το
αποθεώνει στις λεπτομέρειες. Αν στην εφηβεία μου με ρωτούσες τι είναι ένας
τριανταπεντάρης θα σου απαντούσα οικογενειάρχης μεσήλικας. Αν τότε με ρωτούσες
αν θα κάνω παιδιά, θα σου απαντούσα πως αυτό προβλέπεται για το τέλος της ζωής
μου, δηλαδή τα τριάντα. Ε, λοιπόν, τα πάντα πήγαν σύμφωνα με το σχέδιο και στα
τριάντα ήμουν έγκυος. Όμως ο χρόνος έχει μια τάση να μας κρύβεται για να
μπορούμε να ανταπεξέλθουμε στην καθημερινότητα, να τη διευρύνουμε. Αν με
ρωτήσεις τώρα θα σου πω πως στα σαράντα ο άνθρωπος είναι ένας μεσήλικας
οικογενειάρχης. Μάλλον σε εφτά χρόνια θα έχω άλλη άποψη.
Ένα
από τα θέματα που πάντα απασχόλησε όλους όσους γράφουν κι όσους δεν-
υποψιάζομαι μάλιστα πως πρόκειται για το θεμελιώδες ερώτημα όλων των τεχνών-
είναι η διαχείριση αυτού του χρόνου ως και το θάνατο. Αυτό σε σχέση με την δυο
πρωταρχικά ένστικτα του ανθρώπου, την αναπαραγωγή και την ανάγκη για
σταθερότητα. Με λίγα λόγια η ρουτίνα επιμηκύνει ή μικραίνει το χρόνο ως το
τέλος. Η σταθερή βάση του χρόνου, θα κάνω «αυτό», «τότε», «με αυτόν τον τρόπο»,
επινοήθηκε γιατί πηγάζει από μέσα μας, είναι μέσο επιβίωσης. Από την άλλη η
ατέρμονη διαδοχικότητα ημερών που μοιάζουν η μια στην άλλη, τροφοδοτεί έναν
μηχανισμό λήθης. Έτσι αν η ρουτίνα είναι η βασική γραμμή ευτυχίας, τότε οι διακυμάνσεις
μόνο καταγράφονται, διαφορετικά αφήνεσαι στη ροή της και βρίσκεσαι στο τέλος
της ζωής σου, δηλαδή στα τριάντα.
Κάποτε με την κολλητή μου φιλενάδα
μοιραζόμασταν ένα μονό κρεβάτι τα βράδια για να μιλάμε ψιθυριστά ως το πρωί.
Τότε στα είκοσι μας ακόμα είχε την αίσθηση πως η ρουτίνα της θα ήταν τέτοια που
θα δυσκολευόταν να κάνει παιδία πριν τα τριανταπέντε. Έκανε λάθος. Όπως οι
στιγμές καταγράφονται, το ότι ο άνθρωπος με τον οποίο νιώθω κατά καιρούς την ελευθερία να είμαι τόσο θυμωμένη μαζί του
όσο και με τη μάνα μου, γινόταν χθες μανούλα, έκανε τη μέρα αφόρητα μεγάλη,
σχεδόν υστερικά αγχωτική. Από την άλλη μπορεί να έφταιγε απλά η αλλαγή των
ρολογιών.