Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Φώκνερ Γουίλιαμ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Φώκνερ Γουίλιαμ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

8/10/19

"Καθώς ψυχορραγώ", William Faukner



Στη φανταστική Γιοκναπατάουφα του Αμερικάνικου Νότου, η Άντυ αργοπεθαίνει. Είναι μια γυναίκα με πέντε μεγάλα παιδιά κι έναν άντρα αγρότη. Ο ένας της γιος ολοένα χτυπά στην αυλή, φτιάχνοντας το φέρετρό της. Η κόρη της παραστέκεται, οι δυο μεσαίοι, ο Νταρλ και ο Τζιούελ φεύγουν με το άλογο για να βγάλουν τρία δολάρια, ο τελευταίος ο Βάρνταμαν ψαρεύει. Όταν η μάνα πεθαίνει, ο πατέρας επιμένει να την πάνε στο πατρικό της στο Τζέφερσον να τη θάψουν. 

Η μάνα του Τζιούελ είναι άλογο. Η μάνα του Βάρνταμαν είναι ψάρι. 

Δεκαπέντε διαφορετικοί αφηγητές, αναλαμβάνουν να μας πουν αργά αργά την ιστορία. Ο καθένας το βλέπει από τη δική του την πλευρά. Ο Ανς, ο πατέρας, νιώθει την ματαιότητα της ζωής στο πρόσωπο και θέλει να προλάβει έστω να φτιάξει τα δόντια του. Η Κόρα, η θρήσκα γειτόνισσα θέλει να συγχωρεθεί το αμάρτημα, ο Κας, ο στέρεος πρωτότοκος θέλει να μπαλατζάρει καλά το κάρο τους και το κιβούρι. Η κόρη η Ντούι Νταλ θέλει να μην είναι έγκυος πια. Όλοι θέλουν να μην πεθαίνει η Άντυ. Όλοι; 



Η πεθαμένη μιλάει μόνο μία συγκλονιστική φορά, μα τα λέει όλα. Για τη φτώχεια, για τη μιζέρια, για τη ματαιότητα, για τη μητρότητα, για την οικογένεια, για τον θάνατο. Βασικό θέμα του «Καθώς ψυχορραγώ» είναι η αγάπη. Η αγάπη προς το θεό είναι καθήκον. Η αγάπη του γονιού προς τα παιδιά∙ είναι καθήκον. Η αγάπη και η πίστη στον σύζυγο είναι καθήκον. Η αγάπη των παιδιών προς τους γονείς είναι θηλιά. Η αγάπη στον εαυτό; Ο Φώκνερ περιγράφει τόσο κλειστοφοβικά τον θάνατο, που ο θάνατος παύει να έχει σημασία, σημασία έχει πια η ζωή, αυτή που χάθηκε, δίπλα σε ανθρώπους που δεν είναι δικοί σου γιατί δεν σε καταλαβαίνουν. Αυτή που χάθηκε στο μεροδούλι-μεροφάι και στην ανικανότητα να αγαπήσεις και να αγαπηθείς. 

Η μαμά του Βάρνταμαν είναι ψάρι. 



Ο Φώκνερ γράφει στρυφνά και δύστροπα. Η συνεχής εναλλαγή των αφηγητών που ο καθένας μιλά σε μια γλώσσα δική του και εν πολλοίς λανθασμένη- υπάρχει λάθος γλώσσα για να μιλήσεις για τον εαυτό σου;- κάνουν τη μετάφραση πραγματικό άθλο. Η γραφή ροής συνείδησης, οι αφηγητές που ώρες ώρες φαίνεται να αίρονται πάνω από τον ίδιο τους τον εαυτό και να μιλούν για πράγματα πολύ παραπάνω από όσα καταλαβαίνουν, η αλήθεια που κατακερματίζεται και γίνεται η αλήθεια του καθενός, συναρπάζουν. 

Ο μύθος λέει πως ο τότε εργαζόμενος ως φαροφύλακας Φώκνερ έγραψε το Καθώς ψυχορραγώ μέσα σε τέσσερις εβδομάδες, από τα μεσάνυχτα ως τις τέσσερις το ξημέρωμα, μονοκοπανιά, χωρίς να διορθώσει ούτε μια λέξη. Οι μύθοι γύρω από τον Φώκνερ είναι πολλοί. Ήδη σε ορισμένες Πολιτείες της Αμερικής είναι απαγορευμένος στα σχολεία. Η μιζέρια και η βρωμιά δεν ταιριάζουν στο Αμερικάνικο όνειρο, η σκοτεινιά και η αμορφωσιά. Ή ίσως και να είναι τα πιο ταιριαστά, ίσως ένα τέτοιο βιβλίο- σχεδόν δυστοπικό- μπορεί να γραφτεί μοναχά από έναν Αμερικανό συγγραφέα. Ή μια μεγαλοφυΐα, όπως ήταν ο Φώκνερ. 


                                                        Κατερίνα Μαλακατέ

 
"Καθώς ψυχορραγώ", Ουίλιαμ Φώκνερ, μετ. Μένης Κουμανταρέας, εκδ. Κέδρος, 1983












Υ.Γ 42 Ξαναδιάβασα το Καθώς ψυχορραγώ στα ελληνικά, πρόκειται για την τέταρτη μου ανάγνωση, και είναι πια μοιρασμένες- δυο ελληνικά, δυο αγγλικά. Αν και ο τίτλος στα ελληνικά είναι αξεπέραστος, και η μετάφραση- για τότε- του Μένη Κουμανταρέα άθλος, θαρρώ πως πια δεν αντέχει στον χρόνο. Ο Φώκνερ αντέχει. Η γλώσσα του αντέχει. Ίσως ήρθε ο καιρός για μια – κάπως ανίερη είναι η αλήθεια- αναθεώρηση. 





7/3/11

ΒΙΒΛΙΟΠΡΟΤΑΣΕΙΣ: "Καθώς ψυχορραγώ", William Faulkner



Υποθέτω πως είναι πολλά αυτά που θα μπορούσε να πει κανείς για τον Φώκνερ, πως είναι ο σπουδαιότερος λογοτέχνης του προηγούμενου αιώνα, πως καθόρισε και ακόμα καθορίζει το σύγχρονο μυθιστόρημα, πως τα έργα του είναι όλα συνταρακτικά, μεγάλα αριστουργήματα. Όλα θα ήταν αλήθεια, αλλά και ψέματα.

Το “As I lay dying” είχε την τύχη να μεταφραστεί από τον Μένη Κουμανταρέα κι έτσι κατέληξε με τον εξαιρετικό ελληνικό τίτλο «Καθώς ψυχορραγώ». Η υπόλοιπη μετάφραση δεν είναι το ίδιο εμπνευσμένη, αλλά θεωρώ πως είναι έντιμη, είναι τόσο δύσκολο να μεταφράσεις την ιδιωματική, ιδιότυπη γλώσσα του Γουίλιαμ Φώκνερ. Πάντως η εμπειρία της ανάγνωσης του πρωτοτύπου παραμένει μοναδική.

Το έργο περιγράφει την κατασκευή του φέρετρου της νεκρής μητέρας από τον πατέρα και τα πέντε παιδιά του και τη μεταφορά της σορού στην άλλη άκρη της επαρχίας. Μας μιλούν διαδοχικά 15 αφηγητές και μέσα στην ροή της αφήγησης και στην άποψη του καθενός για τον άλλο αλλά και την ιστορία ξετυλίγεται η πλοκή. Από αυτές τις απλοϊκές σχεδόν, πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις προκύπτει μια ολόκληρη τοιχογραφία ανθρώπων της αγροτικής Αμερικής, που ο καθένας για τους προσωπικούς του λόγους θέλει να γίνει η τελετουργία της ταφής όπως πρόσταξε η μάνα. Η αθλιότητα, η μιζέρια της ανθρώπινης φύσης σε χτυπάνε εκεί που πονάει και η γελοιότητα ή και όχι της κατάστασης είναι αυτό που ανυψώνει το βιβλίο, σχεδόν το απογειώνει.

Το μυθιστόρημα το έχω διαβάσει πολλές φορές, είναι μικρό και παρ’ όλες τις ιδιοτροπίες του σχεδόν εθιστικό. Για μένα είναι αριστούργημα, όπως και το «Η Βουή και η Μανία». Δεν ισχύει κάτι τέτοιο για το «Φως τον Αύγουστο» που ποτέ δεν κατάφερα να τελειώσω.