28/6/12

"Ο άνθρωπος που έτρωγε πολλά", Αύγουστος Κορτώ




Επειδή κι εγώ όπως ο συγγραφέας του «Ο άνθρωπος που έτρωγε πολλά», Αύγουστος Κορτώ, σιχαίνομαι το non-fiction, πολύ θα γούσταρα μια μικρή επισημανσούλα στο εξώφυλλο πως αυτό δεν είναι μυθιστόρημα. Τέρμα η γκρίνια τώρα, και πάμε στα καλά, το βιβλίο είναι μια συρραφή κειμένων εξόχως ξεκαρδιστικών, ενίοτε με λίγο μαύρο (χιούμορ) να μας βρίσκετε, που θα μπορούσε κάλλιστα να θεωρηθεί και μια αυτοβιογραφία φύρδην μύγδην. Ο Κορτώ μας μιλά για τη σχέση του με το φαγητό ( σαν τη δική μου, είναι ληγούρι του κερατά, αυτοσυγκρατούμενο όμως, γιατί υπήρξε χοντρός έφηβος- η μεγαλύτερη πίκρα, σας το γράφω από πείρα), τη σχέση του με τα λεφτά ( καμία σχέση με τη δική μου, εγώ είμαι τρελό τσιγκουναριό κι οι περιγραφές της άκριτης σπατάλης με κάναν να ανατριχιάσω), με τη μαμά του, το σύντροφό του, τη λογοτεχνία, τα βιβλία, το σινάφι, την κλινική κατάθλιψη. Με λίγα λόγια ξεγυμνώνεται όπως ίσως είναι αδύνατο να το κάνει στα «σοβαρά» του.
            Ο Αύγουστος μου είναι ιδιαιτέρως συμπαθής ως συγγραφέας, ως πρώην χοντρός (συμπάσχω), ως περσόνα στο twitter. Κι αυτό είναι ένα εξαιρετικό χιουμοριστικό βιβλιαράκι, σας προειδοποιώ όμως, μυθιστόρημα δεν είναι. 

"Ο άνθρωπος που έτρωγε πολλά", Αύγουστος Κορτώ, εκδ. Καστανιώτη 2012, σελ 186

26/6/12

Στο νησί των Πυροτεχνημάτων

Λοιπόν, λοιπόν, ο μικρός βιβλιόφιλος (λέμε τώρα...) σκιουράκος γράφτηκε παρακαλώ στο Fan fun club του Ευγένιου Τριβιζά, οπότε σήμερα έλαβε ένα ευγενέστατο γράμμα, ένα βιβλίο για τον μικρούλη κι ένα για τη μαμά!!!!




24/6/12

«Ο θάνατος των ανθρώπων», Δημήτρης Σωτάκης




Μια ενδιαφέρουσα αν και όχι ιδιαίτερα πρωτότυπη ιδέα στηρίζει τον κορμό του καινούργιου μυθιστορήματος του Δημήτρη Σωτάκη. Η ιδέα δεν μας αποκαλύπτεται παρά μόνον στο τέλος, αν και νομίζω πως οι περισσότεροι αναγνώστες θα την έχουν μαντέψει νωρίτερα.
Ο Μάριος ζει σε ένα προστατευμένο χωριό, τη Θάλχη, όπου όλοι είναι χαρούμενοι, ευτυχισμένοι και μονιασμένοι. Τα πάντα γίνονται αρμονικά, οι σχέσεις όλων είναι εξαιρετικές, το χωριό είναι το μοναδικό που κρατά τους νεαρούς κατοίκους του και διοικείται από τη γενική του συνέλευση, όπου όλα αντιμετωπίζονται δίκαια. Ώσπου κάποια μέρα, κάποιοι αρχίζουν να αρρωσταίνουν.
            Το βιβλίο είναι καλογραμμένο, αν και με κούρασαν κάποιες επαναλήψεις στα στοιχεία της πλοκής, ό,τι είχαμε ήδη μάθει από περιγραφές το ξαναμαθαίναμε από τους διαλόγους, χωρίς πολύ νόημα στην επανάληψη. Ο Μάριος είναι ένας γοητευτικός χαρακτήρας, και το χωριό η Θάλχη ένα τρομακτικό μέρος μες στην τελειότητά του. Νιώθω πως λείψαν κάπως οι ιδέες, κάτι που δε συμβαίνει συχνά στα βιβλία του Σωτάκη, χρειαζόταν κάτι παραπάνω από το τελικό ξάφνιασμα για να μπορέσει να κουρδιστεί σωστότερα η ιστορία. Παρ’ όλα αυτά, οι σκέψεις για το ποιος και τι είναι αυτό που καθορίζει τη ζωή μας είναι σημαντικές και σπάνια απαντώνται σε λογοτεχνικά έργα της χώρας μας.

Υ.Γ. Η χαρά της groupie, το αντίτυπο που μου έστειλε η Πολιτεία είναι υπογεγραμμένο, δεν το ήξερα και πολύ χάρηκα όταν άνοιξα την πρώτη σελίδα και το είδα. Φαντάζομαι πως ο συγγραφέας υπέγραψε έναν αριθμό αντιτύπων. Ωραία κίνηση.

«Ο θάνατος των ανθρώπων», Δημήτρης Σωτάκης, Κέδρος 2012, σελ. 299


22/6/12

H ευτυχία είναι δυο χρονών




Χθες βράδυ, περπατώντας στην προκυμαία ενός νησιού του Σαρωνικού, ένα μικρό κοριτσάκι, μηνών μόλις, μου χαμογέλασε μέσα από το καροτσάκι του με μια περίεργη επίγνωση, σα να ήταν μια ψυχή αρχαία που ξαναγύρισε κοντά μας. Θα ανατρίχιαζα, αν δίπλα ο δικός μου γιος, στην ώριμη ηλικία των 2 χρονών και 4 μηνών δεν ρώταγε ταυτόχρονα τον μπαμπά του «τι είναι αυτό». Κι αφού του εξηγήσαμε πως ήταν καρτοτηλέφωνο- γιατί τα κρατάνε τα άχρηστα απολιθώματα δεν μπορώ να καταλάβω, τα μισά δεν δουλεύουν έτσι κι αλλιώς- συνέχισε «τι είναι αυτό» και «τι είναι αυτό» και «τι είναι αυτό», ώσπου ονομάσαμε κάθε βάρκα, κάθε σημαία, κάθε άγκυρα, κάθε σταθμό για νερό και ρεύμα για τα πλοία, κάθε παγκάκι. Κι ύστερα άρχισαν οι παρατηρήσεις:
«Αυτό το παγκάκι το βάλανε ανάποδα. Πολύ λάθος»
«Τι κάνει ο κύριος;»
«Δεν είναι η θέση του εδώ»
«Πουλάκι, δεν μπορούμε να το πιάσουμε»
«Τα πατουσάκια μου είναι λερωμένα, να τα πλύνουμε»
Με μια ατελείωτη διάθεση σχολιαστή ποδοσφαιριστή αθλητικού αγώνα, ο μικρός σκιουράκος ήθελε να κατανοήσει τον κόσμο. Όταν του μιλούσα μέσα στην κοιλιά μου, νόμιζα πως μιλάω στο πιο πολύξερο, το πιο παντοδύναμο πλάσμα του κόσμου. Μετά γεννήθηκε και για λίγο αφοσιώθηκα στα πρακτικά, στους κολικούς, στα κλάματα και το θηλασμό του και ξέχασα εκείνους τους διαλόγους∙ και τώρα παντοδύναμα τα λόγια επανήλθαν, τώρα που η κατανόηση της γλώσσας ήρθε, που μπορεί να καταλάβει, αυτοί οι φιλοσοφικοί διάλογοι ξαναγύρισαν με βία, με σουρεαλισμό, με μια αντίθεση απίστευτη. Ο γιος μου είναι μια νεαρή ψυχή, ολόκληρη την περιέργεια της νιότης του, βουτηγμένη στην προσπάθεια κατανόησης του γύρω κόσμου. Κάποτε τα μωρά μοιάζουν άχρονα, ίδια με τους γέρους- σοφά και σαλιάρικα μαζί- αλλά δεν είναι. «Αυτό τί είναι;», ρωτάνε κάθε δεύτερη κουβέντα, με έμφαση στο τι, κι είναι στο χέρι μας να τους μάθουμε έναν καλύτερο κόσμο.


20/6/12

"H Σκιά του Εαυτού μας", Luis Sepulveda




Είναι κάτι που έχει να κάνει με την Λατινοαμερικάνικη ψυχή που το νιώθω βαθιά μέσα μου για δικό μου. Η ελληνική πραγματικότητα, που είναι τόσο απογοητευτική όσο και και η Χιλιανή ή η Αργεντίνικη πραγματικότητα με ωθεί σε μια αίσθηση αλληλεγγύης που δεν μπορώ να την αισθανθώ για αυτά που γράφει κανένας Βορειοευρωπαίος, Ανατολίτης ή Αφρικανός.
Ο Λουίς Σεπούλβεδα στο μικρή νουβέλα «Η Σκιά του Εαυτού μας» περιγράφει με τρόπο ανάγλυφο και απτό τις πολιτικές διαδικασίες στη Χιλή τα τελευταία πενήντα χρόνια και παράλληλα μας οδηγεί στο σήμερα, μέσα από μια «παρέα» ανθρώπων που συναντιέται ξανά, έπειτα από εξορίες, βασανισμούς, θανάτους, έτσι τυχαία, μέσω ίντερνετ κι ετοιμάζεται να συμμετάσχει σε μια καινούργια επιχείρηση. Πρόκειται για ένα βιβλίο πολιτικό. Η πικρία του ανθρώπου που αφιέρωσε τη ζωή του σε έναν πολιτικό σκοπό για να δει τα ίδια και τα ίδια να ανακυκλώνονται, η τυχαιότητα ως καταλυτικός παράγοντας της ζωής και μια αξιοπρέπεια από αυτές που πηγάζουν από τα μέσα μας είναι τα θέματα αυτού του μικρού βιβλίου ∙ θέματα που με αγγίζουν ακόμα.
Η γραφή έχει τη λιτότητα αλλά και την πολυπλοκότητα που απαιτεί η περίσταση κι εγώ χαίρομαι που συναντιέμαι με έναν ακόμα Λατινοαμερικάνο συγγραφέα. 

"Η Σκιά του Εαυτού μας", Λουίς Σεπουλβεδα, μετ. Αχιλλέας Κυριακίδης, εκδ. Opera, 2009, σελ.132



17/6/12

"Το Θείο Τραγί", Γιάννης Σκαρίμπας


Αναρωτιέμαι γιατί δεν διάβασα « Το Θείο Τραγί» νωρίτερα, ακόμα και σε αυτά τα τραγελαφικά «Κείμενα νεοελληνικής λογοτεχνίας» στο σχολείο, βρε αδελφέ. Υποψιάζομαι πως ο Σκαρίμπας δεν βόλευε και συνεχίζει να μην βολεύει κανέναν.
Στη μικρή αυτή νουβέλα, που είναι γραμμένη το 1931, μην ξεχνιόμαστε, εμφανίζεται ίσως ο σημαντικότερος αντιήρωας. Ο Γιάννης είναι ένας αλήτης, που δεν κατήντησε έτσι, είναι στοιχείο αντικοινωνικό και περιθωριακό από επιλογή. Στο πρώτο κομμάτι ο τριτοπρόσωπος αφηγητής μας παρουσιάζει μια επίσκεψη στην αδελφή του, η οποία τρομάζει από τη βρώμα του και την απάθεια του στο άκουσμα του θανάτου της μητέρας τους. Στο δεύτερο κομμάτι την αφήγηση την αναλαμβάνει ο ίδιος ο ήρωας, που οδηγημένος από εκδικητική μανία, βρίσκει καταφύγιο στο κτήμα του άντρα της Μαρίας, που κάποτε τον αγαπούσε, αλλά τον παράτησε γιατί ήτανε φτωχός. Εκεί φροντίζει να μην «κολλήσει» καλοσύνη από κανέναν και να κάνει μπάχαλο τους πάντες, κυρίως αυτούς που κάποτε με κάποιο τρόπο τον ευεργετήσανε.
Η ατμόσφαιρα θυμίζει αρκετά το «Ζητιάνο» του Καρκαβίτσα – μακράν το πιο αγαπημένο μου από τα νεοελληνικά μυθιστορήματα- η γλώσσα είναι τελείως αλλοπρόσαλλη, το ίδιο και η δομή. Με λίγα λόγια πρόκειται για μια γενναία προσπάθεια, την εποχή που όλοι ήταν κολλημένοι σε μια στείρα ηθογραφία, που όπως πολλά πράγματα δεν βρήκε μήτε συνεχιστές μήτε μιμητές.


"Το Θείο Τραγί", Γιάννης Σκαρίμπας, εκδ. Νεφέλη, 1993


Ευχαριστώ τον Νο14ΜΕ για αυτή την ανάρτηση 
  

15/6/12

Οι "άλλες" τέχνες


           

           Η σχέση μου με τις «άλλες» τέχνες, τη μουσική, τα εικαστικά, ακόμα και με το θέατρο πια, είναι εντελώς επιφανειακή. Με τα εικαστικά έχω ελάχιστη επαφή, σπανίως συγκινούμαι από έναν πίνακα ή ένα γλυπτό κι αρκετές φορές δεν καταλαβαίνω και κυρίως δεν νιώθω τίποτα. Η μουσική κάποτε με αφορούσε αρκετά, νόμιζα. Τώρα ξέρω πώς είχε να κάνει πολύ με την κοινωνική ζωή μου, με τις συναυλίες που πήγαινα, τις παρέες μου και επειδή άκουγα αυτό που λέμε «έντεχνο», είχε να κάνει και με το στίχο, κυρίως με το στίχο. Ο στίχος και η μουσική πλάθουν ένα τραγούδι, αλλά εγώ πάντοτε κολλούσα στα λόγια. Κι επειδή τα λόγια κάποια στιγμή σταμάτησαν να έχουν την αξία τους, σταμάτησα κι εγώ να ακούω. Μεγαλώνοντας εκτιμώ πολύ περισσότερο ένα -άδειο ήχων- δωμάτιο από ένα τραγούδι, έχω να πάω σε συναυλία πέντε χρόνια, τρελαίνομαι για σιωπή.
            Με το θέατρο και τον κινηματογράφο άλλοτε είχα εξαιρετική σχέση. Συμμετείχα σε ένα σωρό ερασιτεχνικές θεατρικές ομάδες- κυρίως για την έκφραση βέβαια, δεν είχα ποτέ τη μούρλα να γίνω ηθοποιός, μονάχα συγγραφέας- έβλεπα πολύ θέατρο και σινεμά. Έχω να πάω θέατρο και σινεμά τρία χρόνια, την τελευταία φορά ήμουν 8 μηνών έγκυος.
            Κι έμειναν τα βιβλία. Η τρέλα μου για αυτά με τον καιρό διογκώνεται. Το σπίτι μου δεν τα χωράει, το παιδί μου με σέρνει κάθε βράδυ κάτω από τη βιβλιοθήκη του σαλονιού για να δούμε τα «βιβλία της μαμάς». Δεν ξέρω αν αυτό με κάνει φιλόμουση, μάλλον όχι, δεν ξέρω αν το γράψιμο αυτό καθ’ αυτό με κάνει καλλιτέχνη∙ μάλλον όχι. Αναρωτιέμαι συχνά για τη φύση της τέχνης, τον τρόπο της να αποκοιμίζει τα άγρια ένστικτα μας, να τα νανουρίζει και να τα θρέφει μέχρι να θεριέψουν, να ενηλικιωθούν και να ξεχειλίσουν συναίσθημα. Νιώθω ενήλικας με έναν τρόπο που δεν ένιωθα δέκα χρόνια πριν κι ας ήμουν και τότε. Αισθάνομαι και παιδί, με έναν τρόπο που δεν αισθανόμουν δέκα χρόνια πριν κι ας ήμουν και τότε. Κι αρκεί μια τέχνη για αυτό. Σκέψου να μου είχαν μείνει κι άλλες.   


13/6/12

"The Golden Notebook", Doris Lessing






            Η Άννα φοβάται μήπως τρελαθεί, η Άννα φοβάται ή και εύχεται πως δεν θα ξαναγράψει ποτέ, η Άννα ψάχνει την ταυτότητά της, ως μάνα, ως συγγραφέας, ως σύντροφος, ως πολιτικό ον. Κι όλα αυτά σε ένα βιβλίο γραμμένο στο τέλος της δεκαετίας του 50, σε μια εποχή που ο φεμινισμός, τουλάχιστον στην Ελλάδα, έμοιαζε με βρισιά. Πάντοτε συμπαθούσα την γιαγιά Ντόρις Λέσινγκ, τα βιβλία της που είχα διαβάσει ως τώρα τα εκτιμούσα, το Νόμπελ δεν το καταλάβαινα. Όμως τούτο εδώ είναι τόσο διαφορετικό, τόσο αρχετυπικό στη θεματολογία, τον τρόπο της γραφής, στο συναίσθημα που δημιουργεί, που αξίζει όλα τα Νόμπελ τούτου του άδικου λογοτεχνικού κόσμου.
            Η Άννα είναι μια γυναίκα που έχει γράψει ένα μυθιστόρημα που έγινε best seller κι έκτοτε ζει από τα συγγραφικά δικαιώματα. Επίσης είναι μια γυναίκα χωρισμένη, που μεγαλώνει μόνη της ένα παιδί, κομμουνίστρια, που δεν θέλει να γράψει ξανά. Κι όμως κρατά 4 διαφορετικά ημερολόγια, το μαύρο για τη συγγραφική ζωή της, το κόκκινο για τα πολιτικά, το κίτρινο για τα συναισθηματικά και το μπλε για τις λεπτομέρειες της καθημερινότητας. Ένα σωρό θέματα θίγονται στις κοντά 600 σελίδες του βιβλίου, πρώτα το απαρντχάιντ, κι έπειτα ο κομμουνισμός, η θλίψη των αριστερών για τις ελπίδες που διαψεύστηκαν, το Κόμμα, μα πάνω από όλα η γυναικεία μοναξιά. Η Άννα είναι η γυναίκα ερωμένη, αυτή που γαμάνε οι άντρες με τη δική της συναίνεση για να απαλύνουν τα βάρη του γάμου τους∙  που την αφήνουν μετά. Στον αντίποδα γνωρίζουμε κι ένα σωρό από τις γυναίκες που φορτώνονται τα παιδιά στο γάμο, που τους συμπεριφέρονται οι σύζυγοι σαν κατοικίδια, υπηρέτριες και νταντάδες. Μόνο.
            Ο τρόπος γραφής της Λέσινγκ είναι ριζοσπαστικός, τα 4 ημερολόγια, λειτουργούν παράλληλα με τη βασική ιστορία της Άννας, πολλά πράγματα τα μαθαίνουμε από το alter ego της, την ηρωίδα των ημερολογίων της, την Ella, που είναι και δεν είναι η Άννα. Ο ρυθμός άλλοτε είναι καταιγιστικός, κι άλλοτε πάλι απελπιστικά αργός. Όμως είμαι σίγουρη πως στις καταστάσεις που περιγράφονται δε θα βρεθεί ούτε μια γυναίκα, 60 χρόνια μετά την πρώτη έκδοση, που να μην αναγνωρίσει σημάδια του εαυτού της.

"The Golden Notebook", Doris Lesing, Harper Prennial, pg.576


12/6/12

Διαβάζουμε πάνω από 20 βιβλία το χρόνο; Τα αποτελέσματα του ερωτηματολόγιου για τα βιβλία






Για αρχή θα σας πω το αυτονόητο, οι άνθρωποι που δε διαβάζουν δεν ενδιαφέρονται να απαντήσουν σε τέτοια ερωτηματολόγια, να μπουν σε τέτοια ιστολόγια, για αυτό και η πρώτη ερώτηση∙ φυσικά και στον γενικό πληθυσμό δεν διαβάζει το 63,3% πάνω από 20 βιβλία το χρόνο. Τα όποια συμπεράσματα και σχόλια λοιπόν δεν αφορούν όλους, αλλά το αναγνωστικό κοινό και δη το βιβλιόφιλο. Σε αυτό το κοινό, το μυθιστόρημα διεκδικεί τη μερίδα του λέοντος. Επίτηδες δεν διαχώρισα το διήγημα, δεν είναι τόσο η μικρή ή η μεγάλη φόρμα το θέμα για μένα, περισσότερο με ενοχλεί που η ποίηση ή τα κόμικς είχαν τόσο χαμηλό ποσοστό. Είμαστε «κορόιδα» για να μας πουν μια ιστορία, τα αποσπασματικά δεν μας πολυαφορούν.
            Έπειτα, το διάβασμα δεν είναι ένα απλό χόμπι, είναι τρόπος ζωής, μας ακολουθεί παντού μέσα στο σπίτι μας, μερικές φορές παρεμβαίνει στην οικογενειακή ζωή μας, ίσως είναι σημαντικότερο από άλλα πράγματα στο μυαλό μας. Πολύ λίγοι μπήκατε στον κόπο να απαντήσετε το αυτονόητο «Τα βιβλία μου είναι στη βιβλιοθήκη μου». Πιστεύω πως τα βιβλία των βιβλιόφιλων είναι παντού, κρύβονται στην παιδική βιβλιοθήκη μαζί με τα τρία γουρουνάκια, ένα υπάρχει στο ντουλαπάκι του μπάνιου, κάποια κάνουν το στήριγμα για ένα ράφι που λύγισε. Το ίδιο και το πώς διαλέγουμε τα βιβλία, ο μέσος συστηματικός αναγνώστης έχει μια λίστα στο μυαλό του, όμως σχεδόν ποτέ δεν την κρατά, είμαστε το κοινό στο οποίο απευθύνεται η «αυθόρμητη πώληση» ως όρος μάρκετινγκ, για αυτό και η επιφανειακή επιλογή- αν μου αρέσει το οπισθόφυλλο και το εξώφυλλο- παίρνει ένα σεβαστό 16%. Δεν είναι μόνο θέμα φετιχισμού, μια προσεγμένη έκδοση πάντα κινεί το ενδιαφέρον, είναι κυρίως θέμα αγάπης για το αντικείμενο. Αυτό αποδεικνύουν και τα αδιάβαστα στις στοίβες μας, που φτάνουν να μας συντηρήσουν για 2-3 μήνες, αλλά πάντα ανανεώνονται πριν φτάσουν στο «όριο» του καθενός. Δεν είναι μόνον το εύρος της επιλογής, η ανασφάλεια «δεν θα έχω βιβλίο να διαβάσω», είναι το ότι πολλές φορές αγοράζουμε στην κυριολεξία ό,τι βρούμε.
            Εντύπωση μου έκανε σε αυτή τη δημοσκόπηση κάτι που είναι διαφορετικό από την αντίστοιχη του Βιβλιοκαφέ πριν κάποιο καιρό. Σε αυτό το ερωτηματολόγιο τα blog παίρνουν πολύ μεγαλύτερο ποσοστό εμπιστοσύνης, ως προς το πώς διαλέγουμε βιβλία. Μου φαίνεται πιο φυσιολογικό τούτο το αποτέλεσμα, γιατί 1ον το ερωτηματολόγιο γίνεται μέσα από ένα blog και 2ον όταν ερωτηθήκαμε ποιοί κριτικοί μας επηρεάζουν την προηγούμενη φορά δεν θυμόμασταν κατά κανόνα ούτε ένα όνομα, όμως είχαμε πολλά ονόματα blogger να «συνεισφέρουμε». Ως προς το τι μετράει για τον καθένα σε ένα βιβλίο, δεν απογοητεύτηκα, προκρίνονται όλες οι επιλογές και άλλες τόσες, αν τις είχα βάλει. Τα βιβλία δεν αναλύονται στα συστατικά τους, παρά μόνον στην αίσθηση που μας αφήνουν. Κι οι άνθρωποι δεν είναι ίδιοι, τα βιβλία δεν είναι ίδια, δεν μετριούνται, δεν συσκευάζονται, δεν κατηγοριοποιούνται κι αυτή είναι η βασική τους γοητεία.
            Τέλος, στα ευπώλητα με απογοητεύσατε, σας περίμενα πολύ πιο ελιτιστές, ακούς εκεί «αν με ενδιαφέρει και άλλα συναφή θα το πάρω», μια φρίκη…..   

Το ερωτηματολόγιο και τις απαντήσεις θα το βρείτε εδω
Τα αποτελέσματα σε ποσοστά θα τα βρείτε εδώ

10/6/12

Τα αποτελέσματα χωρίς σχόλια






Λοιπόν, συνολικά σε διάστημα μιας εβδομάδας (περίπου) απάντησαν 30 άνθρωποι στο ερωτηματολόγιο για τα βιβλία. Σας ευχαριστώ όλους θερμά για τη συμμετοχή. Τα αποτελέσματα, χωρίς σχόλια, εδώ. Τα σχόλια αύριο.....   


   

      1)     Περίπου πόσα βιβλία διαβάζετε το χρόνο;

Α. Κανένα    
0
0%
Β. 1-5
2
6,6%
Γ. 5-20
9
30%
Δ. 20-50
14
46,6%
Ε. 50 και άνω
5
16,6%

2)   Τί είδος βιβλίων διαβάζετε και σε ποιό ποσοστό;
                       
 Α. Μυθιστορήματα
77%
 Β. Δοκίμια
11%
 Γ. Ποίηση
6%
 Δ. Κόμικς       
1%
 Ε. Οδηγούς (ταξιδιωτικούς, κηπουρικής, αυτοβελτίωσης κτλ)
1%
 Στ. Για το σχολείο, τη δουλειά
4%
   
3)     Πάνω στο κομοδίνο σας βρίσκονται (άμα θέλετε μπορείτε να βάλετε και ποσοστό) :

Α. Τίποτα
10%
Β. Προφυλακτικά και κινητό
5%
Γ. Διάφορα βιβλία διαβασμένα ή μη
66%
Δ. Διάφορα περιοδικά
9%
Ε. Όλα τα παραπάνω και το αρκουδάκι μου

6,6%
Στ. Ωτασπίδες και φακός
3,3%

   4)     Πόσες φορές έχει παραπονεθεί κάποιος στο σπίτι για την κατάσταση της βιβλιοθήκης σας;

Α. Ποτέ
11
36,6%
Β. Μια φορά
7
23,3%
Γ. Κάποιες φορές την εβδομάδα
7
23,3%
Δ. Κάθε μέρα
4
13,3%
Ε. Μια φορά το μήνα     
1
3,3%
  
 5)     Βιβλία στο σπίτι μου υπάρχουν:

Α. Στα ράφια πάνω από το γραφείο μου
13
31%
Β. Στο κομοδίνο και στην κρεβατοκάμαρα μου
7
16,6%
Γ. Στο μπάνιο
1
2,4%
Δ. Στην κουζίνα(κυρίως μαγειρικής)
3
7,2%
Ε. Πουθενά
0
0%
Στ. Παντού
14
33,3%
Ζ. Στη Βιβλιοθήκη μου
4
9,5%

      6)     Όταν μπαίνω σε ένα βιβλιοπωλείο

Α. Αγοράζω χαρτικά
0
0%
Β. Αγοράζω το βιβλίο της βιτρίνας
0
0%
Γ. Ξέρω τι θέλω από πριν και έχω λίστα
7
23,3%
Δ. Ξέρω τι θέλω, αλλά καταλήγω να πάρω κι άλλα τόσα
17
56,6%
Ε. Δεν ξέρω τι θέλω, αλλά δεν βγαίνω με λιγότερα από 5
7
23,3%
Στ. Οι υπάλληλοι με ξέρουν με το μικρό μου όνομα, τα βιβλία με περιμένουν έτοιμα στη στοίβα τους, πληρώνω με δόσεις, και μου κάνουν ειδική έκπτωση.
2
6,6%
Ζ. Έχω δικό μου βιβλιοπωλείο
1
3,3%

7) Πόσα αδιάβαστα βιβλία έχετε στη βιβλιοθήκη του σπιτιού σας;

Α. Κανένα
2
6,6%
Β. Όλα, δεν είναι δικά μου
0
0%
Γ. 1-2, τα επόμενα στη λίστα για διάβασμα
5
16,6%
Δ. 5-10, τα επόμενα στη λίστα για διάβασμα
10
33,3%
Ε. Πάνω από 10 εννοείται, κι αν καμιά νύχτα έχω αϋπνία και δεν μου αρέσει αυτό που διαβάζω;
13
43,3%

8) Πώς αποφασίζετε να αγοράσετε ένα βιβλίο και σε ποιό ποσοστό:

Α. Επιτόπου στο βιβλιοπωλείο, αν μου αρέσει το οπισθόφυλλο και το εξώφυλλο
16%
Β. Διαβάζω κριτικές σε εφημερίδες και περιοδικά
23%
Γ. Διαβάζω κριτικές σε blog
24%
Δ. Αν μου άρεσαν τα προηγούμενα του συγγραφέα
24%
Ε. Το συζητάω με τους φίλους μου
8%
Στ. Μου τα προτείνει ένας συγκεκριμένος φίλος μου που ξέρει, εγώ δεν πολυασχολούμαι
2%
Ζ. Υπάρχουν στο σπίτι
2%

9) Τι είναι αυτό που κάνει ένα βιβλίο άξιο ανάγνωσης και σε ποιό ποσοστό:

Α. Η πλοκή
17%
Β. Οι χαρακτήρες
16%
Γ. Η γλώσσα και το ύφος
27%
Δ. Οι ιδέες και τα μηνύματα
22%
Ε. Το αν και κατά πόσον μπορεί να αλλάξει τον κόσμο μου
22%

10) Ένα βιβλίο είναι πέντε εβδομάδες στις λίστες των ευπώλητων:

Α. Δεν το αγοράζω
6
20%
Β. Το αγοράζω αμέσως, τόσοι άνθρωποι κάτι θα ξέρουν
0
0%
Γ. Θα το αγοράσω μονάχα αν μου κινήσει το ενδιαφέρον
23
77%
Δ. Θα το αγοράσω για να μπορώ να το θάψω μετά λόγου γνώσεως.
1
3%