30/9/09

"Στάχτες", Σέργιος Γκάκας



Το μυθιστόρημα του Σέργιου Γκάκα «Στάχτες» ξεκινά αργά, στις πρώτες εκατό σελίδες σχεδόν μπαίνεις στον πειρασμό να το παρατήσεις. Εκεί γνωρίζουμε το έγκλημα –τον εμπρησμό μιας μονοκατοικίας με γκαζάκια που κατέληξε στον θάνατο τριών ανθρώπων και τον βαρύ τραυματισμό μιας ηθοποιού – τον αδέκαστο κοκαϊνομανή αστυνόμο που συγκλονίζεται γιατί ανάμεσα στα θύματα είναι και η γυναίκα που αγάπησε περισσότερο στη ζωή του – η ηθοποιός - κι έναν τελειωμένο αλκοολικό δικηγόρο, ιδιοκτήτη της μονοκατοικίας και πιθανώς τελευταίου εραστή της γυναίκας αυτής.

Και μετά τις εκατό βαρετές σελίδες έρχεται η έκπληξη. Η πλοκή γίνεται καταιγιστική, το ενδιαφέρον κορυφώνεται στα σωστά σημεία, το βιβλίο ρουφιέται σε μια μονάχα ανάγνωση. Οι χαρακτήρες εξελίσσονται και μεγαλώνουν, όλα μπαίνουν στη θέση τους, σα να πήραν ξαφνικά φωτιά

Η υπόθεση είναι ένα «κλασικό» αστυνομικό, ο τελικός αίτιος δεν είναι καμιά μεγάλη έκπληξη στην τελική ανάλυση. Αλλά ώσπου να φτάσουμε στη λύση – και μετά τη σελίδα 100, μην ξεχνιόμαστε – το βιβλίο είναι απολαυστικό.

"Στάχτες", Σέργιος Γκάκας, εκδ. Καστανιώτη, 2008, σελ. 369

24/9/09

Μωρίς


Ένα- δυστυχώς ακόμα και σήμερα- δύσκολο θέμα πραγματεύεται το βιβλίο του Ε.Μ. Φόρστερ που γράφτηκε το 1914 αλλά δε δημοσιεύτηκε πριν το θάνατό του. Στο «Μωρίς» ο συγγραφέας με την αδιαμφισβήτητη πένα αναλύει το θέμα της ομοφυλοφιλίας με όρους απλούς και ανθρώπινους. Όπως δηλαδή θα έγραφε για κάθε έφηβο και νεαρό άντρα που ψάχνει την ταυτότητά του.

Το βιβλίο ακολουθεί τον Μωρίς από την αρχή της εφηβείας, μπερδεμένο σε πολλά επίπεδα να ανακαλύπτει τελικά τον έρωτα και να ωριμάζει με έναν άντρα. Κι όταν αυτός τον προδίδει, εκείνος είναι χαμένος, όπως θα ήταν ο καθένας μας όταν χάνει ένα μεγάλο έρωτα.

Πέρα από το βασικό θέμα, εδώ θίγονται ουσιαστικά κι άλλα ζητήματα, όπως η απελευθέρωση από τις συμβατικότητες της κοινωνίας, από την «μοίρα», έτσι όπως την έχουν προδιαγράψει οι γονείς και η κοινωνική θέση, η ηθική υπόσταση ενός ανθρώπου που μαθαίνει να ευχαριστεί τελικά τον εαυτό του κι όχι τη σύμβαση των γύρω του.

19/9/09

Η μοναξιά της ασφάλτου

Το καινούργιο βιβλίο του Δημήτρη Μαμαλούκα, «Η μοναξιά της ασφάλτου», είναι ένα αστυνομικό με στοιχεία νουάρ, γραμμένο με τον ευέλικτο τρόπο των στιγμιότυπων από διαφορετική οπτική γωνία κάθε φορά. Στην αρχή φαινομενικά ασύνδετες μεταξύ τους ιστορίες μας βάζουν στο κλίμα της βρόμικης πόλης που κάθε τόσο τυλίγεται στην άσπρη ομίχλη που την κάνει να παραλύει. Αυτό το "Βρομερό Άσπρο" είναι το δικό μου αγαπημένο εύρημα σε όλο το βιβλίο.

Προχωρώντας η σύνδεση μεταξύ των χαρακτήρων φαίνεται εντονότερη. Παρά τον τίτλο και την εμφανώς μεγάλη αγάπη του συγγραφέα για τα αυτοκίνητα, αυτά δεν παρεμβαίνουν άμεσα στην πλοκή, μονάχα προσθέτουν μαζί με τα μουσικά κομμάτια κάτι από το νουάρ. Οι χαρακτήρες είναι αυτοί που θα περίμενε κανείς στο εν λόγω είδος, ο σκάρτος αστυνομικός, ο τρελός δολοφόνος, το θύμα, το θύμα που γίνεται θύτης. Το στοιχείο του σασπένς ως ένα βαθμό είναι ενεργό. Ο συγγραφέας έχει καλές ιδέες που δε σε κάνουν να βαριέσαι.

Από την άλλη πλευρά όμως νιώθω πως αυτό είναι ένα βιβλίο αδούλευτο. Οι αρχικές σελίδες είναι μάλλον γραμμένες με βιασύνη και οι χαρακτήρες σχηματικοί. Τόσο ο διεφθαρμένος μπάτσος, όσο και ο ιδιότροπος κατά συρροή δολοφόνος δεν έχουν τίποτα καινούργιο να πουν, αναπαράγουν και μάλιστα με περιγραφικό τρόπο και όχι κατ’ ανάγκη με τις πράξεις τους, ένα πολύ γνωστό πρότυπο.

Η αστυνομική λογοτεχνία στην Ελλάδα είναι ένα είδος που υποφέρει, για αυτό χαιρετίζω οποιαδήποτε προσπάθεια καλών προθέσεων. Και φυσικά ένα βιβλίο σαν κι αυτό που καταφέρνει να με κρατά ένα ολόκληρο πρωινό για να το τελειώσω έχει μέσα μου διαφορετική αξία, από τα άλλα που τα τραβάω μέρες από τον καναπέ στο κομοδίνο κι όμως δεν τελειώνουν. Όμως λίγο δούλεμα και παίδεμα ακόμα θα το έκανε πολύ καλύτερο.

14/9/09

Η ευχή και η κατάρα online


Με τους ανθρώπους που διαβάζεις πάνω κάτω τα ίδια βιβλία, το έχω παρατηρήσει πως υπάρχει πάντα μια σύνδεση παραπάνω. Κι ας μην τους ξέρεις, κι ας μην τους μάθεις πραγματικά ποτέ. Το διαπιστώνω τώρα με το blog, το facebook, καταλαβαίνω πως μπορεί να μην έχω γνωριστεί με κάποιους από σας, αλλά νιώθω κοντά.

Αυτό είναι περίεργο συναίσθημα. Και μάλλον δεν αφορά μόνο τα βιβλία. Ως τώρα πίστευα πως οι γνωριμίες online είναι απατηλές, σε αφήνουν στο σκοτάδι για το πραγματικό ποιόν των ανθρώπων. Τώρα αναθεωρώ. Μέσω του facebook ήμουν για κάποιον καιρό σε μια εφαρμογή που σε άφηνε να εκφράζεις τη γνώμη σου επί παντός επιστητού, από την πολιτική, τη θρησκεία, την κοσμοθεωρία σου για τη ζωή, μέχρι τη…μαλακία. Κι εκεί «γνωρίστηκα» με ανθρώπους που ιδέες μας κάπως μοιάζανε, όχι όλες κι όχι για όλα, μα με τους περισσότερους μια διαδικτυακή κουβέντα παραπάνω την είχα πει.

Τι έγινε όταν βρέθηκα με κάποιους από αυτούς; Δεν ένιωσα αμηχανία (και μπορώ να γίνω πολύ ντροπαλή αν θέλω), δεν ένιωσα τίποτα άλλο παρά ζεστασιά και χαρά, δεν χτύπησε καμπανάκι η έμφυτη αγοραφοβία μου, τέλως πάντων. Αισθάνθηκα περίπου όπως όταν συναντώ την παρέα μου από το Πανεπιστήμιο που βρισκόμαστε πια σπάνια όλοι μαζί, αλλά περνάμε καλά γιατί ξέρουμε ο ένας τον άλλο και βγαίνουμε για καφέ ανά δυάδες.

Εντελώς αφύσικο. Και νιώθω πως το ίδιο θα πάθω αν συναντήσω κάποιους από σας με τους οποίους μιλάω για βιβλία πιο συστηματικά, που ανοίγομαι, θέλω δε θέλω, γιατί νιώθω οικεία. Τόσο απλά. Αυτή είναι η χαρά και η λύπη της νέας διαδικτυακής εποχής μάλλον. Η ευχή και η κατάρα της.

10/9/09

Το πορτρέτο


Σπανίως βαριέμαι με τα βιβλία, τούτο εδώ με έκανε πάντως να το βαρεθώ ως την τελευταία του σελίδα που τη διάβασα σχεδόν μαστιγώνοντάς με. Ο Pierre Assouline δίνει το λόγο στο πορτρέτο μιας κυρίας της αριστοκρατίας, της Μπέτυ Ρότσιλντ, που μας αφηγείται την ιστορία της οικογένειάς της πριν και μετά το θάνατό της. Βλέπετε το πορτρέτο έχει απορροφήσει την κυρία μετά θάνατον κι έτσι συνεχίζει να ζει περιπέτειες. Η αλαζονεία και το τουπέ της Γαλλικής αριστοκρατίας του 19ου αιώνα αποδίδονται καλά, έστω κι αν προέρχονται από μια Εβραία μη Γαλλίδα. Αλλά η ιστορία της Γαλλικής αριστοκρατίας με την περιγραφή πινάκων, χαλιών και χοροεσπερίδων δεν αποτελεί λογοτεχνικό βιβλίο.

Και όταν έρχονται οι Γερμανοί, "το πορτρέτο" τα κάνει ακόμα πιο μούσκεμα. Μας αφηγείται τη Γερμανική κατοχή και βιαιότητα, λες και πρόκειται για φιλολογικό ατόπημα. Εδώ εκατομμύρια άνθρωποι πέθαναν, το πορτρέτο χτενίζεται.

Η επιθετικότητά μου προφανώς δεν έχει να κάνει μόνο με το συγκεκριμένο βιβλίο. Ο ιστορικός τέχνης κι ο ερευνητής πρέπει να παραμένει αυτό. Διαφορετικά αν θέλει να γράψει λογοτεχνικό βιβλίο πρέπει να έχει κάτι περισσότερο να πει από αυτό που διάβασε στις πηγές του. Γιατί ένα ομιλούν πορτρέτο δε φέρνει τη λογοτεχνική άνοιξη.

"Το πορτρέτο", Πιέρ Ασουλίν, μετ. Μαρία Γαβαλά, εκδ. Πόλις, 2009, σελ.320  

4/9/09

"Ο δαιμονιστής", Αύγουστος Κορτώ


Σήμερα θα σας μιλήσω για ένα βιβλίο καλών προθέσεων και ουσιαστικού ταλέντου. Αλλά και για την κατάρα της ελληνικής λογοτεχνίας τα ταλέντα να επαναπαύονται στις δάφνες τους και να μην εξελίσσονται. Κάπως σαν του ποδοσφαιριστές από τις Ακαδημίες του Παναθηναϊκού.

Ο "δαιμονιστής" του Α. Κορτώ αξιοποιεί μια ωραία ιδέα. Το βιβλίο είναι γραμμένο πρωτοπρόσωπα και σε βάζει στον κόσμο ενός αρχαίου δαίμονα που δηλώνει από την αρχή το ποιόν του. Είναι καταραμένος να ανταλλάσσει κορμί με όποιον κάνει έρωτα. Ως εδώ τα πάντα είναι όμορφα και πρωτότυπα.

Κι έπειτα; Κι έπειτα το βιβλίο "εγαμήθη", που θα έλεγε (μάλλον) κι ο ίδιος ο συγγραφέας. Ακολουθεί ένας σωρός από στιγμιότυπα συνουσίας (αλλιώς το λένε αυτό, αλλά είμαι κοριτσάκι) που είναι απλώς αυτά, τίποτα άλλο. Ένας ήρωας που τραβά το ζόρι της αιωνιότητας χωρίς καμία σταθερά, αναλώνεται αντί να εξελίσσεται. Κρίμα.

Το βιβλίο δεν πείραξε την σεμνοτυφία μου, κάθε άλλο. Καλές σεξουαλικές σκηνές σε βιβλία μερικές φορές είναι δυνατότερες και από τις αντίστοιχες στον κινηματογράφο. ( Δεν ξεχνώ την "έκσταση"- έτσι το λένε αυτό τώρα- που μου δημιούργησε στην εφηβεία μου η "Λούλα" του Β. Ραφτόπουλου.) Αυτό που με λύπησε είναι η ευκολία. Ο Κορτώ έχει σαφέστατα συγγραφικό ταλέντο, αλλά δεν έστρωσε τον κώλο του κάτω να βρει δέκα καλές ιδέες για να συνεχίσει να έχει πλοκή, βάθος και ένταση το μυθιστόρημα.

Θα είμαι ειλικρινής, ο "δαιμονιστής" είναι ευχάριστος και ευκολοδιάβαστος. Λίγες σελίδες που μπορούν να διαβαστούν απνευστί χωρίς να κουράσουν καθόλου. Αυτό είναι το τάλαντο. Αλλά δεν φτάνει. Ή μάλλον φτάνει για την Ελλάδα. Αλλά γιατί ένα τέτοιο δώρο να το χαραμίσεις στην ευκολία του ελληνικού εκδοτικού κόσμου και να μην ανοίξεις τα φτερά σου. Όταν μπορείς να είσαι αετός.


"Ο δαιμονιστής", Αύγουστος Κορτώ , εκδ. Καστανιώτη, 2007, 327