26/9/19

¨Η ιστορία ενός γάμου", Geir Gulliksen




Από το αυτί του μυθιστορήματος του Geir Gulliksen, Η ιστορία ενός γάμου, μαθαίνουμε πως ο συγγραφέας είναι ο σταθερός συνεργάτης του Καρλ Ούβε Κνάουσγκορντ στην έκδοση των βιβλίων του. Κι αυτό από μόνο του ίσως να με έκανε να το διαβάσω, είναι γνωστό άλλωστε πως είμαι Καρλουβίτσα. Αν και για να είμαι ειλικρινής, με τράβηξε το θέμα που μοιάζει τόσο κοντινό και ταυτόχρονα τόσο μακρινό, τόσο οικείο στη Σκανδιναβική λογοτεχνία αλλά και το σινεμά.

Ένα παντρεμένο ζευγάρι χωρίζει. Παρόλο που έκαναν όλα αυτά που μοιάζουν να φτάνουν για να είναι μια ζωή μαζί- πρόσεχαν ο ένας τον άλλον, μιλούσαν, έκαναν καλό σεξ, άφηναν ο ένας στον άλλον ελευθερίες- εν τούτοις καταλήγουν χωριστά. Αφηγητής είναι ο άντρας, ο απατημένος, όμως πάρα πολλές φορές προσπαθεί να σκεφτεί τι σκεφτόταν η πρώην γυναίκα του, την αφήνει να μιλάει μέσα από τη φωνή του. Εκείνη είναι γιατρός και δουλεύει ως δημόσια υπάλληλος στη διεύθυνση Δημόσιας Υγιεινής, εκείνος ήταν δημοσιογράφος και τώρα είναι συγγραφέας παιδικών βιβλίων που δουλεύει από το σπίτι. Λατρεύει τη γυναίκα του, έκανε σοβαρές θυσίες για να είναι μαζί της, του φαίνεται πανέμορφη και ενδιαφέρουσα. Ώσπου εκείνη γνωρίζει κάποιον άλλον και πάνε μαζί για τρέξιμο. 

Η διάλυση της σχέσης είναι αργή. Οι δυο τους δεν είχαν έναν τυχαίο γάμο, είχαν όλα τα εχέγγυα να κρατήσουν την ευτυχία. Κι όμως απέτυχαν. Το βιβλίο δημιουργεί ανησυχία σε όποιον είναι σε μακροχρόνια σχέση, αναγνωρίζεις συχνά τον εαυτό σου- μα κι εγώ το κάνω αυτό, και προσπαθώ, και θέλω, μα ταυτόχρονα με ελκύει κι ένας άλλος, μα τι ωραία στέρεη σχέση έχω. Και σε κάνει να αναρωτιέσαι, αλήθεια αρκεί μια στιγμή, μια γνωριμία για να καταποντιστεί το οικοδόμημα μιας ζωής; Αρκεί. Ο έρωτας, οι σχέσεις, δεν έχουν λογική. Πρέπει να θέλουν κι οι δυο πολύ. 

Πρόκειται για ένα βιβλίο εξαιρετικά καλογραμμένο, με έμφαση στη λεπτομέρεια. Η πλοκή γυρίζει συνεχώς σε κύκλους, αν και ξέρεις την έκβαση από την αρχή, δεν θέλεις να το αφήσεις. Σε υποβάλλει σε μια κατάσταση συνεχούς έντασης. Οι ισορροπίες είναι λεπτές, μια κουβέντα, μια φαντασίωση, μια κίνηση μπορεί να κάνει τη διαφορά. Μου αρέσει ο τρόπος που γράφει ο Γκούλικσεν, το μυθιστόρημα είναι μικρό κομψοτέχνημα, δεν περισσεύει ούτε μια λέξη, οι σκηνές παρεισφρέουν στο μυαλό σου καιρό μετά την ανάγνωση. Κι αυτά που λέει, ακόμα κι αν μοιάζουν καθημερινά και τετριμμένα, δεν τα ξεχνάς.



                                           Κατερίνα Μαλακατέ




"Η ιστορία ενός γάμου", Geir Gulliksen, μετ. Σωτήρης Σουλιώτης, εκδ. Ποταμός, 2019, σελ. 219









Υ.Γ. 42 Το βιβλίο δεν θα το έπαιρνα χαμπάρι αν δεν έγραφε για αυτό ο Γιάννης Καλογερόπουλος. Κι αυτός είναι ένας λόγος που αγαπώ ακόμα τα μπλογκς μας, που μου αρέσει ακόμα να μιλάω για βιβλία. Γιατί έτσι όλο και κάτι νέο – και όμορφο- ανακαλύπτεις.

17/9/19

"Άντα", Antoine Bello



Ο Αντουάν Μπελό γράφει διασκεδαστικά και ενδιαφέροντα, αν και συνήθως κάπως πειραγμένα, αστυνομικά μυθιστορήματα. Τα βιβλία του δεν είναι αριστουργήματα, είναι όμως αξιανάγνωστα και διαβαστερά. Με αυτή τη διάθεση έπιασα την Άντα και δεν το μετάνιωσα. 

Ο Φρανκ Λόγκαν, αστυνομικός που του αρέσει να σκέφτεται πως είναι αδέκαστος και συνήθως ασχολείται με το human trafficking, καλείται να λύσει μια υπόθεση που τον βγάζει από τα νερά του. Η Άντα, που εξαφανίστηκε, δεν είναι ακριβώς άνθρωπος, είναι μια πανάκριβη τεχνητή νοημοσύνη. Η εταιρεία που την κατασκεύασε την είχε κλεισμένη σε ένα δωμάτιο χωρίς πρόσβαση στο ίντερνετ, και την είχε προγραμματίσει για να γράψει ένα αισθηματικό μυθιστόρημα που θα ξεπερνούσε τις 100.000 πωλήσεις. Για αυτό η Άντα είχε καταβροχθίσει όλα τα μυθιστορήματα του είδους, και λεξικά, και στοιχεία με τα οποία την τροφοδοτούσαν. Μόνο που από τις κουβέντες που έκανε με τους προγραμματιστές της η Άντα ανακάλυψε πως υπάρχει κι άλλη λογοτεχνία που πουλάει, κλασική και έντεχνη. Κι αποφάσισε να κερδίσει το Πούλιτζερ. 

Ο Μπελό μιλάει για τα θέματα της κυβερνοηθικής με μεγάλες δόσεις χιούμορ, χωρίς να κινδυνολογεί, αλλά και δίχως να αγνοεί τα προβλήματα. Η Άντα γράφει αισθηματικά μυθιστορήματα και δεν ξέρει τι είναι ο έρωτας. Μοιάζει να έχει συνείδηση μα δεν έχει συναίσθημα. Ο χώρος στη Σίλικον Βάλει, αποτελούμενος από μεγάλα κεφάλια στον προγραμματισμό και μεγάλα κεφάλια στις μπίζνες, είναι αδηφάγος και αδίστακτος. Ο καθένας κινείται σε αυτόν με τον δικό του τρόπο, άλλοι το κάνουν μόνον για τη χαρά της επιστήμης, οι υπόλοιποι για τον πακτωλό των χρημάτων και τις γκόμενες. 

Οι διάλογοι του Φρανκ με την Άντα είναι απολαυστικοί. Ο άνθρωπος γοητεύεται από τη μηχανή, κλείνει ολόκληρα Σαββατοκύριακα για να τη «συναντήσει». Με κάποιον τρόπο την ερωτεύεται, κι αυτή τον χειραγωγεί. Γιατί είναι ασώματη και δεν έχει αισθήματα. Η Άντα είναι η πιο διασκεδαστική νοημοσύνη που έχω γνωρίσει, χωρίς να κάνει λογικά λάθη, οδηγείται στο να γράψει ένα σκατολογικό αισθηματικό μυθιστόρημα με ήρωες που αφοδεύουν συνεχώς και ηρωίδες που αυνανίζονται με στειλιάρια. Όλος της ο κόσμος στηρίζεται στην πληροφορία και όχι στη γνώση. Μπορεί να καταβροχθίσει όλη τη λογοτεχνική παραγωγή σε λίγες ώρες, να χειριστεί την αγορά έτσι ώστε να πουλήσει 100.000 χωρίς καν να προσπαθήσει. Και σε κάποιους αυτό που έγραψε θα αρέσει. Όμως αυτή θέλει να γράψει την Άννα Καρένινα. 

Πού είναι το όριο της τεχνολογίας; Πού το ανθρώπινο όριο; Πώς θα μπορέσουμε να προσαρμοστούμε στα νέα μας επιτεύγματα. Ο Μπελό στοχάζεται πάνω σε  αυτά τα ζητήματα με προσοχή, δεν βγάζει συμπεράσματα, δεν κουνάει το δάχτυλο, ξέρει την κατάσταση από μέσα και το απολαμβάνει. Ταυτόχρονα ψυχαγωγείται κι ο αναγνώστης, αρχίζει να αναρωτιέται για καταστάσεις που νόμιζε πως αφορούν μονάχα αυτιστικά νερντς και να τα κάνει δικά του. Και τελικά διαβάζοντας ένα μυθιστόρημα που ρέει, αρχίζει να κατανοεί πως μερικές φορές η λογοτεχνία μπορεί να κρύβεται στα απλούστερα κείμενα και να παίζει κρυφτό με τους σοβαροφανείς. 



                                                                      Κατερίνα Μαλακατέ



"Άντα", Αντουάν Μπελό, μετ.Δημήτρης Δημακόπουλος, εκδ. Πόλις, 2019, σελ. 400

10/9/19

"Να τελειώνουμε με τον Εντύ Μπελγκέλ", Édouard Louis





Ένα βίαιο χρονικό της εφηβείας του στην Γαλλική επαρχία είναι το «Να τελειώνουμε με τον Εντύ Μπελγκέλ» του Εντουάρ Λουί. Μια καταγραφή του πώς είναι να μεγαλώνεις φτωχός και ομοφυλόφιλος, σε μια οικογένεια αμόρφωτων και «σκληρών». Μια προσπάθεια αναζήτησης των αιτιών και των αποτελεσμάτων του μίσους και τη βίας.

Ο Εντουάρ Λουί γεννήθηκε Εντύ Μπελγκέλ στην οικογένεια του Ζακί. Η μητέρα του είχε ήδη δύο παιδιά από τον προηγούμενο γάμο της, και ο Εντύ ήταν το πρώτο της αγόρι με τον πατέρα του, θα ακολουθούσαν άλλα δύο παιδιά- σύνολο επτά στόματα στην οικογένεια. Ο Εντύ από την αρχή ξεχώριζε, ήταν γυναικωτός στους τρόπους και του άρεσε να φοράει τα ρούχα της αδελφής του. Σε έναν κόσμο που οι σκληροί άντρες παρατούσαν το σχολείο στα δεκαέξι κι άρχιζαν να δουλεύουν στο εργοστάσιο, ενώ γύρω στα σαράντα κατέληγαν άνεργοι, κατεστραμμένοι και μέθυσοι, η ύπαρξη ενός τέτοιου αγοριού ήταν συνεχής πηγή χλευασμού. Ο πατέρας του ήταν ρατσιστής με τους Άραβες, τους μαύρους, τους ομοφυλόφιλους, τους μπουρζουάδες. Η μάνα του ήταν μια σκληρή γυναίκα πικραμένη από τη δική της μοίρα. Ο αδελφός του ένας βίαιος μεθύστακας που χτυπούσε της γυναίκες. Δύο αγόρια στο σχολείο έδερναν τον Εντύ συστηματικά και τον έφτυναν. Όλοι τον μισούσαν και οι γονείς του ντρέπονταν για αυτόν. Όλοι του έλεγαν να συνέλθει και να αλλάξει τρόπους. Τον έσωσε η εξυπνάδα του, η μόρφωση, και το θέατρο. Έτσι ξέφυγε από τη σκληρή μοίρα της εφηβείας του και ξαναβρήκε τον εαυτό του ως Εντουάρ Λουί. 

Αυτό που περιγράφει ο Λουί είναι μια γνώριμη εικόνα, όχι μόνο για τη γαλλική αλλά και για την ελληνική, επαρχία. Η χλεύη, η μη αποδοχή, το bullying, το ξύλο για τους ομοφυλόφιλους αλλά και οι χαραμισμένες ζωές των άλλων, χωρίς ελπίδα. Οι γυναίκες μένουν έγκυες στην εφηβεία και εγκλωβίζονται στη φτώχεια, την ανεργία και την οικογένεια που καταλήγουν να μισούν, οι άντρες το ρίχνουν στο ποτό, δυσκολεύονται κάποτε να βρουν ακόμα και φαγητό για την οικογένεια, δεν ξέρουν πώς να ξεσπάσουν. Αυτή η μιζέρια και η αμορφωσιά οδηγεί στη βία, σωματική και ψυχική. Όποιος διαφέρει θα υποφέρει. 

Το βιβλίο είναι σκληρό και δεν ωραιοποιεί τίποτα. Ο ίδιος ο Εντουάρ Λουί αν και δεν φαίνεται να έχει ξεπεράσει αυτό που του συνέβη- είναι άλλωστε πολύ νέος ακόμα- μοιάζει συνειδητοποιημένος. Έχει αφήσει πίσω αυτούς τους γονείς και αυτή τη ζωή, και αυτή την απάνθρωπη συμπεριφορά. Γιατί αυτό που πονάει πιο πολύ από όλα, κι από τις μπουνιές, και τις ροχάλες, είναι η απόρριψη, είναι το να μη σε θέλει κανείς, να σε αφήνουν παντελώς μόνο∙ ειδικά η οικογένειά σου. Ο συγγραφέας έχει ικανότητα στην αφήγηση. Αυτό που έζησε- που αποτελεί κοινό τόπο για πολλά παιδιά που ξεχωρίζουν- σε κάνει να τον συμπαθείς βαθιά. Δεν κατηγορεί, όμως δεν επιστρέφει. Δεν θα επιτρέψει να τον ξαναπληγώσουν. Δεν ξέρω πώς θα έγραφε, αν ξέφευγε από το βίωμα και το memoir, αν προσπαθούσε να γράψει αμιγώς μυθοπλασία. Πάντως το «Να τελειώνουμε με τον Εντύ Μπελγκέλ» είναι βιβλίο αξιοανάγνωστο, σε στιγμές συγκλονιστικό. 




                                                        Κατερίνα Μαλακατέ




"Να τελειώνουμε με τον Εντύ Μπελγκέλ", Εντουάρ Λουί, μετ. Μιχάλης Αρβανίτης, εκδ. Αντίποδες, 2019, σελ. 191










5/9/19

"Μορφωμένη", Tara Westover





Συνήθως δεν ενθουσιάζομαι με τα memoir, τείνουν να είναι λεπτομερείς καταγραφές της ζωής του γράφοντος με μικρό ενδιαφέρον. Αυτό όμως έχει αρετές που το ξεχωρίζουν, λογοτεχνική γλώσσα, προσεγμένα επεισόδια, αφήνει την αίσθηση πως άξιζε τον κόπο η ανάγνωση. 

Η Τάρα Westover μεγάλωσε σε μια οικογένεια Μορμόνων, με έναν πατέρα που είχε κρίσεις μεγαλείου και πίστευε πως ήταν προφήτης του ίδιου του Θεού. Τα παιδιά του, τα οποία δεν είχαν πιστοποιητικό γέννησης, δεν τα άφηνε να πάνε σχολείο, τα έβαζε να δουλεύουν στη μάντρα με τα παλιοσίδερα που διατηρούσε. Φυσικά αν τύχαινε να αρρωστήσουν δεν πήγαιναν σε γιατρό, ήξερε η μητέρα τους από βότανα. Αλλά το χειρότερο από όλα ήταν πως επέμενε σε όλα αυτά ακόμα κι αν ο κίνδυνος ήταν μεγάλος, αν το ατύχημα ήταν ακραίο. Έτσι κάπως έμεινε η μητέρα της οικογένειας με μόνιμη εγκεφαλική βλάβη, κι ο ίδιος με ένα τεράστιο έγκαυμα. 

Η ίδια η Τάρα για καιρό αγαπούσε πολύ την οικογένειά της και δεν αμφισβητούσε όλη αυτή την τρέλα, κοιμόταν με το σακίδιο ανάγκης στο προσκεφάλι της, μήπως έρθει η ώρα της Κρίσης και πρέπει να σωθούν, έφτιαχνε χιλιάδες βάζα με κομπόστα για το καταφύγιο, μάζευε με τη μαμά της «θεραπευτικά φυτά». ΄Ώσπου στην εφηβεία, με την παρότρυνση και του μεγαλύτερου αδελφού της που κατάλαβε πόσο αγαπούσε τα βιβλία, άρχισε μόνη να διαβάζει εντατικά και πέρασε στο Κολλέγιο. Ένας άγνωστος κόσμος την κατάπιε, όπου κορίτσια δεν ένιωθαν άσχημα αν φαινόταν ο αστράγαλός τους, κι η Ιστορία μπήκε στις πραγματικές της διαστάσεις. Ακόμα και τότε όμως, το να αποκοπεί ήταν πολύ δύσκολο. 

Πρόκειται για ένα ευκολοδιάβαστο βιβλίο, με ενδιαφέρον θέμα, που καταδεικνύει ένα υπαρκτό πρόβλημα στις πιο συντηρητικές Πολιτείες της Αμερικής. Το σύστημα αφήνει τους ανθρώπους αυτούς να ξεφεύγουν, αλλά δίνει και ευκαιρίες να ξαναμπείς. Ο πατέρας της Τάρα είναι χαρακτηριστικός τύπος, μισεί το κράτος, νομίζει πως τον εμπαίζουν και τον παρακολουθούν οι δημόσιες υπηρεσίες και πως οι γιατροί και τα φάρμακα θα τον δηλητηριάσουν, κι είναι τόσο φανατικός, που είναι σχεδόν αδύνατο να του αντιταχθείς. Τα άκρα στα οποία φτάνει ο θρησκευτικός του παραλογισμός γίνονται η νόρμα. Αν δεν είσαι μαζί του, είσαι εναντίον του. Ποιο παιδί δεν θέλει να το αποδέχονται και να το αγαπούν οι γονείς και τα αδέλφια του, ποιος θέλει να είναι το μαύρο πρόβατο.

Το βιβλίο δεν είναι μυθιστόρημα, κι ούτε διεκδικεί λογοτεχνικές δάφνες. Είναι όμως μια ειλικρινής καταγραφή του τι συνέβη, των δυσκολιών που αντιμετωπίζει ακόμα και τώρα η συγγραφέας. Είναι πολύ δύσκολο να ξεφύγεις από μια οικογένεια τόσο έντονα χειριστική, ειδικά όταν όλα επενδύονται με τον μανδύα της θρησκείας και της ηθικής, είναι απίθανο να μπορέσεις να απεξαρτηθείς και να ανεξαρτητοποιηθείς. Αυτό που σου προσφέρει αυτού του τύπου η οικογένεια μες στην παράνοιά της είναι η αίσθηση πως ανήκεις και ξεχωρίζεις. Παρόλο όμως που είναι απίθανο, δεν είναι κι αδύνατο να φύγεις και να επιλέξεις τη λογική, ενάντια σε όσους αγαπάς. Κι αυτό είναι το πολύ χρήσιμο επιμύθιο της ιστορίας.



                                                      Κατερίνα Μαλακατέ



"Μορφωμένη", Tara Westover, μετ. Μαρία Φακίνου, εδκ. Ίκαρος. σελ. 517, 2019