Είχα διαβάσει κάπως βιαστικά και σε μορφή e-book την Χορτοφάγο στην αγγλική μετάφραση πριν κάποια χρόνια. Τότε μου είχε φανεί αξιόλογη, αλλά όχι αξιομνημόνευτη. Όταν βγήκε εν μέσω καραντίνας στα ελληνικά, σκέφτηκα πως δεν το ξαναδιαβάσω. Όμως ήταν τόσο όμορφο το εξώφυλλο, κι έτσι μια μέρα φεύγοντας βιαστικά το έχωσα στην τσάντα μου. Το άρχισα στον δρόμο και το τελείωσα το ίδιο κιόλας βράδυ. Αυτή τη φορά μού φάνηκε εξαιρετικό, με την απαραίτητη δόση σεξουαλικής διαστροφής βεβαίως, μα πιο ενδιαφέρον, σχεδόν κινηματογραφικό. Πρέπει να λάβουμε βέβαια υπόψη μας τρεις παραμέτρους που μπορεί να διαφοροποίησαν την αίσθηση της ανάγνωσης: το διάβασα σε διαφορετική γλώσσα (αγγλικά-ελληνικά) χωρίς καμία να είναι η πρωτότυπη, με διαφορετικό τρόπο (ηλεκτρονικά- έντυπα) και δεύτερη φορά. Τι μέτρησε περισσότερο δεν ξέρω. Ξέρω μόνο πως ήταν σχεδόν σαν να διαβάζω άλλο βιβλίο.
Η ΓίονγκΧιε είναι μια εντελώς συνηθισμένη και μέτρια γυναίκα. Έτσι ξεκινά να μας την συστήνει ο άντρας της, ο αφηγητής του πρώτου μέρους. Την παντρεύτηκε γιατί ποτέ δεν θα είχε απαιτήσεις από αυτόν, ήταν ήσυχη, υποτακτική και φυσιολογική σε όλα. Χωρίς φιλοδοξίες, χωρίς ιδιαιτερότητες. Ώσπου μια μέρα είδε ένα φοβερό όνειρο και πέταξε όλα τα ζωικά προϊόντα από τον καταψύκτη. Ο άντρας της περιγράφει το πόσο άλλαξε στο επόμενο διάστημα, δεν φορούσε σουτιέν, αρνιόταν να κάνει κοινωνική κουβεντούλα, έφτασε στο νοσοκομείο να κυκλοφορεί γυμνόστηθη. Και την χώρισε.
Στα επόμενα δύο μέρη οι αφηγητές αλλάζουν. Σε κανένα μέρος δεν μιλάει η ίδια η γυναίκα, σχεδόν σαν να μην υπάρχει. Όμως είναι τόσο εκκωφαντική πια η παρουσία της, που τα διαλύει όλα∙ τη ζωή της και των γύρω της. Όσο βυθίζεται στην παράνοια, όσο ψάχνει έναν άλλον τρόπο να ζει, τόσο παρασέρνει και τους άλλους. Το αν θα σώσει ή όχι τελικά τον εαυτό της αρχίζει να μοιάζει αδιάφορο, τόσο για κείνην, όσο και για μας.
Το μυθιστόρημα έχει φοβερές σκηνές όπως αυτή που προσπαθούν οι δικοί της με το ζόρι να την ταΐσουν κρέας, φοβερές σκέψεις, όπως αυτές που κάνει ο άντρας της για τη συμβατική ζωή τους, και του φαίνονται «φυσιολογικές», απίστευτες εικόνες με τεράστια λουλούδια πάνω σε γυμνά σώματα. Αυτό όμως που μαγνητίζει, είναι ο τρόπος της αφήγησης. Η ιστορία εξελίσσεται αβίαστα αν και οι αφηγητές είναι τρεις. Η ηρωίδα δεν είναι συμπαθής, δεν ταυτίζεσαι, είναι αυτή που είναι. Και το αποδέχεσαι, όσο οι γύρω της δεν μπορούν.
Η μετάφραση στα ελληνικά μού φάνηκε πολύ καλή, έχει ρυθμό, με κράτησε συγκεντρωμένη. Στην κουβέντα αν άξιζε το Booker κι αν είναι αριστούργημα, μου φαίνεται πως δεν έχω να πω πολλά. Πρόκειται σίγουρα για ένα βιβλίο αξιοανάγνωστο και αξιομνημόνευτο. Από αυτά που χαίρεσαι να διαβάζεις, και δεύτερη φορά, και που τους αξίζει το πανέμορφο εξώφυλλο και η σκληρόδετη έκδοση.
Κατερίνα Μαλακατέ
«Η Χορτοφάγος», Χαν Γκανγκ, μετ. Αμαλία Τζιώτη, εκδ. Καστανιώτη, 2020, σελ. 195
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου