25/5/21

"Να μάθω να μιλώ με τα φυτά", Marta Orriols




Όταν ο θάνατος παύει να αφορά πλέον τους υπολοίπους, είναι αναγκαίο να φροντίσεις να του βρεις χώρο στην άλλη πλευρά του υφάλου, γιατί, αν δεν το κάνεις, θα καταλάβει όλο τον χώρο με απόλυτη ελευθερία.

Ο θάνατος δεν είναι κάτι μυστικιστικό. Ο θάνατος είναι κάτι φυσικό, λογικό, πραγματικό.


Ξεκίνησα να διαβάζω το βιβλίο της Καταλανής Μάρτα Οριόλς χωρίς να ξέρω τίποτα για αυτό. Εντάξει, έπαιξε ρόλο, αν και είναι μάλλον ντροπιαστικό, η καταγωγή της συγγραφέα, το οπισθόφυλλο, το φοβερό εξώφυλλο, όλα όσα δεν έπρεπε δηλαδή. Και κατέληξα να τελειώσω το βιβλίο την ίδια μέρα, γιατί μιλούσε για κάτι που σπάνια έχω βρει αλλού, το μπλοκάρισμα του πένθους.

Η Πάουλα είναι μια σαραντάχρονη νεογνολόγος. Ζει πολύ μέσα από τη δουλειά της, και η ίδια δεν ήθελε ποτέ παιδιά, μόνον να σώζει τα νεογέννητα των άλλων. Ο επί πολλά χρόνια σύντροφός της, ο Μάουρο, σκοτώνεται σε αυτοκινητιστικό, αφού όμως της έχει ανακοινώσει την προηγούμενη μέρα πως δεν την αγαπά πια και πως έχει σχέση με μια άλλη γυναίκα. Έτσι η Πάουλα βρίσκεται με ένα αβίωτο πένθος, πρέπει να πάρει απόφαση το τέρμα της προσωπικής της ζωής, που θα ίσχυε βέβαια κι αν ζούσε ο Μάουρο, αλλά και τον θάνατο ενός άντρα που δεν είχε πάψει αγαπά. Δεν λέει σε κανέναν για τον χωρισμό, μόνο για τον θάνατο και χώνεται μέσα στο κεφάλι της.

Εκεί χώνεται και ο αναγνώστης. Αυτό είναι τόσο γοητευτικό στο βιβλίο, η συγγραφέας μπαίνει στην καρδιά του πένθους και περιγράφει το στάδιο εκείνο που δεν μπορείς να θρηνήσεις, δεν μπορείς να αποδεχτείς την απώλεια, δεν μπορείς να ζήσεις. Όλα κινούνται στον ρυθμό του θανάτου, αλλά εσύ δεν μπορείς με τίποτα να κινηθείς σε αυτόν, αποσύρεσαι από την καλή προαίρεση των άλλων μόνον (που φαντάζει αφόρητη), θέλεις να ουρλιάξεις κι όχι να κλάψεις. Τελικά δεν κάνεις ούτε αυτό. Βάζεις σε κούτες τα πράγματα του πεθαμένου και τα παρατάς απέξω, ξεχνάς απότιστα τα φυτά του, θέλεις να τα ξεφορτωθείς. Έχει κι άλλα στάδια το πένθος, πιο «ανθρώπινα», πιο κατανοητά. Όμως αυτό το ακατανόητο κομμάτι, μέχρι να αφεθείς στον τρόμο, πονάει πιο βαθιά γιατί αυτός που πενθεί νιώθει σχεδόν «μη άνθρωπος», σαν να προσδοκούν κάτι όλοι από εκείνον κι εκείνος να μην μπορεί να κάνει το πιο απλό, να θρηνήσει.

Είχα σε αυτά τα χρόνια τα τελευταία το μετρικό μου στο αβίωτο, αδιανόητο πένθος. Και αυτό το ανείπωτο, κατάφερε να μεταφέρει η Οριόλς. Δύσκολο να το κατανοήσεις αν δεν το έχεις βιώσει. Η λογοτεχνία, η τέχνη γενικά, έχει αυτή την ιδιότητα, να σου αποκαλύπτει πτυχές που πιθανώς δεν ήξερες καν. Από αυτή την άποψη, το βιβλίο της Οριόλς έχει πετύχει σε μεγάλο βαθμό. Αλλά και στον τρόπο γραφής, το βιβλίο μου ταίριαξε, με συνεπήρε. Τελικά ίσως να μην είχα τόσο άδικο που το διάλεξα μόνο και μόνον γιατί είναι καταλανικό, μπορεί αυτή η λογοτεχνία να μου ταιριάζει. 


                                                            Κατερίνα Μαλακατέ




"Να μάθω να μιλώ με τα φυτά¨, Μάρτα Οριόλς, μετ. Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, εκδ. Καστανιώτη, 2021, σελ. 260

13/5/21

"Η Ζέλντα έφυγε", Φωτεινή Ναούμ

 



Η Φωτεινή Ναούμ είναι από τους συγγραφείς της γενιάς μου που γράφει πολύ, σχεδόν ασταμάτητα. Επτά ήδη βιβλία στο ενεργητικό της. Ξεκίνησα να τη διαβάζω από τον Διαχειριστή το 2012 κι έπειτα την ξαναβρήκα με την Υγρη πόλη το 2017, και τώρα με τη Ζέλντα. Κάθε της βιβλίο είναι διαφορετικό, αλλά οι εμμονές παραμένουν οι ίδιες: οι ανθρώπινες σχέσεις, πώς πρέπει να ζούμε τη ζωή μας, ελεύθεροι από συμβάσεις ή οδηγούμενοι από τη λογική, τη ρουτίνα και τη συνήθεια;


Δυο πρωταγωνιστές σε αυτό το βιβλίο, κι ας μιλάει ο τίτλος μόνο για τη Ζέλντα. Αυτή, μια γυναίκα υπερβατική, που ξέρει να γοητεύει κι έπειτα να φεύγει και να αφήνει τους άντρες λειψούς, να την περιμένουν, ονειρεύεται να γίνει μια μέρα πρωταγωνίστρια ενός μυθιστορήματος. Κι αυτός, ο Ανδρέας Μεντάς, γνωστός συγγραφέας, αναλαμβάνει να γράψει την ιστορία της. Γνωρίζει σταδιακά τους άντρες που σημάδεψε η παρουσία της Ζέλντας, χωρίς να κρύβει από κάποια στιγμή και μετά, πως ανήκει σε αυτούς. Κι αυτός τη θέλει πίσω, κι αυτός την αποζητά.


Η Ζέλντα είναι εκτός του κόσμου τούτου. Μοιάζει με άλλες τέτοιες larger than life ηρωίδες, σε πάρα πολλές στιγμές μου θύμισε την Ζένια στην Κλέφτρα Κίσσα της Άτγουντ. Η Ζέλντα κάνει την κάθε στιγμή σημαντική, ζει εκτός από τις συμβάσεις, μεγάλωσε εκτός οικογένειας, και για αυτό δεν αντέχει εντός. Όλο φεύγει, μόλις κάτι γίνεται ρουτίνα, μόλις χαθεί η μαγεία. Ο Μεντάς την ακολουθεί, δυσκολεύεται να γράψει, χώνεται μέσα στην ιστορία της, τα παρατάει, ξαναπροσπαθεί, σμπαραλιάζει τη ζωή του. Αυτός θα θελε να είναι εκτός, αλλά είναι εντός του κόσμου.


Το βιβλίο μιλάει για το ποιοι είμαστε, τι είναι ζωή και τι είναι ελευθερία. Για τους συγγραφείς έχει μεγάλο ενδιαφέρον γιατί ακολουθούμε τον Μεντά στην πορεία της συγγραφής του μυθιστορήματος, αναγνωρίζουμε λίγο από τον εαυτό μας. Δεν μπορώ να πω πως βρίσκω κομμάτια δικά μου στη Ζέλντα. Είναι σαν να είμαι το άκρο αντίθετό της, εγώ όπου βρω ασφάλεια κουρνιάζω, εκείνη δεν αντέχει. 

Το μυθιστόρημα της Φωτεινής Ναούμ είναι εξαιρετικά ευκολοδιάβαστο, σε βάζει εκείνο σε αναγνωστικό ρυθμό. Ίσως περισσεύουν κάποιοι διάλογοι, θα μπορούσαν να είναι πιο μαζεμένη και σφιχτή η πλοκή όσο πλησιάζουμε προς το τέλος. Όμως αυτά τα λέει κανείς εκ των υστέρων, καταλαβαίνω πως η συγγραφέας αγάπησε την ηρωίδα της βαθιά, ενώ κατά βάθος η ίδια είναι ο Μεντάς. Κι όταν οι ήρωες σου γίνονται ένα με σένα, είναι κάπως δύσκολο να τους συμμαζέψεις.



                                          Κατερίνα Μαλακατέ 




"Η Ζέλντα έφυγε", Φωτεινή Ναούμ, εκδ. Bell, 2021, σ. 414

5/5/21

«Δυσφορεί η νύχτα» , Marieke Lucas Rijneveld

 



Έπιασα στα χέρια μου με μεγάλη ανυπομονησία το «Δυσφορεί η νύχτα» της/του Μαριέκε Λούκας Ρίνεβελντ. Ο/η συγγραφέας είναι μόλις είκοσι εννέα χρονών, αυτό είναι το πρώτο του/της βιβλίο και είναι το πρώτο μη-δυαδικό άτομο που πήρε το Booker.

Η ιστορία ξεκινά τραγικά, η Τζάκετ, ένα δεκάχρονο κορίτσι εύχεται να μην σκοτώσουν το κουνέλι της για το γιορτινό τραπέζι των Χριστουγέννων, αλλά αντίθετα να πεθάνει ο αδελφός της, που δεν την πήρε μαζί του για πατινάζ λέγοντας της πως είναι πολύ μικρή. Και το αδιανόητο συμβαίνει, ο αδελφός της γλιστρά σε μια τρύπα στον πάγο και πνίγεται. Το κουνέλι παραμένει μια χαρά.

Παρακολουθούμε την οικογένεια να βυθίζεται έπειτα από αυτό, η Τζάκετ και τα δυο της εναπομείναντα αδέλφια προσπαθούν κάπως να ισορροπήσουν με δυο γονείς που γίνονται ολοένα και πιο ανισόρροποι. Και το πένθος, αυτό το αβίωτο, ανείπωτο πένθος γίνεται πληγή. Κι ο ένας πληγώνει συνεχώς τον άλλο. Και η ενοχή είναι τεράστια, και δεν μπορεί να τη μοιραστεί με κανέναν. Και δεν βγάζει με κανέναν τρόπο το μπουφάν της. Ως το τέλος.

Πρόκειται για ένα αφόρητο βιβλίο, η δυσφορία του τίτλου είναι απίστευτα ειλικρινής. Υπήρχαν στιγμές που το έβλεπα στο κομοδίνο μου και δεν ήθελα με τίποτα να το συνεχίσω. Από αυτή την πλευρά είναι ένα μυθιστόρημα πλήρως επιτυχημένο. Από την άλλη, τίποτα δεν γίνεται, τίποτα δεν προχωρά την ιστορία, ούτε αυτοί προχωρούν, μόνο βουλιάζουν από τη μια δυστυχία στην άλλη. Τα πάντα θυσιάζονται στον βωμό της αγάπης. Μιας αγάπης χριστιανικής, κλειστοφοβικής κι εξαιρετικά πιεστικής, που δεν μπορείς με τίποτα να την αντικρούσεις. Ο/η συγγραφέας ήθελε να μιλήσει για την κακοποίηση και τον πόνο. Και τα κατάφερε εξαιρετικά καλά. Αλλά ταυτόχρονα φαίνεται σαν να μην μπορεί να αρθεί από αυτή τη μιζέρια, χάνεται στο βάθος της δυστυχίας. Και το γεγονός πως πρωταγωνιστές είναι παιδιά το κάνει ακόμα πιο δύσκολο.

Δεν είμαι σίγουρη πως μου ταίριαξε αναγνωστικά το «Δυσφορεί η νύχτα». Με κάποιον τρόπο το βιβλίο τώρα που το έχω τελειώσει συνεχίζει να με απωθεί. Δεν είμαι όμως και σίγουρη πως μια τέτοια ιστορία θα μπορούσε να ειπωθεί αλλιώς. Γιατί ο τρόμος, αυτός ο τρόμος που σου τρώει τα σωθικά για το τι θα συμβεί στην επόμενη σκηνή κακοποίησης, συναισθηματικής και σωματικής, είναι πολύ δύσκολο να εκφραστεί αλλιώς.


                                      Κατερίνα Μαλακατέ



«Δυσφορεί η νύχτα» , Marieke Lucas Rijneveld, μετ. Άγγελος Αγγελίδης, Μαρία Αγγελίδου, εκδ. Ίκαρος, 2021, σ.332