Αγοράστε το εδώ |
Έχω να κάνω μια εξομολόγηση, δεν είμαι καμιά σπουδαία οπαδός της Όλγκα Τοκάρτσουκ (να κι ο αγγλισμός πρώτος πρώτος). Μου άρεσε το «Αρχέγονο», δεν κατάφερα όμως να ολοκληρώσω τους «Πλάνητες», ένα βιβλίο που σχεδόν με εξόργισε και για τον τρόπο που ήταν γραμμένο, αλλά κυρίως για αυτά που έγραφε. Τότε θα μου πεις, τι στο καλό σε έπιασε κι έβαλες το «Αλέτρι» στη Λέσχη Ανάγνωσης; Νομίζω πως χρειαζόμουν εγώ η ίδια να επανατοποθετήσω την Τοκάρτσουκ μέσα μου, δεν έχουμε και φοβερά πολλές Νομπελίστριες Λογοτεχνίας, διάολε, για να μπορούμε να τις απορρίπτουμε έτσι με το πρώτο.
«Είσαι θετικά προκατειλημμένη με τις γυναίκες συγγραφείς» κουδούνιζε η φωνή της λογικής μέσα μου. «Θέλεις να σου αρέσουν, θέλεις να πετύχουν, ειδικά αυτές που αφήνουν τον τρόπο των λευκών Αμερικάνων ανδρών που καταδυνάστευσε τη λογοτεχνία τα τελευταία πενήντα χρόνια, τόσο στον τρόπο γραφής όσο και στη θεματική. Ειδικά αυτές που γράφουν ιδιότυπα και γυναικεία, βάζοντας κατά μέρος τον αποδεκτό τρόπο του Κανόνα». Δίκιο είχε η φωνή της λογικής, για αυτούς τους λόγους αγάπησα το «Αλέτρι». Για την ελαφριά διαστροφή του και την τόλμη του, για το παιχνίδι του ανάμεσα στα είδη, για την τόλμη η συγγραφέας να φορτώσει σε μια αντι- ηρωίδα όλα όσα αγαπά. Ακόμα και τα ζώδια ανέχτηκα, όπως ακριβώς κάνω υπομονή όποτε ο Όστερ ή ο Ντελίλο (δυο από τους πολυαγαπημένους μου λευκούς, άντρες, Αμερικανούς κτλ που λέγαμε) παθαίνουν παράκρουση με το μπέιζμπολ. Όπως ακριβώς.
Σε ένα πολωνικό χωριό κάπου στα σύνορα με την Τσεχία, όπου το χιόνι τον χειμώνα είναι βαθύ, μένουν μόνον τρεις άνθρωποι: η πρωταγωνίστρια μας, Γιανίνα Ντουσέικο, η Μεγάλη Πατούσα και το Σκιάχτρο. Τη Μεγάλη Πατούσα την βρίσκουν νεκρή ήδη από τις πρώτες σελίδες, να έχει πνιγεί με το κόκκαλο από ένα Ζαρκάδι, ενώ τα «αδέλφια» του τον παρακολουθούσαν να το τεμαχίζει.
Η Γιανίνα ( που σιχαίνεται το όνομά της) είναι μια γυναίκα που οι περισσότεροι θεωρούν αφελή και αλλοπαρμένη. Κάποτε ήταν μηχανικός γεφυρών, τώρα αποσύρθηκε σε αυτό το χωριό στη μέση του πουθενά και κάνει κάποιες ώρες Αγγλικά σε παιδάκια ή φυλάει τα σπίτι όσων έρχονται μόνο το καλοκαίρι. Είναι μόνη, πολύ μόνη, απροσδιόριστης ηλικίας, αν και όλοι της φέρονται σαν να είναι πολύ μεγάλη και να μην μετράει η γνώμη της— ακόμα και οι άντρες ίδιας ηλικίας με τη δική της. Έχει μανία να εξηγεί τα πάντα με τα ζώδια και τεράστια αγάπη για τη Φύση, που γιγαντώνεται όταν σκοτώνουν τις Σκύλες της. Κι όταν οι θάνατοι πυκνώνουν στην περιοχή, αρχίζει να αναπτύσσει μια θεωρία, πως τα Ζώα σκοτώνουν, πως τα Ζώα εκδικούνται που τα σκοτώνουμε.
Η Γιανίνα γράφει απανωτές επιστολές στην αστυνομία, αλλά ποτέ δεν παίρνει απάντηση. Η Εξουσία την αγνοεί, η Εξουσία πάει για παράνομο κυνήγι, η Εξουσία είναι διεφθαρμένη ως το κόκκαλο, η Εξουσία πεθαίνει από Ζαρκάδια και ζωύφια, το λέει και ο αστρολογικός της χάρτης. Η Γιανίνα με λιγοστούς συμμάχους, τον απόμακρο γείτονα Σκιάχτρο με τη μανία με την τάξη και την Καθαριότητα, τον μαθητή της που μεταφράζουν μαζί Μπλέικ κι έναν εντομολόγο που εμφανίζεται από το πουθενά, προσπαθεί να καταλάβει τον κόσμο, να βάλει τάξη στο σύμπαν. Αυτή, μια γριά αλλοπαρμένη.
Όσο στήνει αυτή την αντι-Ηρωίδα, η Τοκάρτσουκ μιλά με τρόπο μαγικό για όσα την αφορούν, για το τι κάνουμε στην φύση, για τον εθνικισμό, για τη διαφθορά της εξουσίας, για τον θάνατο των ζώων, για τον φεμινισμό. Ακόμα και για τα (γαμημένα) τα ζώδια. Και το κάνει με τόση μαεστρία, τόσο βαθιά λογοτεχνικά, που δεν φαίνεται καμία από τα ραφές του κειμένου, αφήνεσαι σε αυτό το ατμοσφαιρικό νουαρ υπαρξιακό θρίλερ μες στο χιόνι στα βουνά της Πολωνίας, ή σε αυτό το δείγμα κεντροευρωπαϊκού μαγικού ρεαλισμού, ή σε αυτό το δείγμα μεταμοντερνισμού, ή σε αυτό το δείγμα «οικολογικής λογοτεχνίας» ή σε αυτό το δείγμα καθαρής ατόφιας λογοτεχνίας. Η μορφή καταλύεται χωρίς καν να το καταλάβεις, η ηρωίδα και πρωτοπρόσωπη αφηγήτρια είναι ταυτόχρονα πολύ αξιόπιστη και πολύ αναξιόπιστη, είναι αγαθιάρα και βαθιά φιλοσοφημένη.
Με κάποιον τρόπο είναι σαν να είναι το άλτερ ίγκο του ίδιου του Γουίλιαμ Μπλέικ, μυστικίστρια, παθιασμένη με τη Φύση, μια «δυστυχής, αφελής, παράφρων», Ιερά Τρελή. Για αυτό και οι στίχοι του που διατρέχουν το βιβλίο και ο (τόσο αντιεμπορικός) τίτλος ταιριάζουν γάντι σε αυτό το εγχείρημα. Για αυτό ίσως το απόλαυσα τόσο. Η Τοκάρτσουκ αφήνεται στη φωνή της, δεν την νοιάζουν τα πραγματολογικά στοιχεία κι ας γράφει φαινομενικά ένα whodunnit με λιγοστούς υπόπτους σε περιορισμένο τόπο και χρόνο, δεν την νοιάζει να ακολουθήσει τη λογική, μόνο την λογοτεχνικότητά της. Κι όπου τη βγάλει. Κι εμείς μαζί της.
Κατερίνα Μαλακατέ
"Οδήγησε το αλέτρι σου πάνω από τα οστά των νεκρών", Όλγκα Τοκάρτσουκ, μτφ. Αναστασία Χατζηγιαννίδη, εκδ. Καστανιώτη, 2022, σ.283
Υ.Γ. 42 Θέλω το όνομα του μεταφραστή στο εξώφυλλο; Ζητάω πολλα;