5/4/23

"Ένας πολύ γλυκός θάνατος", Simone de Beauvoir

 

Αγοράστε το εδώ

"Μα κυρία μου" απάντησε η νυχτερινή νοσοκόμα "σας διαβεβαιώνω ότι ήταν ένας πολύ γλυκός θάνατος"

Αυτό λένε οι νοσοκόμες στη Σιμόν ντε Μποβουάρ όταν πεθαίνει η μητέρα της, Φρανσουάζ, στα 87 της σε μια κλινική στο Παρίσι. Πόσο γλυκός μπορεί άραγε να είναι ο θάνατος; Το μικρό αυτό βιβλίο διαπραγματεύεται τις τριάντα τελευταίες μέρες που η Φρανσουάζ πέρασε στην κλινική, και μαζί οι κόρες της, η Σιμόν και η Πουπέτ, περνώντας από την αισιοδοξία στην απόλυτη βεβαιότητα του θανάτου της μητέρας τους και βλέποντας το σώμα της να καταρρέει πλήρως.

Η μητέρα της Μποβουάρ πέφτει όσο κάνει ντους, κι είναι μόνη της στο διαμέρισμά της. Καταφέρνει με μεγάλο κόπο να συρθεί ως το τηλέφωνο και να ειδοποιήσει. Για «καλή» της τύχη δεν την πάνε στο νοσοκομείο των κοινών θνητών αλλά σε μια κλινική. Εκεί τη βρίσκουν οι δυο της κόρες. Κι αποκαλύπτεται σιγά σιγά πως αυτό που νόμιζαν πως είναι ένα απλό σπάσιμο ισχίου, είναι τελικά ένας επιθετικός καρκίνος εντέρου. Κι έτσι αρχίζει το ψέμα. Δεν θα το πουν ποτέ στην ετοιμοθάνατη πως πεθαίνει.

Η Σιμόν συνειδητοποιεί πως δεν υπάρχει γυρισμός και προσπαθεί να διαχειριστεί το πένθος για κάποιον που θα πεθάνει, όσο αυτός είναι ακόμα ζωντανός. Και μετατρέπεται στην καλή κόρη, είναι συνέχεια εκεί, δεν ακολουθεί τον Σαρτρ στις υποχρεώσεις τους κ.ο.κ. Φυσικά δεν μπορεί να είναι η καλή κόρη. Η μάνα της της λέει πως δεν θέλει να μένει εκείνη τα βράδια, γιατί τη «Φοβίζει». Η μάνα της που γίνεται όλο και πιο ιδιότροπη και χειριστική, αλλά συνάμα πιο ανθρώπινη και διεκδικητική από όσο είχε υπάρξει στον βίο της που δεν ήταν ευτυχισμένος. Η μάνα της που συνεχίζει να χειρίζεται τις κόρες της με τον ίδιο τρόπο, τη Σιμόν με δέος και απόσταση, ενώ την Πουπέτ την έχει δεδομένη και λίγη. Δεν αλλάζουν οι σχέσεις των ανθρώπων στο νεκροκρέβατο.

Η Σιμόν ντε Μποβουάρ δεν κρύβεται, και καταφέρνει να μας μεταφέρει κι εμάς εκεί, στο δωμάτιο νοσοκομείου της μητέρας της, να μεταφερθούμε κι εμείς για αυτόν τον μήνα στον εξωπραγματικό κόσμο του να έχεις κάποιον ετοιμοθάνατο, κι όλα να περιστρέφονται μόνο από αυτή τη γνώση. Η ζωή σου αλλάζει, σημαντικά γεγονότα είναι μόνον αν πέρασε ο γιατρός, αν ήταν καλές οι νοσοκόμες της βάρδιας, αν ήταν καλή η νύχτα. Η ετοιμοθάνατη Φρανσουάζ στέφεται βασίλισσα τη μοναδική στιγμή της ζωής της που παύει να τη νοιάζει. Ή μπορεί ακόμα να τη νοιάζει. "Έπρεπε να βρεθώ εδώ για να σας έχω και τις δυο συνέχεια κοντά μου", τους λέει. Όσο γίνεται ακόμα πιο αδηφάγα σε σχέση με την προσοχή τους.

Η Μποβουάρ έγραψε αυτό το κείμενο για να λυτρωθεί προσωπικά από το φάσμα του θανάτου. Ταυτόχρονα όμως, το βιβλίο είναι λυτρωτικό και για τον αναγνώστη, γιατί είναι αφόρητα ειλικρινές. Η Σιμόν δεν κρύβει τίποτα, αφήνεται να πει την αλήθεια της, διαφορετική για τον καθένα που ζει το αντίστοιχο και ταυτόχρονα τόσο ίδια. Πονάνε οι λέξεις της. Την ίδια σίγουρα περισσότερο. Αλλά οι λέξεις έχουν αυτή την ιδιότητα, να σε πονάνε όσο σε βοηθάνε να διαχειριστείς το συναίσθημα.

Η Μποβουάρ εδώ είναι ανθρώπινη. Κατεβαίνει από τις αφίσες στα δωμάτια των μανάδων μας, γίνεται σχεδόν δική μας. Κατεβαίνει από το βάθρο της στο φαντασιακό μας, και γίνεται ένα με όλους. Όλους τους ανθρώπους που χάνουν έναν γονιό ή ένας αγαπημένο και δεν αντέχουν τη θνητότητα. Ο θάνατος δεν μπορεί να είναι γλυκός. Όμως είναι πάντα θάνατος. Αυτό που έχει σημασία είναι πως τον διαχειρίζονται οι ζωντανοί.

Αν κι τα βιώματά μου σε σχέση με τον θάνατο πολύ δικών μου ανθρώπων είναι πολύ διαφορετικά, το βιβλίο με πότισε με συναίσθημα. Με εξουθένωσε. Και ταυτόχρονα με βοήθησε να διαπραγματευτώ τον χαμό τους. Δεν ξέρω πολλά άλλα κείμενα που μπορούν να παινευτούν για κάτι τόσο σπουδαίο.


                    Κατερίνα Μαλακατέ



"Ένας πολύ γλυκός θάνατος", Simone de Beauvoir, μτφ. Γιώργος Ξενάριος, εκδ. Μεταίχμιο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου