Αν κανείς ξεκινήσει να διαβάζει κριτικές για το «Ζούσαμε πάντα σ' ένα κάστρο», σίγουρα θα σκοντάψει στο χαρακτηρισμό «γοτθικό μυθιστόρημα» ή έστω στο «μυθιστόρημα τρόμου». Αν και η Shirley Jackson- που γεννήθηκε το 1916 και πέθανε το 1965- θεωρείται μετρ του είδους, εγώ πιστεύω πως το βιβλίο αδικείται αν κατηγοριοποιηθεί μόνον έτσι.
Το «Ζούσαμε πάντα σ ένα κάστρο» είναι ένα βιβλίο για τη διαφορετικότητα, την ανικανότητα να λειτουργήσεις σε έναν κόσμο που δεν σε αποδέχεται, την ψυχική αποξένωση από τους άλλους, την τρέλα και την αγοραφοβία. Είναι μια κραυγή για βοήθεια και ταυτόχρονα μια έκκληση για ανοχή.
Δυο αδελφές, η Κόνστανς και η Μέρικατ Μπλάκγουντ, ζουν μαζί με τον ανάπηρο θείο τους σε ένα παλιό αρχοντικό. Έξι χρόνια πριν, η υπόλοιπη τους οικογένεια ξεκληρίστηκε γιατί κάποιος έβαλε αρσενικό στη ζάχαρη. Η Κόνστανς δεν τρώει ζάχαρη, η Μέρικατ ήταν τιμωρημένη στο δωμάτιο της «να κοιμηθεί χωρίς να φάει βραδινό» και ο θείος τους έβαλε μικρή ποσότητα κι έμεινε μισερός. Η Κόνστανς κατηγορήθηκε για τους φόνους, αλλά αθωώθηκε. Έκτοτε οι τρεις τους ζουν απομονωμένοι από το υπόλοιπο χωριό, μόνο η 18χρονη Μέρικατ πηγαίνει μια φορά την εβδομάδα εκεί για προμήθειες. Τα παιδιά, αλλά και οι μεγάλοι, την κοροϊδεύουν. Οι ισορροπίες θα ανατραπούν όταν θα εμφανιστεί ο ξάδελφος Τσαρλς, θα γοητεύσει την 28χρονη Κόνστανς και θα εξαγριώσει τη «χαζούλα Μέρικατ».
Οι χαρακτήρες των δύο κοριτσιών είναι αριστοτεχνικά κεντημένοι. Η Τζάκσον καταφέρνει να μιλήσει για όλους αυτούς τους ανθρώπους που νιώθουν αποκομμένοι από τους άλλους, δείχνει την ψυχολογία του πλήθους και της αγέλης, την ανικανότητα της κοινωνίας να ανεχτεί αυτόν που διαφέρει. Οι μικρές λεπτομέρειες είναι που δίνουν στο βιβλίο την ατμόσφαιρα: το παλιό αρχοντικό, οι εμμονές της Μέρικατ, τα σερβίτσια, τα φαγητά. Η συγγραφέας δείχνει να έχει εμμονή με το φαγητό και το θάνατο.
Το «Ζούσαμε πάντα σ’ ένα κάστρο» είναι ένα βιβλίο τρόμου μόνο στο βαθμό που μας τρομάζει η ανθρώπινη φύση. Στην πραγματικότητα είναι ένα βιβλίο διερεύνησης, μια ιστορία για το πώς αντιδρά ο καθένας όταν νιώθει πώς δεν ανήκει πουθενά. Και στο τέλος μόνον, βρίσκει, με όποιον τρόπο, την δική του γωνιά στον κόσμο.
Ομολογώ πως δεν ήξερα την Shirley Jackson, αν και σχεδόν όλα τα σύγχρονα μυθιστορήματα που μιλούν για στοιχειωμένα σπίτια έχουν ως αρχέτυπο το δικό της, The Haunting of Hill House. Πιθανότατα με τη φόρα που πήρα με τις ιστορίες τρόμου, ήρθε η ώρα να το διαβάσω κι αυτό.
Κατερίνα Μαλακατέ
"Ζούσαμε πάντα σ' ένα κάστρο", Shirley Jackson, μετ. Βάσια Τζανακάρη, εκδ. Μεταίχμιο, 2016, σελ. 245
Καμία σχέση με λογοτεχνία τρόμου. Όποιος το πάρει για να τρομάξει θα απογοητευτεί. Είναι ένα άκρως συγκινητικό και ατμοσφαιρικό μυθιστόρημα που σε βυθίζει στη μελαγχολία ειδικά με το τέλος του. Εξαιρετικό!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕ.Γ.
Ναι, συμφωνούμε. Έτσι ακριβώς.
ΔιαγραφήΤο έχω στο ράφι με τα αδιάβαστα ακόμα. Αλλά δε νομίζω μετά τον Everett που διάβασα τελευταία να πάω σε αυτό. Δεν μου κολλάει
ΑπάντησηΔιαγραφήΠέτρος.
Όχι, δεν ταιριάζει μετά από Εβέρετ.
ΔιαγραφήΆλλο ένα βιβλίο που έχω στα "προσεχώς". :-)
ΑπάντησηΔιαγραφήΕπίσπευσέ του
Διαγραφή