11/7/19

"εκεί που ζούμε", Χρίστος Κυθρεώτης




Αυτό που εντυπωσιάζει στο βιβλίο του Χρήστου Κυθρεώτη, «εκεί που ζούμε», είναι η αφηγηματική άνεση, ο αβίαστος τρόπος με τον οποίο ακολουθούμε τη φωνή του πρωτοπρόσωπου αφηγητή και κεντρικού χαρακτήρα, Αντώνη Σπετσιώτη, σαν να είναι κάποιος δικός μας άνθρωπος, ίσως κι ο άλλος μας εαυτός. Θα μπορούσες να διαβάζεις ένα τέτοιο μυθιστόρημα συνέχεια, να έχεις τον ήρωα πλάι σου για πολλές σελίδες. Όμως -κι εδώ ίσως είναι κλειδί της ιστορίας-, ο συγγραφέας έχει βάλει όριο, ξέρουμε από την αρχή πως θα παρακολουθήσουμε μόνο μία μέρα από τη ζωή του Σπετσιώτη, και μάλιστα γνωρίζουμε τι θα κάνει ή τι προγραμματίζει να κάνει μέσα σε αυτή. Αυτό το αφηγηματικό πλαίσιο απελευθερώνει τον αναγνώστη κι απογειώνει το βιβλίο. 

Ο Αντώνης είναι δικηγόρος, βρέθηκε στη δικηγορία λίγο πολύ τυχαία, 35αρης, «συνεργάτης» σε ένα γραφείο. Έχει δύο μεγάλες σχέσεις πίσω του, τη Στέλλα και την Άννα, και δυο χωρισμένους γονείς. Αυτή τη Παρασκευή πρέπει πρώτα να αντιμετωπίσει μια ζόρικη υπόθεση στο δικαστήριο – ένα κέντρο αισθητικής έχει βάλει μια κυρία να υπογράψει ένα σωρό αποδείξεις για θεραπείες και τώρα κινδυνεύει να χάσει το σπίτι της-, να δει την πρώτη του κοπέλα τη Στέλλα με την οποία δεν έχει ξεκόψει, να συνοδέψει τον πατέρα του από το Χαλκούτσι στο Δήλεσι, όσο εκείνος οδηγεί ένα γεωτρύπανο, και τελικά αργά το βράδυ να βρεθεί στα «γενέθλια» ενός μπαρ, για να τα πει με την πρώην του, την Άννα. 

Ο Αντώνης είναι ένας χαρακτηριστικός άνθρωπος της γενιάς μας, καλών προθέσεων και πάστας, έξυπνος, απομονωμένος, σε μια δουλειά που δεν μοιάζει καθόλου ιδανική, χαμένος και αποπροσανατολισμένος, αλλά ταυτόχρονα τρυφερός και δοτικός. Ο Αντώνης νοιάζεται∙ για τη μάνα του που σπατάλησε τη ζωή της με τον πατέρα του πριν τον χωρίσει, για τον πατέρα του που κατέληξε μόνος σε ένα παράπηγμα στο Χαλκούτσι, αλλά πέρασε και τη ζωή του μόνος πάνω σε ένα γεωτρύπανο, γιατί αγαπούσε πολύ τη δουλειά του, για τις παλιές κοπέλες του, ακόμα και για την αγαθή πελάτισσα του ινστιτούτου αισθητικής. Αυτό δεν τον εμποδίζει να εκνευρίζεται, να χαίρεται, να μην μπορεί να δει τον εαυτό του ειλικρινά. Ο Αντώνης σε δύο μήνες θα φύγει από την Ελλάδα γιατί τον πήραν σε μια θέση στο εξωτερικό που ούτε καν ξέρει τι είναι, και δεν το ‘χει πει σε κανέναν, ούτε στην ίδια του τη μάνα. 





Οι ήχοι και οι εικόνες της πόλης πρωταγωνιστούν στο μυθιστόρημα. Κι η Ελλάδα της κρίσης. Αυτό όμως που το ξεχωρίζει, και το κάνει ένα από καλύτερα βιβλία που διάβασα φέτος, είναι η καθαρότητα. Ο ήρωας του Κυθρεώτη ψάχνει να βρει τον εαυτό του ή μάλλον προσπαθεί να υπερασπίσει αυτό που είναι ο εαυτός του, με μεγάλη δύναμη, η φωνή του είναι ξεκάθαρη, κι όταν ουρλιάζει, κι όταν ψιθυρίζει, κι όταν είναι δίκαιος, κι όταν είναι άδικος. Δεν έχει σημασία αν συμφωνείς ή όχι μαζί του, αν ταυτίζεσαι ή όχι, σου αρκεί που τον ξέρεις. Σπάνια συγγραφέας μπαίνει τόσο στο πετσί του ήρωά του. 

Το «εκεί που ζούμε» είναι ευκολοδιάβαστο και πολυεπίπεδο μαζί, βουτάει στα βαθιά της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης, ακόμα και στους δευτεραγωνιστές, ειδικά στη φιγούρα του πατέρα. Αποδεικνύει πως η λογοτεχνία, τις περισσότερες φορές, φτιάχνεται από τα χωμάτινα υλικά του εαυτού μας, κι όχι μόνο από τη δομή και τη φόρμα. Ο Χρίστος Κυθρεώτης τα κατάφερε, έστησε ένα μυθιστόρημα που ακούγεται περίτεχνο- 440 σελίδες για μία μόνο μέρα ενός ήρωα- μα απελευθερώθηκε από τη μεγάλη παράδοση των μοντερνιστικών μυθιστορημάτων σε αυτή τη μανιέρα, έβαλε ψυχή και τον εαυτό του, κι έγραψε ένα βιβλίο που είμαι σίγουρη πως θα τον καθιερώσει ως έναν από τους βασικούς εκπροσώπους της γενιάς μας. 



                                                                    Κατερίνα Μαλακατέ


 
"εκεί που ζούμε", Χρίστος Κυθρεώτης, εκδ. Πατάκη, 2019, σελ. 440














Υ.Γ. 42 Η πρώτη φωτογραφία στην ανάρτηση είναι δικιά μου, η τελευταία της Αγγελικής Μποζίκη. Η φωτογραφία εξωφύλλου πάντως είναι του Ιάκωβου Ανυφαντάκη. 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου