Ένας άντρας πέφτει νεκρός από τον ουρανό στην ταράτσα του σπιτιού του Βαγγέλη και της Μάρως στο Γκντανσκ. Οι δυο τους έχουν μεταναστεύσει σχετικά πρόσφατα εκεί, η Μάρω είναι γιατρός και βρήκε σχεδόν αμέσως δουλειά στην Πολωνία, ενώ ο Βαγγέλης, που ήταν δημοσιογράφος στα πολιτιστικά μιας εφημερίδας, παραμένει άνεργος. Ο Βαγγέλης παθαίνει εμμονή με τον νεκρό άντρα, που αποκαλύπτεται πως είναι ένας Αμερικανός ονόματι Ρέι Πάρκερ. Πιστεύει πως αν λύσει το μυστήριο —γιατί ένας Αμερικανός, κι όχι ένας μετανάστης που προσπαθούσε να μπει στην Ευρώπη, βρέθηκε στους τροχούς ενός αεροπλάνου αντί για την καμπίνα και πάγωσε ζωντανός— θα γράψει ένα τόσο φοβερό άρθρο που θα το πουλήσει ακριβά και η ζωή του θα ξαναμπεί σε τροχιά.
Ο Βαγγέλης περνάει τη μέρα του τρέχοντας με μια νεαρή Πολωνή, την Αγκάτα, και κάνοντας skype με συγγενείς και φίλους του Ρέι Πάρκερ. Μοιάζει να έχει χάσει εντελώς τον ρυθμό του, να μην μπορεί να ζήσει φυσιολογικά πια, αφού όλες οι σταθερές και τα ερείσματά του έχουν καταρρεύσει. Ξεψαχνίζει τη ζωή του Ρέι Πάρκερ, για να μην νιώθει τον πόνο του: είναι ένας αποτυχημένος, ο γάμος του διαλύεται, ο ίδιος είναι ένα συντρίμμι που δεν βρίσκει από πουθενά να πιαστεί.
Το «Κάποιοι άλλοι» είναι ένα μυθιστόρημα για τους ανθρώπους της κρίσης, ένα βιβλίο για την αποτυχία και τη ματαίωση, για τη μετανάστευση και τη ματαιότητα της ζωής. Αλλά κυρίως είναι ένα βιβλίο για τους ανθρώπους της γενιάς μας, εφοδιασμένους με πτυχία και προσδοκίες, με όνειρα ή και πλαστά όνειρα, για σταθερή δουλειά, και σπίτια και εξοχικά και δύο αυτοκίνητα και ευμάρεια, που συγκρούστηκαν μετωπικά με τον τοίχο της κρίσης. Η οικονομική δυσχέρεια, κάτι που δεν φανταζόταν ο ήρωας στην αρχή όταν έχασε τη δουλειά του, μα που κατάλαβε καλά δεκατέσσερις μήνες μετά που τελείωσαν τα λεφτά που είχε στην άκρη και αναγκάστηκε να "σκοτώσει" το αμάξι του, και μετά να δέχεται να τον τρέφει η γυναίκα του στην Πολωνία, κάνει τα πάντα να φαίνονται πιο σκοτεινά και δυσοίωνα. Ο Βαγγέλης έχει μια βίαιη πλευρά, είναι ένας άντρας συνηθισμένος στα προνόμια του, κι όταν ο κόσμος του γκρεμίζεται, αντιδρά με τρόπο αντισυμβατικό. Δεν είναι ένας πάντα συμπαθής χαρακτήρας. Όμως δεν μπορείς με σιγουριά και να τον αντιπαθήσεις, με κάποιον τρόπο, τον καταλαβαίνεις κι ας μην τον έκανες ποτέ φίλο.
Το μυθιστόρημα έχει στην αρχή μια άρρυθμη αίσθηση, που σε πετάει εκτός στην ανάγνωση, όμως όσο περνούν οι σελίδες και επικεντρώνεται στον ήρωα, βρίσκει πατήματα. Το αστυνομικό κομμάτι —οι έρευνες για τον Ρέι Πάρκερ— είναι μάλλον το πιο αδύναμο. Η δύναμή του είναι ο κεντρικός χαρακτήρας, που τραβάει ένα ζόρι πολύ κοινό, αν και το χειρίζεται με μάλλον αλλόκοτο τρόπο. Και η γλώσσα. Από κάποιο σημείο και μετά ο Ανυφαντάκης αφήνεται και η πρωτοπρόσωπη αφήγηση βρίσκει ορμή και σε παίρνει μαζί της, νιώθεις το βιβλίο να πάλλεται. Και οι επιτέλους ανθρώπινες ερωτικές σκηνές, χωρίς την τάχαμου αιδημοσύνη που μπλοκάρει τη λογοτεχνία μας τα τελευταία χρόνια.
Δεν έχω διαβάσει τα δύο προηγούμενα βιβλία του Ιάκωβου Ανυφαντάκη. Ανήκει σε μια πολλά υποσχόμενη γενιά για την πεζογραφία μας, ανθρώπων που έχουν διαβάσει πολύ κι αγαπούν πραγματικά αυτό που κάνουν. Το «Κάποιοι άλλοι» είναι ένα άρτιο μυθιστόρημα, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς πως πρώτη φορά ο συγγραφέας του δοκιμάζεται στη μεγάλη φόρμα. Και μια υπόσχεση, για ακόμα καλύτερα βιβλία στο μέλλον.
Κατερίνα Μαλακατέ
"Κάποιοι άλλοι", Ιάκωβος Ανυφαντάκης, εκδ. Πατάκη, 2019, σελ. 340
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου