Η Ντέιζι Τζόνσον γράφει μια διαταραγμένη εκδοχή του Οιδίποδα, ένα βιβλίο βαθύ, που πονάει τόσο, κι είναι σχεδόν αδύνατο να πιστέψεις πως το έγραψε μια γυναίκα γεννημένη το 1990. Μοιάζει το τραύμα να έχει διαποτίσει το βιβλίο, τόσο που η πραγματικότητα είναι αδύνατον πια να λεχθει με τις κανονικές λέξεις, πρέπει να βρεθούν άλλες, που να μην πονάνε τόσο.
Αυτό κάνουν η Γκρέτελ και η μητέρα της η Σάρα, εφευρίσκουν λέξεις, ψάχνουν τρόπους να ζήσουν πέρα από τα εσκαμμένα, να βάλουν το τέρας του νερού κάτω από την επιφάνεια, να το πνίξουν ή να πνιγούν μαζί του. Αλλά το Μπόνακ τις κατατρύχει. Οι δυο τους ζουν σε μια φορτηγίδα στο ποτάμι. Τελικά η Σάρα εγκαταλείπει την Γκρέτελ, εκείνη μεγαλώνει σε ανάδοχες οικογένειες, γίνεται λεξικογράφος, προσπαθεί να ξορκίσει την καινούργια γλώσσα, να ορίσει και να οριστεί από την παλιά. Δεκαέξι χρόνια μετά την εγκατάλειψη, χωρίς κανέναν φίλο, θα ψάχνει συνεχώς για κείνη, στην αστυνομία και τα νοσοκομεία. Και τελικά θα τη βρει. Μόνο που πια έχει χτυπήσει η άνοια.
Αναλογίζομαι τα ίχνη που αφήνουν πίσω οι αναμνήσεις μας, αν μένουν απαράλλαχτες ή μεταβάλλονται καθώς τις αναθεωρούμε με το πέρασμα του χρόνου. Αν είναι σταθερές όπως τα σπίτια και οι βράχοι, ή αν αποσαθρώνονται σιγά σιγά και αντικαθίστανται, επικαλύπτονται με άλλες. Όλα όσα θυμόμαστε περνούν από στόμα σε στόμα, από σκέψη σε σκέψη, δεν είναι ποτέ όπως ήταν στην πραγματικότητα. Αυτό με τρομάζει, με ταράζει. Δεν θα μάθω ποτέ τι στ' αλήθεια συνέβη.
Και θα βρει στοιχεία και για κείνο το αγόρι που τις συνάντησε λίγο πριν την εγκατάλειψη, τον Μάρκους, κι έμεινε μαζί τους. Και ποια προφητεία ακολουθούσε όταν άφησε την οικογένειά του. Και θα μάθει πως ο εαυτός της είναι ένα αντίγραφο. Η Σάρα και η Γκρέτελ, που έχουν αυτή την τελείως μη τυπική σχέση μάνας και κόρης, μοιάζουν να είναι η αρχετυπική μάνα και κόρη. Πληγώνουν γιατί πληγώνονται, σκοτώνουν για να αντέξουν.
Το βιβλίο κινείται σε έναν μαγικό χώρο, γιατί είναι σχεδόν αδύνατο να μιλήσεις ξεκάθαρα για πράγματα τόσο βαθιά κάτω από την επιφάνεια. Ο αναγνώστης συχνά χάνεται, ποιος μιλάει, για ποιον λέμε, τι συμβαίνει, αν υπάρχει. Όταν όμως τα κομμάτια ξεκαθαρίζουν, είναι φανερό πως τη μοίρα σου, ακόμα κι αν στην είπε μια τρανς χαρτορίχτρα, δεν μπορείς να την αποφύγεις. Και πως η μνήμη παίζει παιχνίδια με το σήμερα όσο κι αν φαίνεται πως το παρελθόν το έχεις αφήσει πίσω.
Δεν είμαι σίγουρη πως συμπαθώ το βιβλίο της Τζόνσον, φέρνει κοντά ένα σωρό πράγματα που συχνά παραμένουν ανείπωτα- κι ίσως είναι καλύτερα έτσι. Με βασάνισε όσο το διάβαζα, με έκανε να σκάψω σε μέρη που δεν θα ήθελα. Όμως μου άρεσε η χαώδης γυναικεία γραφή της, μετατρέπει όλες αυτές τις φωνές που ενοικούν μέσα στα γυναικεία μυαλά σε λογοτεχνία. Κι αυτό το κατόρθωσαν πολύ λίγες. Πόσο μάλλον σε τόσο νεαρή ηλικία.
Κατερίνα Μαλακατέ
"Κάτω από την επιφάνεια", Ντέιζι Τζόνσον, μετ. Μαρία Βαρδοπούλου, εκδ. Καστανιώτη, 2019, σελ.301
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου