Από την εκδήλωση για τις Λέσχες Ανάγνωσης και τη Φιλαναγνωσία |
Αν και στις μέρες που θα έρθουν θα πρέπει να με ανεχτείτε μάλλον όσο θα κάνω απολογισμό και δεν θα σταματήσετε να βλέπετε τη φράση «19η Διεθνής Έκθεση της Θεσσαλονίκης», στο κείμενο αυτό θα σας μιλήσω πιο πολύ για την εμπειρία.
Σε αυτή την Έκθεση λοιπόν, που στην ουσία είχε να γίνει από 2019 λόγω κόβιντ (παρεμβλήθηκε μια μισή προσπάθεια στην οποία δεν πήγα, ακόμα φοβόμασταν τα πλήθη και δικαίως) αυτό που ξεχώρισε ήταν η προσέλευση του κόσμου. Και ξεχώρισε σε δυο επίπεδα. Ήταν σαφώς περισσότερος ο αριθμός των επισκεπτών και η αύξηση ήρθε από τις τάξεις των αναγνωστών κι όχι των συγγραφέων.
Ναι, ούτε κι αυτή τη φορά η πόλη μπήκε στον «ρυθμό» της «Έκθεσης Βιβλίου», δεν είναι Φρανκφούρτη εδώ, στην πόλη δεν υπήρχε καν μια αφίσα, στα περίπτερα της Helexpo ούτε να μπάνερ να ενημερώνει πως γίνεται Έκθεση Βιβλίου. Για να μην πούμε πως δεν υπήρχε πουθενά το τυπωμένο πρόγραμμα των εκδηλώσεων, μονάχα ένα δυσχρηστο και βαρύ pdf, 102 (!) σελίδων. Όμως αυτή τη φορά δεν σκοντάφταμε όλο σε γνωστές φυσιογνωμίες στους διαδρόμους, δεν ήμασταν εμείς κι εμείς, η Έκθεση είχε παλμό γιατί απευθύνθηκε και στο αναγνωστικό κοινό. Πώς τα καταφέραμε τούτη τη φορά, αυτό πρέπει να διερευνηθεί.
Από την εκδήλωση για την εντυποαναπηρία |
Εδώ πιστεύω πως παίζει ρόλο η συλλογική δύναμη των σόσιαλ μίντια (δεν τα συμπαθώ τον τελευταίο καιρό γιατί δέχομαι συνεχώς επιθέσεις και βαρέθηκα να είμαι ο σάκος του μποξ του καθενός) αλλά πρέπει να τους το αναγνωρίσουμε. Αντίθετα από τη συνήθη γκρίνια, το κοινό που πλημμύρισε την Έκθεση (Σάββατο απόγευμα δεν μπορούσες καν να περάσεις, τόσο συμπαγές ήταν το πλήθος, και τουλάχιστον σε δυο σταντ εκδοτικών οίκων πωλητές μου είπαν επί λέξει «Θα μας φάνε ζωντανούς»), ήταν νεανικό. Δεν είναι η πρώτη φορά που εκδηλώσεις απευθύνονταν σε αυτό το κοινό, Φεστιβάλ πρωτοεμφανιζόμενων, νεαρών ποιητριών και ποιητών, κ.ο.κ. , μεγάλα ονόματα ξένων συγγραφέων, έχει κάθε χρόνο η Έκθεση, όμως τώρα οι νεαρότεροι αναγνώστες θεώρησαν πως αξίζει τον κόπο να δουν περί τίνος πρόκειται.
Και περί τίνος πρόκειται; Α, μα είναι μια γιορτή της λογοτεχνίας, όχι μιας λογοτεχνίας περίκλειστης, για λίγους μυημένους, για τον τάδε και τον δείνα, που θα τον δεις και θα πει μια καλή κουβέντα στον τάδε εκδοτικό. Είναι μια γιορτή όλης της λογοτεχνίας. Είναι ένα μέρος πια, που χωράει τους αναγνώστες. Είναι ένα μέρος που μπορείς να κάνεις Λέσχη Ανάγνωσης στα αγγλικά με μια Σέρβα συγγραφέα, και να έχεις έξηντα άτομα πολύ διαβασμένα, που μέχρι τώρα τα ήξερες μόνο από την Λέσχη στο zoom, να την κοιτάνε στα μάτια δια ζώσης ενώ καλά καλά δεν έχουν δει ποτέ εσένα, ενώ ταυτόχρονα στην Έκθεση την ίδια ώρα παρουσίαση έχει ο πιο αγαπημένος από τους ξένους συγγραφείς, ο Γκοσποντίνοφ, που φυσικά κι εκεί, η εκδήλωση είναι τόσο γεμάτη, που αφήνουν τη διερμηνεία γιατί δεν φτάνουν τα ακουστικά, και την κάνουν στα αγγλικά.
Στη Λέσχη με τη Λάνα Μπάστασιτς |
Κι όλα αυτά Παρασκευή απόγευμα, η πόλη είναι ακόμα σε ρυθμούς δουλειάς. Αλλά αγαπάει και ξέρει, ξέρει πια, οι αναγνώστες ξέρουν πια. Θυμάμαι πόσο διστακτικά είχα πάει στην πρώτη μου Έκθεση. Είχα κάτι να κάνω εκεί, παρουσίαση του «Σχέδιου» όμως ακόμα κι έτσι με τριβέλιζαν σκέψεις, μήπως μοιάζει παράταιρο, μα τι νόημα έχει, αυτά είναι μόνο για το κύκλωμα, κ.ο.κ. Τώρα δεν διακρίνω αυτόν τον δισταγμό πια, και δεν θα έπρεπε και να υπάρχει, η Έκθεση είναι υπέροχο λογοτεχνικό πανηγύρι. Και για αυτό ο κόσμος ανταποκρίνεται, δεν διστάζει. Γιατί μιλάμε για αυτό, γιατί προτρέπουμε κι άλλους να κάνουν το ταξίδι, από την Αθήνα, τη Λάρισα, τα Γιαννιτσά, την Πάτρα, από όλη την Ελλάδα, είδα αναγνώστες. Μέχρι τώρα έβλεπα μόνο επαγγελματίες του βιβλίου.
Τι άλλαξε φέτος για τους επαγγελματίες; Έγιναν βήματα κάπως δειλά να προσελκύσει η Έκθεση ξένους αντζέντηδες, να φτιάξει προγράμματα που αφορούν στο πώς λειτουργεί η ελληνική αγορά, μια κάποια εξωστρέφεια δημιουργήθηκε. Δεν άλλαξε η γνωστή ολιγωρία στην οργάνωση. Τιμώμενη χώρα η ΗΠΑ αλλά Αμερικάνους συγγραφείς, τη εξαιρέσει της Μεσούντ, δεν είδαμε. Ίσως μεγαλεπήβολο το αρχικό σχέδιο; Δεν ήταν. Αρκεί να υπήρχαν τα κονδύλια εγκαίρως, αρκεί οι άνθρωποι που τρέχουν χρόνια την Έκθεση να μπορούσαν να κινηθούν με άνεση στις προσκλήσεις. Γιατί πρέπει να σας πω πως όλο αυτό το τρέχει μια ομάδα μικρή και εξαιρετικά ικανή, που όμως τρέχει και δεν φτάνει ως την τελευταία στιγμή, σε έναν αγώνα δρόμου ταυτόχρονα ταχύτητας και αντοχής. Είναι κρίμα να εξαντλούμε τόσο σοβαρούς ανθρώπους.
Είδαμε βέβαια αγαπημένους Βαλκάνιους συγγραφείς, είδαμε τον Γκοσποντίνοφ, τη Μπουζάροφσκα, τη Μπάστασιτς (για αυτή, και την εμπειρία της Λέσχης μαζί της θα σας μιλήσω σε άλλο κείμενο, γιατί πραγματικά της αξίζει). Και φυσικά ήπιαμε με φίλους, φάγαμε πολύ καλά, κοιμηθήκαμε ελάχιστα, βάλαμε ατελείωτα διαφορετικά ρούχα για να μην φαινόμαστε ίδιες στις εκδηλώσεις. Αν το έζησα; Το έζησα στο έπακρο, το απόλαυσα. Λίγο μετανιώνω που δεν κατάφερα να μιλήσω με όλες όσες με πλησίαζαν μετά τις εκδηλώσεις, όλο και κάποιος με τραβούσε για μια δήλωση στην ΕΡΤ 3, μια συνάντηση, μια γνωριμία. Εγώ στην πραγματικότητα ήθελα να αγκαλιάσω τους αναγνώστες και τις αναγνώστριες, αυτές που λέγαν «θέλω πολύ να σε γνωρίσω».
Του χρόνου πάρτε την παρέα σας κι ελάτε στην Έκθεση. Σαν εκδρομή αν είστε μακριά, σαν μια εξαντλητική βόλτα αν είστε κοντά. Καθίσαμε στα πατώματα, σύραμε το κορμί μας από τη μια εκδήλωση στην άλλη, κάναμε πάνελ πολύ σοβαρά ενώ ακόμα πολύ αλκοόλ έτρεχε στις φλέβες μας, γύρισα γεμάτη δώρα, μπλουζάκια, σελιδοδείκτες, μαγνητάκια, πολλά, ατελείωτα βιβλία (έπεφτε η βαλίτσα μου από το βάρος). Γύρισα γεμάτη δώρα, και τους φίλους μου θέλω να τους κάνω αγκαλιά και σήμερα. Αλλά δεν μπορώ, είναι στη Θεσσαλονίκη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου