Όχι, δεν πρόκειται για κωμωδία με τον Θανάση Βέγγο, εδώ πρωταγωνιστής είναι ο θάνατος και παρά τα εκατομμύρια των κομπάρσων και των θεατών, στο τέλος, δεν γελούν παρά μόνο ελάχιστοι! Η κοκαΐνη, η κόκα, κυβερνά όλο τον κόσμο, και μόνο κατ' ευφημισμόν μπορείς πια να την αποκαλείς άσπρη σκόνη, όταν αφήνει τόσο αίμα πίσω της!
Ο Ρομπέρτο Σαβιάνο κράτησε για τον εαυτό του την πιο τιμητική θέση που μπορεί να βιώσει ένας συγγραφέας, όμως την πλήρωσε με το πιο βαρύ τίμημα. Έγινε, ο ίδιος, μυθιστορηματικός ήρωας στην πραγματική ζωή – κάτι παρόμοιο έγινε και ο Σάλμαν Ρούσντι, περισσότερο εν αγνοία του αλλά με αντίστοιχο βαρύ τίμημα. Η περίπτωση Σαβιάνο εντυπωσιάζει. Συχνά, σκέφτομαι ότι, εξαιτίας των αποκαλύψεών του έχασε την ελευθερία του και πλέον ζει σε καθεστώς εθελούσιας ομηρίας. Όμως, καθώς διαβάζω τα βιβλία του, αρχίζω ν' αναρωτιέμαι εγώ για την κατάσταση της ελευθερίας μου και να διατηρώ βάσιμες αμφιβολίες για την ακεραιότητά της! Παλιότερα είχα δει την ταινία “Γόμορρα” που βασιζόταν στις αποκαλύψεις του Σαβιάνο για τη Μαφία και είχα απογοητευτεί οικτρά, τόσο που δεν μπήκα στο κόπο να διαβάσω και το βιβλίο. Στο τελευταίο του βιβλίο, ασχολείται με τα καρτέλ των ναρκωτικών και τον ανελέητο πόλεμο που έχει ξεσπάσει για την επικράτηση του ενός εναντίον των υπολοίπων και όλων εναντίον του κράτους και της αστυνομίας. Οι θάνατοι σε αυτόν τον σύγχρονο πόλεμο είναι πολλοί, αλλά τα νούμερα δεν λένε και πολλά από μόνα τους. Η απάντηση του Σαβιάνο είναι αποστομωτική: “Νούμερα και αριθμοί. Εγώ βλέπω μόνο αίμα και χρήμα”. Για να υπολογίσεις το αίμα, πρέπει πρώτα να υπολογίσεις το χρήμα. Πόσο χρήμα βλέπει λοιπόν;
Δεν υπάρχει αγορά στον κόσμο που να αποδίδει περισσότερο από αυτή της κοκαΐνης. Δεν υπάρχει οικονομική επένδυση στον κόσμο που να αποφέρει τόσα όπως όταν επενδύεις στην κοκαΐνη. Ακόμα και τα ρεκόρ που σημειώνονται στην άνοδο τιμών των μετοχών δεν μπορούν να συγκριθούν με τους “τόκους” που δίνει η κόκα. Το 2012, την χρονιά που βγήκαν στην αγορά το iPhone5 και το mini iPad, η Apple έγινε η πιο κεφαλαιοποιημένη εταιρία που εμφανίστηκε ποτέ σε δελτίο τιμών μετοχών. Οι μετοχές της Apple γνώρισαν άνοδο στο χρηματιστήριο της τάξης του 67 τοις εκατό σε ένα μόνο χρόνο. Μια αξιοσημείωτη άνοδος για τους αριθμούς της οικονομίας. Αν είχες επενδύσει χίλια ευρώ σε μετοχές της Apple στις αρχές του 2012, τώρα θα είχες χίλια εξακόσια εβδομήντα. Όχι κι άσχημα. Αν είχες επενδύσει όμως χίλια ευρώ σε κοκαΐνη στις αρχές του 2012, τώρα θα είχες εκατόν ογδόντα δύο χιλιάδες: εκατό φορές παραπάνω απ' ό,τι επενδύοντας στον μετοχικό τίτλο που σημείωσε το ρεκόρ της χρονιάς!
Άρα, πολύ αίμα! Δεν τρέφω καμιά ιδιαίτερη εκτίμηση προς τα ναρκωτικά – το μόνο ναρκωτικό που επιτρέπω στον εαυτό μου είναι η λογοτεχνία (θυμάμαι την φράση του Πεσσόα ότι “η λογοτεχνία είναι η ομολογία ότι η ζωή δεν αρκεί”)! Ωστόσο, αντιλαμβάνομαι την γοητεία που αυτά ασκούν πάνω στους ανθρώπους, η οποία εν πολλοίς, οφείλεται στην άγνοιά τους για τις επιπτώσεις στην υγεία και δευτερευόντως, στην άγνοιά τους γύρω από την ανηλεή εκμετάλλευση που αυτά κρύβουν πίσω από την “αθώα” εμφάνισή τους. Η χρήση ναρκωτικών λοιπόν, είναι μια έτερη, εύκολη και πανάρχαια, ομολογία ότι η ζωή δεν αρκεί. Οι άνθρωποι φαίνεται πως έχουν την ανάγκη τους και ο σύγχρονος τρόπος ζωής το επισημαίνει με τον πλέον εμφατικό τρόπο.
Δεν είναι ηρωίνη, που σε κάνει σαν ζόμπι. Δεν είναι χόρτο, που σε χαλαρώνει και σου κοκκινίζει τα μάτια. Η κόκα είναι ναρκωτικό που σε ωθεί να δράσεις. Με την κόκα μπορείς να κάνεις οτιδήποτε. Προτού σκάσει η καρδιά σου, προτού το μυαλό σου γίνει πουρές, προτού το πουλί σου πλαδαρέψει για πάντα, προτού το στομάχι σου γίνει μια πληγή γεμάτη πύον, πριν απ' όλ' αυτά, θα δουλεύεις περισσότερο, θα διασκεδάζεις περισσότερο, θα πηδάς περισσότερο. Η κόκα είναι η εξαντλητική απάντηση στην πιο επιτακτική ανάγκη της σημερινής εποχής: την απουσία ορίων.
Η αφήγηση των ιστοριών του Σαβιάνο νιώθεις ότι έχει βγει από τις καλύτερες μυθιστορηματικές σελίδες του Μπολάνιο! Εγκλήματα, βασανιστήρια, μακιλαδόρες, φτωχές συνοικίες και μέρη του Μεξικού, Σονόρα, Τιχουάνα, Γκουανταλαχάρα, ένα σύμπαν κατευθείαν από την πηγή του 2666. Από τα μεγάλα καρτέλ της δεκαετίας του ΄70 με τα παντοδύναμα μπος της κόκας μέχρι την σύγχρονη εποχή όπου οι πρακτικές του ναρκεμπορίου έχουν γίνει πιο ευέλικτες, τεχνολογικά εξοπλισμένες και ασύλληπτα πιο βίαιες, η συνταγή της επιτυχίας, παραμένει πάνω κάτω η ίδια: απόλυτη εξόντωση των αντιπάλων, λάδωμα των αστυνομικών/δικαστικών/πολιτικών, εκμετάλλευση των φτωχών ανθρώπων που βρίσκουν στην παραγωγή κόκας μια ευκαιρία να ζήσουν υποφερτά και πολλή φιλανθρωπία, αγαθοεργίες, χτίσιμο σχολείων/εκκλησιών, ό,τι χρειάζεται έτσι ώστε να εξαλειφθούν οι τύψεις, οι οποίες σε αυτές τις φτωχές και εξαθλιωμένες περιοχές του πλανήτη είναι ήδη πολύ ισχνές.
Το Μεξικό αποτελεί το μάτι του κυκλώνα του σύγχρονου ναρκεμπορίου. Πολλή βία που φέρνει δύναμη που φέρνει χρήμα. Πήρε την σκυτάλη από την Κολομβία ύστερα από την κατάρρευση της αυτοκρατορίας του Πάμπλο Εσκομπάρ – η βία μεταφέρθηκε στο Μεξικό αλλά η Κολομβία, με έναν πιο “ορθολογικό” τρόπο διαχείρισης, με πολλά μικρά αυτόνομα καρτέλ, συνεχίζει να παράγει παραπάνω από την μισή κοκαΐνη που διακινείται ανά τον κόσμο. Στο βιβλίο γίνεται επίσης λόγος για την ραφινάτη μαφία της Καλαβρίας καθώς και για την ψυχρή και βλοσυρή Ρώσικη μαφία. Τις αφηγήσεις του Σαβιάνο, προσπάθησα να τις αντιπαραβάλω με άλλες που έχω διαβάσει από το κόσμο της λογοτεχνίας. Συνεχώς, πετάριζαν στο μυαλό μου εικόνες και ονόματα συγγραφέων, που όμως δεν κατάφερα να κατονομάσω (για την Κολομβία θα μπορούσα να σκεφθώ το βιβλίο του Βάσκεζ, το οποίο δεν έχω ακόμη διαβάσει και γι' αυτό το άφησα απ' έξω) πέρα από την αδιαμφισβήτητη παρουσία του Μπολάνιο, κυρίως στις αφηγήσεις που αφορούσαν το Μεξικό.
Το βιβλίο του Σαβιάνο, σαφώς και διαθέτει λογοτεχνικές αρετές. Δεν έχει την αυστηρότητα ενός ντοκουμέντου που διανθίζεται κατά τόπους με προσωπικές κρίσεις του γράφοντος (όπως συνέβη με το άλλο συγκλονιστικό ντοκουμέντο για την κρεατοφαγία, το “Τρώγοντας ζώα” του Τζόναθαν Φόερ), αλλά διαθέτει μια αφήγηση πάλλουσα και ζωντανή που σε κάνει να ξεχνιέσαι, να βυθίζεσαι στις ιστορίες του και τις βίαιες καταλήξεις τους. Τα μπος των ναρκωτικών, ετούτοι οι μυθιστοριοποιημένοι ήρωες των αφηγήσεων του Σαβιάνο, διατρέχουν τα στάδια ενός δυνατού μυθιστορηματικού ήρωα με τραγικές, ως επί το πλείστον, καταλήξεις. Όμως ο αναγνώστης δεν προλαβαίνει να ανακουφίσει την οργή που έχει συσσωρεύσει κατά την ανάγνωση, το κενό της εξουσίας καλύπτεται άμεσα, η οργή επανατροφοδοτείται, είναι πολλά τα λεφτά, δεν υπάρχει αρκετός χρόνος για να λάβουμε υπόψιν την συναισθηματική του αποφόρτιση. Όμως στην ουσία, διαβάζεις την πιο πετυχημένη συνταγή γρήγορου χρήματος και μερικά αποσπάσματα του βιβλίου, σε επαναφέρουν στην πραγματικότητα και στα όσα δεν γνωρίζεις για αυτήν.
Η κόκα είναι εκείνο το συστατικό χωρίς το οποίο δε θα μπορούσε να υπάρχει καμία ζύμη. Ακριβώς όπως το αλεύρι που και στην Ιταλία και στη Νότιο Αμερική καταγράφεται με τόσο περισσότερα μηδενικά όσο μεγαλύτερη είναι η καθαρότητά του. Μηδενικά όπως οι πληγές διαμέσου των οποίων μπορείς να κοιτάξεις τον κόσμο. Μηδενικά σαν βάραθρα να γκρεμιστείς.
Μηδέν, όπως ο φακός στο κανοκιάλι με το οποίο παρατηρείς τον αντικατοπτρισμό του άσπρου χρυσού, της καλύτερης κόκας: 000.
Το παλιό ρητό “Ο,τι πληρώνεις, παίρνεις” δεν ισχύει στο εμπόριο της κοκαΐνης. Γιατί να πάνε χαμένα τόσα χρήματα για ένα άτομο που είναι βάναυσα εξαρτημένο από την κοκαΐνη και στην απελπισία του θα μπορούσε να σνιφάρει οτιδήποτε; Η κοκαΐνη νοθεύεται σχεδόν ολοκληρωτικά. Η “κομμένη” κοκαΐνη είναι ασύλληπτα προσοδοφόρα και αποφέρει πολλαπλάσια κέρδους. Το σύγχρονο ρητό είναι πλέον “Ό,τι παίρνεις, το πληρώνεις” και μάλιστα πολύ ακριβά σε σχέση με την ποιότητά του. Μια παγκόσμια κοροϊδία λοιπόν, την οποία οι άνθρωποι αποδέχονται και φαίνεται να αποζητούν μάλιστα, αν κρίνουμε από τα ποσοστά ζήτησης της κόκας.
Στο τέλος του (εξαιρετικού και υπεύθυνου για την απώλεια δυο/τριών βραδιών ήρεμου ύπνου!) βιβλίου, στις ευχαριστίες, ο συγγραφέας ευχαριστεί τους Έλληνες αναγνώστες που μπαίνουν σε τέτοιο κίνδυνο διαβάζοντας το βιβλίο του. Γιατί όπως δηλώνει, οι μαφίες δεν φοβούνται τόσο τους συγγραφείς όσο φοβούνται τους αναγνώστες.
Τι ρισκάρεις με το διάβασμα; Πάρα πολλά. Το να ανοίγεις ένα βιβλίο, να ξεφυλλίζεις τις σελίδες του είναι επικίνδυνο. Μόλις ανοίξουν οι σελίδες του Εμίλ Ζολά ή του Βαρλαάμ Σαλάμοφ, δεν μπορείς πια να γυρίσεις πίσω. Το πιστεύω ακράδαντα. Ο ίδιος ο αναγνώστης όμως συχνά αγνοεί ότι, μαθαίνοντας αυτές τις ιστορίες, κινδυνεύει. Δεν αντιλαμβάνεται τον κίνδυνο. Αν μπορούσα στ΄ αλήθεια να ποσοτικοποιήσω τη ζημιά που υφίστανται οι εξουσίες από τα μάτια που γνωρίζουν, από τα άτομα που θέλουν να μάθουν, θα προσπαθούσα να φτιάξω ένα διάγραμμα. Οι συλλήψεις, οι φυλακές και τα δικαστήρια ισοδυναμούν με το μισό του μισού σε σχέση με τον κίνδυνο που μπορεί να γεννήσει η γνώση των μηχανισμών, των γεγονότων, η αίσθηση να νιώθεις αυτές τις ιστορίες δικές σου, κοντινές σου.
Σοκαρίστηκα με τις ιστορίες του Σαβιάνο, εκνευρίστηκα με την εκμετάλλευση που υφίστανται οι άνθρωποι, αγανάκτησα με την ηλιθιότητα κάποιων άλλων και με την άγνοια των περισσοτέρων. Μα πιο πολύ ταυτίστηκα και βρήκα ανακούφιση, μέσα σ' αυτό το σκληρό βιβλίο, σε ετούτες τις λιγοστές φράσεις που ακολουθούν και συνοψίζουν την πιο σύντομη αλήθεια που θέλω να κουβαλώ σαν φυλαχτό στο πορτοφόλι μου.
Τρέφω όμως ακόμα σεβασμό. Σεβασμό για όποιον διαβάζει. Για όποιον αποσπά ένα σημαντικό κομμάτι του χρόνου της ζωής του για να χτίσει μια καινούρια ζωή. Τίποτα δεν είναι πιο ισχυρό από την ανάγνωση, κανείς δεν είναι πιο ψεύτης απ' όποιον ισχυρίζεται ότι το να διαβάζεις ένα βιβλίο είναι μια παθητική πράξη. Το να διαβάζεις, να ακούς, να μελετάς, να καταλαβαίνεις είναι ο μόνος τρόπος για να χτίσεις μια ζωή πέρα απ' τη ζωή, μια ζωή στο πλάι της ζωής. Η ανάγνωση είναι μια επικίνδυνη πράξη, γιατί δίνει μορφή και διαστάσεις στα λόγια, τα ενσαρκώνει και τα σκορπίζει προς όλες τις κατευθύνσεις. Αναποδογυρίζει τα πάντα, κάνει να πέσουν απ' τις τσέπες του κόσμου κέρματα και εισιτήρια και σκόνη.
Μαραμπού
"Μηδέν μηδέν μηδέν : Πώς η κοκαΐνη κυβερνά τον κόσμο", Ρομπέρτο Σαβιάνο, μετ. Μαρία Οικονομίδου, εκδ. Πατάκη, 2014, σελ. 576