2/1/15

"O Δράκος της Πρέσπας Ι- Η κοιλάδα της λάσπης", Ιωάννα Μπουραζοπούλου





Είναι γνωστό πως μια αδυναμία - και δύο και τρεις- στην γραφή της Ιωάννας Μπουραζοπούλου την έχω. Μου αρέσει η καθαρότητά της, ο τρόπος που καμιά κλωστή δεν μένει να αιωρείται στις ιστορίες της, η εμμονή της στην δυστοπία σε πείσμα του ελληνικού αναγνωστικού κοινού που θέλει συνέχεια να διαβάζει για τις χαμένες του πατρίδες και το γλυκό κυδώνι.

Στην "Κοιλάδα της Λάσπης" - το πρώτο μέρος της Τριλογίας "Ο Δράκος της Πρέσπας"- η Μπουραζοπούλου για πρώτη φορά αφήνει τον εαυτό της να ανοιχτεί, φαίνεται να μην κρατά με την ίδια σταθερότητα την μπαγκέτα της πλοκής. Αυτό είναι και κακό και καλό. Χάνει κάτι από την ενάργεια που χαρακτηρίζει τα άλλα της βιβλία, αλλά κερδίζει σε επικές-μυθικές διαστάσεις.

Σε χρόνο μελλοντικό λοιπόν, οι Πρέσπες έχουν γίνει μία λίμνη κι εκεί δεσπόζει ο Δράκος. Ένα πλάσμα με αρκετές δρακολογικές και θεϊκές ιδιότητες, που μπορεί να ελέγχει τα καιρικά φαινόμενα, που βιάζει και δολοφονεί, που δημιουργεί πάθη έντονα, επιστημονικά, ερωτικά, θεολογικά, εθνικά. Στις τρεις όχθες στήνονται τρεις διαφορετικές κοινότητες δρακολόγων, ο δράκος κυρήσσεται πατέντα, μια βιομηχανία χρημάτων στηρίζεται πάνω του. Η Παγκόσμια Τράπεζα Ανάπτυξης υπόσχεται να σώσει την Βαλκανική από την χρεοκοπία, βάζει τοποτηρητές Εφόρους με μόνη την υπόσχεση πως θα εκμεταλλεύεται εκείνη τα έσοδα του δράκου.

Στην ελληνική όχθη της Πρέσπας, την "Κοιλάδα της Λάσπης", βρέχει συνεχώς κι όλα βουλιάζουν συνέχεια. Εκεί οι δρακολόγοι διαμορφώνουν ομάδες των τριών, και στηριγμένοι σε ένα σύστημα ανάμικτα επιστημονικό και θεολογικό εδραιώνουν την δρακολογία τους. Η πρώτη δρακολογική ομάδα απαρτίζεται από τον λυγκέα, ένα ναρκοληπτικό που την βγάζει όλη μέρα μέσα στο νερό, τον λαοκόοντα, έναν επιστήμονα που είναι ο διερμηνέας του λυγκέα μιας και μόνον αυτός καταλαβαίνει τους ακατάληπτους χρησμούς του και τον λέανδρο, έναν θηριώδη Ρουμάνο πρώην νοσοκόμο που θέλει να προσκαλέσει τον δράκο σε μονομαχία. Στην ομάδα τους ανήκει και η λιράνα, η μοναδική γυναίκα του οικισμού αλλά και ο Εμμανουήλ, το παιδί του δράκου με την πρώτη γυναίκα που βίασε.

Στο πρώτο κομμάτι του μυθιστορήματος, όπου όλα μοιάζουν μυθικά, η συγγραφέας ακολουθεί την πεπατημένη των άλλων της βιβλίων και μας δίνει μια εξαιρετική εικόνα. Στα επόμενα, όπου η πολιτική αρχίζει να υπερτερεί, το κείμενο χάνει κάτι από την δύναμή του, πλατειάζει. Το τέλος, που μένει ανοιχτό, σχεδόν με ενόχλησε.

Το βιβλίο πραγματεύεται ένα σωρό θέματα, αλλά το βασικό του είναι το χρήμα και η εξουσία. Το πως οι κυβερνήσεις και οι τράπεζες ορίζουν την ζωή μας, η τοποτήρηση από έναν μεγάλο ελεγκτικό χρηματοοικονομικό μηχανισμό. Ενδιάμεσα βέβαια μας μιλά και για την ανάγκη των ανθρώπων να πιστέψουν σε κάτι- έστω κακό, μοχθηρό και απαίσιο- στην ευκολία των δοξασιών, την σημασία του να μεγαλώνεις ένα παιδί, να ανήκεις κάπου. Α, και για τον έρωτα.

Βιβλίο πολλαπλών αναγνώσεων, από τις λίγες φορές που η Μπουραζοπούλου μου θύμισε Ζατέλη- αν και είναι η μόνιμη "κατηγορία" που της προσάπτουν- η "Κοιλάδα της Λάσπης" απογοητεύει ελαφρώς μιας και δεν στέκεται αυτόνομα δίχως τα επόμενα μέρη της τριλογίας. Από την άλλη, όταν κανείς μπορεί να γράφει με τόση δύναμη και να χειρίζεται τόσες επιμέρους υποπλοκές με τέτοια δεινότητα, δεν μπορεί παρά να του βγάλεις το καπέλο.

"Ο δράκος της Πρέσπας Ι- Η κοιλάδα της λάσπης", Ιωάννα Μπουραζοπούλου, εκδ. Καστανιώτη 2014, σελ. 580

Υ.Γ 42 Το χαρτί της έκδοσης είναι πια τόσο κακό, που το βιβλίο βογκάει κυριολεκτικά όταν το ανοίγεις βγάζοντας έναν θόρυβο σαν ντοσιέ με ξεχασμένα έγγραφα σε εφορία.


3 σχόλια:

  1. Χρόνια πολλά! Καλή χρονιά! Εύχομαι ότι καλύτερο για τον νέο χρόνο!
    Φιλάκιαααα

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ανώνυμος9/7/24, 7:50 μ.μ.

    Φοβάμαι πως θα διαφωνήσω στα κύρια σημεία της κριτικής σας:

    α) Προσωπικά, διαβάζοντας τον πρώτο τόμο, διαπίστωσα το εντελώς αντίθετο σε σχέση με τη δική σας διαπίστωση ότι η Μπ. «φαίνεται να μην κρατά με την ίδια σταθερότητα την μπαγκέτα της πλοκής». Έτσι όπως εγώ διάβασα το μυθιστόρημα έμεινα έκπληκτος με τον απόλυτο έλεγχο της συγγραφέως από την πρώτη μέχρι την τελευταία σελίδα.

    β) Θα διαφωνήσω πως το βιβλίο στο β' του μισό «πλατειάζει». Απεναντίας, το πολιτικό και το φιλοσοφικό υπόβαθρο του βιβλίου αλλά και της τριλογίας εν συνόλω, ξετυλίγεται και παρουσιάζεται από τη συγγραφέα πάντα μέσα από το διάλογο ή τη ρέουσα αφήγηση, αποφεύγοντας δεξιοτεχνικά εκείνες τις ρητορείες και τις φιλοσοφικές φλυαρίες που βρίσκουμε αλίμονο πολύ συχνά σε σελίδες "σπουδαίων" και "καταξιωμένων" συγγραφέων. Όχι, η Μπ. δεν πλατειάζει.

    γ) Δεν είναι οξύμωρο το να δηλώνετε στην αρχή ότι η Μπ. «φαίνεται να μην κρατά με την ίδια σταθερότητα την μπαγκέτα της πλοκής», ενώ εκεί που κλείνετε την κριτική σας να λέτε «όταν κανείς μπορεί να γράφει με τόση δύναμη και να χειρίζεται τόσες επιμέρους υποπλοκές με τέτοια δεινότητα, δεν μπορεί παρά να του βγάλεις το καπέλο.»;...

    δ) Θεωρώ αρκετά υπερβολικό το γεγονός ότι σας «ενόχλησε» τόσο πολύ το τέλος. Εμένα, απεναντίας, το όλο κλείσιμο και ιδιαίτερα η τελευταία γραμμή στη σελ. 563, επέδρασε σχεδόν ευεργετικά κάνοντάς με ακόμα και να μειδιώ.

    Διαβάζοντας την κριτική σας πριν αλλά και μετά την ανάγνωση από μέρους μου του μυθιστορήματος (παρακαλώ να εκλάβετε τις παρατηρήσεις μου ως καλοπροαίρετες), και διαπιστώνοντας για άλλη μια φορά πόσο διαφορετικά διαβάζει και αντιλαμβάνεται κάθε αναγνώστης ένα γραπτό κείμενο, μου ήρθαν στο νου δύο κείμενα που επισημαίνουν αυτό ακριβώς το γεγονός, ένα πολύ παλιό και ένα που γράφτηκε σχεδόν "προχτές": το ένα είναι φυσικά ο «Φαίδρος» του Πλάτωνα (μιλώ για το τελευταίο μεγάλο τμήμα του) και το άλλο είναι το μυθιστόρημα «4 3 2 1» του Paul Auster και συγκεκριμένα οι σελίδες 380-382. Στην 382 διαβάζουμε: «Το ίδιο γραπτό γινόταν αντιληπτό διαφορετικά από διαφορετικά ζευγάρια μάτια, διαφορετικές καρδιές, διαφορετικά μυαλά». Αυτή η εφηβική διαπίστωση του Φέργκιουσον No. 2 δεν θα πάψει ποτέ να ισχύει όσο υπάρχουν βιβλία και όσο οι άνθρωποι θα εξακολουθούν να διαβάζουν.

    Καλή συνέχεια,
    Manfred

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ανώνυμος9/7/24, 8:52 μ.μ.

    Επιτρέψτε μου μία μικρή διόρθωση: δεν είναι ο Φέργκιουσον Νο. 2 αλλά ο No. 4.

    ΑπάντησηΔιαγραφή