28/4/15

"Λάσπη", Χρήστος Αρμάντο Γκέζος



Μια αφήγηση που τρέχει είναι το μυθιστόρημα του Χρήστου Αρμάντο Γκέζου η «Λάσπη». Ο ήρωας, ο 28χρονος Αλέξανδρος ή Σάντο, ένας μετανάστης 2ης γενιάς που γυρίζει στην Ελλάδα έπειτα από έναν χρόνο φυγής, έχει σκοπό να αυτοκτονήσει στα γενέθλια του μπροστά στην αδελφή και την μητέρα του. Στις δυο-τρεις μέρες που μεσολαβούν ως τότε, περιπλανιέται στην Αθήνα, βλέπει την πρώην κοπέλα του που παράτησε σύξυλη, μιλάει με τον εαυτό του, την κοπέλα και την αδελφή του. Κι όλα αυτά σε ένα κείμενο με ελάχιστες τελείες, που σε βάζει μέσα στην ροή της φωνής της συνείδησης του χαρακτήρα. 

Ο θάνατος, το κεντρικό θέμα. Η επικείμενη αυτοκτονία ενός νεαρού που νιώθει πως δεν μπορεί να ζήσει μια ζωή που δεν είναι έτσι όπως θα «έπρεπε». Ενός άντρα που φοβάται να αντιμετωπίσει αυτό το μέτριο που βλέπει να έρχεται- το πλαστικό φαγητό, τις φριχτές καθημερινές συνθήκες, τα καλαμάκια σε φραπέδες, τους ήπιους έρωτες. Για τον Αλέξανδρο τα πάντα μοιάζουν επιφανειακά και χλιαρά. Ακόμα και θάνατος του πατέρα παίρνει την μορφή πατροκτονίας στον ταραγμένο του μυαλό για να έχει λόγο ύπαρξης. 

Στο φόντο οι μετανάστες δεύτερης γενιάς, όπως και στην ποιητική του συλλογή του συγγραφέα· πώς αλλιώς. Ο Χρήστος είναι ένα παιδί πολύ νέο, που ζει στον πετσί του το πώς είναι να είσαι με το ένα πόδι σε κάθε πατρίδα. Ζει από τα δύο του στην Ελλάδα, έχει μοναδική γλώσσα τα ελληνικά που τα χειρίζεται άριστα- ποιητής και λογοτέχνης γαρ- αλλά πονάει την καταγωγή του όπως όλοι μας. Δεν είναι περήφανος για αυτήν, η πατρίδα είναι μια τυχαιότητα για τον Γκέζο, όπως για κάθε σκεπτόμενο άτομο. Όμως, για τον ήρωα και τον συγγραφέα, είναι επίσης και κομμάτι της ταυτότητας. 

Είναι μια πολύ ωραία έκθεση αυτή, μπράβο σου. Σχεδόν δεν φαίνεται πως δεν έχεις γεννηθεί εδώ. Τότε σκέφτηκες: σχεδόν. Τώρα σκέφτεσαι: ηλίθια, λες και ήξερα ποτέ μου άλλη γλώσσα. 

Η «Λάσπη» ξεχωρίζει. Ξεχωρίζει για την τολμηρή γλώσσα, την επιλογή να σταθεί κοντά σε μεγάλους λογοτέχνες με την εξάλειψη των παραγράφων και των τελειών. Ξεχωρίζει γιατί είναι ένα μυθιστόρημα γραμμένο από έναν 26χρονο που μπορεί να εκφράσει όλο το κενό που νιώθει η γενιά του, όλη την αίσθηση της ρευστότητας και της αηδίας για αυτό που μας περιστοιχίζει. Ο ήρωας του Γκέζου θέλει να γιορτάσει μια άλλη ζωή, σαν αυτή που μας αξίζει. Δεν μπορεί. Τον πνίγει η λάσπη που τον τριγυρίζει- περίπου σαν να είναι μέσα σε ταινία του Ταρκόφσκι. Άλλωστε όπως δηλώνει ο ίδιος διαβάζει πολύ λογοτεχνία, αλλά ίσως να βλέπει ακόμα περισσότερο σινεμά. 

«Λάσπη», Χρήστος Αρμάντο Γκέζος, εκδ. Μελάνι, 2014, σελ. 197












Υ. Γ. 42 Αυτά κι άλλα πολλά, εξίσου ενδιαφέροντα, μπορείτε να ακούσετε στην δίωρη συζήτησή μας στην εκπομπή Διαβάζοντας της περασμένης Κυριακής στον www.amagiradio.com


26/4/15

Σήμερα στις 2μ.μ. μαζί μας ο Χρήστος Αρμάντο Γκέζος στον www.amagiradio.com

Καλημέρα σε όλους. Σήμερα καλεσμένος μας ο Χρήστος Αρμάντο Γκέζος να μιλήσουμε για "Λάσπη". Θα κληρώσουμε 3 αντίτυπα του μυθιστορήματος ευγενική προσφορά από τις ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΕΛΑΝΙ | MELANI PUBLICATIONS. Για να λάβετε μέρος στην κλήρωση αφήστε μας σχόλιο σε τούτο δω το ποστ.
Στις 2μ.μ. στον www.amagiradio.com


23/4/15

Τα αποτελέσματα του μισητού διαγωνισμού




Τελικά υπάρχουν πολλοί που δεν φοβήθηκαν να εκτεθούν και βγήκαν από τις καθωσπρέπει νόρμες τους για να μας πουν ποιον από αυτούς που θεωρούμε "μεγάλο συγγραφέα" δεν αντέχουν. Κι αν αφήσουμε κατά μέρος αυτούς που μας κατακεραύνωσαν, "είστε αδαείς, μα να μην αγαπάτε τον Καζαντζάκη, πώς τολμάτε να μην διαβάζετε Παπαδιαμάντη και να μην σας αρέσει ο Ντοστογιέφσκι", με τους οποίους δεν νιώθω καμία αναγνωστική συγγένεια*, η όλη διαδικασία είχε πλάκα.  Ιδού λοιπόν τα αποτελέσματα. Σε σύνολο 109 συμμετοχών, χωρίς να υπάρχει περιορισμός για το πόσους συγγραφείς θα αναφέρει ο καθείς, έλαβον:



Συγγραφέας που μισούμε
Ψήφοι
Νίκος Καζαντζάκης

15
Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες

10
Τζέημς Τζόυς

10
Τόμας Πίντσον

7
Χένρι Μίλερ

7
Πάουλο Κοέλιο

6
Έρνεστ  Χέμινγκγουέι

6
Μαρσέλ Προυστ
6

Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι

5
Ζοζέ Σαραμάγκου
5

Λουί-Φερντινάντ Σελίν
5

Ουμπέρτο Έκο
5

Ουίλιαμ Φώκνερ
4

Φίλιπ Ροθ
4

Τσαρλς Μπουκόφσκι
4

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης                                         4
Τζ. Ντ. Σάλιντζερ

4
Ορχάν Παμούκ
4

Λέων Τολστόι
3

Πολ Όστερ
3

Ρομπέρτο Μπολάνιο
3

Ρόμπερτ Μούζιλ
3

Εμιλ Ζολά
2

Σαλμάν Ρουσντί
2

Χαρούκι Μουρακάμι
2

Τόμας Μαν
2

Χέρμαν Έσε
2

Ζαν Μαρί Γκυστάβ Λε Κλεζιό
2

Αλμπέρ Καμύ
2

Ζυράννα Ζατέλη
2

Λώρενς Ντάρελ
2

Αντόν Τσέχωφ
1
Οδυσσέας Ελύτης
1
Στρατής Τσίρκας
1
Γιάννης Ξανθούλης
1
Λένα Μαντά
1
Σκοτ Φιντζέραλντ
1
Ντόρις Λέσινγκ
1
Μαργκερίτ Ντυράς
1
Κόρμακ Μακάρθυ
1
Κώστας Βάρναλης
1
Βιρτζίνια Γουλφ
1
‘Αλις Μονρό
1
Άρης Αλεξάνδρου
1
Χάρπερ Λη
1
Μάρω Βαμβουνάκη
1
Πατρίκ Μοντιανό
1
Τσαρλς Ντίκενς
1
Μάριο Βάργκας Λιόσα
1
Κάρλος Φουέντες
1
Μενέλαος Λουντέμης
1
Μπέρλοντ Μπρεχτ
1
Ονορέ ντε Μπαλζάκ
1
Σάμιουελ Μπέκετ
1
Χένρι Τζέιμς
1
Νταβίντ Γκρόσμαν
1
Μάρω Δούκα
1
Αβραάμ Γεοσούα
1
Πέρσιβαλ Έβερετ
1
Βασίλης Βασιλικός
1
Τάσος Αθανασιάδης
1
Σταντάλ
1
Ελφρίντε Γέλινεκ
1
Τζέφρι Τσώσερ
1
Δάντης
1
Ουίλιαμ Μπάροουζ
1
Τζακ Κέρουακ




Φυσικά ανάμεσα σε αυτούς τους συγγραφείς περιλαμβάνονται πολλοί αγαπημένοι μου, που ήθελα να σφάξω αυτούς που τους ανέφεραν. Αλλά αυτό ήταν το από την αρχή το σχέδιο: να γίνει κουβέντα, να μιλήσουμε για συγγραφείς και βιβλία, να ανοιχτούμε.

Νικητής στην κλήρωση για τον βιβλίο της Δάφνης Χρονοπούλου ήταν ο Νίκος Κορδούλης.



* Και δεν νιώθω καμία αναγνωστική συγγένεια γιατί όποιος διαβάζει άκριτα, δίχως το θάρρος της γνώμης του, έχοντας ως θέσφατο την γνώμη των "ειδικών", μάλλον διαβάζει από σνομπισμό και κουλτουρίλα· που τα βαριέμαι και μου δημιουργούν αλλεργία αμφότερα. 


22/4/15

«Άρση απαγορευτικού», Μάρκος Κρητικός



Αστυνομικό μυθιστόρημα χαρακτηρίζεται το βιβλίο του Μάρκου Κρητικού «Άρση απαγορευτικού», αν κι εγώ θα έλεγα πως η αστυνομική πλοκή είναι προσχηματική και το πραγματικό θέμα του βιβλίου είναι η υπαρξιακή αγωνία, η αναζήτηση της ταυτότητας ενός ανθρώπου πολύ κοντινού μας, που μοιάζει με μας, που σιχαίνεται την δουλειά και την πεθερά του όπως ο μέσος άντρας, που θα θελε να ξενοπηδήξει όπως κάθε παντρεμένος, αλλά να μην του πηδήξουν και την γυναίκα, όπως κάθε παντρεμένος. 

Ο Μάρκος είναι τραπεζικός υπάλληλος, παντρεμένος με την Μάρθα, χωρίς παιδιά. Όταν του προτείνουν να βγει σε διαθεσιμότητα το κάνει, με τα μισά λεφτά, και πείθει την γυναίκα του να μετακομίσουν στην Τήνο. Την πρώτη του μέρα στο νησί θα είναι αυτόπτης μάρτυρας μιας ληστείας μετά φόνου. Κι όσο αυτός θα τραβιέται να λύσει όλα όσα των ζορίζουν, να καταλάβει γιατί μια μπάνικη γκόμενα του την πέφτει και του κάθεται, και τι θέλει γενικά στη ζωή, το μυστήριο λύνεται σχεδόν ως δια μαγείας μπροστά του. 

Η αγία ελληνική οικογένεια έχει την τιμητική της. Η σχέση του Μάρκου με την γυναίκα του- την ψιλοβαριέται πια αλλά την θέλει ακόμα- και κυρίως την πεθερά του, είναι σε στιγμές τραγική κι άλλες εξόχως κωμική, στα όρια της καρικατούρας. Ο Μάρκος δεν αποκτά βάθος, όπως δεν θα αποκτούσε κανένας 45άρης που σκέφτεται την ζωή του, το πουλί του και το πού θα πιεί μπίρες το βράδυ. 

Ο ίδιος ο συγγραφέας, που κατάγεται από την Τήνο, είναι 45άρης και τραπεζικός, όπως ο ήρωας του, μάλλον θα πρέπει να ψάξει τι τον ωθεί να σκηνοθετεί συνέχεια τον εαυτό του. 

Πέρα από την πλάκα, η «Άρση απαγορευτικού» είναι ένα ευκολοδιάβαστο μυθιστόρημα, με το οποίο μπορείς να ταυτιστείς, για έναν ήρωα μέσα στην κρίση και την Κρίση. Κι αν η αστυνομική πλοκή δεν είναι πια και κανένας αξεδιάλυτος γρίφος, ε, δεν χάθηκε κι ο κόσμος, η απόλαυση της ανάγνωσης παραμένει ατόφια.





«Άρση απαγορευτικού», Μάρκος Κρητικός, εκδ. Νεφέλη, 2014, σελ. 189

20/4/15

Ποιον συγγραφέα από τους κλασικούς αγαπάτε να μισείτε



Με αφορμή μια ανάρτησή μου στο μισητό fb- 
άρχισε μια ενδιαφέρουσα κουβέντα για το ποιοι από τους κλασικούς μας κάνουν - αν μη τι άλλο- να βαριόμαστε. 


Βγήκαν τα ξίφη και πολύ μου άρεσε. Ορίστε λοιπόν, πείτε κι εσείς, ποιος "μεγάλος" συγγραφέας σας ενοχλεί, σας κάνει να βαριέστε, δεν καταφέρατε ποτέ να τελειώσετε βιβλίο του παρά μόνον διαγώνια κι αν το τελειώσατε έπειτα τον μισήσατε σφόδρα. 

Υ.Γ. 42 Θα αρχίσω εγώ με τους πρώτους τρεις που μου έρχονται στο μυαλό: Καζαντζάκης, Χεμινγκουέι, Ζέμπαλντ. 

Υ.Γ. 42-42 Δεν θα μπούμε στον κόπο να ορίσουμε λίστα "κλασικών". Όπως το νιώθει κανείς. 

Υ.Γ. 42-42-42 Και φυσικά έχει και δώρο. Η αγαπημένη Δάφνη Χρονοπούλου προσφέρει ένα αντίτυπο από το βιβλίο της "Η πόρτα της Ληνώς". Για να λάβετε μέρος στην κλήρωση αρκεί να αφήσετε σχόλιο και να μας πείτε τον "μισητό".


 


19/4/15

Σήμερα μαζί μας στις 2μ.μ. ο Γιώργος Ξενάριος στον Amagiradio




Καλημέρα, καλημέρα, σήμερα καλεσμένος μας ο Γιώργος Ξενάριος.  Θα μιλήσουμε για λογοτεχνία, βιβλία, μαθήματα δημιουργικής γραφής, μετάφραση.

Κληρώνουμε 2 αντίτυπα του βιβλίου του Νταβίντ Φενκινός "Είσαι και φαίνεσαι", ευγενική προσφορά των εκδόσεων Στερέωμα




Για να μας ακούσετε πατήστε www.amagiradio.com, ενώ για να λάβετε μέρος στην κλήρωση αφήστε σχόλιο εδώ ή στην αντίστοιχη ανάρτηση στο γκρουπ της εκπομπής στο facebook.


Εδώ μπορείτε να ακούσετε το podcast της προηγούμενης μας εκπομπής για τα e-books με τον διαχειριστή του eAnagnostis Μιχάλη Καλαμαρά. 








17/4/15

"Οι νόμοι των συνόρων", Javier Cercas



Ο Χαβιέρ Θέρκας, γνωστός από τον «Ένοικο» και τους «Στρατιώτες της Σαλαμίνας», γράφει με τους «Nόμους των συνόρων» ένα εντυπωσιακό μυθιστόρημα, ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί και τον καθιερώνει πια, στην δική μου τουλάχιστον συνείδηση, ανάμεσα στους μεγάλους. 

Το μυθιστόρημα παρακολουθεί την ζωή του Ιγνάθιο Κάνιας, ενός πετυχημένου ποινικολόγου στην Χερόνα, που στα δεκαέξι του έμπλεξε με μια συμμορία υψηλής παραβατικότητας, γλίτωσε σχεδόν από θαύμα την σύλληψη και κατάφερε να φτιάξει την ζωή του. Όλο είναι γραμμένο σε μορφή συνέντευξης που παίρνει ένας –άγνωστος μας αφηγητής- από τον ίδιο τον Κάνιας, τον αστυνόμο που εμπλεκόταν στην ιστορία και τον διοικητή της φυλακής της Χερόνα. Η αφήγηση εστιάζει στον αρχηγό της συμμορίας, Γαλαζομάτη, ένα δεκεξάχρονο τότε αγόρι, που –αντίθετα με τον Κάνιας- μπήκε φυλακή- έγινε ένας ζωντανός θρύλος της με συνεχείς διαμαρτυρίες και αποδράσεις κι όποτε προσπάθησε να βγει, δεν κατάφερε να ζήσει ελεύθερος. Ο ίδιος ο Κάνιας, 20 χρόνια μετά, θα προσπαθήσει να τον «σώσει» αλλά ο Γαλαζομάτης δεν μπορεί να αντέξει έξω από τα κάγκελα. Κομβικό ρόλο παίζει και η Τέρε, το κορίτσι που ερωτεύτηκε ο Κάνιας και για αυτήν παρασύρθηκε στην συμμορία, που στάθηκε στον Γαλαζομάτη ως το τέλος, που ήταν και δεν ήταν το κορίτσι του. 

Πέρα από την χτυπητή αντίθεση ανάμεσα στον Κάνιας και τον Γαλαζομάτη- ο Κάνιας ήταν ένα παιδί μεσαίας οικογένειας, που μιλούσε Καταλανικά, οι γονείς του τον βοήθησαν να βγει από αυτή την ιστορία και ο αστυνόμος επέλεξε να «σώσει» και να μην στείλει φυλακή, ενώ ο Γαλαζομάτης ένας μισοάστεγος από τα λυόμενα, που μπήκε πρώτη φορά φυλακή στα 7, χωρίς οικογένεια και μέλλον άλλο εκτός από την ιδρυματοποίηση- ο Θέρκας μας μιλάει για ένα σωρό σύνορα. Κάποια υπαρκτά ανάμεσα στις γειτονιές, άλλα περισσότερο άυλα ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις και την μοίρα του καθενός ανάλογα με τον που γεννήθηκε και από ποιόν και κάποια εντελώς μέσα μας, αυτά που διαχωρίζουν τον άνθρωπο από τον διπλανό του και του δίνουν μια ξεχωριστή ταυτότητα. 

Γιατί το καλοκαίρι του 78, ένας καλός μαθητής από την Χερόνα, που οι συμμαθητές του κακοποιούσαν συστηματικά, θα γίνει ο Γυαλάκιας, μέλος μιας συμμορίας νεαρών κακοποιοών με βαριά όπλα που κλέβουν ο,τι βρουν, κάνουν ναρκωτικά και ανεξέλεγκτο σεξ; Γιατί η συνοικία του ενός είναι τόσο κοντά με του άλλου, αλλά στην ουσία τους χωρίζει μια άβυσσος; Η διαδικασία της ενηλικίωσης κάτω από την βαριά σκιά της μετα-Φράνκο εποχής (της Μεταπολίτευσης;), τα όρια μεταξύ των ανθρώπων, τα όρια του ανθρώπινου σώματος που πειραματίζεται με το σεξ, τα ναρκωτικά, τον έρωτα. Διότι ο έρωτας τελικά αναδεικνύεται ως κινητήριος δύναμη της ιστορίας, όπλο μαζικής καταστροφής και εξουσίας. 

Η στιγμή που ο πατέρας του Κάνιας θα πει στον αστυνόμο πως ο γιος του δεν είναι ακόμα εγκληματίας, αλλά αν τον βάλει στην φυλακή, σε δυο χρόνια θα είναι, κι εκείνος αντί να τον συλλάβει για απόπειρα ένοπλης ληστείας σηκώνεται και φεύγει, είναι ένα από τα δυνατότερα κομμάτια. Τα συνεχή what ifs, η ασάφεια και η αμφισημία των σκηνών, η «διαπλοκή» ανάμεσα στα πρόσωπα, το ποιο είναι το πεπρωμένο του καθενός κι αν μπορεί με μια κίνηση να ξεφύγει, δίνουν στο μυθιστόρημα βάθος και αξία λογοτεχνική, ανεβάζουν την ιστορία αυτή που θα μπορούσε να γίνει δακρύβρεχτη και μελό σε άλλα επίπεδα. 

«Οι νόμοι των συνόρων» είναι ένα βιβλίο ρουφηχτό, που δεν σε αφήνει να το αφήσεις, ούτε να το ξεχάσεις. Κι αν δεν κινδύνευα να γίνω γραφική, θα έλεγα πως μιλάμε για ένα από τα καλύτερα βιβλία του καιρού μας. 



«Οι νόμοι των συνόρων», Χαβιέρ Θέρκας, μετ. Γεωργία Ζακοπούλου, εκδ. Πατάκη, 2015, σελ 521 



14/4/15

«Αυτό ειν’ όλο», James Salter



“[..]μόνο όσα διασώζονται γιατί κάποιος έγραψε για αυτά, έχουν πιθανότητες να είναι αληθινά"

γράφει στο μότο του βιβλίου του ο Τζέημς Σόλτερ, κι αυτή η μικρή φρασούλα θα μπορούσε να συνοψίσει με μεγάλη καθαρότητα όλο το μυθιστόρημα. Ο Σόλτερ έγραψε τούτο το βιβλίο όσο πλησίαζε στα 90 κι έχει η γραφή του μια καθαρότητα που σε καθηλώνει. Ως τα μέσα περίπου η εναλλαγή των στιγμιοτύπων είναι τέτοια που δεν σε αφήνει να το αφήσεις, ούτε όμως να το ευχαριστηθείς πλήρως κι έπειτα, όσο αναρωτιέσαι αν «αυτό ειν’ όλο», συνειδητοποιείς την αξία ενός τέτοιου βιβλίου και δεν το αφήνεις από τα χέρια σου. 

Παρακολουθούμε, λοιπόν, την ζωή του Φίλιπ Μπόουμαν, που αφού επιστρέψει από τον Πόλεμο, προσπαθεί να στήσει την ζωή του και τυχαία βρίσκει δουλειά ως αναγνώστης σε έναν εκδοτικό οίκο. Όσο περνούν τα χρόνια θα γίνει επιμελητής, θα παντρευτεί και θα χωρίσει, θα έχει πολλές σεξουαλικές επαφές και σχέσεις με γυναίκες. Μια από αυτές θα του φάει όλα τα λεφτά, αλλά δεν έχει σημασία. Κι έπειτα εκείνος θα πηδήξει την νεαρότατη κόρη της, αλλά ούτε κι αυτό έχει σημασία. 

Αυτό που θέλει να δώσει ο Σόλτερ είναι η αίσθηση μιας ζωής ενός οποιουδήποτε ατόμου που περνά ανάμεσα στους ανθρώπους, τα ιστορικά και τα μικρά γεγονότα, και φεύγει χωρίς να γίνεται τίποτα άλλο εκτός από την ίδια τη ζωή. Παράλληλα στήνει μια γοητευτική τοιχογραφία του τότε εκδοτικού κόσμου, ασχολείται με τα τραύματα που αφήνει ο πόλεμος και με αυτό που φαίνεται να τον απασχολεί περισσότερο από όλα: το σεξ. Το σεξ με διάφορες γυναίκες κυριαρχεί. Μικρές, μεγάλες, για μια νύχτα, για δυο χρόνια, με έρωτα, χωρίς έρωτα, οι στιγμές είναι όλες μαζεμένες κι εκεί. 

Αφηγηματικά ο Σόλτερ υιοθετεί ένα τρικ που στην αρχή ξενίζει- σε οποιοδήποτε σεμινάριο δημιουργικής γραφής θα του πετούσαν το χειρόγραφο πίσω να το διορθώσει. Ενώ βασικός αφηγητής μας μιλά από την πλευρά του Μπόουμαν, στιγμές στιγμές διολισθαίνει και μας μιλά, για λίγο πολύ λίγο, κι από την πλευρά κάποιου δευτερεύοντος χαρακτήρα. 

Το βιβλίο με ταλαιπώρησε ελαφρά ως την μέση, για να το τελειώσω έπειτα σχεδόν μέσα σε μια νύχτα. Η τελική του γεύση ήταν γλυκιά, ηδονική. Κι η γραφή του Σόλτερ- που φαντάζομαι πως αυτό θα είναι το κύκνειο άσμα του- ένα σαγηνευτικό ταξίδι στην ζωή. 



«Αυτό ειν’ όλο», Τζέιμς Σόλτερ, μετ. Αθηνά Δημητριάδου, εκδ. Αλεξάνδρεια, 2014, σελ. 387



8/4/15

Πασχαλινές βιβλιοπροτάσεις ή αυτά που ζήλεψα και θέλω να διαβάσω από την πρόσφατη βιβλιοπαραγωγή.





"Αιρετικοί", Λεονάρδο Παδούρα, μετ. Κώστας Αθανασίου, εκδ. Καστανιώτη, 2015, σελ. 800




"Πόλεμος και πόλεμος", László Krasznahorkai, μετ. Ιωάννα Αβραμίδου, εκδ. Πόλις, 2015, σελ. 384




"Ο θαμμένος γίγαντας", Καζούο Ισιγκούρο, μετ. Αργυρώ Μαντόγλου, εκδ. Ψυχογιος, 2015, σελ. 440




"Το φάντασμα του Αλεξάντρ Βόλφ", Γκαιτό Γκαζντάνοφ, μετ. Ελένη Μπακοπούλου, εκδ.Αντίποδες, 2015, σελ. 192




"Βιβλίο", Ζοζέ Λουίς Πεισότο, μετ. Αθηνά Ψυλλιά, εκδ. Κέδρος, 2015, σελ. 296





"Οι ενοικιαστές", Σάρα Γουότερς, εκδ. Λιβάνη, 2015, σελ. 736


"Οι νόμοι των συνόρων", Χαβιέρ Θέρκας, μετ. Γεωργία Ζακοπούλου, εκδ. Πατάκη, 2015, σελ. 521





 




7/4/15

«Αντί Στεφάνου», Γιάννης Μακριδάκης



Λογοτεχνία στην πιο αυθεντική μορφή της γράφει ο Γιάννης Μακριδάκης. Γραφιάς από κείνους τους παραμυθάδες, που εκκινούν από την ιστορία και τον χαρακτήρα κι όχι γιατί θέλουν να κάνουν «λογοτεχνική πρωτοπορία», καταλήγει να το κάνει κι αυτό, αλλά όχι φτιαχτά, κατασκευασμένα· η όποια λογοτεχνικότητα πηγάζει από την καρδιά της αφήγησης.

Ήρωας του ο Στέφανος, ένας άντρας που παράτησε την Ιατρική για να αφοσιωθεί στην καλλιέργεια της γης με φυσικούς τρόπους, που γύρισε πίσω, που χλευάζεται ως μισότρελος από το χωριό του. Λίγο πριν πεθάνει η μητέρα του- η οποία έχει έναν αδελφό που πλούτισε στην Αμερική, τον Σιλβέστρο- βάζει λυτούς και δεμένους για να πάρει ο Στέφανος τη θέση του νεκροθάφτη και να μην είναι ξεκρέμαστος όταν εκείνη θα χει φύγει. 

Η μοίρα το φέρνει έτσι που η πρώτη και μοναδική κηδεία που θα κάνει ο Στέφανος θα είναι της ίδιας του της μάνας. Θα επιλέξει να ανοίξει τον τάφο της στην «φτωχή» πλευρά του νεκροταφείου- δίπλα στα δυο άπορα γεροντάκια που φρόντιζε- και θα επιφέρει, για άλλη μια φορά, την μήνι του Αμερικάνου Σιλβέστρου που είχε κρυφά κανονίσει να στείλει μάρμαρα για οικογενειακό τάφο στην καλύτερη θέση του κοιμητηρίου. Αλλά τα πράγματα ανάμεσα στους χωριανούς- τον παπά, την παντοπώλισσα, τον ταβερνιάρη, τον θείο του- και τον Στέφανο θα φτάσουν σε οριακό σημείο όταν αποφασίσει πάνω από τον τάφο της μάνας του να στήσει μποστάνι. 

Το πρωτοποριακό στην αφήγηση του Μακριδάκη είναι ο αφηγητής του. Επιλέγει την ιστορία να μας την πει, με στερημένο και «λόγιο» τρόπο, ο καθηγητής των θρησκευτικών του χωριού. Ο τρόπος που ιστορεί ο καθηγητής είναι στιλιζαρισμένος αλλά όχι εχθρικός. Προσπαθεί να είναι αντικειμενικός με την κατάσταση αλλά δεν είναι. Κι αυτό τον καθιστά εξίσου πρωταγωνιστή με τον Στέφανο. 

«Εκείνη λοιπόν τη θανατοβραδιά της άνοιξης ισχυρίστηκε δημόσια ότι η απελθούσα μεθόδευε ενεργά το τελευταίο διάστημα μέσω του Αμερικανού αδελφού της Σιλβέστρου, ο οποίος ήταν τακτικός και μέγας χορηγός του Προδρόμου κι ο λόγος του περνούσε, την απομάκρυνση του Ευταξία από το πόστο του και την τοποθέτηση του μοναχογιού της ως νεκροθάφτη, ώστε να εξασφαλίσει αυτός, ο επί πολλά έτη άνεργος και κάπως ανισόρροπος, όπως πιστοποιούσαν σχεδόν όλοι οι κάτοικοι της νήσου κάποιο υποτυπώδες έστω εισόδημα για να μπορεί να ζήσει όταν εκείνη μία των ημερών θα έφευγε από τη ζωή και θα έμενε μόνος κι έρημος δίχως κανέναν πόρο, ούτε πλέον αυτή την πενιχρή της σύνταξη, δεδομένη βέβαια και της εξαιρετικά βεβαρημένης σχέσης του με τον εύπορο θείο του, τον Σιλβέστρο» 

Ο Γιάννης Μακριδάκης δεν φοβάται να περιγράψει την ελληνική επαρχία όπως είναι- ζει εξάλλου στη Χίο - χωρίς ωραιοποιήσεις, ούτε αλλότριες αφηγήσεις. Οι ήρωες του είναι γνήσιοι, δεν τους μισεί, δεν τους φοβάται, τους κοιτάζει κατάματα με όλες τις μικρότητες και τις μικροπρέπειες τους. Θίγονται εδώ θέματα μεγάλα όπως η θρησκεία, η οικολογία και η χορτοφαγία, η ανικανότητα των παιδιών να απαγκιστρωθούν από την αγία ελληνική οικογένεια, η παθογένεια της κλειστής κοινωνίας που δεν έχει τίποτα άλλο να κάνει παρά να τρώει τις σάρκες της. Το «βλάσφημο» κομμάτι της ιστορίας το χρησιμοποιεί τόσο όσο, ίσα για να δώσει στην πλοκή ένα μεγαλύτερο βάρος. Και τελικά λέει την αλήθειά του, με περικοκλάδες, όπως ένας καθηγητής θρησκευτικών μόνο θα μπορούσε. 





«Αντί Στεφάνου», Γιάννης Μακριδάκης, εκδ. Εστία, 2015, σελ. 144






Υ.Γ. 42 Εδώ η εξίσου ενθουσιώδης άποψη της Βιβής 


5/4/15

"Υπεραιχμή", Thomas Pynchon



Ιδιαιτέρως Πιντσονόφιλη δεν είμαι, αν και η ιδέα να εντρυφήσω στον Πίντσον- έπειτα και το ελεγειακών διαστάσεων αφιέρωμα του Μαραμπού (εδώ και εδώ)- με τριβελίζει τον τελευταίο καιρό. Έπιασα την «Υπεραιχμή» γιατί οι φήμες έλεγαν πως πρόκειται για ένα σχετικά εύκολο βιβλίο του Πίντσον, μάλλον όχι το καλύτερό του, που μοιάζει στο «Έμφυτο ελάττωμα». Οι φήμες -τούτη τη φορά- είχαν δίκιο. 

Η «Υπεραιχμή» ρουφιέται, είναι ένα μυθιστόρημα με αναφορές σύγχρονες, που ο Πίντσον τις κάνει βεβαίως να μοιάζουν σαν να βγήκαν κατευθείαν από την δεκαετία του ’70. Ηρωίδα η Μαξίν, μια πρώην Πιστοποιημένη Ερευνήτρια Απάτης που θα μπλέξει- λίγο πριν και λίγο μετά την 11η Σεπτεμβρίου- με τις εταιρείες φούσκες της Σίλικον Άλευ, με το ίντερνετ σε μια πιο «βρώμικη» και «αθώα» μαζί εποχή, με τον βαθύ ιστό, έτσι όπως τότε είχε, και τώρα πια δεν έχει κανένα νόημα ως έννοια. 

Κατά την προσφιλή συνήθεια του συγγραφέα από το βιβλίο κάνουν πέρασμα περίπου διακόσιοι χαρακτήρες, που εμπλέκονται με κάποιο τρόπο με την ιστορία της τεχνολογίας υπεραιχμής, με την Μαξίν, με τα παιδιά της, με τρομοκράτες, με απάτες, με όλο αυτό το τρελοκομείο που ήταν η «κοινότητα» των νερντς της πληροφορικής που γίναν ξαφνικά επιχειρηματίες.

Το βιβλίο είναι απολαυστικό ως την μέση, κι έπειτα γίνεται όλο και πιο κουραστικό. Είναι τίγκα στις αναφορές, μουσικές, ταινίες, βιβλία, ίντερνετ, όλα μπαίνουν και αραδιάζονται λες για να σε κατατροπώσουν. 

Ο Πίντσον δεν φοβάται να μιλήσει για Εβραίους- άλλωστε η ηρωίδα του είναι Εβραία- για Άραβες, για πλούσιους, φτωχούς, ναρκωτικά, σεξ, βαποράκια, να πει για όλα αυτά που επιφανειακά ορίζουν τις ζωές μας και τις οδηγούν στο πουθενά. Έτσι, πραγματεύεται περίπου τα πάντα: τις ανθρώπινες σχέσεις, αυτό που συνέβη στην Αμερική μετά την εντεκάτη Σεπτεμβρίου, την πολυπολιτισμικότητα της Νέας Υόρκης, την μαναξιά, την ανάγκη για επικοινωνία με πολλούς τρόπους, την προστασία της ιδιωτικότητας.

Δεν ξέρω αν, μετά την ανάγνωση της Υπεραιχμής, είμαι λίγο πιο κοντά ή λίγο πιο μακριά από τον Πίντσον. Προς το παρόν κανένα βιβλίο του δεν έχει καταφέρει να μιλήσει στο θυμικό μου. Ώρες ώρες μου φαίνεται σαν ένας υπερεκτιμημένος παραδοξολόγος. Κι άλλες, σαν να είναι ο νέος Προφήτης των καιρών μας. 





 
  «Υπεραιχμή», Τόμας Πίντσον, μετ. Γιώργος Κυριαζής, εκδ. Ψυχογιός, 2014, σελ.559