27/6/16

"Αριθμός 11", Jonathan Coe



Διάβασα τον Αριθμό Έντεκα του Τζόναθαν Κόου σχεδόν μόλις βγήκε στα Ελληνικά αλλά δεν μπορούσα ως τώρα να γράψω για αυτό, όλο το ανέβαλλα. Η μοναδική φράση που μου ερχόταν ήταν «Ένας Κόου όπως παλιά» κι ας μην είναι στην πραγματικότητα αληθινό sequel του " Τι ωραίο πλιάτσικο» παρά μόνο πολύ αδρά και μακρινά. 

Ο Αριθμός 11 είναι ένα βαθιά πολιτικό βιβλίο, λίγο λιγότερο σατιρικό και κάπως περισσότερο μαύρο και σκοτεινό από ότι τα προηγούμενα, που μιλά για την εποχή της κρίσης στην Μεγάλη Βρετανία, για μια Αγγλία που βρίσκεται σε μια μετα-Θατσερική εποχή αρκετά ώστε οι αρχές του θαστερισμού να έχουν εμπεδωθεί και να θεωρούνται δεδομένες. Οι άνθρωποι στο σπονδυλωτό μυθιστόρημα του Κόου αντιμετωπίζουν μια νέα φτώχεια, ενώ ταυτόχρονα κάποιοι άλλοι, πολύ λίγοι, απολαμβάνουν μια άχρηστη χλιδή. 

Ως συνήθως ο Κόου ακολουθεί την εποχή του και μας δίνει το φόντο με τέτοια ένταση που συχνά επισκιάζει τους πρωταγωνιστές του. Παρελαύνουν από τις σελίδες του όλα τα νέα μέσα, το Twitter, και τα blogs και το snapchat, και οι νέοι τρόποι, τα reality στην τηλεόραση και οι τράπεζες τροφίμων. Ο Κόου παραμένει δυνατός αφηγητής και στήνει τις πέντε πολύ διαφορετικές ιστορίες του βιβλίου γύρω από τις δυο πρωταγωνίστριες του, δύο φίλες που γνωρίζονται παιδιά, την Ρέιτσελ και την Άλισον. 

Στην πρώτη ιστορία φόντο είναι η γνωριμία των δύο κοριτσιών και η δολοφονία του Ντέιβιντ Κέλλυ. Παράλληλα εξυφαίνεται ένα κάπως γκοθ σκηνικό τρόμου που ζεσταίνει τα πράγματα και μας συστήνει τους χαρακτήρες.

Στην δεύτερη, η μαμά της Άλισον μπαίνει ως "τραγουδίστρια του ενός σουξέ κάποτε" μέσα σε ένα ριάλιτυ τύπου Survivor για σελέμπριτις και την ξεσκίζει τόσο η παραγωγή όσο και το κοινό. Παράλληλα στην κανονική της δουλειά ως βοηθός βιβλιοθηκάριος οι ώρες της μειώνονται τόσο πολύ που δεν έχει λεφτά για θέρμανση και για αυτό τριγυρνάει όλη μέρα με το λεωφορείο Έντεκα για να ζεσταθεί. 

Στην τρίτη ιστορία η Ρείτσελ είναι πια φοιτήτρια στην Οξφόρδη και προσεγγίζει την καθηγήτρια της Λώρα, μια νεαρή- σχετικά- χήρα. Μαθαίνουμε την ιστορία του θανάτου του άντρα της, βλέπουμε την κατάσταση στο Πανεπιστήμιο, την διαφορά ανάμεσα στα παιδιά που προέρχονται από τα ιδιωτικά και τα δημόσια σχολεία. Και δυο τρία πραγματάκια για την ζωή. 

Τέταρτη αυτή που αφορά στην απόγονο των Γουίνσο -της κακιάς, πάμπλουτης οικογένειας που αποδεκατίστηκε στο Τι ωραίο πλιάτσικο ντε!- που είναι μια στρίγγλα κακομαθημένη που θέλει να το παίξει δημοσιογράφος σε ένα blog της εφημερίδας του μπαμπά της. Γράφει ένα άρθρο για την Άλισον (που είναι μαύρη, καλλιτέχνης, μονοπόδαρη, λεσβία και παίρνει επιδόματα) και έτσι η Άλισον καταλήγει στην φυλακή για κάποιο αδήλωτο στην εφορία μικροποσό. Παράλληλα έχουμε και μια ψευτοαστυνομική πλοκή και μια σαφή αιχμή του Κόου για τους «κωμικούς» της εποχής του.

Φτάνουμε στην τελική ιστορία, όπου η οικογένεια Γκαν προσλαμβάνει την Ρέιτσελ για να προγυμνάζει τα δύο κοριτσάκια της στα μαθήματα. Η Ρέιτσελ μένει στην πτέρυγα του προσωπικού και απαγορεύεται αυστηρά να περνάει στο υπόλοιπο σπίτι χωρίς άδεια, ενώ το σπίτι είναι σαν εργοτάξιο, γιατί η κυρία Γκαν -πρώην μοντέλο- χτίζει 11 υπόγεια. Το 11ο δεν ξέρει τι θα το κάνει. Η περιοχή εξάλλου μοιάζει έρημη, οι πλούσιοι αγοράζουν σπίτια και συνεχώς τα ανακατασκευάζουν απλά για το πρεστίζ και την μεταπωλητική αξία. Στην ουσία δεν ζουν πουθενά.

Η αντίθεση, ανάμεσα στους προνομιούχους και τους μη, είναι εμφανής σε όλες τις ιστορίες. Από τα πιο απλά ως τα πιο σύνθετα, από το να μην έχεις να φας και να ζεσταθείς, μέχρι να μην ξέρεις πια τι να κάνεις το εντέκατό σου υπόγειο, από το να είσαι μια μαύρη λεσβία μονοπόδαρη μέχρι μια υστερική απόγονος μεγιστάνων. Η ζωή του μέσου ανθρώπου είναι θυσία στο χρήμα, η μοίρα του καθορίζεται από αυτό. 

Ο Τζόναθαν Κόου είχε πολλά να πει για την εποχή μας και με τον Αριθμό 11 τα είπε σχεδόν όλα. Αυτό είναι το εκπληκτικό, αυτό που έκανε το να γράψω για αυτό τόσο δύσκολο. Το βιβλίο ρέει γιατί ο συγγραφέας του είναι εκπληκτικός παραμυθάς κι αυτό δεν αλλάζει. Από την άλλη, αν ήθελε κανείς θα μπορούσε να κολλήσει σε στιγμές, εικόνες, γραμμές, για να συνειδητοποιήσει αυτό το δύσκολο και το πολυεπίπεδο που είναι η ζωή μας. 

«Το ξέρω πως έχεις παρατηρήσει τον τρόπο που μιλά στον Χάρι. Νομίζεις πως είμαι πολύ σκληρή μαζί του»
«Λιγάκι», αναγκάστηκε να παραδεχτεί η Λώρα.
«Αλλά βλέπεις δεν θα άντεχα να τον δω να καταλήγει να αναπολεί την παιδική του ηλικία- πίσω στο παρελθόν- όπως έκανε ο πατέρας του.
Κι έπειτα, χωρίς άλλη κουβέντα, η Λώρα σηκώθηκε όρθια και βάδισε ζωηρά προς την πόρτα της κουζίνας, δίχως να κοιτάξει πίσω της ούτε μια φορά: είτε για να κρύψει τα δάκρυα που είχε συγκρατήσει εκεί όλη αυτή την ώρα είτε απλώς επειδή είχε αρχίσει να κάνει τόσο κρύο, που δεν άντεχε να καθίσει στον κήπο λεπτό παραπάνω. 



                                                                                              Κατερίνα Μαλακατέ


«Αριθμός έντεκα», Τζόναθαν Κόου, μετ. Άλκηστις Τριμπέρη, εκδ. Πόλις, 2016, σελ. 511







Υ.Γ.42 Το εξώφυλλο, που είναι και οπισθόφυλλο, είναι νομίζω το πιο επιτυχημένο και όμορφο που έχω δει. Το αγαπώ!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου