4/8/16

Πώς πέρασες τη μέρα σου; - (2 π.μ.) του Μαραμπού



Σχεδόν κάθε κεφάλαιο του Οδυσσέα έχει μια δική του ιδιάζουσα τεχνική που αξίζει να μελετηθεί και να αναλυθεί. Ξεχώρισα χονδρικά δύο είδη τεχνικής που με εντυπωσίασαν βαθιά. Το πρώτο είναι όταν η γλώσσα υποβόσκει κάτω από την επιφάνεια όλου του κεφαλαίου και γίνεται αντιληπτή από τον αναγνώστη μόνο ανεπαίσθητα, συνωμοτικά – τέτοια κεφάλαια είναι οι Σειρήνες (με την μουσικότητά τους), τα Βόδια του Ήλιου (με την προϊούσα διάλυση και αναδιάταξη της γλώσσας), ο Εύμαιος (με την νυσταλέα γλώσσα του). Το άλλο είδος περιλαμβάνει κεφάλαια που χρησιμοποιούν την γλώσσα ως εξωτερικό δομικό υλικό, κάτι που χτυπάει αμέσα στο μάτι, μια ωραία πρόσοψη – παραδείγματα αυτού του είδους είναι ο Αίολος (που είναι γραμμένος με τον τρόπο και την ρητορική που θα ήταν γραμμένη και μια εφημερίδα) και η Ιθάκη (που είναι γραμμένη... αλλά μην βιάζεστε, θα τα πούμε παρακάτω).  Δεν ξέρω κατά πόσο εκφράζω ορθά αυτή την διάκριση, στο μυαλό μου είναι σαφώς πιο ξεκάθαρη! Και τα υπόλοιπα κεφάλαια έχουν πάμπολλες ιδιαιτερότητες και εκπλήξεις που δεν περνούν απαρατήρητες, αλλά αυτές οι δύο “κατηγορίες” με εξέπληξαν περισσότερο.

Η Ιθάκη, λοιπόν, είναι ένα κεφάλαιο γραμμένο με επιστημονική ακρίβεια (όχι μόνο με την μεταφορική έννοια αλλά και με την κυριολεκτική). Και όπου υπάρχει επιστήμη απουσιάζει το συναίσθημα! Μοιάζει να αποτελεί ένα διάλειμμα ανάμεσα στον συναισθηματισμό του Εύμαιου και την συναισθηματική έκρηξη της Πηνελόπης. Είναι όλο γραμμένο σε στυλ ερωταπαντήσεων, σαν να πρόκειται για τα λήμματα μιας εκλαϊκευμένης επιστημονικής εγκυκλοπαίδειας ή ενός σχολικού εγχειριδίου φυσικής. Τα γεγονότα παρουσιάζονται με την ψυχρή ματιά ενός αστυνομικού ερευνητή που μελετά την σκηνή ενός εγκλήματος και στοχάζεται πάνω στα υποτιθέμενα κίνητρα του δολοφόνου!

Ο Μπλουμ και ο Στέφανος βρίσκονται στο σπίτι της οδού Εκκλς 7 και συζητούν για διάφορα θέματα, μια συζήτηση που ξεκίνησαν μετά την αποχώρησή τους από το καπηλειό.

Ποια ήταν η ακουστική αίσθηση του Στέφανου;
Άκουσε σε μια εμβριθή αρχαία ανδρική άγνωστη μελωδία τη συσσώρευση του παρελθόντος.

Ποια ήταν του Μπλουμ η οπτική αίσθηση;
Αυτός είδε σε μια έξυπνη νεαρή ανδρική οικεία μορφή το πεπρωμένο του μέλλοντος.
Το παραπάνω απόσπασμα συνοψίζει όλη την σχέση μεταξύ Μπλουμ και Στέφανου, όλες τις ανομοιότητες του χαρακτήρα τους, αλλά και εκείνες τις καλά κρυμμένες ομοιότητες. Είναι η τελευταία φορά που συναντάμε τον Στέφανο, ετοιμαζόμαστε να τον αποχαιρετήσουμε και ο Τζόυς μας επιφυλάσσει μια θεαματική έξοδό του. Αφού αρνηθεί την πρόταση του Μπλουμ να κοιμηθεί στο σπίτι του, βγαίνουν για λίγο στην πίσω αυλή για να θαυμάσουν τον έναστρο ουρανό (Το ουρανόδεντρο των άστρων κρεμόταν με υγρό νυχτογάλαζο φρούτο), και με πρόταση του Στέφανου ο ένας μετά τον άλλον αρχίζουν να κατουρούν ατενίζοντας τα άστρα. Ο επιστημονικός λόγος του Τζόυς, δεν ξεχνά να μας δώσει και την λεπτομερή τροχιά των ουρήσεών τους!

Και μόνο οι ερωτήσεις των ερωταπαντήσεων μπορούν να αποτελέσουν μία επαρκή περίληψη του κεφαλαίου. Αν τις διαβάσεις μεμονωμένα, αυτές τις ποιητικές διατυπώσεις, μπαίνεις στο πειρασμό να δώσεις και δικές σου απαντήσεις, κάτι με το οποίο ίσως συμφωνούσε και ο ίδιος ο Τζόυς. Ανακάλυψε ο Μπλουμ κοινούς παράγοντες ομοιότητας μεταξύ των αντιστοίχων ομοίων και ανομοίων αντιδράσεών τους στην εμπειρία; Γιατί η απουσία φωτός τον ενοχλούσε λιγότερο από την παρουσία θορύβου; Γιατί μπορούσε αυτός τότε να ανέχεται αυτό το χάσιμο χρόνου του με τη μεγαλύτερη αταραξία; Ποιο παράδειγμα επικαλέστηκε για να πείσει τον Στέφανο ότι η πρωτοτυπία, αν και μπορεί να αποφέρει ανταμοιβή αφ' εαυτήν, δεν συντείνει πάντοτε στην επιτυχία; Πώς είχε αυτός προσπαθήσει να θεραπεύσει αυτή την κατάσταση συγκριτικής άγνοιας; Γιατί απέφευγε την εικοτολογία; Τι ανακούφισε την παρανόησή του; Για ποιο πλάσμα η πόρτα εξόδου ήταν πόρτα εισόδου; Ποιες ειδικές συγγένειες του φαινόταν ότι υπήρχαν μεταξύ της σελήνης και της γυναίκας; Για ποιο λόγο αυτός σκεφτόταν σχέδια τόσο δύσκολα να πραγματοποιηθούν; Με ποιες σκέψεις αυτός, ένας συνειδητός αντιδρών εναντίον του κενού της αβεβαιότητας, αιτιολόγησε στον εαυτό του τα συναισθήματά του;



Στο κεφάλαιο Άδης, είχα εντοπίσει θυμάμαι μια αναφορά του Τζόυς που μου είχε φανεί πολύ παράταιρη και είχα υποψιαστεί ότι δύσκολα θα ξανακάνει εμφάνιση ανάλογη σκέψη στο υπόλοιπο κείμενο. Ο Μπλουμ τότε είχε αναρωτηθεί, γιατί δεν βρίσκουν κάποιον αυτοματισμό για να αντικαταστήσουν έναν χειροκίνητο χειρισμό στις γραμμές του τραμ. Στην “επιστημονική” Ιθάκη, αρκετές σελίδες μετά, ο Μπλουμ αφού πρώτα κάνει διαμοιρασμό ιδιοσυγκρασιών (Ποιες δύο διαφορετικές ιδιοσυγκρασίες αντιπροσώπευαν αυτοί; Την επιστημονική. Την καλλιτεχνική.), αποκαλύπτει την επιστημονική του κλίση, κυρίως προς την εφαρμοσμένη επιστήμη:

Ποιες αποδείξεις επικαλέστηκε ο Μπλουμ για να αποδείξει πως η τάση του ήταν μάλλον προς την εφαρμοσμένη, παρά τη θεωρητική, επιστήμη;
Ορισμένες πιθανές εφευρέσεις τις οποίες στοχάστηκε όταν ήταν ξαπλωμένος σε μια κατάσταση ύπτιας πλησμονής για να βοηθήσει την πέψη, παρακινημένος από την εκτίμησή του για τη σπουδαιότητα των εφευρέσεων που τώρα είναι κοινές αλλά κάποτε επαναστατικές, για παράδειγμα, το αεροναυτικό αλεξίπτωτο, το κατοπτρικό τηλεσκόπιο, ο σπειροειδής εκπωματιστήρας, η παραμάνα, το σιφώνιο μεταλλικού νερού, η δεξαμενή ρύθμισης στάθμης με βαρούλκο και υδατοφράκτη, η αντλία αναρροφήσεως.

Μόλις φεύγει ο Στέφανος και ο Μπλουμ μένει μόνος του στο σπίτι, αρχίζει μία περιγραφή και καταγραφή (με επιστημονική ακρίβεια, πάντα) διαφόρων αντικειμένων, των επίπλων, των συρταριών μετά των περιεχομένων τους, των βιβλίων της βιβλιοθήκης, και πολλών άλλων. Όποιος έχει διαβάσει το αριστούργημα του Ζορζ Περέκ “Ζωή, οδηγίες χρήσεως” μοιραία θα αναγνωρίσει στην Ιθάκη τον πλέον χαρακτηριστικό πρόγονό του! Ο Περέκ βέβαια πήγε αυτήν την “τέχνη των πραγμάτων” πολύ μακρύτερα, αλλά δεν μπορείς να μην εντυπωσιαστείς στιγμιαία από την βαθιά επίδραση που είχε το έργο του Τζόυς στους επιγόνους του. Λιγότερο εμφανή επιρροή έχει ασκηθεί και σε τόσους άλλους συγγραφείς. Για να την ανακαλύψετε όμως απαιτείται και μια χρονική συγκυρία που θα την αναδείξει. Είχα διαβάσει πριν χρόνια τους Παλιούς Δασκάλους του Τόμας Μπέρνχαρντ. Κάποια τυχαία στιγμή, μια συναναγνώστρια του Οδυσσέα που τότε διάβαζε την Ιθάκη, μου υπέδειξε να διαβάσω  ένα υπέροχο απόσπασμα του μεγάλου Αυστριακού που είχε ποστάρει στο προφίλ του ένας διαδικτυακός μας φίλος. Πιστεύουμε ότι μπορούμε μετά να προσκολληθούμε στον Σαίξπηρ ή στον Καντ, μα αυτό είναι πλάνη, ο Σαίξπηρ και ο Καντ και όλοι οι άλλοι, που τους έχουμε αναγορεύσει στο διάβα της ζωής μας σε κατά τη γνώμη μας μεγάλους, μας αφήνουν σύξυλους ακριβώς τη στιγμή που τους έχουμε μεγάλη ανάγκη, είπε ο Ρέγκερ, δεν είναι για μας λύση και δεν είναι για μας παρηγοριά, ξαφνικά είναι για μας μόνο σιχαμεροί και ξένοι, όλα όσα σκέφτηκαν και έπειτα έγραψαν κιόλας αυτοί οι λεγόμενοι μεγάλοι και σπουδαίοι μας αφήνουν ανέγγιχτους, είπε ο Ρέγκερ. Πιστεύουμε πάντοτε ότι μπορούμε να στηριχτούμε την αποφασιστική στιγμή, συνεπώς τη στιγμή την αποφασιστική για τη ζωή, σ'αυτούς τους λεγόμενους μεγάλους και σπουδαίους, όπως πάντοτε, μα αυτό είναι σφάλμα, ακριβώς τη στιγμή την αποφασιστική για τη ζωή μάς παρατούν μονάχους όλοι αυτοί οι σπουδαίοι και μεγάλοι και αθάνατοι, όπως θα λέγαμε, δεν μας δίνουν τίποτα περισσότερο σε μια τέτοια στιγμή αποφασιστική για τη ζωή, μας δίνουν μόνο να καταλάβουμε ότι και ανάμεσά τους είμαστε μονάχοι, είμαστε παρατημένοι μονάχοι μας με μια πέρα για πέρα φοβερή έννοια, είπε ο Ρέγκερ. Κατόπιν με προέτρεψε να διαβάσω ένα απόσπασμα της Ιθάκης σε συνάρτηση με εκείνο του Μπέρνχαρντ. Και εγώ τα διάβασα μαζί, τα συνδύασα και  θαύμασα πόσο σπουδαία μπορεί να γίνει ώρες ώρες η λογοτεχνία, ακόμα και αν δεν μας δίνει (η ρουφιάνα) όλες τις απαντήσεις!




Ποια εγκεφαλική δραστηριότητα συνόδευε αυτή τη συχνά επαναλαμβανόμενη ενέργεια;
Συμπεραίνοντας δι' επισκοπήσεως αλλά εσφαλμένα ότι αυτός ο σιωπηλός του σύντροφος είχε εμπλακεί σε διανοητική σύνθεση συλλογίστηκε τις χαρές που αποκομίζει κανείς από την διδακτική λογοτεχνία παρά από την ψυχαγωγική καθώς ο ίδιος είχε προσφύγει στα έργα του Γουίλλιαμ Σαίξπηρ περισσότερες από μια φορές για την επίλυση δύσκολων προβλημάτων της φανταστικής ή της πραγματικής ζωής.

Είχε βρει τις λύσεις τους;
Παρά το προσεκτικό και επανειλημμένο διάβασμα ορισμένων κλασικών αποσπασμάτων, βοηθούμενος από λεξιλόγιο, είχε αποκομίσει ατελή πεποίθηση από το κείμενο, με τις απαντήσεις να μην αποφέρουν σε όλα τα σημεία.



Αποκαμωμένος από την κουραστική πολυσέλιδη μέρα του, ο Λεοπόλδος Μπλουμ ξαπλώνει στο κρεβάτι του, σε ανεστραμμένη κατεύθυνση σε σχέση με το σώμα της Μόλλυ. Λίγο πριν κοιμηθεί, αντί προβάτων, θα μετρήσει έναν έναν τους 25 εραστές της Μόλλυ (και 26ο τον Μπόυλαν) και θα κλείσει τα μάτια του, για να δώσει την σκυτάλη στην χειμαρρώδη φωνή της Μόλλυ που εντός ολίγου πρόκειται να ξυπνήσει. Καθένας ή Κανένας, έχει πια κοιμηθεί.

Ποιες γενικές διωνυμικές ονομασίες θα του ανήκαν ως οντότητα και μη οντότητα;

Εικαζόμενος από όλους ή γνωστός σε κανέναν. Καθένας ή Κανένας.



                                                                                               Μαραμπού




"Οδυσσέας", Τζέημς Τζόυς, μετ. Ελευθέριος Ανευλαβής, εκδ. Κάκτος, 2014, σελ 1098





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου