Βιβλίο αρκετά διαφορετικό από τις «Ιστορίες του Χαλ» που
ήταν υψηλής συναισθηματικής θερμότητας μέσα στην καταχνιά της Αγγλίας, «Το
σπίτι» του Γιώργου Μητά, στήνεται σε ένα ελληνικό νησί την Ύδρα, στηρίζεται
πιότερο στο μυαλό και λιγότερο στο θυμικό, μοιάζει μια μάλλον περίεργη επιλογή
για έναν συγγραφέα με τόσο ισχυρό πρώτο δείγμα γραφής. Αυτό που δεν αλλάζει σε
αυτό το βιβλίο είναι η εξαιρετική χρήση της γλώσσας από τον συγγραφέα, που
χαρακτήριζε και το Χαλ, σε βαθμό τέτοιο που καταντά ζηλευτή.
«Έκαμψε το σώμα του να ξεφύγει, αλλά τον πρόλαβα. Λάκτισα με
όλη μου την δύναμη. Βρήκα τον γάτο στο πίσω μέρος της κοιλιάς και την λεκάνη-
«Άρπα την καριόλη!»
Ο συγγραφέας Νίκος Βελισάρης, πρωταγωνιστής και αφηγητής του
μυθιστορήματος, ζει αυτό που θα ονειρευόταν κάθε νέος δημιουργός. Τη στιγμή που
αποφασίζει να αφήσει την δουλειά του για την συγγραφή, εμφανίζεται μια
πιθανότητα για υποτροφία σε ένα μέρος που θα ζει απομονωμένος, θα ασχολείται μόνο με την συγγραφή και θα καλύπτονται όλες οι υλικές ανάγκες του. Ο κύριος Κάλφογλου, κάπως μυστηριώδης, είναι
διατεθειμένος να φιλοξενήσει τον Βελισάρη στην Ύδρα, να του παρέχει στέγη και τροφή
και ο,τι ζητά η καρδιά του, για να γράψει για
τρεις-τέσσερις μήνες. Το μόνο που απαιτεί είναι μια περίοδος δοκιμαστική μίας
εβδομάδας στον «Οίκο της Γραφής», για να αποφασίσει αν ο Βελισάρης πληρεί τα
προσόντα.
Ο Βελισσάρης από την αρχή έχει ένα κράτημα για το εγχείρημα,
τον υποψιάζει που ο οικοδεσπότης του θέλει απόλυτη μυστικότητα- να μην πει σε κανέναν για την παραμονή του εκεί, ούτε στους πιο οικείους του. Όταν φτάνει στο νησί, τα πράγματα
γίνονται ακόμα πιο σκοτεινά, οι προθέσεις του ανάπηρου κυρίου Κάλφογλου και του
υπηρέτη-συντρόφου του Συμεών μοιάζουν άδηλες. Στο «σπίτι» δεν πιάνουν τα
κινητά, οι βιβλιοθήκες είναι τεράστιες με σπάνια χειρόγραφα, μια ατμόσφαιρα
θρίλερ αρχίζει να εξυφαίνεται. Ο Βελισάρης έχει μια εβδομάδα για να γράψει ένα
διήγημα, να το παρουσιάσει στην «Αίθουσα των ακροάσεων» και να πάρει την υποτροφία.
Ο Γιώργος Μητάς έγραψε ένα απίστευτα βιβλιοφιλικό
βιβλιοβιβλίο, με συνεχείς διακειμενικές αναφορές, σχεδόν σε κάθε πρόταση. Παρελαύνουν
από τις σελίδες του ο Τόλκιν, ο Τζακ Λόντον, η Έμιλυ Μπροντέ, ο Παδούρα, ο
Καχτίτσης, ο Λόρκα, ο Μπόρχες, ο Κλάιβ Μπάρκερ, ο Ντίκενς, η Περλ Μπακ, ο Πόε,
ο Μπγιόρνσταντ, ο Χάιντερλιν, ο Τσβάιχ, ο Εμπειρίκος, ο Πολίτης, ο Χένρι
Τζέημς, ο Θερβάντες, ο Ουέλς, ο Μπρούνο Σουλτς, ο Ιούλιος Βερν (σίγουρα κάποιοι
θα μου ξέφυγαν). Οι μουσικές διαπερνούν την αφήγηση και της δίνουν έναν
υποβλητικό ρυθμό- Κοέν και Σούμπερτ και Μάλερ. Από αυτή την άποψη, ο συγγραφέας
κατάφερε ένα εξαιρετικό επίτευγμα.
Από την άλλη, τούτο το βιβλίο μοιάζει να γράφτηκε περισσότερο
με την λογική, ο ρυθμός του θρίλερ δεν πείθει απόλυτα, σαν να είναι
πρόσχημα η ιστορία για να μιλήσει ο Μητάς- ένας από πιο πολυδιαβασμένους
συγγραφείς μας- για τα βιβλία που αγαπά. Ο χαρακτήρας του Βελισάρη είναι
ολοκληρωμένος, αλλά τόσο ο κύριος Κάλφογλου, όσο και ο Συμεών μοιάζουν λιγάκι
σχηματικοί, άψυχοι, προσχεδιασμένοι.
Το μυθιστόρημα είναι ευκολοδιάβαστο, δεν σε αφήνει να το
παρατήσεις για την επόμενη μέρα, η γραφή του συγγραφέα βελτιώνεται εδώ, αν κάτι
τέτοιο ήταν δυνατόν. Και τα όποια προβλήματα στην πλοκή τα αντισταθμίζει η
αναφορά σε τόσα βιβλία, η αίσθηση- τουλάχιστον η δική μου- της οικειότητας με το
θέμα, που αφορά την απομόνωση του συγγραφέα από την εξωτερική ζωή για να
γράψει.
Λέει στην τελική αναμέτρηση με τον συγγραφέα ο Κάλφογλου:
«Δεν θα αργήσει ο καιρός κύριε Βελισάρη, που θα σας είναι δύσκολο να θυμηθείτε
την εποχή που ζούσατε χωρίς την γραφή, που σας εμψύχωνε και σας παρακινούσε το
όνειρό της. Καινούργια, μικρότερα όνειρα, καινούργιες απογοητεύσεις θα έρθουν
τότε∙ κι αργότερα, αν είστε τυχερός, ακόμα κάποια όνειρα θα ακολουθήσουν, ενώ
οι απώλειες θα μεγαλώνουν. Κι εσείς θα πρέπει κάθε φορά να βρίσκετε την
ισορροπία- ένας σχοινοβάτης στην κόψη του χρόνου! Βλέπετε, κύριε Βελισάρη, σε
κάθε σταθμό η εικόνα αλλάζει, όπως αλλάζει συνεχώς και η αντίληψη που έχουμε
για την διαδρομή, όσο πλησιάζουμε προς το τέρμα…». Κι ο Γιώργος Μητάς είμαι
σίγουρη πια πως δεν θυμάται καν πως ήταν τότε που μόνο ονειρευόταν να γράψει,
είναι ήδη σε άλλον σταθμό της διαδρομής.
«Το σπίτι», Γιώργος Μητάς, εκδ. Κίχλη, 2014, σελ. 135
Υ.Γ. 42 Η έκδοση της Κίχλης πάντα εξαιρετική. Δυο ενστάσεις.
Τα πραγματολογικά στοιχεία στο πίσω μέρος θα προτιμούσα να λείπουν. Τις
διακειμενικές αναφορές θα τις χαιρόμουν πιο πολύ όταν τις ανακάλυπτα μόνη μου,
κι ας έχανα μερικές. Και η δεύτερη μόνιμη: προς τι το πολυτονικό σε έναν συγγραφέα
της γενιάς μας.
Υ.Γ. 42-42 Την Κυριακή 2 Νοεμβρίου μαζί μας ο Γιώργος Μητάς στην εκπομπή Διαβάζοντας στον www.amagiradio.com στις 2μ.μ. Θα κληρώσουμε και τρία αντίτυπα του βιβλίου, οπότε δεν μένει παρά να συντονιστείτε.