29/3/15

Διαβάζοντας@amagi 29 Μαρτίου 2015 με τους εκδότες των Αντιπόδων



Καλημέρα, καλημέρα. Σήμερα στις 2μ.μ. στην εκπομπή Διαβάζοντας@amagi έχουμε την χαρά να φιλοξενούμε τον Θοδωρή Δρίτσα και τον Κώστα Σπαθαράκη, τους δύο εκδότες του νεοσύστατου εκδοτικού οίκου Αντίποδες​ που πρόλαβε ήδη με τις επιλογές του να κάνει αίσθηση. 

Κληρώνουμε 3 εξαιρετικά βιβλία, 2 εκ των οποίων δεν είναι καν ακόμα στα ράφια των βιβλιοπωλείων:


Δια να λάβετε μέρος στην κλήρωση αφήστε σχόλιο ή κάμετε λάικ εδώ ή στα αντίστοιχα ποστ στο γκρουπ της εκπομπής ή στην σελίδα του blog στο facebook

Συντονιστείτε στις 2 μ.μ. στον www.amagiradio.com

Υ.Γ. 42 Για λίγο μαζί μας στην αρχή της εκπομπής θα είναι και η ηθοποιός Νατάσα Οικονομοπούλου για να μας εξηγήσει πως αποφάσισαν να στήσουν θεατρικό αναλόγιο με πρωτότυπη μουσική σε ένα εξαιρετικό κείμενο του Τσβάιχ. Την Τετάρτη στο Booktalks





Υ. Γ. 42-2 Για να μας ακούσετε πληκτρολογήστε www.amagiradio.com ή κατεβάστε την εφαρμογή TuneIn για κινητά τηλέφωνα, ταμπλέτες και άλλα συναφή.

Υ.Γ. 42-3 Σήμερα το Διαβάζοντας κλείνει τα έξι και περπατά στα επτά. Γιέα. Σήμερα είναι και η συνάντησή μας στις 7 το απόγευμα στο Booktalks. 






28/3/15

«Ο χάρτης και η επικράτεια», Michel Houellebecq


Η βιβλιοφιλική παραφιλολογία γύρω από τον Μισέλ Ουελμπέκ πάντα με φόβιζε: ο μισάνθρωπος, ο μισογύνης, ο ρατσιστής αντισημίτης, ο κλόουν την Γαλλικής τηλεόρασης. Ε, δεν μιλάμε για τις καλύτερες συστάσεις. Δίσταζα να διαβάσω βιβλίο του. Ξεκίνησα τον «Χάρτη και την επικράτεια» με επιφυλάξεις. Και έπειτα ενθουσιάστηκα. Κείμενο ζωντανό, με μεγάλα ερωτήματα, μέσα στην εποχή μας, φιλοσοφικό και καυστικό, με πλοκή που δεν σε αφήνει να το αφήσεις από τα χέρια σου. 

Κεντρικός ήρωας ο Ζεντ, ένας εικαστικός μονόχνωτος και μάλλον ανίκανος να συνάψει κανονικές ανθρώπινες σχέσεις κανενός είδους. Η πρώτη του κοπέλα η Ζινεβιέβ ήταν μια πόρνη πολυτελείας κι αυτό δεν τον πείραζε, η δεύτερη μια εκπάγλου καλλονής Ρωσίδα, η Όλγα, την οποία όμως αρνήθηκε να ακολουθήσει στην πατρίδα της όταν της πρόσφεραν εκεί δουλειά παρ’ όλο που την αγαπούσε.

Ξεκίνησε την καλλιτεχνική ζωή του ως φωτογράφος, απογειώθηκε όταν είχε την φαεινή ιδέα να κάνει φωτογραφίες με του χάρτες της Μισελέν και τελικά εκτοξεύτηκε σε δυσθεώρητα ύψη- οι πίνακες του έφτασαν να κοστίζουν 12 εκατομμύρια ευρώ- δίχως να το καταλάβει. Για τον κατάλογο της έκθεσης με τους πίνακες- μια μοντέρνα συλλογή με επαγγέλματα που περιλαμβάνει το αριστούργημα «Ο Μπιλ Γκέιτς και ο Στιβ Τζομπς συνομιλούν για το μέλλον της πληροφορικής»- ζητά από τον επίσης μονόχνωτο και μισάνθρωπο συγγραφέα Μισέλ Ουελμπέκ να γράψει τον πρόλογο. Οι δυο, τους αν και αναγνωρίζουν ο ένας στον άλλο έναν άνθρωπο με τον οποίο θα μπορούσαν να επικοινωνήσουν, τελικά δεν γίνονται φίλοι. Λίγο καιρό αφότου ο Ζεντ τον ζωγραφίζει και του χαρίζει τον πανάκριβο πίνακα, ο Ουελμπέκ δολοφονείται με φρικτό τρόπο. 

Ο Μισέλ Ουλμπέκ παρουσιάζει τον λογοτεχνικό εαυτό του με απαράμιλλο χιούμορ, αν και λίγο μακάβριο· πάντως το alter ego του είναι μάλλον ο Ζεντ. Οι προβληματισμοί του πάνω στην σύγχρονη κοινωνία- το μυθιστόρημα είναι γεμάτο brand names και ονόματα της εποχής που σε κάνουν να νιώθεις ένα τίποτα- για την τέχνη, την επιτυχία στην τέχνη αλλά κυρίως για τις ανθρώπινες σχέσεις και πως αυτές διαμορφώνονται σε ανθρώπους που όπως ο Ζεντ που στερήθηκαν την μητρική αγάπη, είναι έκδηλοι σε όλο το κείμενο. Αλλά το θέμα που απασχολεί τον Ουελμπέκ περισσότερο από όλα είναι το χρήμα· η χρήση του, το πόσο καθορίζει τη μοίρα μας, αν οριζόμαστε από αυτό, αν στο όνομά του συντελούνται τα χειρότερα εγκλήματα.Οι αναφορές στην αυτοκτονία, την δολοφονία και την ευθανασία, που γίνονται κάπως επιδερμικά, δίνουν μια διάσταση του θανάτου, που φαίνεται να απασχολεί τον συγγραφέα στις πιο γκροτέσκες στιγμές του.

Πάντως ο Ουελμπέκ, με την επίφαση ενός αστυνομικού μυθιστορήματος, κατορθώνει να στήσει ένα βιβλίο δουλεμένο αριστοτεχνικά, από αυτά που θα χαιρόταν να διαβάσει κάθε αξιόλογος αναγνώστης.


  «Ο χάρτης και η επικράτεια», Μισέλ Ουελμπεκ, μετ. Λίνα Σιπητάνου, εκδ. Εστία, 2012, σελ. 419











Υ.Γ. 42 Άσχετο με τον Ουελμπέκ: ελάτε  αύριο στην συνάντηση, θα είναι ωραία να γνωριστούμε από κοντά. 



25/3/15

"The Buried Giant", Kazuo Ishiguro του Παναγιώτη Κροκιδά



Το βιβλίο του Ισιγκούρο τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές και ίσως για αρκετό καιρό μετά, "ακούγεται" όσο λίγα. Τα περισσότερα, εν είδει θετικής ή αρνητικής διαφήμισης το τοποθετούν άτσαλα στην φανταστική λογοτεχνία, σε σημείο που δίπλα στο όνομα του Βρετανού, νικητή του βραβείου Μπούκερ, ως ενδεικτικά του ύφους του να αναφέρονται ονόματα όπως του Τόλκιν και του Μάρτιν. Αναπάντεχο; Φυσικά.


Μα τι διαβάζει κανείς εδώ: μια Βρετανία χαμένη στις ομίχλες του παρελθόντος, λίγο μετά τα κατορθώματα του Αρθούρου, με τα απομεινάρια της κυριαρχίας της Ρωμαϊκής κυριαρχίας να ξεπροβάλλουν ακόμα σαν απολιθώματα. Εν μέσω αυτού του σκηνικού, όπου η ανάσα ενός δράκου απλώνεται επιβάλλοντας μια ληθαργική αμνησία στον κόσμο των Βρετανών και Σαξόνων -πάλαι ποτέ εχθρών-, ένα ηλικιωμένο ζευγάρι ξεκινάει ένα ταξίδι αναζήτησης σε αυτήν την επικράτεια.

Η οποία, όπως προλογίζει ο αφηγητής της ιστορίας, τότε ήταν μια αραιοσπαρμένη χώρα από μικρά χωριά, όπου κάποιος θα μπορούσε να περιφέρεται για μέρες, δίχως να συναντήσει ψυχή ζώσα. Υπάρχει, λοιπόν, ένας δράκος, υπάρχουν τελώνια, ξωτικά, συναπαντήματα με ζοφερές μαυροντυμένες γυναίκες, ένας γερασμένος ιππότης της στρογγυλής τραπέζης που κουβαλάει το άχθος μιας αποστολής, υπάρχει και ένα μοναστήρι αινιγματικό και δολοφονικό που θα φέρει στο νου το Όνομα του Ρόδου. Υπάρχουν αυτά και άλλα πολλά σε αυτό το βιβλίο. Τα οποία δοσμένα από μια απίθανα μελετημένη γλώσσα μεταξύ παραμυθιακής και σύγχρονης επικής διήγησης, δίνει ένα βιβλίο που όμοιό του δεν θα έχει συναντήσει ο μέσος αναγνώστης. Γιατί είναι αυτή η γλώσσα του Ισιγκούρο, διαφορετική από οτιδήποτε έχει γράψει ο ίδιος και από ό,τι έχει γράψει σύγχρονός του συγγραφέας, είναι ο ρυθμός του που μεταφέρει τον αναγνώστη σε μια ξεχασμένη επικράτεια και εποχή: γοητευτικά, μυθοπλαστικά, μα την ίδια στιγμή ρεαλιστικά. Και θεατρικά, καθώς σε πολύ μεγάλο βαθμό οι περιγραφές του χώρου και οι σκηνές δράσης μεταφέρονται στον αναγνώστη μέσα από τους διαλόγους των ηρώων. Κι αυτή η θεατρική προσέγγιση προσδίδει στο βιβλίο έναν επιπλέον λυρικό χαρακτήρα. Η γλώσσα, λοιπόν, είναι για εμένα το ατού αυτού του βιβλίου, μα την ίδια στιγμή και αυτό που μπορεί να το καταστήσει ένα στριφνό βιβλίο.



Γιατί; Γιατί δεν ξέρω σε ποιον απευθύνεται ακριβώς, αν σκεφτούμε με αυστηρούς, εκδοτικούς και υφολογικούς όρους. Αυτούς, που για να το πουλήσουν στο αντίστοιχο κοινό ή να το θάψουν και να το τραβήξουν από κάποια άλλη μερίδα, το πλασάρουν σαν φανταστικό: όχι, δεν ανήκει στην φανταστική λογοτεχνία, όπως την ξέρει αυτός που την διαβάζει. Μα ίσως φέρει χαρακτηριστικά και ποιότητα μια αμιγούς ονειρικής, ευφάνταστης λογοτεχνίας, που όπως έγραψε πρόσφατα ο Γκέιμαν για το Buried Giant, θα απομυθοποιήσει το φανταστικό στοιχείο στη λογοτεχνία και πως θα δείξει πως η φαντασία επιστρατεύεται πολλές φορές για να πει σημαντικά πράματα. Και ο Ισιγκούρο με τους ιππότες και τα δαιμόνια μιλάει για τις αναμνήσεις: τις συλλογικές και τις προσωπικές. Σημαντικό; Διαβάστε το να μάθετε!

Εγώ το απόλαυσα και τις εικόνες του θα κουβαλάω για πολύ καιρό ακόμα στο κεφάλι μου


                                                                                              Παναγιώτης Κροκιδάς

"The Buried Giant", Kazuo Ishiguro, Faber & Faber, 2015, σελ.352

24/3/15

Ελάτε να γιορτάσουμε μαζί τα έκτα γενέθλια του Διαβάζοντας



Την Κυριακή 29 Μαρτίου 2015 το μπλογκάκι κλείνει τα 6 του χρόνια. Αντί για την κλασική επετειακή ανάρτηση-απολογισμό (που δεν θα γλιτώσετε φυσικά), είπα να κάνουμε μια συνάντηση για να γνωριστούμε. Σας καλώ λοιπόν, όσους γίναμε φίλοι μέσα από το blog, αλλά περισσότερο αυτούς που δεν έχουμε γνωριστεί ακόμα, να πιούμε ένα κρασί και να μιλήσουμε για βιβλία.

Δεν θα είναι πάρτυ, δεν θα έχει dj, αλλά ευελπιστώ να έχει ανθρώπους που αγαπάνε το βιβλίο και έχουν όρεξη να κάνουν παρέα και με άλλους βιβλιοχτυπημένους. Αν πάλι δεν μου κάτσει, δεν θελήσει κανένας να σπάσει την ανωνυμία του και να έρθει, δεν πειράζει, περισσότερο κρασί για μένα. 

Την Κυριακή στις 7 μ.μ. στο Booktalks (Αρτέμιδος 47 & Αγ. Αλεξάνδρου 58, Π. Φάληρο)


https://www.facebook.com/events/875802649159259/ Εδώ είναι το event στο facebook αν θέλετε να δηλώσετε συμμετοχή.



23/3/15

«ΜακΤιγκ», Frank Norris



Ο Φρανκ Νόρις μού ήταν άγνωστος. Νομίζω πως γενικά στην Ελλάδα ο Αμερικάνος νατουραλιστής συγγραφέας δεν είχε πολλούς θιασώτες. Κανένα βιβλίο του δεν είχε μεταφραστεί στα ελληνικά, έχουν περάσει κοντά 130 χρόνια από τον θάνατό του, η ζωή του ήταν εξαιρετικά σύντομη, μιας και πέθανε στα 32 σε κρίση σκωληκοειδίτιδας. Όταν είδα το «ΜακΤιγκ» από την σειρά Orbis Literae του Gutenberg χρειάστηκε να ψάξω για να καταλάβω ποιος είναι . 

Αν και ο Ζολά μου αρέσει εξόχως και η «Νανά» υπήρξε ένα από τα πιο πολυδιαβασμένα μυθιστορήματα της εφηβείας μου, στην αρχή η κατάταξη του συγγραφέα στους νατουραλιστές, με φόβισε. Δεν έπρεπε. Το βιβλίο έχει όλα τα στοιχεία για να καταταγεί στο ρεύμα με αξιώσεις, η αφήγησή του είναι ρέουσα, η ατμόσφαιρα του ζοφερή αλλά περιπαιχτική, οι περιγραφές έξοχες.

Οι ήρωες στο "ΜακΤιγκ" στιγματίζονται από την «βάρβαρη» καταγωγή τους, για λίγο φαίνεται πως θα μπορέσουν να αρθούν πάνω από αυτό που η κοινωνία θα περίμενε από αυτούς, τελικά βουλιάζουν στο βούρκο τους. Ο ίδιος ο ΜακΤιγκ είναι ένας πρακτικός οδοντίατρος χωρίς πτυχίο, που εξασκεί την τέχνη του σχεδόν με τον ίδιο τρόπο που μικρός έσερνε το καροτσάκι στα ορυχεία. Είναι ένα θηριώδης τύπος, κάπως νωθρός και αργός στη σύλληψη, ικανοποιημένος αν τρώει λιπαρό φαγητό τις Κυριακές, πίνει φτηνή μπίρα και παίζει την κονσερτίνα του. Ενίοτε, πηγαίνει για περίπατο με τον φίλο του Μάρκους. Κάποια στιγμή η ξαδέλφη του Μάρκους- και σχεδόν αρραβωνιαστικιά του- Τρίνα σπάει ένα δόντι και επισκέπτεται τον ΜακΤιγκ. Κατά την διάρκεια της θεραπείας, ο ΜακΤιγκ, που δεν έχει άλλες συναναστροφές με γυναίκες, θα νιώσει έντονο, ζωώδες πάθος για την Τρίνα, θα την πολιορκήσει εντελώς άγαρμπα και τελικά, με τις ευλογίες του Μάρκους, θα την αρραβωνιαστεί. 

Τα πράγματα περιπλέκονται όταν η Τρίνα κερδίζει πέντε χιλιάδες δολάρια στην λοταρία. Η φυσική φιλαργυρία της εντείνεται, ο Μάρκους ζηλεύει φριχτά, η κατάσταση δυσκολεύει. Την κατιούσα θα πάρουν όλοι όταν κάποιος καταγγέλλει τον ΜακΤιγκ πως δεν έχει άδεια, εκείνος σταματά να δουλεύει, η Τρίνα γίνεται όλο και πιο τσιγκούνα, η εξαθλίωση τούς κυνηγά. Η κατάληξη θα είναι τραγική. 

Οι περιφερειακοί χαρακτήρες- οι ΜακΤιγκ μένουν σε μια πολυκατοικία- όπως ο Ζέρκωφ, μια καρικατούρα που αντιπροσωπεύει όλα όσα θα πίστευε ο μέσος αντισημίτης για τους Εβραίους, η μισότρελή Μεξικανή καθαρίστρια Μαρία Μακάπα, η γερασμένη μοδιστρούλα δις Μπέικερ που ζει έναν έρωτα εκ του μακρόθεν με το γεροντοπαλίκαρο του διπλανού διαμερίσματος, οι γονείς της Τρίνας με την γερμανική τους προφορά, βοηθούν να στηθεί μια τοιχογραφία της κοινωνίας της εποχής, να δοθεί η πρέπουσα προσοχή στην λεπτομέρεια όπως αρμόζει σε κάθε νατουραλιστή. 

Το κείμενο το διατρέχει λεπτή ειρωνεία, οι τελευταίες του σκηνές είναι γκροτέσκες και αποτρόπαιες, και με κάποιον τρόπο, σχεδόν μαγικό, κατορθώνει να οδηγήσει τον αναγνώστη σε μια σκοτεινή κάθαρση. Το χρήμα, κι ο χρυσός, αποκτούν κεντρικό ρόλο στην πλοκή, η παθογένεια της τότε αναδυόμενης «μεσαίας» τάξης περιγράφεται γλαφυρά και μένει τελικά μια γεύση γλυκόπικρη και η αίσθηση πως με σιγουριά κλείνοντας το βιβλίο έχεις διαβάσει λογοτεχνία. 

Το "ΜακΤιγκ" είναι ένα ευκολοδιάβαστο βιβλίο, ένα πραγματικό αριστούργημα, ένα από κείνα τα μυθιστορήματα που κάθε βιβλιόφιλος θέλει στην βιβλιοθήκη και την φαρέτρα του.



«ΜακΤιγκ», Φρανκ Νόρις, μετ. Μιχάλης Μακρόπουλος, εκδ. Gutenberg, 2014, σελ. 480

















Υ.Γ. 42 Υπάρχει και ταινία, αριστούργημα από ό,τι λένε. Για βαριά χτυπημένους όμως: http://www.athinorama.gr/cinema/movie.aspx?id=10011566

20/3/15

Μικρόκοσμοι: Τα μικρά βιβλιοπωλεία

Την Κυριακή στις 11:30 θα συζητήσουμε για το παρόν και το μέλλον των μικρών βιβλιοπωλείων στο Κέντρο Επισκεπτών της υπό ανέγερση Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος στο  Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος στο Δέλτα Φαλήρου. 



Μικρόκοσμοι: Τα μικρά βιβλιοπωλεία
Κυριακή 22 Μαρτίου 2015
11:30

Μικρόκοσμοι: Μια προσπάθεια κατανόησης των πραγµάτων ή των ανθρώπων που καταλαµβάνουν µικρό χώρο.

Συζήτηση με τα μικρά βιβλιοπωλεία που δίνουν τα τελευταία χρόνια χαρακτήρα στην πόλη, αξιοποιώντας την προσωπική σχέση που αναπτύσσεται με τους πελάτες.

Συμμετέχουν:

Επι λέξει
Πλειάδες
Bookloft
Μωβ σκίουρος
Φωταγωγός
Free thinking zone

Συντονίζει η Μαρία Αγγελίδου.


Ελεύθερη είσοδος στο Κέντρο Επισκεπτών του ΚΠΙΣΝ.

Πληροφορίες-κρατήσεις: 210 8778396/8 ή με email στο visitorscenter@snfcc.org

*Για τη μετάβασή σας, μπορείτε να χρησιμοποιείτε δωρεάν το shuttle bus που συνδέει το Σταθμό Μετρό Συγγρού – Φιξ με το Κέντρο Επισκεπτών του ΚΠΙΣΝ (αφετηρία επί της οδού Καλλιρόης και άφιξη στην αρχή της Εσπλαναδας). Θα πραγματοποιούνται δρομολόγια 30’ πριν και μετά από κάθε εκδήλωση.





18/3/15

«Ο χορός της νίκης», Antonio Skármeta



Ανακάλυψα τον Αντόνιο Σκαρμέτα με τον εξής τρόπο: Ανεβάζοντας μια φωτογραφία στον facebook για το βιβλίο του Αντρές Νέουμαν «Κατά μόνας» πάνω σε ένα ράφι με Λατινοαμερικάνους συγγραφείς, οι φίλοι μου άρχισαν να μετρούν τους Χιλιανούς συγγραφείς που είχα διαβάσει. [οκ, ο Νέουμαν δεν είναι Χιλιανός αλλά τι σημασία έχει, έτσι μας ήρθε]. Βγήκα μείον, Μπολάνιο, Σεπούλδεβα, Αλιέντε, Νερούδα και τίποτα άλλο. Μου πρότειναν Σκαρμέτα. Για κείνον ήξερα μόνον πως στο βιβλίο του «Ο Ταχυδρόμος του Νερούδα» βασίστηκε το «Il postino”. Οι συστάσεις ήταν αρκετές. 

«Ο χορός της νίκης» είναι ένα βιβλίο εξαιρετικά καλογραμμένο, με ρυθμό, πλοκή καταιγιστική αλλά κυρίως καλοδουλεμένους χαρακτήρες· από τους τρεις κεντρικούς ήρωες ως όλους τους δευτερεύοντες. Η ιστορία έχεις ως εξής:

Την μέρα του Αγίου Αντωνίου της Πάδοβας, στις 13 Ιουνίου, ο πρόεδρος έδωσε αμνηστία σε όλους τους κοινούς κρατούμενους. Ανάμεσα σε αυτούς που αποφυλακιστήκαν είναι ο νεαρός Άνχελ Σαντιάγο, ένα πανέμορφο αγόρι που στην φυλακή υπέφερε τα πάνδεινα και το φώναζαν Χερουβείμ. Βγαίνοντας υπόσχεται να σκοτώσει τον διευθυντή της φυλακής που μια νύχτα τον έριξε γυμνό στο κλουβί με τους πιο βαρβάτους κρατούμενους. Μαζί του αποφυλακίζεται και ο θρυλικός Βεργάρα Γκρέι, ένας εξηντάρης πια, δεξιοτέχνης κλέφτης. Ο διευθυντής στέλνει στο κατόπι του Άνχελ έναν μανιακό φονιά, υποσχόμενός του έναν μήνα ελευθερίας, αν καθαρίσει τον νεαρό. 

Ο Άνχελ γνωρίζει την Βικτόρια, μια νεαρή χορεύτρια που έχασε τον πατέρα της στην Δικτατορία με τραγικό τρόπο, την πρώτη νύχτα του έξω από την φυλακή. Οι δυο νέοι ερωτεύονται κι αυτός ο έρωτας, μαζί με τον διωγμό της Βικτόρια από το σχολείο, τον χορό που αγαπά όσο τίποτε άλλο κι ένα μυθικό κόλπο που σχεδιάζει ο Άνχελ με τον Βεργάρα Γκρέι θα είναι οι βασικοί άξονες της πλοκής. 

Η Βικτόρια, το κορίτσι που μπορεί να χορέψει μια θλίψη, αλλά δεν μπορεί να μιλήσει για αυτή, είναι  ένας χαρακτήρας πολύ αισθαντικός και παιδικός, μια γυναικεία φιγούρα στο μεταίχμιο ανάμεσα στην παιδικότητα και την ενηλικίωση που σπάνια βρίσκουμε στην λογοτεχνία. 

Αλλά και οι υπόλοιποι ήρωες έχουν τραγικότητα και κωμικότητα μαζί. Το χιούμορ του Σκαρμέτα διαπερνά το βιβλίο χωρίς αυτό να αφαιρεί κάτι από την σπουδαιότητά του. Τολμά να μιλήσει για τα πολιτικά της Χιλής, για την διαφθορά, για τον πόνο, για την ανάγκη να στηθεί ένα πλάνο ζωής που θα νικήσει αυτό που μας επιβλήθηκε. Στο τέλος η νίκη έρχεται· πικρή, όπως της πρέπει.

Με λίγα λόγια, μήπως έχετε κανέναν άλλο Χιλιανό να προτείνετε, τώρα που είμαι ζεστή;



«Ο χορός της νίκης», Αντόνιο Σκαρμέτα, μετ. Ελεάννα Τσόκα, 2008, σελ.365





16/3/15

«Γκιακ», Δημοσθένης Παπαμάρκος




Ομολογουμένως εντυπωσιακή στην αρχή της, η συλλογή διηγημάτων του Δημοσθένη Παπαμάρκου, «Γκιακ», με κούρασε λιγάκι στην συνέχεια λόγω της γλωσσικής ιδιομορφίας της. Μου φάνηκε κάπως μονότονη η αφήγηση κι άρχισα να ακολουθώ μόνο το γλωσσικό ιδίωμα, σαν τον σχολαστικό φιλόλογο, μπας και βρω αστοχίες [κάποιες βρήκα, αλλά δεν είναι εκεί το θέμα]. 

«Τι είν’ αυτά που λες ρε; Έχεις χαζέψει ντιπ; Ποιος αυτός τον έβγαλε στο κλαρί; Άι, κοιμάσαι και συ Γιάννη, μου λέει».

Η συλλογή διηγημάτων έχει συνοχή ύφους και γλώσσας, αλλά και θέματος. Όλες οι αφηγήσεις είναι πρωτοπρόσωπες, αντρών που γύρισαν από τον πόλεμο στην Μικρασία στο χωριό τους, που ζήσαν την φρίκη και την διηγούνται σε κάποιον. Συχνά, η αποκάλυψη του συνομιλητή είναι που δίνει την λύση, έπειτα από την κορύφωση της πλοκής. Αγαπημένο μου πάντως είναι αυτό στο οποίο αφηγητής δεν είναι ο βετεράνος αλλά ο συνομιλητής του, το «Νόκερ». 

Οι ήρωες του Παπαμάρκου είδαν την φρίκη του πολέμου κι έπειτα γύρισαν σε μια ακόμα πιο φρικαλέα κατάσταση στο χωριό. Ο ένας εκδικείται τον φόνο της αδελφής του, ο άλλος τον πατέρα του που τον σακάτεψαν, ο τρίτος γίνεται σφαγέας γιατί έχει συνηθίσει στο αίμα και το θανατικό. Η αίσθηση μιας ιδιότυπης ηθικής διαπερνά το βιβλίο, οι ήρωες μπλέκονται συχνά ανάμεσα σε αυτό που θεωρείται πρέπο και στο άλλο που τους λέει η καρδιά τους πως πρέπει να γίνει. Αναζητούν τα πατήματα για να υπάρξουν σε έναν κόσμο που φανερά αλλάζει, αλλά ακόμα είναι ο δικός του. Και να συμφιλιωθούν με τον εαυτό τους που μετά τον πόλεμο δεν είναι ο ίδιος.

Δεν ξέρω αν θα χαρακτήριζα το «Γκιακ» αντρικό βιβλίο. Σίγουρα οι πρωταγωνιστές του είναι άντρες, από κείνους που στιμάρουν την μάνα τους και νοιάζονται αν χάλασαν την αρραβωνιάρα τους. Η γεύση πάντως που μου άφησε τούτο το αίμα (γκιακ είναι α. το αίμα β. δεσμός συγγένειας που προκύπτει από κοινή καταγωγή, συγγένεια εξ αίματος γ. φόνος που γίνεται για λόγους εκδίκησης δ. φυλή ) ήταν κάπως στυφή. Κι αυτό δεν συμπεριλαμβάνεται στα αρνητικά του βιβλίου. 


«Γκιακ», Δημοσθένης Παπαμάρκος, εκδ. Αντίποδες, σελ. 123, 2014















Υ.Γ. Η έκδοση των Αντίποδων είναι εξαιρετική και δείχνει θάρρος. Ελπίζω να συνεχίσουν έτσι. 

15/3/15

Διαβάζοντας@amagi 15 Μαρτίου 2015 με καλεσμένο τον Γιάννη Σκαραγκά






Καλημέρα, καλημέρα. Σήμερα μαζί μας στις 2μ.μ. στονwww.amagiradio.com και την εκπομπή Διαβάζοντας ο Gianni Skaragas. Θα μιλήσουμε για το νέο του βιβλίο "Ο ουρανός που ονειρεύτηκες", για τις ΗΠΑ, το Μεξικό και την τηλεόραση. Οι Εκδόσεις Κριτική προσφέρουν 2 αντίτυπα του βιβλίου και για να μπείτε στην κλήρωση θα πρέπει να αφήσετε σχόλιο σε αυτό το ποστ ή να πατήσετε like σε κάποια από τις σημερινές αναγγελίες της εκπομπής στο facebook.Αν θέλετε να κουβεντιάζετε μαζί μας την ώρα της εκπομπής ή να ρωτήσετε κάτι τον συγγραφέα, ο ευκολότερος τρόπος είναι να σχολιάσετε στο αντίστοιχο ποστ στο γκρουπ της εκπομπής.


Για να μας ακούσετε πληκτρολογήστε www.amagiradio.com ή κατεβάστε την εφαρμογή TuneIn για κινητά τηλέφωνα, ταμπλέτες και άλλα συναφή.



12/3/15

«Κόστα Ρίκα», Αλέξανδρος Ντερπούλης



Κάπως αμήχανα ξεκινάει το μυθιστόρημα του Αλέξανδρου Ντερπούλη «Κόστα Ρίκα». Η περιγραφή της σκηνής μοιάζει άτεχνη, στημένη. Όμως, μόλις ξεπεράσει κανείς τις πρώτες σελίδες, το βιβλίο αρχίζει να αποκτά ένταση και όγκο, πάθος και πόνο.

Η Ρόζυ ξυπνά ανάμεσα στις βαλίτσες της, όλο το σπίτι είναι πακεταρισμένο, ο υπολογιστής της ανοιχτός, έτοιμη ήταν να πατήσει το πλήκτρο και να κλείσει το εισιτήριο της για την Κόστα Ρίκα. Να τους αφήσει όλους πίσω, να ξεκινήσει από την αρχή σε μια χώρα όπου όλα θα πήγαιναν καλά.

Μόνο που τίποτα δεν πάει καλά, το γάντι της πιάνεται κάπου και σκίζεται, η στενή της φούστα την ενοχλεί, το τηλέφωνο κόβεται και μαζί το ίντερνετ. Δεν μπορεί να πατήσει το κουμπί. Δεν έχει πληρώσει τον λογαριασμό. Δεν έχει πληρώσει κανέναν λογαριασμό. Δεν υπάρχει καμία κάρτα της που να μην είναι στο κόκκινο. Δεν υπάρχει τίποτα στην ζωή της, τίποτα. Το τηλέφωνο χτυπάει. Είναι η τράπεζα για τα λεφτά που τους χρωστάει.

Με σπαρακτικό τρόπο η ζωή της Ρόζυ ξετυλίγεται σιγά σιγά για να φανεί η ρηχότητά της, η έλλειψη αγάπης, ο πόνος. Για να μείνει τελικά η πρωταγωνίστρια γυμνή μπροστά μας, χωρίς τα φτιασίδια και τα ακριβά της ρούχα, τις τσάντες και τα παπούτσια της. Γυμνή και συντετριμμένη. Γιατί που να πάει κανείς, και γιατί εκεί όλα να είναι καλύτερα;

Προερχόμενος από το θέατρο, ο Αλέξανδρος Ντρεπούλης φαίνεται να ξέρει καλά πώς να κλιμακώσει μια ιστορία και να φτιάξει έναν χαρακτήρα ολοκληρωμένο με τον οποίο ο αναγνώστης να μπορεί να ταυτιστεί. Μου φάνηκε πως στο βιβλίο έλειπε η λογοτεχνική τεχνική στις περιγραφές και η αίσθηση της δομής και της πολυπλοκότητας των ιστοριών που θα το μετέτρεπε από έναν εξαιρετικό υλικό για θεατρικό μονόλογο σε ένα πολύ καλό μυθιστόρημα.





«Κόστα Ρίκα», Αλέξανδρος Ντερπούλης, εκδ. Μίνωας, 2014, σελ. 170





9/3/15

Γκέγκε;



Τώρα που τελείωσαν οι επέτειοι, τα ευχολόγια και οι σχολικές ημερίδες θα σας πω τι είναι bullying.

Bullying είναι να μην μπορείς να πάρεις ανάσα πουθενά.

Bullying είναι να τρέμεις πως θα τελειώσει η ώρα του μαθήματος γιατί θα πρέπει να διασχίσεις τον διάδρομο. Κι εκεί θα καραδοκούν δέκα άτομα που θα φωνάζουν εν χορώ «χοντρή και φυτό» κι έπειτα θα σε στριμώξουν στη γωνία. Και θα σου πουν πόσο άχρηστη είσαι και γιατί δεν πρέπει να υπάρχεις. Παρουσία όλων. 

Bullying είναι να μην τολμάς να φύγεις από το μπροστινό θρανίο από τον θύτη, γιατί σου έχει εξηγήσει: εκεί μπορεί καλύτερα να σου μπήγει το μηχανικό μολύβι στην πλάτη, να σου χώνει μια μπουνιά «κάνε πιο κει κωλόχοντρη να αντιγράψω», να κρατά τον αναπτήρα αναμμένο κάτω από τα μακριά μαλλιά σου και να μην μπορείς να κουνηθείς γιατί θα γίνεις παρανάλωμα.

Bullying είναι να μην βγαίνεις ποτέ από το μυαλό του θύτη. Και να μην βγαίνει ποτέ αυτός από το δικό σου. Να μην μπορείς να πας πουθενά χωρίς τη σκιά του. Το bullying είναι ένα ατελείωτο κυνήγι. 

Bullying είναι να σταματάει το μάθημα και να σου έρχεται αεροπλανικώς ο σπόγγος στην μούρη τίγκα στην κιμωλία. 

Bullying είναι να τολμάς να πας σχολική εκδρομή και να σε κρατάνε τέσσερεις σέρνοντας να σε πετάξουν από το γκρεμό. Κι ο μαθηματικός να γελάει μαζί με όλο το τμήμα. 

Bullying είναι να είσαι ένα τίποτα. Μετά από χρόνια bullying είσαι ένα τίποτα. Ο μόνος τρόπος είναι να λουφάξεις στην γωνιά σου. Ο μόνος τρόπος είναι να μην υπάρχεις. Η μόνη λύση είναι να βρεις έναν τρόπο να μην σε βρουν, να μην στο κάνουν ξανά. Ο μόνος τρόπος για να υπάρξεις είναι να πάψεις να υπάρχεις. Γκέγκε; 

Θα σας πω ένα μυστικό. Στις σχολικές ημερίδες δεν μίλησαν τα πραγματικά θύματα του bullying, μόνο τα περιστασιακά. Γιατί αν κάτι φοβάται ένα θύμα, ένας κοινωνικά λεπρός, ένας άνθρωπος όλο τρόμο για τους άλλους, χωρίς φίλους, είναι την δημόσια έκθεση. Από αυτή έχει φάει πολλή στη μάπα. Γκέγκε; 

Το bullying θέλει θεατές. Γκέγκε; Το bullying κάνει τον τραμπούκο δημοφιλή. Γκέγκε; Το bullying έχει πάντα ακροατήριο. Χτίζεται όχι στην ανοχή και τον ωχαδελφισμό, αλλά στην συναίνεση του πλήθους. Που θέλει να γίνει δημοφιλής σαν τον νταή, και να έχει τις πιο ωραίες γκόμενες σαν τον νταή και να περπατάει με άνεση σαν τον νταή. Στις πλάτες μας την χτίσαν την δημοφιλία τους. Γκέγκε; 

Όμως πρέπει να σας πω κάτι, πως αν ζει ο Βαγγέλης, που το εύχομαι με όλη μου την ψυχή, τώρα θα έχει απελευθερωθεί. Γιατί όσο κι δεν θέλεις να το μάθουν, όσο κι αν έχεις μάθει να λουφάζεις στην γωνιά σου ολομόναχος, είναι απελευθέρωση το να μην είσαι μόνος πια. Εύχομαι να ζει ο Βαγγέλης. Κι ας μην τολμούσε να το πει εκείνος, τώρα που το είπαν οι άλλοι, τώρα που δεν θα του λένε «Έλα μωρέ, υπερβάλλεις, μια πλάκα κάνουν τα παιδιά», η μισή δουλειά έχει γίνει. 

Ακούω παπαριές του τύπου «η δύναμη είναι να εναντιωθείς στον νταή». Η δύναμη είναι ο ενήλικας που σε προσέχει να σε πάρει από το παγιωμένο περιβάλλον του bullying, να έχει τις κεραίες του ανοιχτές, να σε πιστέψει όσο σε βλέπει να μαραίνεσαι και να σε βουτήξει να φύγετε. Οι πιθανότητες είναι πως στο νέο περιβάλλον θα σε κοιτάνε οι καινούριοι σου φίλοι σαν το ζαβό. «Εσύ; Κυνηγούσαν εσένα; Μα γιατί;». 





*Αν το κείμενο κάτι σας θυμίζει, μάλλον θα ήσασταν συμμαθητές μου στο δημοτικό κι ακόμα περισσότερο στο Γυμνάσιο. Αν το έργο το έχετε δει, μάλλον θα ξέρετε και τα ονόματά τους. Αν το έργο το έχετε δει, μάλλον θα θέλατε να μπείτε κι εσείς στην κουλ παρέα του τμήματος. Ελπίζω κάποτε να τα καταφέρατε και να απέκτησε η ζωή σας νόημα. 



8/3/15

Διαβάζοντας@amagi 8 Μαρτίου 2015 με καλεσμένο τον Νίκο Α. Μάντη




Καλημέρα, Καλημέρα. Σήμερα στις 2 μ.μ. στον www.amagiradio.com στην εκπομπή Διαβάζοντας θα έχουμε την τιμή και την χαρά να φιλοξενούμε τον Νίκο Α. Μάντη για να μιλήσουμε για το ολοκαίνουργιο βιβλίο του "Πέτρα Ψαλίδι Χαρτί" αλλά και το αμέσως προηγούμενο την "Άγρια Ακρόπολη" που πήρε το βραβείο μυθιστορήματος του περιοδικού Αναγνώστης το 2014. 

Οι Εκδόσεις Καστανιώτη​ προσφέρουν 3 αντίτυπα του "Πέτρα Ψαλίδι Χαρτί" στους ακροατές της εκπομπής. Για να μπείτε στην κλήρωση αφήστε σχόλιο εδώ ή κάμετε λάικ σε κάποια από τις σημερινές αναγγελίες της εκπομπής στο facebook. Για να σχολιάσετε μαζί μας ή να ρωτήσετε κάτι το συγγραφέα μπείτε στο group της εκπομπής στο facebook. 


Για να μας ακούσετε πληκτρολογήστε www.amagiradio.com ή κατεβάστε την εφαρμογή TuneIn για κινητά τηλέφωνα, ταμπλέτες και άλλα συναφή.



7/3/15

"Master ch(i)ef" του Μαραμπού



Έχω ακούσει αρκετές φορές να μνημονεύεται η Πείνα του Κνουτ Χάμσουν από πειναλέους πολιτικούς, με σκοπό να δείξουν την συμπόνοια τους προς τον λαό που πεινάει. Εκεί καταλαβαίνω ότι δεν έχουν διαβάσει το βιβλίο του, απλώς αναμασούν τον εύγλωττο τίτλο του και το πιασάρικο θέμα του. Επίσης καταλαβαίνω ότι και ο πολίτης που τρώει αμάσητες τέτοιες συλλογιστικές προχειρότητες, ούτε και εκείνος έχει διαβάσει την Πείνα. Αλλά για τέτοιους πρόχειρους πολιτικούς και τέτοιους πρόχειρους πολίτες δεν έχει καμία απολύτως σημασία αν έχουν διαβάσει τελικά το βιβλίο ή όχι.

Η πείνα έχει πρωταγωνιστήσει σε πολλά λογοτεχνικά έργα, κυρίως εκεί όπου ο πόλεμος είναι το κύριο μοτίβο. Ιδιαίτερη μνεία στην πείνα κάνουν οι μυθιστορηματικές μαρτυρίες από τα Χιτλερικά στρατόπεδα συγκέντρωσης αλλά και εκείνες... από τη Ρωσία με αγάπη! Ο Ντίκενς, ο Όργουελ, ο Λόντον έχουν περιγράψει την εξαθλίωση από τη δική τους σκοπιά και γενικά, ο κατάλογος της πείνας έχει πολλά ψωμιά ακόμα μέχρι να τελέψει. Το βιβλίο του Χάμσουν έχει κάποιες διαφοροποιήσεις στον τρόπο που χειρίζεται την πείνα. Κατ' αρχήν, δεν ασκεί κοινωνική κριτική (γι' αυτό και οι αναφορές από πολιτικούς στέκουν μετέωρες και σαθρές), η πείνα δεν εκπορεύεται, απλώς προϋπάρχει. Ο ήρωας (ο οποίος ευφυώς διατηρείται ανώνυμος) πεινάει και σκέφτεται διαρκώς πώς θα γράψει μερικά άρθρα στις εφημερίδες που θα του εξασφαλίσουν λίγο φαγητό και προσωρινή στέγη. Δεν μαθαίνουμε ποτέ τι τον οδήγησε στην πείνα έτσι ώστε να ταυτιστούμε μαζί του.

Ο ήρωας μάς παρουσιάζεται από την αρχή σφόδρα αναξιόπιστος. Η πείνα τον θερίζει και γι' αυτό αρνούμαστε να τσιμπήσουμε όσα μας σερβίρει το θολωμένο του μυαλό! Φάσκει και αντιφάσκει διαρκώς, λέει ψέματα στους περαστικούς, στους ενεχυροδανειστές, στους αρχισυντάκτες εφημερίδων, στον εαυτό του, και αλίμονο, σε εμάς. Πιστεύει ότι θα γράψει το τέλειο άρθρο που θα παρατείνει λίγο την άθλια ζωή του, χωρίς να το κατορθώνει τις περισσότερες φορές. Τα χρήματα φθάνουν στα χέρια του σπάνια, στο σημείο της απώτατης απόγνωσης, όμως σχεδόν εξατμίζονται αμέσως, πολλές φορές με παράλογο τρόπο, κατά τη γνώμη του αναγνώστη. Ο Χάμσουν επιλέγει αυτές οι “φωτεινές” στιγμές να λαμβάνουν χώρα στο τέλος κάθε κεφαλαίου, έτσι ώστε ο ήρωας να ξεκινά με αισιοδοξία το νέο κεφάλαιο της ζωής του και ο αναγνώστης να ξεκινά με αδημονία το νέο κεφάλαιο του βιβλίου!

Σε όλο το εύρος του βιβλίου απλώνεται μια διάχυτη κυκλοθυμία του ήρωα, που κινείται διαρκώς από τη χαρά στην δυστυχία, από την ελπίδα στην απόγνωση. Συντηρείται μία ψευδοηθική στάση του ήρωα από το γεγονός ότι πιστεύει πως διατηρεί μια άτεγκτη αν και ιδιότυπη “αξιοπρέπεια” που επιδεικνύει στον εαυτό του σαν παράσημο. Δεν κοροϊδεύει τον κόσμο (ενώ τον κοροϊδεύει), δεν κοροϊδεύει τον εαυτό του (ενώ τον κοροϊδεύει).

[...] Πώς γινόταν και η κατάσταση δεν βελτιωνόταν καθόλου για μένα; Δεν είχα τα ίδια δικαιώματα στη ζωή με οποιονδήποτε άλλο, όπως ο Πάσα, ο παλαιοβιβλιοπώλης, ή ο Χένεσεν, ο ναυτιλιακός πράκτορας; Μήπως δεν είχα πλάτες γίγαντα και δυο μυώδη μπράτσα για να δουλεύω, μήπως δεν είχα γυρέψει δουλειά σαν υλοτόμος στην οδό Μέλερ για να κερδίζω τον επιούσιο; Μήπως ήμουν τεμπέλης; Δεν είχα χτυπήσει πόρτες για να βρω δουλειά, δεν είχα παρακολουθήσει μαθήματα, δεν είχα γράψει άρθρα σε εφημερίδες, δεν είχα διαβάσει και δεν είχα δουλέψει μέρα νύχτα σαν τρελός; Και δεν είχα ζήσει σαν φιλάργυρος, με ψωμί και γάλα όταν είχα πολλά, με σκέτο ψωμί όταν είχα λίγα και με τίποτα όταν ήμουν απένταρος; Μήπως έμεινα σε ξενοδοχείο ή σε καμιά ισόγεια σουίτα; Τον περασμένο χειμώνα τον είχα περάσει σε μια ξεχασμένη από τον Θεό σοφίτα, σε ένα γανωματάδικο εγκαταλειμμένο από Θεό και ανθρώπους, όπου το χιόνι έμπαινε από παντού. Δεν μπορούσα να βγάλω άκρη από όλη αυτή την κατάσταση.

Στ' αλήθεια τον πιστεύετε; Εγώ δεν πιστεύω λέξη απ' όσα λέει! Τα χρήματα που πιάνει τα σκορπίζει εντελώς παράλογα. Ακόμα και όταν ο μπακάλης μπερδεύεται και δίνει τα ρέστα της προηγούμενης πελάτισσας και στον απεγνωσμένο ήρωα που περιμένει στην άκρη, εκείνος τα παίρνει σαστισμένος αλλά δεν κάνει τίποτα για να βελτιώσει τη ζωή του, παρά μόνο, ύστερα από λίγο τα δίνει σε μια ζητιάνα γριά (πιστεύοντας ότι έτσι διατηρεί την ιδιότυπη “αξιοπρέπειά” του) και μετά από μερικές στιγμές, επιστρέφει πάλι στο μαγαζί οργισμένος με την ηλιθιότητα του υπαλλήλου που δεν κατάλαβε το λάθος, τον βρίζει και φεύγει, για να μετανιώσει αργότερα για την απρεπή συμπεριφορά του και πάει λέγοντας.


Όπως ισχυρίζεται και ο Paul Auster (εντάξει, μπορεί να μην είναι Πορτοσάλτε, αλλά η άποψή του έχει ενδιαφέρον) στον πρόλογό του, ο ήρωας έχει χάσει τον έλεγχο των σκέψεων και των πράξεών του. Κι όμως, επιμένει προσπαθώντας να ελέγξει το πεπρωμένο του. Αυτό είναι το παράδοξο, το παιχνίδι της κυκλοτερούς λογικής που παίζεται μέχρι τέλους μέσα από τις σελίδες του βιβλίου. Είναι μια κατάσταση ανυπόφορη για τον ήρωα, επειδή αυτός οικειοθελώς οδήγησε τον εαυτό του στα όρια του κινδύνου. Να πάψει να λιμοκτονεί δεν θα σήμαινε νίκη, θα σήμαινε απλώς ότι το παιχνίδι τελείωσε. Εκείνος θέλει να επιζήσει, μόνο όμως με τους δικούς του όρους: επιβίωση που θα τον φέρει πρόσωπο με πρόσωπο με τον θάνατο.

Ο Κνουτ Χάμσουν γράφει ένα απλό γλωσσικά βιβλίο, με έντονη υπαρξιακή στάση. Νιώθεις ότι το επερχόμενο πνεύμα του Κάφκα, με τη μορφή μιας βρωμερής κατσαρίδας, κουνάει ήδη τις λογοτεχνικές κεραίες του, καθώς περιφέρεται στα άθλια δωμάτια που ζει ο ήρωας της Πείνας! Η μετάφραση κρίνεται πολύ καλή, μιας και η γλώσσα του συγγραφέα είναι πολύ απλή. Συνεκτιμούμε το γεγονός ότι η μετάφραση έγινε από τα νορβηγικά! Σχεδόν μπορείς να νιώσεις και να απολαύσεις (σαν να το έγραψες εσύ) την έκπληξη που προκάλεσε ένα τέτοιο βιβλίο σε μια εποχή που τα βιβλία δεν γράφονταν, ούτε κατά προσέγγιση, με τέτοιο τρόπο. Αυτά τα βιβλία, άλλοτε εμφανίζονται ως πολύπλοκες γλωσσικές εξτραβαγκάντσες άλλοτε ως εντυπωσιακά ολιγαρκείς συνθέσεις, πάντοτε όμως κάνουν μεγάλο πάταγο που ο απόηχός τους ταξιδεύει μέσα στα χρόνια.



Έχω παρατηρήσει ότι το Μεταίχμιο για κάποια σπουδαία βιβλία (Η πείνα του Χάμσουν, Αντίο Βερολίνο του Ίσεργουντ, αλλά και παλιότερα για κάποια μυθιστορήματα της Γουλφ) χρησιμοποιεί το κανονικό χαρτί των κανονικών βιβλίων. Δε ξέρω τις ποιότητες του χαρτιού, μπορεί το “τσιγαρόχαρτο” που χρησιμοποιεί τα τελευταία χρόνια για τις εκδόσεις του το Μεταίχμιο να είναι άριστης ποιότητας, πιο οικολογικής φιλοσοφίας, κτλ. Όμως το γεγονός ότι επιλέγει (στοχευμένα) για μερικά βιβλία που αποδεδειγμένα αντέχουν στον χρόνο, αντίστοιχο χαρτί που (φαίνεται να) αντέχει και αυτό στο χρόνο, αποδεικνύει στα μάτια μου το προφανές, και αυτοακυρώνει όλη την προσπάθεια του εκδοτικού οίκου να με πείσει ότι το “τσιγαρόχαρτο” είναι άριστης ποιότητας!

Θα ήθελα να βρω μέσα στο βιβλίο και μία μεταφορική διάσταση της πείνας σε σχέση με την πνευματική διεργασία που υφίσταται ένας καλλιτέχνης. Δυστυχώς δεν βρήκα κάτι τέτοιο, δεν πειράζει, θα αναζητήσω συμπληρώματα διατροφής άλλου. Πεινάτε για λογοτεχνία; Εδώ, το βιβλίο του Χάμσουν είναι μια θρεπτική αξία. Τι λέτε; Η πείνα για καλή λογοτεχνία μπορεί να κορεστεί; Όπως θα έλεγε, αυτή τη φορά ο Πορτοσάλτε (και θα συμφωνούσε και ο Auster), να πάψει κανείς να διαβάζει βιβλία δε θα σήμαινε νίκη, θα σήμαινε απλώς ότι το παιχνίδι τελείωσε!

                                                                                                                     Μαραμπού 

Υ.Γ. 42 Διαβάστε κι εδώ μια πιο ταπεινή άποψη.

Υ.Γ. 42-42 Το καινούργιο blog του Μαραμπού είναι αυτό.

Υ.Γ 42-42-42 Φυσικά ζηλεύω, αλλά δεν θα το συζητήσω, εντάξει; 

6/3/15

Αναγνωστικός διαγωνισμός Μαρτίου




Ξεκίνησε σαν πλάκα στο group της εκπομπής στο facebook αλλά τώρα τα πράγματα σοβαρεύουν. Θα διαγωνιστούμε, ακριβώς σαν να ήμασταν στην 5η δημοτικού, για το ποιος θα διαβάσει περισσότερες σελίδες μέσα στον Μάρτη. Στο τέλος του μήνα ο καθένας μας θα δηλώσει τα βιβλία που διάβασε και τις συνολικές σελίδες  (θα χρειαστούμε αναλυτικά βιβλία και σελίδες, αν υπάρχει και φωτό ακόμα καλύτερα, για να πάρουμε και καμιά αναγνωστική ιδέα), σε αντίστοιχο ποστ, τόσο στο facebook όσο και στο blog. Οι νικητές θα ανακοινωθούν πανηγυρικά στις αρχές του επόμενου μήνα. Για αυτό, αρχίστε να σημειώνετε και να μετράτε. 

Έπαθλα!

1ος νικητής: "Άμλετ", Ουίλιαμ Σαίξπηρ, εκδ. Gutenberg, ευγενική προσφορά των εκδόσεων.


2ος νικητής: μπλουζάκι Booktalks, ευγενική προσφορά του πασίγνωστου, πανέμορφου, μοναδικού βιβλιοπωλείου-καφέ.





3ος νικητής:  Ηλιόπετρα, Οκτάβιο Πας, εκδ. Gutenberg, ευγενική προσφορά των εκδόσεων.




Υ.Γ. 42 Φυσικά και μπορείτε να κάνετε ζαβολιές. Αλλά νομίζετε στα αλήθεια πως δεν θα σας καταλάβω;

Υ. Γ. 42-42 Νικητής θεωρείται αυτός που θα έχει διαβάσει τις περισσότερες σελίδες λογοτεχνικών βιβλίων το μήνα. Δεν μετράνε: βιβλία θεωρητικού περιεχομένου, βιβλία για την δουλειά σας, εφημερίδες (και τα ΦΕΚ), ανέκδοτα κείμενα (μεταφραστές και επιμελητές σας βλέπω), συνταγές μαγειρικής, συνταγές ιατρών, συμβόλαια, δικόγραφα, μπροσούρες και διαφημιστικά. Μόνον λογοτεχνία- πεζό και ποίηση- θα καταμετρώνται, ναι;

Υ.Γ. 42-42-42 Αν κερδίσει η αφεντομουτσουνάρα μου, δεν θα πάρει δώρο. Το δώρο θα διατεθεί στον αμέσως επόμενο. Αλλά θα παίξω κι εγώ, ε; Το νου σας.


5/3/15

"Ερωτοτροπίες", Javier Marias



Το αν είναι ή όχι ο Χαβιέρ Μαρίας μεγάλος συγγραφέας το ήξερα ήδη από τις πρώτες σελίδες του «Αύριο στην μάχη να με σκεφτείς». Τότε, δυο χρόνια πριν, είχα σκεφτεί πως ο Μαρίας με κάποιον ιδιότροπο τρόπο κατόρθωνε να μιλά μόνο για μένα, ήξερε τι ήταν αυτό που με απασχολούσε. Σαν να μου έδινε σήμα. Ή τέλος πάντων, πως είχα ευτυχήσει να έχω μια από κείνες τις στιγμές που κλείνει κανείς ένα βιβλίο, έχοντας τελειώσει μια ιστορία, που δεν του είπε τίποτα για την δική του ιστορία, αλλά του είπε πολλά για τον ίδιο και τη ζωή του. Συμβαίνουν κάποτε τέτοιες ευτυχείς συγκυρίες, timing το λένε στα ελληνικά, θαρρώ. Το απόλαυσα, αλλά δεν έδωσα ιδιαίτερη σημασία. Έπειτα διάβασα "Τα λημέρια του λύκου" και  το "Όταν ήμουν θνητός",  που μου άρεσαν, εδραίωσαν μέσα μου την πίστη πως μιλάμε για έναν από τους μεγαλύτερους γραφιάδες του καιρού μας, αλλά δεν με άφησαν ενεή. 

Δυο χρόνια μετά, ο Μαρίας μου μίλησε ξανά. Με τον ίδιο τρόπο, όπως τότε, μου έδωσε σινιάλο πως γράφει για μένα, με ξέρει προσωπικά. Έβαλε ένα τέλος.

Αστειεύομαι. Κι όμως δεν αστειεύομαι καθόλου. 

Ο Χαβιέρ Μαρίας- ένας τύπος που γράφει εντελώς αντισυμβατικά και θα τρέλαινε κάθε επιμελητή, που δεν δίνει δεκάρα για την συνέχιση της ιστορίας, ούτε για τα σημεία στίξης, ούτε βρε αδελφέ για το αν αυτή είναι όντως η κατάλληλη λέξη, κι αν χρησιμοποιείται σε αυτό το context- είναι καλλιτέχνης. Με όλη την τρέλα και την πίστη, με την απόλυτη σύγχυση και την σκληρή διαύγεια που απαιτεί ο όρος. Στις «Ερωτοτροπίες», μια ιστορία έρωτα, θανάτου και πάθους, αποδεικνύει για άλλη μια φορά, πως η Σουηδική Ακαδημία δεν ξέρει που πάνε τα τέσσερα. 

Η Μαρία Ντόλθ, η αφηγήτρια και ηρωίδα του, βλέπει ένα πολύ ευτυχισμένο ζευγάρι κάθε πρωί στην καφετέρια που πηγαίνει πριν την δουλειά της. Η χημεία τους της δίνει δύναμη να αντέξει την- μάλλον στερημένη αγάπης και τρυφερότητας- ζωή της ως υπάλληλος ενός εκδοτικού οίκου. Μια μέρα ο άντρας του ζευγαριού δολοφονείται. Σε μια τυχαία συνάντηση συμπαράστασης στο σπίτι της χήρας, της Λουίσα, θα γνωρίσει η Μαρία τον καλύτερο φίλο του μακαρίτη, Χαβιέρ Ντίαθ-Βαρέλα. Θα συνάψει μια μάλλον εφήμερη σχέση μαζί του, άνιση, μιας εκείνη είναι ερωτευμένη, ενώ ο Ντίαθ-Βαρέλα έχει εμμονή με την Λουίσα. Οι αποκαλύψεις που θα ακολουθήσουν θα δείξουν πως η τρέλα του έρωτα, το πάθος και ο πόθος- αυτά που συχνά αναγάγουμε στα σημαντικότερα συναισθήματα στη ζωή- μπορεί να οδηγήσουν σε πράξεις ειδεχθείς. 

Δεν είναι αυτή καθ'αυτή η ιστορία που έχει σημασία στις «Ερωτοτροπίες». Αυτό που έχει σημασία είναι τα πράγματα που λέγονται και κυρίως το πώς λέγονται. Δεν φοβάται ο συγγραφέας να απεραντολογήσει, να φιλοσοφήσει, να χωρίσει μια και μόνη σκηνή σε τρία διαφορετικά κεφάλαια, να σε πιάσει από το λαιμό και να σου πει:

Δεν τολμά κανείς να ευχηθεί τον θάνατο κανενός, πόσω μάλλον κάποιου κοντινού προσώπου, αλλά διαισθάνεται πως, αν κάποιος συγκεκριμένος πάθαινε ατύχημα, ή αρρώσταινε θανάσιμα, κάπως θα βελτιωνόταν το σύμπαν ή, πράγμα που κάνει το ίδιο για τον καθένα, η προσωπική του κατάσταση. Αν εκείνος ή εκείνη δεν υπήρχαν, μπορεί να σκεφτεί κανείς, πόσο διαφορετικά θα ήταν όλα, τι βάρος θα έφευγε από πάνω μου, θα τελείωναν τα βάσανά μου, ή η αφόρητη δυσφορία μου, ή πόσο θα ξεχώριζα εγώ. 

Ο έρωτας, περισσότερο και από τον θάνατο, απασχολεί τον συγγραφέα, τον καθηλώνει, τον βάζει να αναμασά τα ίδια και τα ίδια, ώσπου να τα εμπεδώσουμε, να μπορέσουμε να τα βάλουμε στο κεφάλι μας, να συνειδητοποιήσουμε την δύναμή τους. Η έλξη που νιώθει η αφηγήτρια για τον Ντίαθ-Βαρελά, ακόμα κι αν ξέρει πως αυτός ποτέ τίποτα δεν της υποσχέθηκε, πως κάθε φορά ήταν σαν να άρχιζαν από την αρχή, κι ακόμα, η κρυφή, ανομολόγητη απαντοχή της για να γυρίσει σε αυτήν ένας άντρας αχρείος και ερωτευμένος με μιαν άλλη, συν τοις άλλοις- είναι συναίσθημα γνώριμο για καθένα που έχει ερωτευτεί. Δεν ξέρω αν καθένας θα έφτανε σε αυτό που έκανε ο Ντίαθ-Βαρέλα για έναν έρωτα, αλλά αυτό μια άλλη- μυθιστορηματική- ιστορία. 

Κατά την προσφιλή του συνήθεια, ο Μαρίας συνομιλεί με ένα σωρό άλλα κείμενα με βασικό μια νουβέλα του Μπαλζάκ, στην οποία αφιερώνονται πολλές σελίδες ανάλυσης, κάποτε εντελώς λογοτεχνικής κι άλλοτε σχεδόν εμμονικής. Η ιδέα του Μπαλζάκ να βάλει σχεδόν να ανασταίνεται από τους νεκρούς ένας άντρας και να διεκδικεί ξανά πίσω την ζωή και την οικογένειά του, μοιάζει να στοιχειώνει τόσο τον ήρωα- Χαβιέρ Ντίαθ Βαρέλα-, όσο για τον συγγραφέα - Χαβιέρ Μαρίας. Αλλά πάλι ο συγκεκριμένος συγγραφέας είναι έτσι κι αλλιώς ερωτευμένος με τις εμμονές του. Κι εγώ· με τις δικές του. 

"Ερωτοτροπίες", Χαβιέρ Μαρίας, μετ. Χριστίνα Θεοδωροπούλου, εκδ. Πατάκη, σελ.424, 2015


2/3/15

"Ο ουρανός που ονειρεύτηκες", Γιάννης Σκαραγκάς



Η ιστορία του Γιάννη Σκαραγκά είναι τοποθετημένη στο Μεξικό, στην Τιχουάνα, στα σύνορα με τις ΗΠΑ. Αυτό δεν μπορεί παρά να φέρει στο νου τον Κάρλος Φουέντες στα «Κρυστάλλινα σύνορα». Όμως οι συγκρίσεις είναι ατυχείς. 

Ο Σκαραγκάς, που είναι γνωστός για τα σενάριά του στην τηλεόραση, στήνει ένα ενδιαφέρον σύμπαν. Αποκλεισμένοι σε ένα ξενοδοχείο, οι χαρακτήρες του ψάχνουν να βρουν ο καθένας τι και ποιος είναι, να καταλάβουν τον εαυτό τους, να ξεφύγουν από αυτά που τους στοιχειώνουν, να ξεχάσουν και να ξεχαστούν. 

Κεντρικοί ήρωες η Χουλιέτα, μια όμορφη, στοχαστική κοπέλα που έζησε έναν μεγάλο έρωτα κι ο Έντι, ένας άντρας που πάσχει από αμνησία, μετά από αυτοκινητιστικό ατύχημα και τον περιμάζεψε στο ξενοδοχείο ο ιδιοκτήτης του, ο Κάιν. Τους πλαισιώνουν ο φοβισμένος καθηγητής μαθηματικών Οιδίποδας, η Μήδεια κι η ξεπεσμένη ντίβα Μαργαρίτα Γκωτιέ.

Όσο προχωρά η πλοκή, ο Έντι, που του λένε πως είναι συγγραφέας, αν κι αυτός δεν θυμάται τίποτα, αρχίζει να υποψιάζεται πως όλοι αυτοί οι άνθρωποι γύρω του είναι οι ήρωες του βιβλίου του κι αυτός με κάποιο τρόπο έμπλεξε μες στην ίδια του την ιστορία. 

Πέρα από το βασικό θέμα, της σχέσης του συγγραφέα με το έργο του, στο βιβλίο περνούν κι άλλα:ο έρωτας, παντοδύναμος και λυτρωτικός, η εκδίκηση, ως μέσο αποφυγής του πόνου, η διακίνηση ναρκωτικών και ανθρώπων ανάμεσα στα σύνορα. Μα πάνω από όλα, η μοναξιά, αυτή που φέρνει η τραγωδία που μπορεί ανά πάσα στιγμή να χτυπήσει την ζωή ενός ανθρώπου. 

Το μυθιστόρημα έχει κάποιες εξαιρετικές στιγμές. 

Ο Κάιν χρειάζεται μια πιο δυνατή λέξη από την αγάπη για να εκφράσει αυτό που νιώθει για τους τρεις τους. Δεν θα μπορούσε ποτέ να εξηγήσει την τρυφερότητα που αισθάνεται όταν τους φοβίζει, όταν τους αποκαρδιώνει. Είναι μια οικογένεια που χρειάζεται κηδεμόνα, πρόβατα που χωρίς τον ποιμένα τους θα τα κατασπαράξει το απρ΄΄οπτο της ζωής 

Είναι ιδιότροπος και μνησίκακος, τους υπενθυμίζει με κάθε ευκαιρία τις αποτυχίες και τα λάθη τους, όσα τους έφεραν στο πανδοχείο του, εδώ, στην άκρη του κόσμου. Απολαμβάνει την κακομοιριά τους και χαίρεται με τις αδυναμίες τους. Και το κάνει από αγάπη. Για να έχουν κάποιον να μισούν τις στιγμές που δεν θα τους φταίει κανένας άλλος, παρά μονάχα ο εαυτός τους.

«Ο ουρανός που ονειρεύτηκες» είναι ένα βιβλίο καλογραμμένο, αν και σε κάποιες φάσεις χάνει τον ρυθμό του. Αν έχω κάτι να του προσάψω είναι μάλλον η υπερβολική λύση της πλοκής στο τέλος, σαν να μην ήθελε ο συγγραφέας να αφήσει τίποτα στην φαντασία μας. 




«Ο ουρανός που ονειρεύτηκες», Γιάννης Σκαραγκάς, εκδ. Κριτική, σελ. 260, 2014

1/3/15

Διαβάζοντας@amagi Κυριακή 1η Μαρτίου 2015 με καλεσμένο τον Μιχάλη Μακρόπουλο




Καλημέρα, καλημέρα και καλό μας μήνα. Σήμερα έχουμε την χαρά και την τιμή να φιλοξενούμε στην εκπομπή Διαβάζοντας@ amagi στις 2 το μεσημέρι τον συγγραφέα και σπουδαίο μεταφραστή Μιχάλη Μακρόπουλο. Θα μιλήσουμε για την καινούργια του νουβέλα "Το δέντρο του Ιούδα" και φυσικά το μεταφραστικό του έργο.

Κληρώνουμε 2 αντίτυπα της νουβέλας, ευγενική προσφορά των Εκδόσεων Κίχλη. Για να λάβετε μέρος στην κλήρωση αφήνετε σχόλιο εδώ ή κάνετε λάικ σε κάποια από τις σημερινές αναγγελίες της εκπομπής στο facebook. Αν θέλετε να κουβεντιάζετε μαζί μας την ώρα της εκπομπής  ή να ρωτήσετε κάτι τον συγγραφέα, ο ευκολότερος τρόπος είναι να σχολιάσετε στο αντίστοιχο ποστ στο γκρουπ της εκπομπής.

Για να μας ακούσετε πληκτρολογήστε www.amagiradio.com ή κατεβάστε την εφαρμογή TuneIn για κινητά τηλέφωνα, ταμπλέτες και άλλα συναφή.