Το αν είναι ή όχι ο Χαβιέρ Μαρίας μεγάλος συγγραφέας το ήξερα ήδη από τις πρώτες σελίδες του «Αύριο στην μάχη να με σκεφτείς». Τότε, δυο χρόνια πριν, είχα σκεφτεί πως ο Μαρίας με κάποιον ιδιότροπο τρόπο κατόρθωνε να μιλά μόνο για μένα, ήξερε τι ήταν αυτό που με απασχολούσε. Σαν να μου έδινε σήμα. Ή τέλος πάντων, πως είχα ευτυχήσει να έχω μια από κείνες τις στιγμές που κλείνει κανείς ένα βιβλίο, έχοντας τελειώσει μια ιστορία, που δεν του είπε τίποτα για την δική του ιστορία, αλλά του είπε πολλά για τον ίδιο και τη ζωή του. Συμβαίνουν κάποτε τέτοιες ευτυχείς συγκυρίες, timing το λένε στα ελληνικά, θαρρώ. Το απόλαυσα, αλλά δεν έδωσα ιδιαίτερη σημασία. Έπειτα διάβασα "Τα λημέρια του λύκου" και το "Όταν ήμουν θνητός", που μου άρεσαν, εδραίωσαν μέσα μου την πίστη πως μιλάμε για έναν από τους μεγαλύτερους γραφιάδες του καιρού μας, αλλά δεν με άφησαν ενεή.
Δυο χρόνια μετά, ο Μαρίας μου μίλησε ξανά. Με τον ίδιο τρόπο, όπως τότε, μου έδωσε σινιάλο πως γράφει για μένα, με ξέρει προσωπικά. Έβαλε ένα τέλος.
Αστειεύομαι. Κι όμως δεν αστειεύομαι καθόλου.
Ο Χαβιέρ Μαρίας- ένας τύπος που γράφει εντελώς αντισυμβατικά και θα τρέλαινε κάθε επιμελητή, που δεν δίνει δεκάρα για την συνέχιση της ιστορίας, ούτε για τα σημεία στίξης, ούτε βρε αδελφέ για το αν αυτή είναι όντως η κατάλληλη λέξη, κι αν χρησιμοποιείται σε αυτό το context- είναι καλλιτέχνης. Με όλη την τρέλα και την πίστη, με την απόλυτη σύγχυση και την σκληρή διαύγεια που απαιτεί ο όρος. Στις «Ερωτοτροπίες», μια ιστορία έρωτα, θανάτου και πάθους, αποδεικνύει για άλλη μια φορά, πως η Σουηδική Ακαδημία δεν ξέρει που πάνε τα τέσσερα.
Η Μαρία Ντόλθ, η αφηγήτρια και ηρωίδα του, βλέπει ένα πολύ ευτυχισμένο ζευγάρι κάθε πρωί στην καφετέρια που πηγαίνει πριν την δουλειά της. Η χημεία τους της δίνει δύναμη να αντέξει την- μάλλον στερημένη αγάπης και τρυφερότητας- ζωή της ως υπάλληλος ενός εκδοτικού οίκου. Μια μέρα ο άντρας του ζευγαριού δολοφονείται. Σε μια τυχαία συνάντηση συμπαράστασης στο σπίτι της χήρας, της Λουίσα, θα γνωρίσει η Μαρία τον καλύτερο φίλο του μακαρίτη, Χαβιέρ Ντίαθ-Βαρέλα. Θα συνάψει μια μάλλον εφήμερη σχέση μαζί του, άνιση, μιας εκείνη είναι ερωτευμένη, ενώ ο Ντίαθ-Βαρέλα έχει εμμονή με την Λουίσα. Οι αποκαλύψεις που θα ακολουθήσουν θα δείξουν πως η τρέλα του έρωτα, το πάθος και ο πόθος- αυτά που συχνά αναγάγουμε στα σημαντικότερα συναισθήματα στη ζωή- μπορεί να οδηγήσουν σε πράξεις ειδεχθείς.
Δεν είναι αυτή καθ'αυτή η ιστορία που έχει σημασία στις «Ερωτοτροπίες». Αυτό που έχει σημασία είναι τα πράγματα που λέγονται και κυρίως το πώς λέγονται. Δεν φοβάται ο συγγραφέας να απεραντολογήσει, να φιλοσοφήσει, να χωρίσει μια και μόνη σκηνή σε τρία διαφορετικά κεφάλαια, να σε πιάσει από το λαιμό και να σου πει:
Δεν τολμά κανείς να ευχηθεί τον θάνατο κανενός, πόσω μάλλον κάποιου κοντινού προσώπου, αλλά διαισθάνεται πως, αν κάποιος συγκεκριμένος πάθαινε ατύχημα, ή αρρώσταινε θανάσιμα, κάπως θα βελτιωνόταν το σύμπαν ή, πράγμα που κάνει το ίδιο για τον καθένα, η προσωπική του κατάσταση. Αν εκείνος ή εκείνη δεν υπήρχαν, μπορεί να σκεφτεί κανείς, πόσο διαφορετικά θα ήταν όλα, τι βάρος θα έφευγε από πάνω μου, θα τελείωναν τα βάσανά μου, ή η αφόρητη δυσφορία μου, ή πόσο θα ξεχώριζα εγώ.
Ο έρωτας, περισσότερο και από τον θάνατο, απασχολεί τον συγγραφέα, τον καθηλώνει, τον βάζει να αναμασά τα ίδια και τα ίδια, ώσπου να τα εμπεδώσουμε, να μπορέσουμε να τα βάλουμε στο κεφάλι μας, να συνειδητοποιήσουμε την δύναμή τους. Η έλξη που νιώθει η αφηγήτρια για τον Ντίαθ-Βαρελά, ακόμα κι αν ξέρει πως αυτός ποτέ τίποτα δεν της υποσχέθηκε, πως κάθε φορά ήταν σαν να άρχιζαν από την αρχή, κι ακόμα, η κρυφή, ανομολόγητη απαντοχή της για να γυρίσει σε αυτήν ένας άντρας αχρείος και ερωτευμένος με μιαν άλλη, συν τοις άλλοις- είναι συναίσθημα γνώριμο για καθένα που έχει ερωτευτεί. Δεν ξέρω αν καθένας θα έφτανε σε αυτό που έκανε ο Ντίαθ-Βαρέλα για έναν έρωτα, αλλά αυτό μια άλλη- μυθιστορηματική- ιστορία.
Κατά την προσφιλή του συνήθεια, ο Μαρίας συνομιλεί με ένα σωρό άλλα κείμενα με βασικό μια νουβέλα του Μπαλζάκ, στην οποία αφιερώνονται πολλές σελίδες ανάλυσης, κάποτε εντελώς λογοτεχνικής κι άλλοτε σχεδόν εμμονικής. Η ιδέα του Μπαλζάκ να βάλει σχεδόν να ανασταίνεται από τους νεκρούς ένας άντρας και να διεκδικεί ξανά πίσω την ζωή και την οικογένειά του, μοιάζει να στοιχειώνει τόσο τον ήρωα- Χαβιέρ Ντίαθ Βαρέλα-, όσο για τον συγγραφέα - Χαβιέρ Μαρίας. Αλλά πάλι ο συγκεκριμένος συγγραφέας είναι έτσι κι αλλιώς ερωτευμένος με τις εμμονές του. Κι εγώ· με τις δικές του.
"Ερωτοτροπίες", Χαβιέρ Μαρίας, μετ. Χριστίνα Θεοδωροπούλου, εκδ. Πατάκη, σελ.424, 2015
θα πρότεινα και το
ΑπάντησηΔιαγραφή"καρδιά τόσο άσπρη"
(creo que) αναφέρεσαι στο Los enamoramientos (?)
Ναι, το καρδιά τόσο άσπρη είναι το επόμενο. Και ναι, σε αυτό αναφέρομαι. <3
ΔιαγραφήΕίναι αυτός που έχεις διαβάσει τα περισσότερά του;Καιρός να μάθεις ισπανικά βρε αθεόφοβη. Να τον φχαριστιέσαι ορίτζιναλ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕντάξ, δεν είμαι ο Κυριακίδης και δεν είναι ο Μπόρχες.
ΔιαγραφήΤο πρώτο βιβλίο του Μαρίας που έπιασα στα χέρια μου. Με άφησε αποσβολωμένο. Σίγουρα από τους μεγάλους συγγραφείς της εποχής μας. Αναρωτιέμαι πιο θα είναι το επόμενο που πρέπει να καταπιαστώ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο "Αύριο στη μάχη να με σκεφτείς" ή το "Καρδιά τόσο άσπρη". Έχω Μαριιτιδα, το ξέρεις.
Διαγραφή